- Aν έπρεπε να αποδώσετε συγκεκριμένες ευθύνες, ποιος και τι νομίζετε ότι οδήγησε την Ελλάδα στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα;
ΟΙ λόγοι είναι πολλοί. Πρώτα από όλα η λεηλασία του δημοσίου συμφέροντος σε κάθε είδους προμήθεια και δημόσιο έργο τα προηγούμενα χρόνια, με αποκορύφωμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τις Αμυντικές Δαπάνες. Δεύτερον, η φορολογική ασυλία του κεφαλαίου και του συσσωρευμένου πλούτου. Και τρίτον, το πελατειακό κράτος, το οποίο στήθηκε από τα κόμματα εξουσίας, προκειμένου να αντισταθμίσει το πολιτικό κόστος από την αυξανόμενη ανεργία και την διάλυση του κοινωνικού τομέα. Υπάρχει και ένας τέταρτος λόγος. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια που απορροφήθηκαν από την Ελλάδα, δεν προσανατολίστηκαν σε ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, αλλά μοιράστηκαν ως μαύρο πολιτικό χρήμα. Είναι προφανές ότι οι τελευταίοι που φταίνε είναι αυτοί που σήμερα πληρώνουν: οι άνθρωποι που διεκδικούν το δικαίωμα να ζουν αξιοπρεπώς από την εργασία τους.
- Η οικονομία διέρχεται βαθιά ύφεση αλλά η Τρόικα, και κυρίως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, πιέζουν για νέες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Πρόκειται για αδιέξοδο;
Πρόκειται για οργανωμένο σχέδιο που έχει ελάχιστη σχέση με το πρόβλημα του χρέους και των ελλειμμάτων. Αυτό που θέλουν είναι να διαλύσουν την αγορά εργασίας, να κατεδαφίσουν ολοκληρωτικά το κοινωνικό κράτος, και να πουλήσουν σε ιδιώτες – δηλαδή στους εαυτούς τους – κάθε πλουτοπαραγωγική δυνατότητα της χώρας. Στην κατεύθυνση αυτή η ύφεση τους είναι εξαιρετικά χρήσιμη. Γι αυτό την αναπαράγουν με τα μέτρα λιτότητας. Και γι αυτό οδηγούν την πολιτική τους από την μια αποτυχία στην άλλη. Όταν δεν θα έχουν τίποτα πια να μας πάρουν, θα μας οδηγήσουν σε χρεωκοπία. Αυτό είναι το σχέδιο τους.
- Σύμφωνα με τα γκάλοπ, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πάνω από το 12%. Η αριστερά, στο σύνολό της, ξεπερνά το 30%. Μπορεί να διεκδικήσει την διακυβέρνηση της χώρας , στις εκλογές που όλα δείχνουν ότι θα γίνουν την Άνοιξη;
Η Αριστερά πρέπει να διεκδικήσει την διακυβέρνηση της χώρας. Γιατί η χώρα χρειάζεται ριζική στροφή στην πολιτική της, και αυτή τη στιγμή τα κόμματα του πολιτικού κατεστημένου βυθίζονται μαζί με την αποτυχία των Μνημονίων. Γιʼ αυτό, η αριστερά πρέπει να δείξει εμπιστοσύνη στον εαυτό της και στην δύναμη της κοινωνίας, και βέβαια να ξεπεράσει την τάση της να εγκλωβίζεται σε εσωτερικούς ανταγωνισμούς και αντιπαραθέσεις. Η ενότητα της Αριστεράς πάνω σε μια ξεκάθαρη προγραμματική βάση, που θα αμφισβητεί την εξουσία του νεοφιλελευθερισμού, μπορεί να σημάνει μια μεγάλη αλλαγή, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.
- Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κινδυνεύει να ταυτισθεί, όπως τονίζουν κάποιοι παρατηρητές, με μια διαρκή απόρριψη των οικονομικών προτάσεων των διεθνών οργανισμών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Δεν απορρίπτουμε τις προτάσεις ανάλογα με την προέλευσή τους – τις απορρίπτουμε αξιολογώντας το περιεχόμενό τους. Απορρίπτουμε τη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία, θύμα της οποίας είναι η Ελλάδα του Μνημονίου. Οι διεθνείς οργανισμοί συγκρίνουν την εξελισσόμενη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την προβλέψιμη εξαλλαγή της σε κρίση της πραγματικής οικονομίας με τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του ʼ30 και συστήνουν την πολιτική του Χούβερ που την παρόξυνε αντί για την πολιτική του Ρούσβελτ που την αντιμετώπισε! Ειδικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνυφαίνεται ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός με την προσπάθεια της Γερμανίας να αξιοποιήσει την κρίση για να επιβάλλει την πολιτική και οικονομική ηγεμονία της στην Ευρώπη. Να επιβάλλει, κατʼ αρχήν στην Ευρωζώνη, τις πλέον συντηρητικές πτυχές του κοινωνικοοικονομικού συστήματός της – την άκαμπτη δημοσιονομική και νομισματική πειθαρχία. Έτσι, όμως, υποχωρεί ο ορθολογισμός έναντι του δογματισμού και περιορίζεται η δημοκρατία. Για παράδειγμα, η ενσωμάτωση δημοσιονομικών κανόνων στο εθνικό δίκαιο επί της ουσίας υποδηλώνει ότι η Ευρωζώνη προκρίνει τη μία οικονομική θεωρία εις βάρος της άλλης και την επιβάλει σε όλα τα