1. Λίγες ημέρες μετά τη συμφωνία της τελευταίας συνόδου ήδη αμφισβητείται έμπρακτα.
Οι αποφάσεις που ελήφθησαν κινούνται στον άξονα: λιγότερη δημοκρατία, αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία, περισσότερη λιτότητα. Είναι αποφάσεις προς μια κατεύθυνση που ικανοποιεί το κεφάλαιο και τις αγορές. Οι αμφισβητήσεις είναι μορφή πίεσης για περισσότερα στην ίδια κατεύθυνση.
Από την άλλη πλευρά οι μεγάλες εκκρεμότητες δεν αντιμετωπίσθηκαν. Δεν χαράχθηκε κάποια γραμμή για την αντιμετώπιση της κρίσης του χρέους. Ούτε λύθηκε το θέμα του δανεισμού των κρατών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα θέματα της απασχόλησης και της ανάπτυξης παραπέμφθηκαν στο μέλλον. Ο δρόμος έτσι για μια γενικευμένη ύφεση έμεινε ορθάνοιχτος. Όλα αυτά αυξάνουν τις αμφισβητήσεις και από τα πάνω και από τα κάτω.
2. Πολλά και από τα θέματα αυτά η Αριστερά τα έχει θέσει από χρόνια.
Το γεγονός ότι έχουν γίνει πεδίο τόσο έντονης διαμάχης βεβαιώνει τη σημασία τους. Η μη έκδοση ευρωομολόγων, η απουσία, δηλαδή, ενός μηχανισμού κοινού δανεισμού των κρατών, έχει ως αποτέλεσμα να συντηρείται στην καρδιά του ευρωσυστήματος ένας μηχανισμός αναδιανομής και εκμετάλλευσης υπέρ του κεφαλαίου και των δημοσιονομικά ισχυρών κρατών, που ταυτόχρονα λειτουργεί ως μηχανισμός πίεσης για περισσότερη λιτότητα για τις υπερχρεωμένες χώρες αλλά και σε όλη την Ευρώπη.
Αντίστοιχες λειτουργίες εκμετάλλευσης και αναδιανομής επιτελεί και η Κεντρική Τράπεζα με το σημερινό της ρόλο. Διότι χρηματοδοτεί τις τράπεζες με επιτόκιο 1%, ενώ δεν χρηματοδοτεί και τα κράτη με αντίστοιχο επιτόκιο. Έτσι τα κράτη, ακόμη και ισχυρών οικονομιών όπως της Ιταλίας, υποχρεώνονται να δανείζονται με τοκογλυφικά επιτόκια. Η Κεντρική Τράπεζα αγωνιά για την κερδοφορία των τραπεζών, όχι όμως και για τον κίνδυνο κατάρρευσης ολόκληρων κοινωνιών.
Αυτές οι αναδιανεμητικές λειτουργίες αποσταθεροποιούν τελικά και το ευρώ. Κι αυτό, ακόμη και δυνάμεις του συστήματος, αρχίζουν να το αναγνωρίζουν.
Το θέμα βεβαίως είναι ότι τέτοιες αλλαγές, σαν τις παραπάνω, στη λεγόμενη αρχιτεκτονική του ευρώ, αν και αναγκαίες, δεν επαρκούν. Εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα, γίνεται πιο αισθητή και πιο κατανοητή, πιστεύω, η ανάγκη για μια συνολική αριστερή στρατηγική για την επανίδρυση της Ευρώπης, και ακόμη για τη σύνδεση της υπόθεσης αυτής με την υπόθεση του σοσιαλισμού.
