Σας ευχαριστούμε για την παρουσία σας. Σήμερα δίνουμε μια συνέντευξη Τύπου για ένα θέμα που πιστεύω ότι απασχολεί πολλές χιλιάδες νοικοκυριά σε όλη την Ελλάδα και έχει να κάνει με τον υπερβολικό ιδιωτικό δανεισμό –συνήθως μιλάμε για το υπέρογκο δημόσιο χρέος και για την ανάγκη να διαγραφεί μέρος του, να κουρευτεί για να μπορέσει να ανασάνει η ελληνική οικονομία– έχουμε ξεχάσει, ίσως να αναφερθούμε στη μεγάλη ανάγκη ταυτόχρονα να διαγραφεί μέρος και του ιδιωτικού χρέους προκειμένου να ανασάνει ο κάθε πολίτης που σήμερα βρίσκεται στις δαγκάνες του τραπεζικού συστήματος.
Τη συνέντευξη αυτή τη δίνουμε σήμερα γιατί ήταν προγραμματισμένη την ίδια ώρα μια αντίστοιχη επίκαιρη ερώτησή μου προς τον Πρωθυπουργό, τον κ. Παπαδήμο, για αυτό το θέμα.
Όπως αντιλαμβάνεστε, όμως, σε ένα πολιτικό σύστημα που η ίδια η δημοκρατία είναι περιττή πολυτέλεια, η κοινοβουλευτική διαδικασία περισσεύει.
Όπως δεν έγινε ποτέ η συζήτηση που είχαμε ζητήσει, για το PSI, προ ημερησίας διάταξης, αναβλήθηκε μια μέρα πριν και πήγε στις καλένδες, έτσι και ο Πρωθυπουργός έχει να έλθει να μου απαντήσει σε ερωτήσεις που καταθέτω στην Ολομέλεια –στην περιβόητη ώρα του Πρωθυπουργού– πάνω από δύο μήνες. Ίσως θα έπρεπε να την καταργήσουν αυτή την ώρα αφού ο Πρωθυπουργός έρχεται στη Βουλή μόνο όταν πρόκειται να ψηφιστεί κάποιο πακέτο σκληρών μέτρων για να βγάλει μία προετοιμασμένη, από τους συνεργάτες του, ομιλία, όχι όμως για να απαντήσει στα ερωτήματα των Προέδρων των Κοινοβουλευτικών Ομάδων.
Επανέρχομαι όμως στο θέμα μας. Όπως γνωρίζετε, η καταναλωτική δαπάνη στήριξε σε μεγάλο βαθμό τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που εμφάνισε η ελληνική οικονομία τη δεκαετία από το 1998 έως και το 2007. Ωστόσο, η αυξημένη καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών δεν προέκυπτε από την αύξηση των εισοδημάτων, όλο αυτό το διάστημα, η οποία υπολειπόταν της αύξησης του ονομαστικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος αλλά προέκυπτε από την προσφυγή στον τραπεζικό δανεισμό, η οποία αντιστάθμιζε την εισοδηματική υστέρηση και επέτρεπε την αύξηση των καταναλωτικών δυνατοτήτων των νοικοκυριών – τις περισσότερες φορές αναντίστοιχα από τις πραγματικές τους δυνατότητες.
Ο δανεισμός, λοιπόν, ήταν ιδιαίτερα εύκολος όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Ήταν ιδιαίτερα εύκολος γιατί ο πιστοληπτικός έλεγχος ήταν τυπικός και όχι ουσιαστικός. Κάποιοι εξηγούν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη μειώθηκαν τα επιτόκια δανεισμού.
Αυτό είναι εν μέρει αληθές, γιατί, σε σύγκριση με τα επιτόκια στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης –σε σύγκριση με το μέσο όρο των υπολοίπων χωρών, η Ελλάδα είχε μεγαλύτερα.
Πού λοιπόν οφειλόταν αυτός ο υπερβολικός δανεισμός; Στο γεγονός ότι υπήρχε μία ασυδοσία ακριβώς γιατί ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών αποτελούσε σημαντική πηγή κερδοφορίας για το ίδιο το τραπεζικό σύστημα.
