Όπως αναφέρεται στον τύπο τις τελευταίες μέρες, αναμένονται από 1/1/2012 ανατιμήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ ~15% μεσοσταθμικά, πιθανά και ως 19%). Πρόκειται για πολιτική πλήρους εμπορευματοποίησης και απαξίωσης του Δημόσιου Αγαθού «Ηλεκτρική Ενέργεια» που είχε οδηγήσει σε αυξήσεις από 5-13,7% το 2011, ενώ ως γνωστό είχαμε τσουχτερές ανατιμήσεις όλα τα τελευταία χρόνια.
Εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά που βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση και δεν μπορούν από καιρό να πληρώσουν τους τρέχοντες λογαριασμούς της ΔΕΗ και τα συνεχή χαράτσια πληροφορούνται σήμερα, μια ακόμη επίθεση στο εισόδημά τους μέσω νέων ανατιμήσεων των τιμολογίων της ΔΕΗ και των άλλων Δ.Ε.
Οι εξελίξεις αυτές, αποδεικνύουν, ότι έχουμε μια ακραία ανάλγητη νεοφιλελεύθερη πολιτική.
Οι προγραμματιζόμενες ανατιμησεις, σχετίζονται άμεσα με τις μνημονιακές δεσμεύσεις της κυβέρνησης που αναφέρουν ότι τα τιμολόγια της ΔΕΗ και όλων των δημόσιων επιχειρήσεων (Δ.Ε.), θα πρέπει ως τον Ιούνιο του 2013 να αντανακλούν πλήρως το κόστος του ρεύματος στη χονδρική αγορά. Η τιμολογιακή πολιτική στις Δ.Ε., έχει οδηγηθεί σταδιακά να μην λαμβάνει πλέον καθόλου υπόψη, κοινωνικά και αναπτυξιακά κριτήρια, να εξυπηρετεί απροκάλυπτα την στυγνά αγοραία λογική. Είναι παράλογο και προκλητικό σε μια ήδη κερδοφόρα επιχείρηση, να πραγματοποιούνται μειώσεις μισθών και ταυτόχρονα να αυξάνεται, συνεχώς, η τιμή των παρεχόμενων υπηρεσιών. Αυτό αποτελεί συνέπεια της απελευθερωμένης αγοράς ενέργειας που στοχεύει στην εδραίωση ισχυρών ολιγοπωλιακών ομίλων σε αγορές που προσφέρουν εγγυημένη κερδοφορία. Με δεδομένο ότι η ενέργεια αποτελεί ζωτικό αγαθό η κατανάλωση του οποίου δεν μπορεί εύκολα να συμπιεστεί, οι αυξήσεις των τιμών, προσφέρουν ένα σίγουρο πεδίο υψηλής και εγγυημένης κερδοφορίας των λίγων εις βάρος των πολλών.
Από την άλλη πλευρά η ΔΕΗ υφίσταται τις συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους και την μείωση της κερδοφορίας. Υφίσταται την ύφεση της οικονομίας που προκάλεσε μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, μείωση των πωλήσεων και των εσόδων της ΔΕΗ κατά 6% περίπου, μείωση λόγω « απελευθέρωσης»του μεριδίου της ΔΕΗ στην εσωτερική αγορά που έφθασε στο 70%. Επιπλέον την επιβάρυνση λόγω αύξησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα υγρά καύσιμα (ντήζελ, μαζούτ) επιβάρυνε τη δαπάνη γιαυτά τους 9 μήνες του 2011 κατα περίπου 100 εκατ. Συνολικά οι δαπάνες του ενεργειακού ισοζυγίου αυξήθηκαν κατά 15% περίπου, λόγω και της μειωμένης υδραυλικής παραγωγής και της αύξησης της τιμής των αγορών ενέργειας.
Παρόλα αυτά τα λειτουργικά κέρδη της (χωρίς τόκους και φόρους) παραμένουν σε λογικά επίπεδα (289 εκατ. το 9μηνο που αντιστοιχούν σε περιθώριο ΕΒΙΤ περίπου 7%), αν και μειωμένα κατά 63% ως προς το 2010, που ήταν μια εξαιρετική χρονιά υδραυλικής παραγωγής. Αν ληφθείο υπόψη και η μείωση μισθων και επομένως του μισθολογικοίυ κόστους, δεν είναι δυνατό, μία μικρότερη κερδοφορία να δικαιολογήσει την αύξηση των τιμολογίων σε μιά αναπτυξιακή και κοινωφελή επιχείρηση.