3. Ας πούμε λίγα περισσότερα γιʼ αυτό. Πώς, δηλαδή, θα θέλαμε την επανίδρυση;
Η τρέχουσα συζήτηση αναδεικνύει την κρίση ως κρίση του ευρώ. Όμως η κρίση είναι βαθύτερη. Αφορά στον ίδιο τον καπιταλισμό, ιδιαίτερα στη χρηματιστική και νεοφιλελεύθερη δομή του. Αν θέλουμε λοιπόν να απαντήσουμε στις βαθύτερες αιτίες της κρίσης, τότε πρέπει να αμφισβητήσουμε τους σκοπούς και τα κίνητρα του καπιταλισμού, τις αξίες του.
Για να το κάνουμε αυτό με όρους κινηματικούς και πολιτικούς και όχι ρητορικής και μόνο, πρέπει να προβάλλουμε και να διεκδικήσουμε λύσεις σε αντίθεση με τη λογική του κεφαλαίου, λύσεις με τη λογική των κοινωνικών αναγκών, της κοινωνικοποίησης, του κοινωνικού ελέγχου, των δημόσιων αγαθών, της αποεμπορευματοποίησης, της πραγματικής δημοκρατίας.
Αλλά και στο θεσμικό επίπεδο η κρίση δεν αφορά μόνο στην αρχιτεκτονική του ευρώ αλλά και στις ιδρυτικές αρχές της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι θεμελιωμένη στην αρχή του ανταγωνισμού και της ελευθερίας του κεφαλαίου και όχι στην ισότιμη συνεργασία, τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη. Επομένως επανίδρυση σημαίνει κατʼ αρχήν πάλη για την επιβολή αυτών των αρχών, ως αρχών συγκρότησης των ευρωπαϊκών θεσμών και ως περιεχόμενο της πολιτικής. Και, όπως ήδη είπα, σημαίνει ακόμη, στη δική μου τουλάχιστον αντίληψη, άνοιγμα της συζήτησης για τα όρια του καπιταλισμού, το νέο περιεχόμενο του σοσιαλισμού, λόγω των νέων οικολογικών και όχι μόνο δεδομένων, για τους δρόμους και τους τρόπους προσέγγισής του.
4. Η Αριστερά ζει σε περίοδο που περιέχει ιστορικά επίδικα. Το ένα, αναφέρθηκε ήδη, είναι η Ευρώπη. Το άλλο είναι ο σοσιαλισμός. Όντως δεν τα πολυσυζητούμε αυτά. Έρχονται λοιπόν ξανά στο προσκήνιο ιδεολογικά στοιχεία.
Ναι, και είναι πολύ πιθανό αυτό να ενταθεί. Αναπτύσσονται πιέσεις για έναν ακόμη πιο ριζοσπαστικό και ακραίο νεοφιλελευθερισμό. Σε μια τέτοια πίεση, εμείς, η Αριστερά, δεν πρέπει να απαντούμε αμυντικά, με στρατηγικές επιβράδυνσης μόνο ή λιγότερου νεοφιλελευθερισμού. Πρέπει να απαντήσουμε με στόχους διεκδικήσιμους, εμπνεόμενους από τις αξίες της Αριστεράς, ικανούς να συσπειρώσουν και να ανοίξουν προοπτικές κοινωνικών μετασχηματισμών.
Η ανάγκη αυτή προκύπτει και από έναν άλλο δρόμο. Και μόνο το γεγονός ότι έχει μπει στη δημόσια συζήτηση, έστω και ως ακραίο ενδεχόμενο, η διάλυση της ευρωζώνης με τη σημερινή της μορφή, καθιστά το ζήτημα της επανίδρυσης αλλά και του σοσιαλισμού τόσο επίκαιρο όσο και πρακτικό. Διότι δεν πιστεύω ότι όραμα της Αριστεράς μπορεί να είναι η επιστροφή σε μια Ευρώπη των εθνικών περιχαρακώσεων και των τυφλών ανταγωνισμών.
