Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
05/12/2011

Παρέμβαση βουλευτή Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ Η. Διώτη σε ημερίδα της Ειδ. Γραμ. Υδάτων του ΥΠΕΚΑ για Διαβούλευση Σχεδίου Διαχείρισης Υδατικών Πόρων ΥΔ Θεσσαλίας

“Συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στο σχεδιασμό για τη διαχείριση νερού”

Τις προτάσεις του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς στη διαχείριση των υδάτων παρουσίασε το πρωί της Δευτέρας η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ηρώ Διώτη, με αφορμή την ενημερωτική ημερίδα με θέμα «Διαβούλευση επί των ληπτέων μέτρων διαβούλευσης και επί των κρίσιμων ζητημάτων διαχείρισης νερού», που διοργάνωσε στη Λάρισα η Ειδική Γραμματεία Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Επισημαίνοντας ότι «σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πλέον αποδεδειγμένο πως είναι απαραίτητη η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στη διοίκηση και τον σχεδιασμό για τη διαχείριση νερού και στις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης», αναφέρθηκε στην πρώτη συνάντηση ευρωπαϊκών φορέων, συνδικάτων, κοινωνικών κινημάτων και άλλων κοινωνικών ομάδων για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Κοινού Δικτύου για τη προστασία του νερού ως δημόσιο αγαθό που γίνεται στις 10-11/12/2011 στη Νάπολη, «με στόχο να αποτελέσει μια κοινή πλατφόρμα πίεσης προς την ΕΕ αλλά και τα κοινωνικά κινήματα να μοιραστούν τις εμπειρίες των αγώνων τους».

Η βουλευτής πρότεινε ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να τηρούνται στην άσκηση της υδατικής πολιτικής και στις οποίες πρέπει να στηρίζεται το οποιοδήποτε σχέδιο διαχείρισης όχι μόνο για τη Θεσσαλία, τονίζοντας ότι «το νερό είναι φυσικός πόρος σʼ ανεπάρκεια και όχι ένα εμπόρευμα. Πρέπει να αποτραπούν τα φαινόμενα σπατάλης που οφείλονται είτε στην κακή αρδευτική μέθοδο είτε στην παλαιότητα του αρδευτικού δικτύου. Πρέπει να προταχθεί η απόλυτη προστασία του υδατικού χαρακτήρα εδαφών, ενώ η ενίσχυση και η ανάπτυξη της έρευνας οφείλει να κατατείνει στη δημιουργία ενός επαρκούς δικτύου παρακολούθησης και καταγραφής δεδομένων ποιοτικών και ποσοτικών παραμέτρων του νερού. Να υπάρχει σαφής διάκριση της κοστολόγησης και της τιμολόγησης του νερού και η πολιτεία να καλύπτει με επάρκεια τις βασικές ανάγκες σε νερό, με αντίστοιχη ποιότητα για κάθε χρήση όχι στη βάση εμπορευματικών, ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. Τέλος σʼ ότι αφορά την ενημέρωση της κοινωνίας και τη λαϊκή συμμετοχή θα πρέπει η συμμετοχή των φορέων (παραγωγικών, επιστημονικών, τοπικών) να έχει ουσιαστικό ρόλο και όχι συμβουλευτικό. Η χώρα μας είναι πλούσια σε υδάτινους πόρους. Η σωστή διαχείριση λείπει και η πολιτική βούληση».

Η βουλευτής αναφέρθηκε επιπλέον σε συγκεκριμένες προτάσεις με στόχο την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας, χαμηλότερων ειδικών καταναλώσεων σε περιόδους αιχμής, και κάλυψης των αναγκών νερού «χωρίς απαραίτητα την ανάγκη εκτέλεσης μεγάλων έργων που είναι και οικονομικά πολυέξοδα και περιβαλλοντικά επιζήμια». Σε αυτό το σημείο έθεσε και το θέμα της εκτροπής νερών του Αχελώου από τη Δυτική Στ. Ελλάδα προς τη Θεσσαλία, την οποία –υπό προϋποθέσεις- δεν αποκλείει το υφιστάμενο Σχέδιο Διαχείρισης, τονίζοντας ότι «οι μεγάλης έκτασης παρεμβάσεις στη φύση, όπως το έργο της εκτροπής του Αχελώου, είναι και περιβαλλοντικά επιζήμιες αλλά πλέον και οικονομικά αλλά και κοινωνικά ασύμφορες, όπως έχει παγκοσμίως αποδειχτεί. Για τον λόγο αυτό, σήμερα, είναι επιτακτική ανάγκη το άμεσο πάγωμα όλων των σχετικών έργων και η μεταστροφή στα ήπια υδραυλικά έργα».

