Έχουμε συνηθίσει να μετράμε τα προβλήματα με αριθμούς, νομίζοντας ότι τα μεγέθη αποδίδουν πιστά την πραγματικότητα. Υπολογίζουμε την ανεργία σε ποσοστά και αγανακτούμε για την αύξησή της. Δεν μπορούμε, όμως, να μπούμε στη θέση του ανέργου, ο οποίος ακούει όπως όλοι οι άλλοι τα νούμερα για ανεργία της τάξης του 17,18 ή και 20%, που για μας είναι εντυπωσιακά, αλλά δεν αποδίδουν τη δική του πραγματικότητα, που είναι: άνεργος 100%.
Το ίδιο συμβαίνει και για τα ποσοστά της φτώχειας, η οποία συμπεριλαμβάνει μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας που δεν μπορούν να καλύψουν τα στοιχειώδη για να ζήσουν, αλλά και πολλούς άλλους που μπορεί να μην πεινάνε, αλλά αδυνατούν να πληρώσουν το ρεύμα ή το πετρέλαιο για τη θέρμανσή τους ή τη δόση του στεγαστικού δανείου, υπαγόμενοι στο καθεστώς της νέας φτώχειας.
Το πρόβλημα της ανεργίας δεν μπορεί να υπολογιστεί με την επίσημη στατιστική διότι αυτή αποκρύβει την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, το ποσοστό της ανεργίας είναι ψευδές διότι εξαιρεί όσους απασχολούνται έστω και μια ώρα την εβδομάδα, τους δεκάδες χιλιάδες υποαπασχολούμενους και υποαμειβόμενους, καθώς και όσους υπάγονται στα διάφορα προσωρινά προγράμματα απασχόλησης και εκπαίδευσης. Διότι δεν συμπεριλαμβάνει, επίσης, τους ανέργους που έχουν απογοητευτεί από την επί μακρόν μάταιη αναζήτηση εργασίας και περιθωριοποιούνται καταγραφόμενοι απλά στη λίστα του μη ενεργού πληθυσμού.
Στην περίοδο της κρίσης πρέπει να δούμε το πρόβλημα της ανεργίας με άλλη οπτική. Διότι σε περίοδο οικονομικής ανόδου ένας άνεργος προσδοκά στην κινητικότητα που δημιουργεί η αυξημένη ζήτηση και η ανάπτυξη. Στην περίοδο της κρίσης, που αυξάνεται ραγδαία ο αριθμός των απολύσεων, μειώνονται οι προσλήψεις, μικροί εργοδότες κλείνουν τις επιχειρήσεις τους, προλεταριοποιούνται και μπαίνουν στην ανεργία, ο χρόνος παραμονής στην ανεργία αυξάνει. Συνεπώς δεν υπάρχει ούτε η ελπίδα για να φύγει κάποιος γρήγορα από τη ζώνη της ανεργίας, ενώ γίνονται ακόμη πιο δραματικές οι συνθήκες διαβίωσης από την έλλειψη ενός ουσιαστικού συστήματος προστασίας των ανέργων.
Κάθε οικογένεια αντιμετωπίζει πια πρόβλημα ανεργίας και τρώει από τα έτοιμα για να προσδώσει την ασφάλεια -που δεν παρέχει ως όφειλε το κράτος - σε όλα τα μέλη της. Ιδιαίτερα για τα νέα παιδιά, ακόμη και για τους προσοντούχους νέους και νέες, η κατάσταση γίνεται εφιαλτική και καταδεικνύει τη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος που δεν μπορεί να εξασφαλίσει τις στοιχειώδεις ανάγκες των ανθρώπων και ιδιαίτερα των νέων. Στο μυαλό μας δεν μπορούν, ίσως, να χωρέσουν τα χιλιάδες δράματα που δημιουργούνται στους ανέργους και τις οικογένειές τους, τα πλήγματα στην προσωπικότητα και την ψυχολογία τους, που όμως θα σημαδέψουν γενιές ολόκληρες.
Το πρόβλημα της ανεργίας πρέπει να γίνει το πρώτο στην ατζέντα της πολιτικής και κοινωνικής αριστεράς διότι έχει χρέος να υποστηρίξει και να εκπροσωπήσει τους πλέον αδύναμους.