Θα πρόσθετα πως, ειδικά για τη δική μας Αριστερά, είναι μια ευκαιρία να καλύψουμε ένα ιστορικό έλλειμμα. Διότι ούτε το ΚΚΕ ούτε άλλες δυνάμεις της Αριστεράς είχαν ποτέ, για ιστορικούς ή άλλους λόγους, μια συγκροτημένη στρατηγική για την Ευρώπη από τη σκοπιά των εργαζόμενων τάξεων και σε σύνδεση με την προοπτική του σοσιαλισμού.
5. Υπάρχει τώρα, όπως γνωρίζεις, ένα άλλο επίπεδο συζήτησης, αυτή που γίνεται στον άξονα «ευρώ ή δραχμή», μέσα ή έξω από το ευρώ; Πώς θεωρείς ότι πρέπει να τοποθετηθεί η Αριστερά στο θέμα αυτό;
Το πρώτο, νομίζω, είναι να αποκαλύψουμε τι κρύβει αυτό το δίλημμα, και όχι να γίνουμε μέρος του.
Είναι φανερό ότι το «ευρώ» χρησιμοποιείται ως η κουρτίνα, το άλλοθι. Λένε δηλαδή πως ζητούν θυσίες για να μην διαλυθεί το ευρώ, ενώ τις ζητούν για να διασωθεί ο νεοφιλελευθερισμός και να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου. Πρέπει να το αποκαλύψουμε αυτό.
Λένε πάλι, εδώ σε μας, πώς ζητούν θυσίες για να μην εκδιωχθεί η Ελλάδα από το ευρώ. Ενώ η αλήθεια είναι πως ζητούν την υποταγή στη μνημονιακή πολιτική, ζητούν θυσίες από το λαό για να μην φορολογήσουν τον πλούτο και για να καλύψουν τις ζημιές που προκαλεί η κρίση και η πολιτική τους. Πρέπει και αυτό να το αποκαλύψουμε.
Στο νόμισμα πρέπει να απαντήσουμε με πολιτική. Αν απαντήσουμε με άλλο νόμισμα είναι σαν να λέμε: έχετε δίκιο, το πρόβλημα είναι το νόμισμα και όχι η πολιτική. Το πραγματικό δίλημμα λοιπόν δεν είναι «ευρώ ή δραχμή», αλλά ο προσανατολισμός της πολιτικής, διανομή υπέρ των ισχυρών ή υπέρ των εργαζομένων, απελευθέρωση της δράσης του κεφαλαίου ή κοινωνικοποίηση και κοινωνικός έλεγχος, ιδιωτικοποίηση ή δημόσια αγαθά, λιτότητα ή ανάπτυξη με δικαιοσύνη και αειφορία.
Εν ολίγοις, στα πλαστά διλήμματα απαντάμε με τα πραγματικά διλήμματα. Αυτός είναι, πιστεύω, ο ρόλος της Αριστεράς.
6. Τίθεται τώρα και ένα πρακτικό ερώτημα. Μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη μέσα στην ευρωζώνη; Μήπως οι συνθήκες γίνονται ασφυκτικές; Και τίθεται και από τα αριστερά, από κάποιους που λένε: επομένως δραχμή, αλλά και από αστούς οικονομολόγους, όπως ο Φελστάιν, που λένε ότι έχετε πρόβλημα ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας και άρα δεν μπορείτε μέσα στο ευρώ.
Η σύντομη απάντηση είναι πως οι απόψεις αυτές χρησιμοποιούν με στρεβλό τρόπο την έννοια της ανταγωνιστικότητας. Τη μπερδεύουν με την κερδοφορία, και από τα προϊόντα και τις επιχειρήσεις τη μεταφέρουν στα κράτη και τις κοινωνίες. Επειδή όμως αναφερθήκατε στον Φελστάιν, είναι αναγκαίο να πούμε ότι η συζήτηση αυτή δεν είναι αθώα, δεν είναι ερήμην γεωπολιτικών προσανατολισμών και ανταγωνισμών. Υπάρχει μια αγγλοσαξονική αντίληψη για την Ευρώπη που τη θέλει ενιαία αγορά, χωρίς κοινές πολιτικές και κοινό νόμισμα. Όπως υπάρχει και ένα γερμανογαλλικό σχέδιο για μια Ευρώπη ομογενοποιημένη γύρω από το γερμανικό οικονομικό μοντέλο. Και γιʼ αυτό, θα μου επιτρέψετε να επαναλάβω τη θέση που διατύπωσα πριν, η Αριστερά θα πρέπει να έχει το δικό της σχέδιο, με όρους αυτονομίας απέναντι σʼ αυτά τα δύο, και να μην ετεροκαθορίζεται από αυτά.
