Η Κυβέρνηση με την πρόσφατη νομοθετική της παρέμβαση (άρθρο 37 του Ν. 3996/2011), που αφορά τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος γονέων με ανάπηρα τέκνα και αδελφών αναπήρων, όχι μόνο έθεσε άδικους και αντικοινωνικούς περιορισμούς ως προς τις προϋποθέσεις χορήγησης των παραπάνω συντάξεων, αλλά προχώρησε και στην εντελώς απαράδεκτη εφαρμογή των διατάξεων αυτών και για ασφαλισμένους των οποίων οι αιτήσεις συνταξιοδότησης έχουν κατατεθεί βάσει των προγενέστερων ισχυουσών διατάξεων (άρθρο 5 παρ. 4, Ν. 3332/2004, άρθρο 61 παραγρ. 6 του Ν. 3518/2006, άρθρο 140 του Ν. 3655/2008) και οι οποίες εκκρεμούν λόγω αδυναμίας των ασφαλιστικών ταμείων να προχωρήσουν στην καταβολή των συντάξεων.
Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το άρθρο 37 του Ν. 3996/2011 , για την άσκηση του δικαιώματος από το γονέα του ανάπηρου τέκνου, πρέπει, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση, ο έτερος γονέας να μην λαμβάνει ή να μη δικαιούται σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 2.400 ημέρες ή 8 έτη πραγματικής ασφάλισης εκ των οποίων 600 ημέρες ή 2 έτη τα τελευταία 4 χρόνια, σε φορείς κύριας ασφάλισης ή/και το Δημόσιο και να εργάζεται.
Η δε διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του οριστική απόφαση συνταξιοδότησης.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι αρκετοί γονείς αναπήρων, να έχουν καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης βάσει των προγενεστέρων διατάξεων που αναφέρονται παραπάνω, γιατί πληρούσαν κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση τα κριτήρια, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για λόγους που δεν οφείλονταν σε αυτούς, αλλά στις αδυναμίες του Ταμείου και τις ανεπάρκειες της πολιτείας, δεν εκδόθηκε απόφαση συνταξιοδότησης με αποτέλεσμα βάσει της παρ. στ του άρθρου 37 του ν.3996/2011 να έχουν εγκλωβιστεί(σε πολλές περιπτώσεις για 2 χρόνια περίπου), με μια απορριπτική απόφαση από τον Ασφαλιστικό Οργανισμό.
Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι δε είχαν διακόψει και την επαγγελματική τους δραστηριότητα και δεν μπορούν να επανέλθουν στην εργασία τους για να αποκτήσουν τις προϋποθέσεις του νέου νόμου.
Επίσης, η συγκεκριμένη διάταξη θέτει νέες δυσμενέστερες, έναντι των προηγούμενων, προϋποθέσεις για τον έτερο σύζυγο που δεν θα διεκδικήσει τη σύνταξη και απαιτεί να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 2.400 ημέρες ή 8 έτη πραγματικής ασφάλισης εκ των οποίων 600 ημέρες ή 2 έτη τα τελευταία 4 χρόνια, σε φορείς κύριας ασφάλισης ή/και το Δημόσιο και να εργάζεται .
Επειδή είναι φανερό, ότι οι παραπάνω νομοθετικές ρυθμίσεις είναι κατάφωρα άδικες, αντικοινωνικές και αντισυνταγματικές για τους γονείς και αδελφούς αναπήρων, που πληρούσαν τα κριτήρια του νόμου, την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για συνταξιοδότηση, να τιμωρούνται με μεταγενέστερο νόμο.
Επειδή είναι ηθικά απαράδεκτο να επιβαρύνονται με δυσμενέστερους εργασιακούς όρους οι γονείς ατόμων με βαριά αναπηρία, όταν σε όλους είναι γνωστό ότι ούτως ή άλλως ένα μέλος της οικογένειας (συνήθως η μητέρα) δεν εργάζεται προκειμένου να παρέχει υποστήριξη και φροντίδα στο ανάπηρο μέλος, εξ αιτίας της έλλειψης των κατάλληλων υποδομών από την πολιτεία.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός
1. Σε ποιες νομοθετικές ενέργειες προτίθεται να προβεί, ώστε να αποκαταστήσει την παραπάνω εξόφθαλμη αδικία που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 37 του Ν. 3996/11 για όσους ασφαλισμένους εκκρεμεί η αίτηση συνταξιοδότησης, η οποία έχει κατατεθεί βάσει των τότε ισχυουσών διατάξεων;
2. Θα προχωρήσει με νομοθετική ρύθμιση στην κατάργηση των δυσμενέστερων όρων για τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του δικαιούχου (για τον έτερο σύζυγο 2400 ημέρες ασφάλισης η 8 έτη πραγματικής ασφάλισης, εκ των οποίων οι 600 ημέρες η τα 2 έτη να έχουν πραγματοποιηθεί τα 4 τελευταία χρόνια), ώστε να υποστηριχθούν οι γονείς και τα αδέλφια ατόμων με αναπηρία;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Λαφαζάνης Παναγιώτης
Κριτσωτάκης Μιχάλης