• Σε περίπτωση που η Αριστερά σχηματίσει κυβέρνηση η Ελλάδα θα πρέπει να φύγει από το μνημόνιο:
Πρόκειται για το θεμέλιο λίθο του προγράμματός μας, όπως το έχουμε διαμορφώσει και συνεχίζουμε να το διαμορφώνουμε, στη βάση συγκεκριμένων προτάσεων. Πιστεύουμε ότι πρέπει να καταγγελθεί η δανειακή σύμβαση και το μνημόνιο.
• Αναφορικά με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομία:
Δεν χρειαζόμαστε ισόρροπα, ισόποσα ή αντίρροπα μέτρα. Χρειαζόμαστε, πέρα από την άρνηση και την καταγγελία της δανειακής σύμβασης, που, θέλω να επισημάνω, γιατί είμαστε υπεύθυνη δύναμη, ότι δεν είναι εύκολη, να προχωρήσουμε σε σειρά μέτρων σχετικά με τις πληρωμές του δημόσιου χρέους έτσι όπως αυτό έχει διαμορφωθεί σε ενυπόθηκο, από χρέος δηλαδή του κράτους και ορισμένων ιδιωτών, σε χρέος μεταξύ διεθνών οργανισμών και του κράτους μας. Προτείνουμε δηλαδή μορατόριουμ των πληρωμών, ακολουθώντας το μοντέλο της μεταπολεμικής Γερμανίας. Προτείνουμε έτσι, όχι απλά μια άτοκη χρηματοδότηση, αλλά με συγκεκριμένες ρήτρες ανάπτυξης να αποπληρώσουμε μέρος του χρέους, εκείνο που δεν θα είναι απεχθές και παράνομο.
Έχουμε επίσης καταθέσει σειρά συγκεκριμένων προτάσεων σε σχέση με την αναδιανομή του πλούτου και το φορολογικό σύστημα, την αντιμετώπιση της σπατάλης του κράτους και του δημοσίου. Και στο σημείο αυτό διαπιστώνουμε την υποκρισία των κυβερνώντων καθώς την ώρα που έχουν δεσμευτεί για περαιτέρω απολύσεις στο δημόσιο τομέα, κάποιοι “καλοί” στην κυβέρνηση θέλουν προεκλογικά να κάνουν διορισμούς σε ΔΕΚΟ και δημόσιους οργανισμούς. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι υπάρχουν τρομακτικές ανάγκες στο δημόσιο τομέα, στα νοσοκομεία, στα σχολεία και όχι σε συμβούλους παρά τω πρωθυπουργώ, τα μεγάλα κόμματα λειτουργούν ψηφοθηρικά και προκειμένου να έχουν προσωπικά προεκλογικά οφέλη κάποια στελέχη τους.
Υποστηρίζουμε ότι θα πρέπει να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε το Δημόσιο με τον τρόπο που έχει αντιμετωπιστεί τα τελευταία 38 χρόνια, δηλαδή προς προεκλογικό και μετεκλογικό όφελος των δύο μεγάλων κομμάτων. Παρόλα αυτά, συχνότατα κατηγορείται η Αριστερά ότι δήθεν επιθυμεί ένα διογκωμένο Δημόσιο. Εσχάτως λοιπόν ανακάλυψαν κάποιοι σκάνδαλα τύπου “Αγρωγή” ενώ την ίδια στιγμή επιμένουν να αγνοούν τις πάγιες ανάγκες για εκπαιδευτικούς και νοσηλευτές.
Οι προτάσεις μας όμως δεν σταματούν στο Δημόσιο, αφορούν και στον τρόπο που πρέπει να αντιμετωπιστούν οι τράπεζες, διότι, όπως ορθά κάποιοι επισημαίνουν, η κατάρρευσή τους θα δυσχεράνει την κατάσταση τόσο των δημοσιονομικών όσο και της οικονομίας, Με το PSI οι τράπεζες αντιμετωπίστηκαν με διαφορετικό, πολύ ευνοϊκό τρόπο από ότι οι μικροομολογιούχοι και οι πολίτες γενικά. Εμείς όμως από το 2008, είχαμε πει ότι πρέπει να δημιουργηθούν τράπεζες ειδικού σκοπού, υπό δημόσιο έλεγχο. Σήμερα οι πάντες, ακόμη και οι πιο αφελείς έναντι των εξαγγελιών των δύο κομμάτων, διαπιστώνουν ότι βρισκόμαστε ουσιαστικά μπροστά σε μια πολιτική επιλογή: ή να σωθούν οι τράπεζες ή να εξαθλιωθούμε όλοι εμείς...