Υπάρχει όμως και η διάσταση των περιορισμών και των αιτιών. Δεν είναι σωστό ότι όλα τα προβλήματα ανάγονται στο ευρώ. Υπό συνθήκες ευρώ, άλλες χώρες, όπως η Φινλανδία, είχαν μια διαφορετική πορεία. Το ευρώ είναι μέρος της κρίσης, όμως δεν είναι γενεσιουργός αιτία της.
Ειδικά σε μας, η κρίση έρχεται από πολύ βαθύτερες διεργασίες. Το Δημόσιο Χρέος π.χ., που είναι μια μόνο πτυχή της κρίσης, από 20% που ήταν το 1980 είχε φθάσει το 100% ήδη το 1993. Πρέπει να ασκούμε κριτική στη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη. Αλλά δεν είναι σωστό να εξιδανικεύουμε την πριν το ευρώ καπιταλιστική Ελλάδα.
Η τρίτη διάσταση είναι ότι όντως οι συνθήκες γίνονται ασφυκτικές, αλλά έξω από το ευρωζώνη δεν πνέει ο άνεμος της ελευθερίας. Το ότι μια χώρα, παράδειγμα η Ουγγαρία, έχει το δικό της εθνικό νόμισμα δεν σημαίνει ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.
Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι «εθνικός». Είναι ένα παγκόσμιο σύστημα ηγεμονίας του κεφαλαίου, ένα σύστημα ελέγχου, εποπτείας και πειθάρχησης των ατομικών κεφαλαίων και των εθνικών οικονομιών.
Βαθμοί ελευθερίας, δυνατότητες δηλαδή για διαφορετικές πολιτικές, μπορούν να κατακτηθούν μόνο με αλλαγή των συσχετισμών και με ήττα του νεοφιλελευθερισμού σε ευρύτερα πλαίσια.
Είναι λοιπόν λάθος να καλλιεργείται η αυταπάτη πως μια καπιταλιστική Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας εκτός ευρωζώνης, και ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να επωφεληθούν από αυτούς.
Η τέταρτη διάσταση αφορά ακριβώς στις δυνατότητες πάλης. Οι συνθήκες γίνονται ασφυκτικές αλλά όχι μόνο για μας. Ελάχιστες χώρες μπορούν να προσαρμοσθούν στους νέους, αυστηρότερους κανόνες. Η κρίση του χρέους έχει γίνει ήδη, όπως εκτιμήσαμε, πανευρωπαϊκή. Η πίεση για μια συνολική λύση θα μεγαλώνει. Υπάρχουν λοιπόν δυνατότητες για κοινούς αγώνες, που, ακόμη και αν είναι εθνικοί στη μορφή τους, μπορούν να έχουν κοινό περιεχόμενο και κοινή στρατηγική στόχευση.
Άλλωστε, ακόμη και την έξοδο από το ευρώ, αν χρειασθεί να αντιμετωπίσουμε ως μια πραγματικότητα, θα πρέπει να δούμε αν και πώς θα μπορέσει να γίνει αυτό συντονισμένα με άλλους λαούς, στην προοπτική μιας εναλλακτικής ένωσης, με όρους δημοκρατίας, ισοτιμίας και αλληλεγγύης.