κράτη-μέλη. Το νεοφιλελευθερισμό έναντι οποιασδήποτε άλλης σχολής σκέψης. Και μάλιστα με απολύτως προβλέψιμο το υφεσιακό αποτέλεσμα που αυτοί οι δημοσιονομικοί κανόνες συνεπάγονται, άρα και την αρνητική επίπτωσή τους στο επίπεδο διαβίωσης των πολιτών. Με αυτές τις επιλογές, όμως, οδηγούμαστε, όχι στην ανοιχτή Ευρώπη των λαών και της δημοκρατίας που επιθυμούμε και επιδιώκουμε, αλλά στην Ευρώπη του φόβου, της ανεργίας, της φτώχειας, των αυτόματων κυρώσεων και των δικαστηρίων, με την ποινικοποίηση της παραβίασης των δημοσιονομικών ορίων. Συνεπώς, ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί και προβάλλει τις θέσεις του για την Ευρώπη και την αναπτυξιακή, δημοκρατική, κοινωνική και οικολογική προοπτική της. Και τις θέσεις αυτές τις διαμορφώνει με όλα τα κόμματα που ανήκουν στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
- Ο Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Μόντι, έχει προτείνει την λύση των Ευρωομολόγων και ο Ρομάνο Πρόντι επιμένει στην ανάγκη μιας ισχυρότερης, πολιτικά, Ευρώπης. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Εμείς πιστεύουμε ότι η κρίση δανεισμού στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης είναι κρίση κατʼ εξοχήν ευρωπαϊκή και όχι κρίση των μεμονωμένων χωρών που έχουν αποκλειστεί από τις αγορές. Αντανακλά τη διαίρεση Βορρά-Νότου που επέφερε η οργάνωση και η λειτουργία της Ευρωζώνης. Αντανακλά τη λειτουργικότητα των ελλειμμάτων του Νότου – δημοσιονομικών και ισοζυγίου πληρωμών – για τη διεύρυνση των εξαγωγικών δυνατοτήτων του Βορρά. Προφανώς, λοιπόν, η λύση του προβλήματος της κρίσης δανεισμού στην Ευρωζώνη, για να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει να αντιστοιχεί στην κλίμακα του προβλήματος. Να είναι, δηλαδή, λύση ευρωπαϊκή. Πρώτο βήμα θα πρέπει να είναι ο απεγκλωβισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη μέγγενη της λιτότητας. Χωρίς αλλαγή πολιτικής, οποιοσδήποτε αναγκαίος θεσμός συλλογικής διαχείρισης του δημόσιου χρέους των κρατών-μελών της Ένωσης θα λειτουργεί ως περιστρεφόμενη πόρτα: η λιτότητα θα προκαλεί ύφεση, η ύφεση θα εκτινάσσει το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ κάθε κράτους-μέλους, τα κράτη-μέλη θα καταφεύγουν στα Ευρωομόλογα, θα συνεχίζουν τη λιτότητα και έτσι θα ανακυκλώνεται το πρόβλημα. Γιʼ αυτό προέχει η αλλαγή πολιτικής σε αναπτυξιακή κατεύθυνση, ώστε να μη μεταφέρεται το πρόβλημα του δημόσιου χρέους από το εθνικό στο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο απεγκλωβισμός της Ευρώπης από τη νεοφιλελεύθερη εμμονή στη λιτότητα και συγκρότηση ισχυρών συλλογικών χρηματοοικονομικών ή άλλων οικονομικών θεσμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο προϋποθέτουν ή έστω συμβαδίζουν με την πολιτική ενδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως συλλογικής οντότητας. Φοβάμαι, όμως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Πρόντι απέχουν παρασάγγες ως προς την προσέγγισή τους στο θέμα αυτό. Εμείς θέλουμε η διαδικασία πολιτικής ισχυροποίησης της Ένωσης να είναι διαδικασία ενδυνάμωσης του ρόλου των πολιτών της, ανάπτυξης ενός ευρωπαϊκού δημόσιου χώρου και νέων θεσμών δημοκρατικής συμμετοχής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θέλουμε να αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να αλλάξει η Ευρώπη και να μετεξελιχθεί σε Ευρώπη των λαών και της δημοκρατίας.
Ο Μάριο Μόντι εξόργισε τους Ιταλούς λέγοντας ότι η σταθερή δουλειά είναι βαρετή. Αυτός είναι τόσα χρόνια τραπεζίτης, αλλά δεν φαίνεται να το βαρέθηκε. Και εδώ είναι το τεράστιο ζήτημα. Αν οι κοινωνίες θα δουλέψουν για τις τράπεζες ή για τις πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες. Αυτά τα δύο δεν ταυτίζονται, όσο και αν τραπεζίτες σαν τον Μόντι ή τον Παπαδήμο παριστάνουν ότι υπηρετούν ένα κοινό συμφέρον. Τώρα με την κρίση, οι τράπεζες έχουν πέσει να φάνε τις κοινωνίες. Γι αυτό είναι όλα υπό αίρεση. Η προστασία της εργασίας, η κοινωνική ασφάλιση, η δημόσια υγεία, τα πάντα. Είναι ένας πόλεμος προσεκτικά συγκαλυμμένος πίσω από διακηρύξεις για το κοινό συμφέρον. Και γι αυτό δυσπιστούμε και σε αυτό που είπε ο Πρόντι. Πολιτικά ισχυρή Ευρώπη, που θα ελέγχεται από ποιους; Από τους λαούς και τη δημοκρατία, ή από τους τραπεζίτες και τα χρηματιστήρια; Αυτά πρέπει να τα ξεκαθαρίζουμε.
To Γραφείο Τύπου