Χαρακτηριστικά, θα ήθελα να σας πω, ότι το 2000 τα δάνεια προς τα νοικοκυριά ήταν 10 δις. Το 2012 τα δάνεια προς τα νοικοκυριά είναι 112 δις. Και φυσικά τεράστια ευθύνη γιʼ αυτήν την πραγματικότητα έχει η Τράπεζα της Ελλάδας. Ο κ. Παπαδήμος ήταν διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας αυτό το διάστημα που έκανε τα στραβά μάτια, όταν ο δανεισμός ξεπερνούσε τα όρια της πιστοληπτικής ικανότητας των τραπεζών, που η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδας έθετε.
Από το 2009 και μετά, όταν μπήκαμε στην κρίση, τα εισοδήματα όλων έχουν μειωθεί ραγδαία. Τα περισσότερα από τα υπάρχοντα δάνεια, με βάση το κριτήριο του εισοδήματος, δεν θα έπρεπε να είχαν εγκριθεί τα χρόνια της ανάπτυξης –πόσο δε μάλλον σήμερα– και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν εκτοξευθεί.
Χαρακτηριστικά, θα ήθελα να σας αναφέρω, τα στεγαστικά δάνεια στο κόκκινο, από το 2008 έχουν υπερδιπλασιαστεί –από 5% του συνόλου, εκτοξεύθηκαν το 2012 στο 12% του συνόλου.
Τα καταναλωτικά δάνεια στο κόκκινο έχουν τριπλασιαστεί –από 8% του συνόλου το 2008, άγγιξαν το 24% το 2012.
Και θα πρέπει εδώ να συνεκτιμηθούν τα πολύ μεγαλύτερα μεγέθη των επισφαλειών, που με διάφορα τρικ ρυθμίσεων, κρύβουν οι τραπεζίτες, με αυτό που ονομάζουμε «δημιουργική λογιστική».
Το ⅓ των διακανονισθέντων δανείων δεν εξυπηρετούνται μετά το διακανονισμό τους γιατί οι διακανονισμοί αφορούν επιμήκυνση και μεγαλύτερη καταβολή τόκων. Με δυο λόγια οι διακανονισμοί εξυπηρετούν τους τραπεζίτες και όχι τους δανειολήπτες.
Οι τράπεζες αρνούνται κάθε συζήτηση για αναγκαίο κούρεμα, την ίδια στιγμή όμως που ενισχύονται με 58 δις –απʼ ότι μάθαμε σήμερα– προκειμένου να ανακεφαλαιοποιήσουν τις απώλειες που θα υποστούν τόσο από το «κούρεμα» των ομολόγων αλλά και τις απώλειες που αφορούν τα επισφαλή δάνεια. Δηλαδή και θα πάρουν χρήματα, δημόσιο χρήμα, διότι θα το πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι το δάνειο αυτό πολύ ακριβά και δεν θα εγγράφουν στους ισολογισμούς τους τις επισφαλείς απαιτήσεις και θα κυνηγάνε, όμως, τους δανειολήπτες για να τα πάρουν πίσω κάποια στιγμή.
Πρόκειται για ένα τεράστιο σκάνδαλο. Η μυωπική ιδιοτέλεια των τραπεζιών που ειρήσθω εν παρόδω –πρέπει να πω– ότι δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ, κάποιοι να χρεοκοπούν το μαγαζί τους και να συνεχίζουν να είναι οι διοικητές σʼ αυτό, να έχουν τα κλειδιά με δημόσιο χρήμα. Χιλιάδες επιχειρηματίες έχουν υποστεί ζημιά από την κρίση και έχουν χάσει τη δουλειά τους, έχουν χάσει τα μαγαζιά τους.