7. Σε λίγες ημέρες τελειώνει του 2011, μια δύσκολη χρονιά. Σε φοβίζει το 2012 ως προς τις πιθανές εξελίξεις;
Δεν είναι θέμα φόβου αλλά ψύχραιμης εκτίμησης της κατάστασης και έγκαιρης προετοιμασίας για όλα τα ενδεχόμενα.
Το 2012 θα είναι λοιπόν μια ακόμη πιο δύσκολη και κυρίως μια απρόβλεπτη χρονιά. Δεν θα ήταν κακή ιδέα ο ΣΥΡΙΖΑ να κατέστρωνε ένα ειδικό σχέδιο πολιτικής και κοινωνικής δράσης με ενωτικές πρωτοβουλίες από τα πάνω αλλά και κοινές δράσεις από τα κάτω, σε επίπεδο γειτονιάς και χώρων εργασίας.
8. Θα έβλεπες ακόμη και κινδύνους οικονομικής κατάρρευσης;
Η πολιτική που εφαρμόζουν έχει αποτύχει. Η ύφεση και η ανεργία είναι εκτός ελέγχου. Επιτέλους το αναγνωρίζουν. Κάνουν κάποιες κινήσεις. Αλλά, με την αποδιοργάνωση που έχουν δημιουργήσει με την πολιτική τους και με τους ιδιοτελείς ανταγωνισμούς τους, είναι ανίκανοι ακόμη και για τα αυτονόητα. Για παράδειγμα, ακόμη και τώρα, περικόπτουν τις δημόσιες επενδύσεις, ενώ το ΕΣΠΑ είναι παγιδευμένο σε γρανάζια αντιτιθέμενων συμφερόντων.
Ακριβώς γιʼ αυτό από τη μια πρέπει να προβάλλουμε την πολιτική μας και τις λύσεις μας στα διάφορα προβλήματα, και από την άλλη να ενθαρρύνουμε και να στηρίζουμε τη λαϊκή συσπείρωση, πρωτοβουλίες και δράσεις στην κατεύθυνση της έμπρακτης αλληλεγγύης.
9. Σε μια πρόσφατη ομιλία σου στην Ηλεία, μιλώντας σε εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ, χρησιμοποίησες το παράδειγμα του ΕΑΜ.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Όμως υπάρχουν πτυχές της δράσης του ΕΑΜ που γίνονται επίκαιρες. Το ΕΑΜ έμεινε στην ιστορία όχι μόνο για την αντίσταση στους Γερμανούς, αλλά και για το ότι έδωσε στην αντίσταση περιεχόμενο ευρύτερο, κοινωνικό, πολιτισμικό, στήριξης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. «Το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα», τραγουδούσε ο λαός. Το ΕΑΜ δεν μοίραζε τρόφιμα, αλλά δημιούργησε δομές και κουλτούρα αλληλεγγύης. Δημιούργησε μηχανισμούς μέσα από τους οποίους μπορούσαν οι άνθρωποι να προσφέρουν και να βοηθηθούν με όρους αλληλεγγύης και όχι φιλανθρωπίας. Και αυτό ακριβώς είναι κάτι που νομίζω ότι και σήμερα χρειάζεται. Διαφορετικά θα έχουμε ένα κύμα εξατομικευμένων λύσεων και εγωιστικών συμπεριφορών που θα επιτείνουν τα φαινόμενα κοινωνικής διάλυσης.
Ευτυχώς αναπτύσσονται πολλές και ποικίλες πρωτοβουλίες ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση, εκείνη της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης, και αυτό είναι ελπιδοφόρο.
10. Στο επίπεδο των δυνάμεων της εξουσίας, πώς αντιμετωπίζονται αυτά ως ενδεχόμενα; Μια πρώτη πολιτική απάντηση φαίνεται να είναι η συνεργασία που θα γίνει και μετά τις εκλογές.