«Η λύση, επομένως, δε θα έρθει με τον σχεδιασμό μεγάλων έργων εκτροπής ποταμών ή μεταφοράς νερού από μακριά» κατέληξε η βουλευτής, «αλλά με τη συντονισμένη παρέμβαση και την προσαρμογή της ζήτησης στις πραγματικές φυσικές δυνατότητες, που θα μας οδηγήσει σε μία αρμονική με τη φύση και το περιβάλλον ζωή».

Το πλήρες κείμενο της παρέμβασης της βουλευτή στην ημερίδα της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με θέμα «Διαβούλευση Σχεδίου Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας - Διαβούλευση επί των ληπτέων μέτρων διαβούλευσης και επί των κρίσιμων ζητημάτων διαχείρισης νερού», είναι το ακόλουθο:

Αγαπητές φίλες και φίλοι, πριν ξεκινήσω θα ήθελα να πω ότι είμαστε ανοιχτοί και θέλουμε τη διαβούλευση ειδικά για τόσο σημαντικά ζητήματα όπως είναι η διαχείριση των νερών, όμως δε γίνεται να ερχόμαστε εδώ με ένα έτοιμο σχέδιο που μπορεί να μην είναι οριστικό, όμως δεν έχει συμπεριλάβει καμία γνώμη κανενός φορέα τοπικού για την κατάρτισή του.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πλέον αποδεδειγμένο πως είναι απαραίτητη η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στη διοίκηση και τον σχεδιασμό για τη διαχείριση νερού και στις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης. Για παράδειγμα, η ΕΕ, παρόλη τη νεοφιλελεύθερη στροφή που έχει πάρει, στα αναπτυξιακά της προγράμματα προς την Αφρική θέτει την εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας ως προϋπόθεση για τη καλή διαχείριση των υδάτινων πόρων.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα από το εξωτερικό για το πώς οι δημόσιες εταιρείες ύδρευσης έχουν αναπτύξει συνεργασίες με τις κοινότητες και τους χρήστες νερού ως ισότιμοι εταίροι. Η ισότιμη συνεργασία συμβάλλει στην επίτευξη των κοινωνικών στόχων όπως η εξοικονόμηση νερού με την ορθότερη και επομένως μειωμένη χρήση του ή ακόμα και με την οικονομική βοήθεια για την εγκατάσταση συσκευών χαμηλότερης κατανάλωσης. Αυτό συνέβη στην περιφέρεια της Γκρενόμπλ στη Γαλλία, άλλοτε χώρα προπύργιο της ιδιωτικοποίησης του νερού, όπου οι κάτοικοι κοινωνικοποίησαν το νερό το 2000 και τώρα ανήκει στην περιφέρεια της Γκρενόμπλ.

Σε όλη τον κόσμο δίνεται μάχη για την επανακοινωνικοποίηση του νερού ως δημόσιο αγαθό. Κάποιες χώρες είχαν τόσο άσχημη εμπειρία, όπως η Ουρουγουάη και η Βολιβία αλλά και η Ολλανδία στα πιο κοντά μας, ώστε η ιδιωτικοποίηση νερού να θεωρείται παράνομη. Ο κίνδυνος δεν είναι μόνο ο προφανής, η παράδοση ενός φυσικού μονοπωλίου σε μια ιδιωτική εταιρία που, όπως λέει η παγκόσμια εμπειρία, θα ανεβάσει τις τιμές για λόγους κέρδους αλλά και η απειλή διακοπής του. Ένα παράδειγμα που σοκάρει είναι αυτό του Βελγίου όπου η ιδιωτική εταιρία Veolia που είχε υπό τον έλεγχο της την λειτουργία μονάδας επεξεργασίας λυμάτων, σκόπιμα σταμάτησε την επεξεργασία των λυμάτων ως διαπραγματευτικό χαρτί για να λύσει τις διαφορές της με την κυβέρνηση. (!!!!)

Σε ΗΠΑ, Γαλλία αλλά και στη Λατινική Αμερική τα κοινωνικά κινήματα οργανώνονται και επανακοινωνικοποιούν τη διαχείριση των υδάτων. Στην Ιταλία, σε πρόσφατο δημοψήφισμα οι πολίτες είπαν “όχι” στην ιδιωτικοποίηση κατά 96%. Μάλιστα στη Νάπολη της Ιταλίας γίνεται το επόμενο σαββατοκύριακο (10-11 Δεκέμβρη) η πρώτη συνάντηση ευρωπαϊκών φορέων, συνδικάτων, κοινωνικών κινημάτων και άλλων κοινωνικών ομάδων για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Κοινού Δικτύου για τη προστασία του νερού ως δημόσιο αγαθό.

Ο στόχος τους είναι να αποτελέσει μια κοινή πλατφόρμα πίεσης προς την ΕΕ αλλά και τα κοινωνικά κινήματα να μοιραστούν τις εμπειρίες των αγώνων τους.