Οι τραπεζίτες παραμένουν στις διοικήσεις των τραπεζών που χρεοκόπησαν διότι το πρωτοφανές που συμβαίνει εδώ είναι η ανακεφαλαιοποίηση να γίνεται με ένα μίγμα κοινών μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Έλεγα, λοιπόν, ότι αυτή η ιδιοτέλεια αποτελεί μείζον κοινωνικό ζήτημα και επιβεβαιώνει τη θέση των τραπεζιτών σʼ αυτό που εμείς ονομάζουμε, τρίγωνο της αμαρτίας, στην πολιτική ζωή της χώρας, που στη μία άκρη του τριγώνου είναι το πολιτικό σύστημα και στην άλλη άκρη είναι οι τραπεζίτες.
Το πολιτικό σύστημα δίνει αφειδώς δισεκατομμύρια στις τράπεζες για να σωθούν οι τραπεζίτες και αυτοί με τη σειρά τους ενισχύουν στοχευμένα, συγκεκριμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης που είναι στην τρίτη γωνία του τριγώνου της αμαρτίας τα οποία με τη σειρά τους στηρίζουν το ετοιμόρροπο πολιτικό σύστημα.
Ποτέ στο παρελθόν τα συμφέροντα των τραπεζιτών δεν ήταν τόσο ασύμβατα με το γενικό κοινωνικό συμφέρον. Και οι προτάσεις που θα σας καταθέσω, ευθύς αμέσως, είναι προτάσεις που απελευθερώνουν από τη διαγραφή χρεών των νοικοκυριών προς τις τράπεζες, πόρους που θα διοχετευθούν στην κατανάλωση, δηλαδή, στην αναζωογόνηση της οικονομίας.
Έρχομαι στην ουσία των προτάσεων που καταθέτουμε. Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς καταθέτει μία πρόταση, άμεσα εφαρμόσιμη. Δεν έχει να κάνει με το συνολικό μας σχεδιασμό τον οποίο έχουμε καταθέσει δημόσια και αφορά την κοινωνικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ένα στόχο τον οποίο πιστεύουμε ότι μπορούμε να υλοποιήσει ένας νέος συνασπισμός εξουσίας με διαφορετικούς κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς. Αφορά μία άμεση παρέμβαση, ώστε να σταματήσει αυτό το σκάνδαλο πρώτου μεγέθους, αυτή η μεγάλη κοινωνική αδικία που διαπράττεται με τον πακτωλό δημόσιου χρήματος στις τράπεζες την ίδια στιγμή που αυτές συνεχίζουν να εκβιάζουν και να κυνηγούν τους δανειολήπτες, δηλαδή τη συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών.
Πρώτον, η πρότασή μας, λοιπόν, αφορά τη ρύθμιση των δανειακών υποχρεώσεων των νοικοκυριών προς τις τράπεζες και περιλαμβάνει κάθε μορφής δανειακή υποχρέωση, ξεχωριστά δηλαδή, στεγαστικά δάνεια, επισκευαστικά δάνεια, καταναλωτικά – προσωπικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες και όρια υπεραναλήψεως.
Η πρότασή μας αυτή γίνεται με δεδομένο ότι ήδη οι προβλέψεις για τις επισφάλειες που έχουν υπολογισθεί από τις ίδιες τις τράπεζες καθώς επίσης και επιπρόσθετες που υπολογίσθηκαν από την BlackRock περιέχουν τα δάνεια που δε θα αποπληρωθούν από τα νοικοκυριά λόγω της μείωσης των εισοδημάτων που έχει προκαλέσει η μνημονιακή πολιτική.
Δεύτερο, ακόμη, και στην περίπτωση που δε θα προχωρήσουν άμεσα σε διαγραφές των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα αναγκαστούν, σε μικρό χρονικό διάστημα να το κάνουν, επειδή δεν μπορούν να εμφανίζουν στα χαρτοφυλάκια δανείων τους τα επισφαλή δάνεια.
Και τρίτο, διότι όπως προείπα, οι τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν για τις επισφάλειές τους αυτές με μέρος από το πακέτο των 50 δις.
Προτείνουμε, λοιπόν:
· Την ολική διαγραφή των χρεών προς τις τράπεζες όσων δανειοληπτών το ατομικό ή οικογενειακό εισόδημα είναι κάτω από το όριο της φτώχειας (με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία - Δελτίο Τύπου της ΕΛ.ΣΤΑΤ/ 3/1/2012– το χρηματικό όριο της φτώχειας ανέρχεται στο ετήσιο ποσό των 7.178 ευρώ κατά άτομο και σε 15.073 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά).