Παράλληλα η ανάπτυξη του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών αποτελεί απατηλή υπόσχεση όπως γνωρίζουμε σήμερα από την εμπειρία άλλων χωρών (Ηνωμένο Βασίλειο). Δεν νοείται «υγιής» ανταγωνισμός με 3-4 μεγάλες εταιρίες που θα προχωρούν σε προσυμφωνημένες και ταυτόχρονες αυξήσεις τιμών. Η είσοδος νέων «παικτών» (Λάτσης, Μυτιληναίος, Κοπελούζος, Αγγελόπουλος, Βαρδινογιάννης κλπ) σε συνεργασία με ευρωπαϊκές πολυεθνικές κατευθύνεται λόγω και της εξάντλησης του φθηνού λιγνίτη στην χρήση ακριβότερων πηγών ενέργειας (Φυσικού Αερίου και ΑΠΕ) που χρησιμοποιούν ήδη και θα χρησιμοποιούν περισσότερο στο μέλλον οι ιδιώτες.
Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σίγουρα σε ανατιμήσεις, όμως περιμένουμε πολύ μεγαλύτερες, καθώς το δημόσιο που μέχρι πρόσφατα ασκούσε ως πρόσφατα κοινωνική τιμολογιακή πολιτική περιορίζεται σταδιακά, λόγω της εξάντληση των λιγνιτών και λόγω της επιβληθείσας απόσυρσης της ΔΕΗ από την ηλεκτρενεργειακή δραστηριότητα. Οι μονάδες από φυσικό αέριο και ΑΠΕ δίνονται αποκλειστικά σε ιδιώτες. Επομένως η υψηλότερη τιμή ρεύματος καθίσταται «αναγκαιότητα» για την μεγαλύτερη κερδοφορία των νεοεισερχόμενων ιδιωτικών εταιριών, οι μονάδες των οποίων έχουν ήδη μπει ή πρόκειται να μπουν σε λειτουργία την επόμενη διετία. Παράλληλα εξυπηρετούνται τα συμφέρονται και των όποιων εγχώριων και διεθνών ομίλων που θα δραστηριοποιηθούν στο μέλλον καθώς και τα συμφέροντα των μετόχων της ΔΕΗ.
Η αύξηση της τιμής ρεύματος, ιδιαίτερα του οικιακού, τα τελευταία δύο χρόνια δημιουργεί τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, ενώ έχει βλάψει και τη γενικότερη ανάπτυξη λόγω αύξησης τιμολογίων και στη βιομηχανία. Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν είναι και δεν πρέπει να διαχειρίζεται ως κοινό αγοραίο αγαθό. Η ενέργεια αποτελεί αγαθό πρώτης ανάγκης, που καθορίζει την αξιοπρεπή και ομαλή διαβίωση των πολιτών. Όμως η επιτακτική σήμερα ανάγκη εδραίωσης ενός Δικαιώματος στην Ενέργεια, που θα διασφαλίζει την πρόσβαση και χρήση ενέργειας για όλους, παντού, σήμερα και αύριο εγκαταλείπεται.
Δυστυχώς βέβαια οι ανατιμήσεις δεν περιορίζονται στην ενέργεια αλλά αποτελούν μέρος γενικότερων ανατιμήσεων που σχεδιάζονται και σε άλλες κοινωφελείς υπηρεσίες, θεμελιώδεις για την ποιότητα διαβίωσης των λαϊκών στρωμάτων, όπως οι δημόσιες συγκοινωνίες. Είναι ήδη γνωστά τα σχέδια για αύξηση στα τιμολόγια του ΟΣΕ και ΟΑΣΑ κατά 25% ως το τέλος του Αʼ τριμήνου του 2012 που προστίθενται σε αυτές που είχαν γίνει στον ΟΑΣΑ, κατά 100% το 2009 και κατά 15% το 2011 και στις ανατιμήσεις κατά 100% στα εισιτήρια του ΟΣΕ το 2009 και κατά 50% στα εισιτήρια και εμπορεύματα του ΟΣΕ το 2010. Οι δραματικές αυξήσεις επιβαρύνουν κυρίως τα φτωχά και μεσαία στρώματα που έχουν δυνατότητα να κινούνται μόνο με Μαζικά Μέσα Μεταφοράς(ΜΜΜ), ενώ ταυτόχρονα, τα δρομολόγια μειώνονται και οι επιβάτες όπως και οι εργαζόμενοι σε αυτά, υφίστανται τεράστια ταλαιπωρία (καθυστερήσεις, προβλήματα ασφάλειας).
Ο λαός δεν έχει πλέον καμία εναλλακτική λύση για την επιβίωσή του, παρά την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης και της πολιτικής της, τη δημιουργία προϋποθέσεων για αριστερή φιλολαϊκή διακυβέρνηση.
.
To Γραφείο Τύπου