Την ίδια μέρα που ανακοινώνεται από την κυβέρνηση ότι το Δεκέμβριο του 2000 ο ετήσιος ρυθμός ανόδου του πληθωρισμού διαμορφώθηκε στο 3,9% και ο πληθωρισμός σε μέσα επίπεδα έκλεισε στο 3,2%, έναντι στόχων 2% και 2,3% αντίστοιχα, παίρνονται αποφάσεις για ανατιμήσεις που θα εκτινάξουν σε νέα ύψη την ακρίβεια.
Η διοίκηση του ΟΤΕ, υλοποιώντας αποφάσεις της κυβέρνησης, αποφάσισε χτες νέα αύξηση κατά 17% της αστικής μονάδας (την 7η από το 96 που ξεκίνησε η διαδικασία μετοχοποίησης του ΟΤΕ) και κατά 200 δρχ του μηνιαίου πάγιου τέλους (από 2400 σε 2600 δρχ), παρά το γεγονός ότι στη χτεσινή συνεδρίαση αντέδρασαν με αποχώρηση οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων στον Οργανισμό, ο εκπρόσωπος του ΥΠΕΘΟ και ο Πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ Πολυζωγόπουλος ο οποίος ζήτησε πάγωμα των τιμολογίων του ΟΤΕ για να μην εξανεμίζονται οι όποιες αυξήσεις παίρνουν οι εργαζόμενοι.
Είναι γνωστό ότι κατά 250% αυξήθηκε στα 5 προηγούμενα χρόνια το κόστος για κάθε λεπτό αστικού τηλεφωνήματος. Ιδιαίτερα δε κατά 80% τους τελευταίους 10 μήνες, με τρεις διαδοχικές ανατιμήσεις (από 6 σε 7 δρχ. τον Μάρτιο, από 7 σε 9 δρχ. τον Αύγουστο και από 9 σε 10,5 δρχ. τώρα).
Από ότι είναι γνωστό από δημοσιεύματα, μετά τις ανατιμήσεις του ΟΤΕ θα ακολουθήσουν ανατιμήσεις στα ασφάλιστρα των υποχρεωτικών καλύψεων του κλάδου των αυτοκινήτων (4 ως 8%) και έπονται ανατιμήσεις στα ΚΤΕΛ και στο ΜΕΤΡΟ από 1η Φεβρουαρίου της τάξης του 5% και 20% αντίστοιχα.
Η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει να προωθεί αποφάσεις που αναζωπυρώνουν τον πληθωρισμό και επιβαρύνουν ιδιαίτερα τα λαϊκά στρώματα. Παράλληλα οφείλει να πάψει να παραπλανά την κοινή γνώμη ότι προκαλείται δήθεν μείωση του τιμάριθμου μέσω των μειώσεων των τιμολογίων κάποιων άλλων υπηρεσιών του ΟΤΕ, όταν είναι σαφές πως η αστική μονάδα, αλλά και το πάγιο επιβαρύνουν την συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών.
To Γραφείο Τύπου