Πριν πάμε στο πολιτικό να παρατηρήσουμε ότι για μια ακόμη φορά η αστική τάξη έκανε αυτό που κάνει πάντα. Διαφύλαξε τον πλούτο της βγάζοντάς τον στο εξωτερικό. Το ότι μπορεί να συμμετείχαν σʼ αυτό και κάποιοι ανήσυχοι μικροαποταμιευτές δεν αλλάζει τη φύση του θέματος. Αυτό που λέγεται υπό τύπον ανέκδοτου για τις καταθέσεις στην Ελβετία είναι πολύ βαθύτερο πρόβλημα, που δυστυχώς και εμείς, ως Αριστερά, δεν μπορέσαμε να το αναδείξουμε. Αυτό που έγινε αυτά τα χρόνια είναι ότι ο κινητός πλούτος της Ελλάδας έχει διαφύγει στο εξωτερικό. Αυτά που είπε πρόσφατα ο πρωθυπουργός, που έκανε έκκληση να επανέλθουν τα κεφάλαια στο εσωτερικό κλπ, είναι -κι ας μου επιτραπεί η έκφραση- λόγια του αέρα. Διότι ο πλούτος δεν πάει στο εξωτερικό μόνο για να φυλαχθεί, αλλά αναζητά και ανακαλύπτει δίκτυα αξιοποίησής του. Αγοράζονται ακίνητα σε ευρωπαϊκές πόλεις, γίνονται επενδύσεις.
Επομένως έχουμε μια τροποποίηση της διαδικασίας συσσώρευσης του κεφαλαίου. Και αυτό είναι πολλαπλά επικίνδυνο. Δεν θα το αναλύσω περαιτέρω, αλλά όταν φτάσουμε στο τι πρέπει να γίνει πρέπει να το λαμβάνουμε υπόψη μας.
Σε πολιτικό επίπεδο, είμαστε στη φάση, όπως σωστά και εσείς είπατε, να αναζητηθεί μια νέα συναίνεση. Υπάρχουν αντιθέσεις και διαφορές, αλλά η βασική τους προσπάθεια είναι να τα βρουν. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να επιτευχθεί αυτό μέσα από τους υπάρχοντες σχηματισμούς ή με την αναζήτηση νέων μορφωμάτων. Τίποτε δεν μπορούμε να αποκλείσουμε.
11. Σε κάποια ομιλία σου σημείωσες την ανάγκη ενός τύπου σχεδίου Μάρσαλ. Πώς συνδέεται αυτό με άλλα ζητήματα που θέτουμε;
Το θέμα αυτό έχει δύο όψεις. Η μια είναι η διεθνής. Μετά το βʼ παγκόσμιο πόλεμο οι ΗΠΑ είχαν δύο λύσεις. Η μια ήταν να δανείσουν τη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και να τις έχουν σε διαρκή υποτέλεια. Η άλλη λύση ήταν αυτό που ονομάσθηκε σχέδιο Μάρσαλ. Το σχέδιο αυτό απέρριψε την πάνω λύση. Και αντί για δάνεια έδωσε άτοκη βοήθεια.
Σήμερα, μέσα στη Γερμανία, υπάρχουν φωνές που θυμίζουν αυτό το γεγονός. Οικονομολόγοι, όπως ο Μπόφινγκερ και άλλοι, υποστηρίζουν την ανάγκη διαγραφής μεγάλου μέρους των χρεών της Ελλάδας και άλλων χωρών, καθώς και την ανάγκη άτοκης χρηματοδότησης για την ανόρθωσή τους. Έχω τη γνώμη ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε και να στηρίξουμε τέτοιες φωνές, ακόμη και αν δεν συμφωνούμε πλήρως με όλες τις πτυχές της ανάλυσής τους. Αυτό το νόημα είχε η αναφορά μου.
