Ο κ.Βενιζέλος θεωρεί ότι καμιά συζήτηση για τους φορολογικούς συντελεστές δεν έχει νόημα, μέχρι να παταχτεί η φοροδιαφυγή. Η φοροδιαφυγή, όμως, δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο, αλλά είναι αποτέλεσμα της παντελούς έλλειψης πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης, που την ίδια στιγμή που εξοντώνει οικονομικά τους εργαζόμενους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, διαλύει τις φορολογικές υπηρεσίες, χαϊδεύει τους μεγαλοφοροφυγάδες και αφήνει ανεξέλεγκτο το πεδίο για την αύξηση της φοροδιαφυγής.
Την ίδια στιγμή, ο κ.Βενιζέλος επιστρατεύει τον εκβιασμό της επιλογής της συγκεκριμένης ρύθμισης, έναντι της μη αύξησης του ΦΠΑ στα τρόφιμα και σε άλλα είδη λαϊκής κατανάλωσης που κινούνται στο συντελεστή του 6,5% και της εξομοίωσης στη φορολογική επιβάρυνση επί του πετρελαίου θέρμανσης και του πετρελαίου κίνησης. Έτσι, η κυβέρνηση προβάλλει δύο επιλογές που και οι δύο τους έχουν ως στόχο τα εισοδήματα των ασθενέστερων και σφίγγουν περαιτέρω τη θηλιά στην οικονομία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση εκτοξεύει τον ΦΠΑ στο 23% στο χώρο της εστίασης, γνωρίζοντας τις τραγικές συνέπειες που θα έχει αυτή η κίνηση για τον κλάδο συνολικά, οδηγώντας σε κλείσιμο δεκάδων χιλιάδων μικρών επιχειρήσεων και σε αντίστοιχες απολύσεις εργαζομένων. Είναι επιβεβλημένη η απόσυρση του συγκεκριμένου μέτρου, η ουσιαστική στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και μια νέα φορολογική πολιτική που δεν θα λειτουργεί ως μηχανισμός εξαθλίωσης του ελληνικού λαού, αλλά ως εργαλείο για την ανάπτυξη και την αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζομένων.
To Γραφείο Τύπου