· Τη μείωση των συνολικών δανειακών υποχρεώσεων προς τις τράπεζες ενός δανειολήπτη ή μιας οικογένειας, ώστε η μηνιαία καταβολή δόσεων σε όλες τις τράπεζες, να μην υπερβαίνει το 30% των μηνιαίων ατομικών ή οικογενειακών αποδοχών. Οι μειώσεις αυτές να γίνονται σε ετήσια βάση και να αναθεωρούνται στο τέλος του έτους έτσι ώστε να περιλαμβάνονται τυχόν μεταβολές στο συνολικό ετήσιο εισόδημα.
· Για κάθε οικογενειακό εισόδημα που προέρχεται από σχέση μισθωτής εργασίας (πλήρους ή μερικής), συντάξεις και επιδόματα ανεργίας και το οποίο μειώθηκε εξαιτίας απόλυσης, απώλειας της οποιασδήποτε μορφής εργασίας ακουσίως, (κλείσιμο επιχειρήσεων, συγχώνευση κ.α.), άσκησης δημοσιονομικών περιοριστικών πολιτικών, κατάργησης επιδομάτων ανεργίας, μονομερούς νομοθετικής ή εργοδοτικής πρωτοβουλίας (μείωση ημερών εργασίας) να γίνεται απομείωση των δανειακών τους υποχρεώσεων σε ετήσια ή μηνιαία βάση αντίστοιχη της μείωσης των αποδοχών τους. Και για να το πω πιο κατανοητά, αν ένας δανειολήπτης έχει ξεκινήσει τη διαδικασία δανεισμού του, για παράδειγμα το 2007, το 2008, θα λαμβάνεται υπόψη η ονομαστική μείωση του εισοδήματός του από τη χρονολογία που πήρε το δάνειο μέχρι σήμερα και αντίστοιχου μεγέθους κούρεμα να γίνεται και στις δανειακές του υποχρεώσεις.
· Και, τέλος, προτείνουμε, την εκλογίκευση των επιτοκίων, κυρίως στα καταναλωτικά/προσωπικά δάνεια, στις πιστωτικές κάρτες και στα όρια υπεραναλήψεως διότι είναι τουλάχιστον προκλητικό αυτό που συμβαίνει. Αυτοί που έχουν πάρει πάνω από 30 δις μέχρι σήμερα, από το 2008, να κυνηγάνε με εξευτελιστικούς όρους τους πολίτες για χρέη της τάξης των 150 ευρώ και να στέλνουν sms στα κινητά και να παίρνουν διαρκώς τηλέφωνα στα σπίτια και να εξευτελίζουν τους ανθρώπους για χρέη, και δεν αναφέρομαι σε μεγαλύτερα χρέη φυσικά όπου εκεί δεν είναι μόνο το θέμα της αξιοπρέπειας, είναι το θέμα της επιβίωσης.
Πρέπει να αποφασίσουμε ή θέλουμε μια κοινωνία όπου θα επιβιώνουν οι τραπεζίτες με το δημόσιο χρήμα και θα ορίζουν την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου και θα διαλύσουν τον κοινωνικό ιστό ή θέλουμε να επιβιώσει η κοινωνία ρίχνοντας τα βάρη σʼ αυτούς που δημιούργησαν την κρίση.
Η πρότασή μας, λοιπόν, είναι πολύ συγκεκριμένη –επαναλαμβάνω αφορά το σήμερα– και θα επανέλθουμε. Μπορεί να μην ήρθε ο Πρωθυπουργός στην ερώτηση που καταθέσουμε αλλά θα επανέλθουμε.
Τέλος θα ήθελα να σας ενημερώσω και για τη δέσμευση που αναλαμβάνουμε ώστε να καταθέσουμε σύντομα προτάσεις για τη ρύθμιση των επιχειρηματικών δανείων.
Σας ευχαριστώ.
To Γραφείο Τύπου