Πρέπει όμως να φανούν οργανωμένα στο προσκήνιο του αγώνα και οι ίδιοι οι άνεργοι και να πουν "εδώ είμαστε, δεν θέλουμε μόνο να καταμετράτε απλά τις στρατιές των ανέργων, αλλά να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα". Γνωρίζουμε ότι αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, διότι πάντα ο άνεργος θεωρεί πρόσκαιρη την κατάστασή του. Δεν είναι όμως αδύνατο. Συνεπώς είναι εξαιρετικά επείγον να δημιουργηθούν επιτροπές ανέργων, τα συνδικάτα να συγκροτήσουν δομές στήριξης των ανέργων, να γίνουν κινητοποιήσεις στις γειτονιές και σε κεντρικό επίπεδο, να συνδυαστεί η πάλη των ανέργων με τα άμεσα προβλήματα, όπως είναι το θέμα των χαρατσιών και των άλλων λαϊκών προβλημάτων. Παράλληλα πρέπει να ενεργοποιηθούν δράσεις αλληλεγγύης από απλούς ανθρώπους από συνδικάτα, φορείς και δήμους ώστε σε αυτή τη ζοφερή κατάσταση που δημιουργεί η οικονομική κρίση να βρει περιεχόμενο το σύνθημα: κανείς μόνος του στην κρίση, για να μπορέσει να επιβιώσει ο κόσμος που πραγματικά πένεται αυτή την περίοδο.
Η αριστερά πρέπει να αναδείξει παράλληλα με τη γενική πολιτική της πρόταση και στόχους για την προστασία των ανέργων και την αντιμετώπιση της ανεργίας.
Στο πλαίσιο αυτό αιτήματα όπως η αύξηση του επιδόματος ανεργίας στο 80% του μισθού για όσο διάστημα είναι κάποιος άνεργος, η εξασφάλιση της ιατρικής τους περίθαλψης χωρίς προϋποθέσεις, η επιδότηση λειτουργιών όπως η μετακίνηση των ανέργων και η ψυχαγωγία τους για να αποφύγουμε τον κοινωνικό αποκλεισμό, το πάγωμα των δόσεων των δανείων, πρέπει να μπουν στην ατζέντα και να αναδειχθούν. Για να γίνουν αυτά πρέπει να εξευρεθούν πόροι με κονδύλια από τη μείωση των στρατιωτικών δαπανών και από ειδική φορολογία στις μεγάλες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις έντασης κεφαλαίου και τεχνολογίας. Παράλληλα η ενεργοποίηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ για την απασχόληση πρέπει να γίνει σχεδιασμένα και στοχευμένα για θέματα ειδίκευσης, επανειδίκευσης και στήριξης ιδίως του κοινωνικού τομέα. Τέλος, για την αύξηση της απασχόλησης απαιτείται η σχεδιασμένη ανασυγκρότηση της οικονομίας με αξιοποίηση των δημόσιων και κοινοτικών επενδύσεων, με κλαδικές πολιτικές, με την παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία από ένα εθνικοποιημένο - κοινωνικοποιημένο τραπεζικό σύστημα και με άλλες προτάσεις που έχει διατυπώσει ο ΣΥΡΙΖΑ, που πρέπει να εξειδικευτούν ακόμη περισσότερο.
Όλα τα παραπάνω αιτήματα προφανώς και συγκρούονται με τις γενικότερες πολιτικές, τα μνημόνια και τα μεσοπρόθεσμα προγράμματα, με την ασφυξία που προκαλεί το χρέος. Μέσα από αυτή τη διεκδίκηση μπορούν να γίνουν πιο κατανοητές και οι γενικές προτάσεις της αριστεράς για το χρέος ή την ευρωπαϊκή πορεία, που είναι κρίσιμοι κόμποι για μια εναλλακτική λύση. Διότι η πολιτική ασκείται στο έδαφος των άμεσων προβλημάτων που ταλανίζουν τον κόσμο της εργασίας και η γενική μας πολιτική πρόταση πρέπει να «κουμπώνει» με την ανάπτυξη των αγώνων πάνω σε αυτά τα συγκεκριμένα ζητήματα.
* Ο Αλέκος Καλύβης είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΝ
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=653301