Η άλλη διάσταση είναι η εσωτερική. Ορισμένοι πιστεύουν ότι αν γλυτώσουμε από το χρέος, θα μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε. Δυστυχώς η διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους είναι αναγκαία, αλλά δεν αρκεί. Όπως εξήγησα πριν, μεγάλο μέρος του κινητού πλούτου έχει φύγει από τη χώρα. Ένα άλλο μέρος του κεφαλαίου έχει υποτιμηθεί ή απαξιωθεί. Όποια πολιτική και να σχεδιάσουμε λοιπόν θα πρέπει να ξεκινάμε από την αφετηρία ότι είναι αναγκαία η ανακεφαλαιοποίηση όχι μόνο των τραπεζών αλλά συνολικά της οικονομίας. Δεν θα αρκεί δηλαδή η εσωτερική συσσώρευση, ακόμη και αν την ελέγξουμε, για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει την απορρόφηση της μαζικής ανεργίας και την ανάκαμψη της οικονομίας. Πέρα λοιπόν από την αναδιανομή, την απογραφή και τη φορολόγηση του πλούτου, μαζί με τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, θα χρειαστεί και εξωτερική χρηματοδότηση για κάποιο διάστημα. Τούτων δοθέντων λοιπόν, οι λύσεις είναι δύο: ή χαμηλότοκα δάνεια από την ΕΚΤ ή άτοκη χρηματοδότηση. Δανεισμός από τις αγορές είναι αδύνατος και, αν υπάρξει, θα είναι με δυσβάσταχτα επιτόκια.
Υπάρχει βεβαίως και η δυνατότητα αναπτυξιακού δανεισμού για επιμέρους έργα με τρίτες χώρες, και ο οποίος πρέπει να αξιοποιηθεί. Από μόνος του όμως δεν μπορεί να απαντήσει στο βασικό πρόβλημα.
12. Εδώ όμως ποιος θα τα δώσει αυτά; Ποια είναι η πηγή;
Έχουμε κάθε λόγο να διεκδικούμε μαζί με τους άλλους λαούς και τις δύο αυτές λύσεις στο πλαίσιο της Ε.Ε., όχι αποκλειστικά για μας αλλά ως κοινές πολιτικές για τη διέξοδο από την κρίση.
Πρώτο διότι χωρίς μια τέτοια αναδιανομή πόρων η Ε.Ε. δεν μπορεί να υπάρξει και δεύτερο διότι μεγάλο μέρος του κινητού πλούτου, τόσο της Ελλάδας όσο και άλλων χωρών, που έχει διαφύγει στο εξωτερικό βρίσκεται σε ευρωπαϊκές τράπεζες.
13. Ιστορικά διακριτό, είναι επίσης ότι οι δυνάμεις της αστικής τάξης για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που έχουν τεθεί συνεργάζονται. Πώς πρέπει να το αντιμετωπίσει η Αριστερά;
Νομίζω, ότι η συζήτηση μέχρι τώρα διεξάγεται με τον τρόπο που γινόταν και πριν την κρίση. Ότι η Αριστερά είναι κατακερματισμένη και πρέπει να είναι ενωμένη. Όμως τώρα τα προβλήματα έχουν γίνει πιο επείγοντα.
Ακόμη κι αν μια πλήρης ενότητα δράσης δεν είναι ώριμη να επιτευχθεί, μπορεί και πρέπει να καλλιεργηθεί και να υπάρξει ένα κλίμα συνεννόησης ανάμεσα σε όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς, καθώς και σε δυνάμεις που διαφοροποιούνται από το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ. Και τούτο γιατί μπορεί να συμβούν εξελίξεις που να απαιτούν συνεννοήσεις και κοινές ενέργειες τόσο σε τοπικό όσο και σε κεντρικό επίπεδο. Χρειάζεται μια αναδιάταξη δυνάμεων και αντιλήψεων με βάση τις νέες διαχωριστικές γραμμές και τις νέες πραγματικότητες.