Γιʼ αυτό εμείς προτείνουμε ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να τηρούνται στην άσκηση της υδατικής πολιτικής και στις οποίες πρέπει να στηρίζεται το οποιοδήποτε σχέδιο διαχείρισης όχι μόνο για τη Θεσσαλία, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα. Αυτές είναι:

Το νερό είναι φυσικός πόρος σʼ ανεπάρκεια και όχι ένα εμπόρευμα. Ως φυσικός πόρος μέγιστης σημασίας για την ίδια την ζωή και τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος δεν πρέπει να συνδέεται η ιδιοκτησία του με τον ιδιοκτήτη της γης, όπως ισχύει και για τα ενεργειακά ορυκτά.

Η σωστή διαχείριση της ζήτησης. Πρέπει να αποτραπούν τα φαινόμενα σπατάλης που οφείλονται είτε στην κακή αρδευτική μέθοδο (περίπου 18% πάει χαμένο από βλάβες και κακοτεχνίες) που ακολουθούν πολλοί αγρότες είτε στην παλαιότητα του αρδευτικού δικτύου.

Η απόλυτη προστασία του υδατικού χαρακτήρα εδαφών αφού αποτελούν τους βασικότερους υδατικούς ταμιευτήρες.

Η ενίσχυση και η ανάπτυξη της έρευνας οφείλει να κατατείνει στη δημιουργία ενός επαρκούς δικτύου παρακολούθησης και καταγραφής δεδομένων ποιοτικών και ποσοτικών παραμέτρων του νερού.

Να υπάρχει σαφής διάκριση της κοστολόγησης και της τιμολόγησης του νερού και σʼ  ότι αφορά την τιμολόγηση να ισχύει η αρχή ότι η πολιτεία οφείλει να καλύπτει με επάρκεια τις βασικές ανάγκες σε νερό, με αντίστοιχη ποιότητα για κάθε χρήση όχι στη βάση εμπορευματικών, ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων.

Τέλος σʼ ότι αφορά την ενημέρωση της κοινωνίας και τη λαϊκή συμμετοχή θα πρέπει η συμμετοχή των φορέων (παραγωγικών, επιστημονικών, τοπικών) να έχει ουσιαστικό ρόλο και όχι συμβουλευτικό.

Η χώρα μας είναι πλούσια σε υδάτινους πόρους, αφού δεν υστερεί σε βροχοπτώσεις ούτε σε χιονοπτώσεις. Η σωστή διαχείριση λείπει και η πολιτική βούληση.

Στον τομέα της εξοικονόμησης των χρησιμοποιούμενων υδατικών πόρων, λοιπόν, η οποία θεωρείται σήμερα ως η φθηνότερη εναλλακτική πηγή νερού μπορούν να εξεταστούν και να εφαρμοστούν μέτρα και τεχνικές της διαχείρισης της ζήτησης του νερού. Με τη διεξαγωγή ενός εξειδικευμένου προγράμματος που θα έχει ως σκοπό τη διαχείριση της ζήτησης, είναι δυνατόν να περιοριστεί η κατανάλωση και να προσανατολιστούν οι ανάγκες στην κατεύθυνση της εξοικονόμησης του νερού και της προστασίας του περιβάλλοντος. Εκτός αυτών είναι δυνατόν να επιτευχθούν εξοικονόμηση ενέργειας, χαμηλότερες ειδικές καταναλώσεις σε περιόδους αιχμής, και κάλυψη των αναγκών νερού χωρίς απαραίτητα την ανάγκη εκτέλεσης μεγάλων έργων που είναι και οικονομικά πολυέξοδα και περιβαλλοντικά επιζήμια. 

Επί παραδείγματι, η αλλαγή των συστημάτων άρδευσης στον κάμπο, είναι ικανή να επιφέρει εξοικονόμηση 25-40% στο αρδευτικό νερό, ενώ ανάλογο μπορεί να είναι το κέρδος σε νερό από τον περιορισμό των απωλειών στα δίκτυα.

Επίσης, το γεγονός ότι τα ποιοτικά στάνταρ για το νερό της άρδευσης είναι χαμηλά σε σχέση με τις άλλες χρήσεις, επιτρέπει την επανάχρηση νερού που είχε καταναλωθεί στην ύδρευση ή τη βιομηχανία. Διεθνώς έχουν αναπτυχθεί τεχνικές επαναχρησιμοποίησης αστικών λυμάτων, ως νερό άρδευσης στη γεωργία, με σημαντική επιτυχία. Επίσης, έχει αποδειχτεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η χρήση των επεξεργασμένων αποβλήτων για την κάλυψη αρδευτικών αναγκών, επιφέρει σημαντική εξοικονόμηση νερού.