• Η μεταναστευτική πολιτική είναι πολύ σημαντική για να αφεθεί στα χέρια του κ. Χρυσοχοίδη στο πλαίσιο προεκλογικών εξαγγελιών
Το ιστορικό κέντρο, που είναι σε εξαθλίωση αλλά και γενικότερα το θέμα της μεταναστευτικής πολιτικής, είναι πάρα πολύ σημαντικά θέματα για να τα αφήσουμε στα χέρια του κ. Χρυσοχοίδη στο πλαίσιο προεκλογικών εξαγγελιών. Θεωρούμε ότι γίνεται ψηφοθηρία με ένα τεράστιο ζήτημα, εκείνο της ασφάλειας.
Ταυτίζεται η εγκληματικότητα με τους μετανάστες. Πρόκειται για μια παλιά, δοκιμασμένη συνταγή αλλά πρέπει να παρατηρήσουμε ότι υπάρχει και μια συγχρονία: το ίδιο κάνει και ο κ. Σαρκοζί στη Γαλλία, ο οποίος επειδή βλέπει να χάνει τις προεδρικές εκλογές, μεταφέρει την προεκλογική ατζέντα στα ζητήματα της ασφάλειας και όχι της οικονομίας. Ο δε στόχος είναι διπλός: και αποφεύγεται η συζήτηση για τα ζητήματα της οικονομίας και της απόδοσης των ευθυνών σε όσους μας έφεραν στη σημερινή κατάσταση και δημιουργείται μια ατμόσφαιρα φόβου, που καθηλώνει τους πολίτες σε σχέση και με τις κινητοποιήσεις έναντι των όσων μας ετοιμάζουν.
Οι δε διατυπώσεις του κ. Χρυσοχοίδη περί “εγκαταστάσεων υποδοχής” είναι ευφημισμός, διότι οι εικόνες των ρημαγμένων στρατοπέδων άλλα δείχνουν. Και για να μετατραπούν αυτά τα ρημαγμένα στρατόπεδα σε χώρους “υποδοχής”, θα οργανωθεί “πάρτι” των εργολάβων και έχουμε ήδη τις καταγγελίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για απευθείας αναθέσεις.
Όταν τα τελευταία χρόνια είχαμε δημιουργήσει για τους μετανάστες την εικόνα του εσωτερικού εχθρού, τώρα δεν μπορεί να ξαφνιάζεται η κυβέρνηση που οι τοπικές κοινωνίες αντιδρούν και δεν θέλουν τη δημιουργία των στρατοπέδων αυτών στις περιοχές τους.
Λέμε λοιπόν, πρώτον, ότι πρέπει να δημιουργηθούν ανοικτοί ξενώνες στέγασης και φιλοξενίας, όχι στρατόπεδα με ιδιωτική ασφάλεια. Δεύτερον, να χορηγηθούν ταξιδιωτικά έγγραφα προς τις χώρες όπου επιθυμεί να φθάσει η συντριπτική πλειονότητα των εισερχομένων μεταναστών, γιατί πλέον η Ελλάδα δεν είναι χώρα προορισμού αλλά πέρασμα. Τρίτον, να προχωρήσει γρήγορα η διαδικασία παραλαβής των αιτήσεων ασύλου από τις αρχές, διότι έχει δημιουργηθεί κι ένας μύθος ότι παραχωρούμε αφειδώς το δικαίωμα του ασύλου ενώ ακόμη και σε σχέση με τη Μάλτα, έχουμε χορήγηση της τάξης του 0.47%!
Το κρίσιμο όμως είναι ότι το θέμα της μεταναστευτικής πολιτικής δεν μπορεί να λυθεί στα στενά εθνικά πλαίσια αλλά πρέπει να υπάρξει συνολική, ευρωπαϊκή ρύθμιση. Αν δεν υπάρξει ισχυρή διαπραγμάτευση για την τροποποίηση της συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ και του ευρωπαϊκού συμφώνου για τη μετανάστευση, που δεν είναι δεσμευτικό και επιδέχεται διαπραγμάτευσης, αρκεί να υφίσταται ανάλογη πολιτική βούληση, δεν μπορεί να υπάρξει σοβαρή διαχείριση του ζητήματος, με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
To Γραφείο Τύπου