Οι ευρωπαίοι ηγέτες έμειναν πιστοί στην παράδοση που έχουν δημιουργήσει εδώ και 24 μήνες: εκείνη του πολύ αργά και σε λάθος κατεύθυνση. «Πέτυχαν» μια διακυβερνητική συμφωνία «προθύμων» που οδηγεί στη διάλυση του ευρώ και την εξαθλίωση των ευρωπαϊκών κοινωνιών αλλά και στην ακόμη μεγαλύτερη ανάμειξη του ΔΝΤ στην Ευρώπη. Για άλλη μία φορά με τις επιλογές τους, που έχουν τη σφραγίδα μιας στενά δογματικής προσέγγισης, εκείνης του νεοφιλελευθερισμού και του μονεταρισμού, μετά από τη συμφωνία του γερμανογαλλικού άξονα, που προανήγγειλαν τη Δευτέρα οι Σαρκοζί – Μέρκελ, έδειξαν ότι αδυνατούν, λόγω ιδεολογικών παρωπίδων, να δώσουν τη δομική, συστημική απάντηση που απαιτεί η σημερινή κρίση χρέους και κυρίως ανάπτυξης που γνωρίζει η Ευρώπη.
Επέλεξαν μέσα από μια ασαφή, διακυβερνητική συμφωνία των 23 χωρών μελών της Ε.Ε., το δρόμο για μια Ευρώπη των δύο ταχυτήτων στην κατεύθυνση της σκληρής δημοσιονομικής λιτότητας και της αυξημένης επιτήρησης αντί της ρήξης με την πολιτική που παράγει τη σημερινή κρίση.
Η ανακοίνωση, σήμερα μόλις, της πτώσης των γερμανικών εξαγωγών τον Οκτώβριο κατά 3.6% (ενώ οι αναλυτές ανέμεναν αυτή να είναι της τάξης του 1%), γεγονός που σηματοδοτεί την επιβράδυνση της ανάπτυξης της Γερμανίας, δικαιώνει όσους, όπως το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζουν ότι η συστημική αιτία του προβλήματος βρίσκεται στα εξαγωγικά πλεονάσματα της Γερμανίας που βαθαίνουν τα χρέη των χωρών του νότου και που προτείνουν σειρά μέτρων στο πλαίσιο εναλλακτικής λύσης: τη διαγραφή μεγάλου μέρους των δημόσιων χρεών, την αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ, την κοινωνική ανάπτυξη που θα βασίζεται στις δημόσιες επενδύσεις, την ενίσχυση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, την μεταρρύθμιση των ευρωσυνθηκών στην κατεύθυνση όμως της ακύρωσης των κριτηρίων σταθερότητας (για το χρέος, το έλλειμμα, τον πληθωρισμό).
Την ίδια δε στιγμή που η γερμανογαλλική προσέγγιση διαγράφει έναν σκοτεινό ορίζοντα για τους λαούς, η ΕΚΤ έδινε χθες «ανάσα» στις τράπεζες με την ανακοίνωση σειράς μέτρων για την ενίσχυση της ρευστότητας στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Το συμπέρασμα; Στην Ευρώπη του 21ου αιώνα οι τράπεζες είναι σίγουρες για την επιβίωσή τους σε αντίθεση με τους λαούς που καλούνται να επωμιστούν τα βάρη των πολιτικών και των λαθών των ηγεσιών τους, οι οποίες έχουν κάνει την βασική τους επιλογή: είναι στο πλευρό του τραπεζικού συστήματος, των κερδοσκοπικών αγορών και των οίκων αξιολόγησης και όχι των κοινωνιών.
To Γραφείο Τύπου