Εκτός από τον περιορισμό της κατανάλωσης νερού απαιτείται άμεσα μία συνολική μεταστροφή των υδροληψιών, από τα υπόγεια στα επιφανειακά νερά. Η τάση αυτή είναι απαραίτητο να διαπνέει όλη τη διαδικασία σχεδιασμού των νέων έργων, και μάλιστα το οποιοδήποτε πλεόνασμα προκύψει δεν θα πρέπει να κατευθύνεται σε νέες χρήσεις, αλλά για τον εμπλουτισμό των υποβιβασμένων υδροφορέων.

Μιλώντας για νέα έργα φυσικά εννοούμε τη δημιουργία μικρών ταμιευτήρων, που είναι φιλικοί στο περιβάλλον και γενικότερα η λειτουργία τους εμπίπτει στις αρχές της βιώσιμης διαχείρισης του νερού. Πρόκειται για έργα που μπορούν να αποθηκεύσουν μικρές ποσότητες νερού (συνήθως μεταξύ των 10.000 m3 και 100.000 m3).

Στην Έκθεση Επισκόπησης Σημαντικών Θεμάτων Διαχείρισης Νερών Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, μπαίνει το ερώτημα εάν θα εξετασθεί Η ΕΚΤΡΟΠΗ ΝΕΡΩΝ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ από τη Δυτική Στερεά Ελλάδα προς τη Θεσσαλία στο πλαίσιο εκπόνησης των Σχεδίων Διαχείρισης. Και η απάντηση είναι υπό όρους μεν, αλλά θετική.

Εμείς είμαστε της άποψης ότι οι μεγάλης έκτασης παρεμβάσεις στη φύση, όπως το έργο της εκτροπής του Αχελώου, είναι και περιβαλλοντικά επιζήμιες αλλά πλέον και οικονομικά αλλά και κοινωνικά ασύμφορες, όπως έχει παγκοσμίως αποδειχτεί. Ειδικά δε για την εκτροπή, δεν μπορεί να μην τονιστεί ότι, σε έναν μεγάλο βαθμό, η υπάρχουσα οικολογική καταστροφή στη Θεσσαλία συντελέστηκε στο όνομα του έργου αυτού και στην υπόσχεση της κατασκευής του. Θεωρείται δε βέβαιο ότι ακόμη και σήμερα, τυχόν ολοκλήρωσή του θα συντηρήσει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το υπάρχον υδροβόρο μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης. Για τον λόγο αυτό, σήμερα, είναι επιτακτική ανάγκη το άμεσο πάγωμα όλων των σχετικών έργων και η μεταστροφή στα ήπια υδραυλικά έργα που περιγράφηκαν παραπάνω.

Αναμένουμε βεβαίως την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αφού οι προτάσεις της γενικής εισαγγελέως κινούνται μάλλον σε θετική κατεύθυνση.

Ο σχεδιασμός των έργων προστασίας και αποκατάστασης των υδροφορέων θα πρέπει να περιλαμβάνει τις σύγχρονες μεθόδους τεχνητού εμπλουτισμού, χωρίς να παραβλέπονται οι παραδοσιακές μέθοδοι, όπως η  δημιουργία μικροφραγμάτων, σε επιλεγμένα από το μοντέλο σημεία, σε κλάδους χειμάρρων στην ορεινή κυρίως ζώνη. Μέχρι την ολοκλήρωση των έργων επιβάλλεται το αυστηρό μέτρο του δραστικού περιορισμού των αντλήσεων, της αποφυγής της άρδευσης χειμερινών σιτηρών και φυσικά καμία νέα αδειοδότηση ανόρυξης γεωτρήσεων.

Δυστυχώς αντί για τα παραπάνω οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων επιμένουν στις αναπτυξιακές τους μονομανίες. Ο αδιέξοδος δρόμος της μεγέθυνσης της παραγωγής και άρα και της κατανάλωσης, και της αναζήτησης διαρκώς νέων υδατικών πόρων, οφείλει να δώσει σήμερα τη θέση του στη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης του νερού.

Αντί να επιχειρούμε να αυξήσουμε τα φυσικά αποθέματα στα οποία στηρίζεται η ανάπτυξη, θα έπρεπε να προσπαθήσουμε να συντηρήσουμε τις υδροβόρες δραστηριότητες σε επίπεδα ανάλογα των φυσικών διαθεσίμων. Η λύση επομένως δεν θα έρθει με τον σχεδιασμό μεγάλων έργων εκτροπής ποταμών ή μεταφοράς νερού από μακριά, αλλά με τη συντονισμένη παρέμβαση και την προσαρμογή της ζήτησης στις πραγματικές φυσικές δυνατότητες, που θα μας οδηγήσει σε μία αρμονική με τη φύση και το περιβάλλον ζωή.