Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
01/09/2011

Καταψηφίζει επί της αρχής ο ΣΥΡΙΖΑ το ν/σ του ΥΠΕΚΑ για περιβαλλοντική αδειοδότηση-αυθαίρετα - Αποσπάσματα ομιλίας Η. Διώτη

Την καταψήφιση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής σχετικά με τις αλλαγές στο καθεστώς περιβαλλοντικής αδειοδότησης και την τακτοποίηση των αυθαιρέτων, εισηγήθηκε εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ η ειδική αγορήτριά του Ηρώ Διώτη, βουλευτή Λάρισας, τασσόμενη ταυτόχρονα υπέρ της ανέγερσης τεμένους, με την επιφύλαξη της μεμονωμένης χωροθέτησής του εκτός αστικού ιστού (στον Ελαιώνα), χωρίς ένα συνολικό σχέδιο, ενώ υπάρχουν ανοιχτά ζητήματα και στηλιτεύοντας τις απόψεις του ΛΑΟΣ στο θέμα αυτό, ως θέσεις που «καλλιεργούν και τη μισαλλοδοξία και τελικά καταλήγουν να είναι και επικίνδυνες».

Σχετικά με τις αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η βουλευτής τόνισε μεταξύ άλλων ότι οι σχετικοί νόμοι δημιουργήθηκαν «για να προστατεύσουν το περιβάλλον και όχι για να προστατεύσουν τις δραστηριότητες και τα μεγάλα έργα από το περιβάλλον», ενώ «η προστασία του, θεμελιώδες και αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής και αναπτυξιακής διαδικασίας και πολιτικής, υλοποιείται κύρια μέσα από το δημοκρατικό προγραμματισμό», όπως προβλέπει ο ν.  1650/1985, που το παρόν ν/σ καταργεί. Όπως επεσήμανε, «σε κάθε περίπτωση, βέβαια, στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο υπάρχει ανάγκη για βελτιώσεις, όμως όχι στην κατεύθυνση που προτείνει το νομοσχέδιο».

Η βουλευτής διέκρινε ότι με το ν/σ επιχειρείται αφενός «στο όνομα της πάταξης της γραφειοκρατίας και της υποτιθέμενης ανάπτυξης, η διάλυση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, κι αφετέρου η απόσυρση της πολιτείας από αυτήν, τουτέστιν ιδιωτικοποίηση όλης της αλυσίδας, εκπόνηση ΜΠΕ, αποφάσεις εγκρίσεων περιβαλλοντικών όρων, αξιολογήσεις, έλεγχοι κ.α. Σαφώς αντιβαίνουν όλα αυτά το Σύνταγμα, μιας και η προστασία του περιβάλλοντος είναι υποχρέωση της πολιτείας. Το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον δεν μπορεί να ανατίθεται στον ιδιωτικό τομέα».

«Το ζήτημα της ανάπτυξης έργων και δραστηριοτήτων χωρίς γενικό χωροταξικό σχεδιασμό, στρατηγική και περιβαλλοντική εκτίμηση κ.α., δεν αντιμετωπίζονται με το παρόν σχέδιο νόμου. Αντιθέτως, το ν/σ ακυρώνει κάθε έννοια δημόσιου ελέγχου» ανέφερε και προσέθεσε ότι «απαλλάσσει μεγάλο μέρος έργων και δραστηριοτήτων από την υποχρέωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ενώ ταυτόχρονα καταργεί ουσιαστικά το στάδιο της προκαταρκτικής αξιολόγησης».

«Αν πραγματικά υπάρχει ενδιαφέρον της πολιτείας για την προστασία του περιβάλλοντος και όχι για την προστασία των επιχειρήσεων που θα κερδοσκοπήσουν επί αυτού, θα πρέπει να υπάρξει δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος, κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, μέσω μιας δημόσιας αξιόπιστης διαδικασίας».

Στο θέμα της τακτοποίησης αυθαιρέτων, η βουλευτής επεσήμανε ότι όλες οι αλλαγές που έφερε το ΥΠΕΚΑ είναι προς το χειρότερο, χαρακτηρίζοντας τα μέτρα καθαρά εισπρακτικά και αντιπεριβαλλοντικά, με πρώτιστο μέλημα του Υπουργείου να παρακάμψει το Συμβούλιο της Επικρατείας.

«Δεν πρόκειται για νομιμοποίηση αλλά για αναστολή των κυρώσεων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό να το ξέρουν και όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι και η τρέχουσα νομοθετική προσπάθεια έχει καθαρά εισπρακτικό χαρακτήρα, νομιμοποιώντας παρανόμως με την καταβολή μικρότερων έως υπέρογκων προστίμων όσους βρίσκονται εντός αλλά και εκτός σχεδίου πόλεων και οικισμών».

«Με το παρόν ν/σ υπονομεύεται ένα υπό εξέλιξη έργο που το περιβάλλον περίμενε χρόνια: η σύνταξη του Εθνικού Κτηματολογίου και των δασικών χαρτών. Επιπλέον, το έργο που θα επιτρέψει το χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό αποτελεί το βασικό ζητούμενο για μια σωστή πολεοδόμηση. Αντί να επισπεύσετε τη διαδικασία, ανοίγετε προκλητικά έναν ορίζοντα 20 ετών. Αυτό που θα συμβεί είναι το να οδηγηθούμε σε μια γενιά αυθαιρέτων και όχι το να κλείσει αυτό το μελανό κεφάλαιο της χώρας μας».

Τέλος, για το θέμα του τεμένους, τασσόμενη υπέρ της ανέγερσής του, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι σε μια χώρα που σέβεται τον εαυτό της δεν μπορεί παρά να γίνονται σεβαστές και να ικανοποιούνται οι ανάγκες προσευχής και λατρείας των συμπολιτών μας, ανεξαρτήτως του δόγματος, στο οποίο πιστεύουν. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που δεν έχει μεριμνήσει για εξασφάλιση σχετικού λατρευτικού χώρου, πρακτική που αντίκειται στο άρθρο 13 του Συντάγματος και στο άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου, που ορίζουν ρητά ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι ανεμπόδιστη».