Η κυβέρνηση, με αφορμή το χρέος, συνεχίζει το έργο των προηγούμενων κυβερνήσεων με ιδιαίτερη ένταση νομοθετώντας τη φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση. Επιβάλλει την εργοδοτική ασυδοσία, τη φορολογική ασυλία του μεγάλου κεφαλαίου και συγχρόνως παραδίδει απροστάτευτο για εκμετάλλευση τον όποιο εργαζόμενο έχει απομείνει. Το υποτυπώδες κοινωνικό κράτος που υπήρχε καταλύεται. Τα αγαθά της υγείας, της παιδείας, της κοινωνικής ασφάλισης, έγιναν εμπορεύματα και ο πολίτης καταναλωτής, με αποτέλεσμα όλο και λιγότεροι να έχουν πρόσβαση σʼ αυτά. Η εργασία δεν είναι δικαίωμα και όποιος την έχει πρέπει να απολογείται, να δέχεται την ύβρη, να τιμωρείται με μείωση μισθού, εφεδρεία και απόλυση. Ο συνταξιούχος είναι υπόλογος για τη σύνταξη που παίρνει και του τη μειώνουν δραστικά γιατί θεωρείται βαρίδι για το κράτος. Παιδιά λιποθυμούν στα σχολεία από την πείνα, οι ουρές των συσσιτίων αυξάνονται χωρίς να μπορούν να καλύψουν το σύνολο των πεινασμένων, τα χαρτόκουτα των αστέγων πολλαπλασιάζονται με γεωμετρική πρόοδο, η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη για όσους έχουν ακόμη ασφάλιση γίνεται εξαιρετικά δύσκολη και για τους ανασφάλιστους είναι άπιαστο όνειρο και η περίθαλψή τους στηρίζεται στην αλληλεγγύη οργανώσεων και πολιτών.
Το αποτέλεσμα είναι να περιθωριοποιούνται καθημερινά εκατοντάδες άνθρωποι, οι οποίοι, στο σκηνικό που διαγράφεται, δεν βλέπουν ίχνος ελπίδας. Θα ήταν ευκολότερο γι' αυτούς να επιβιώσουν παρατημένοι στη ζούγκλα, όπου θα έκοβαν και έναν καρπό να φάνε, παρά σ' αυτή την κοινωνία του πλούτου και της εκμετάλλευσης που τους κρατά αποκλεισμένους απ' όλα τα αγαθά. Εδώ ο αποκλεισμένος ακόμη και την τροφή του θα πρέπει να την αρπάξει.
Μοιραίο είναι πολλοί από τους ανθρώπους αυτούς, για λόγους επιβίωσης, να στρέφονται στην παραβατικότητα, από την οποία τροφοδοτείται και το οργανωμένο έγκλημα. Το πρόβλημα της βίας και της εγκληματικότητας αυξάνεται ραγδαία και είναι ιδιαίτερα έντονο στο Λεκανοπέδιο της Αττικής και μάλιστα στο κέντρο της Αθήνας. Όπου και να ζούμε, έχουμε μια εικόνα για το τι συμβαίνει. Έχουμε δυο πόλεις που ζουν παράλληλα, με τους δικούς της κανόνες η καθεμιά. Η μία πόλη είναι η δική μας. Αυτών που στοιχειωδώς επιβιώνουμε ακόμη και έχουμε ένα οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον να μας στηρίζει. Η άλλη πόλη, η οποία συνεχώς αυξάνεται, είναι αυτή των ανέργων, των αστέγων, των επαιτών, των εξαρτημένων, των μεταναστών, αυτών που τους εκμεταλλεύονται τα κυκλώματα της πορνείας, της επαιτείας, των ναρκωτικών, γιατί είναι ευάλωτοι. Για τους μετανάστες δε είναι πιο εύκολο να μπουν στα κυκλώματα αυτά, αφού για να έρθουν στη χώρα μας και να πάνε στις άλλες χώρες της Ευρώπης απευθύνονται σε κυκλώματα δουλεμπορίας που έχουν και άλλες εγκληματικές δραστηριότητες.
Αυτή η πόλη των περιθωριοποιημένων, των αποκλεισμένων, τροφοδοτεί το έγκλημα, αφού μέσα σ' αυτό μπορούν να επιβιώσουν και να έχουν ταυτότητα. Την άλλη ταυτότητα τούς την πήραμε εμείς. Συναινέσαμε στις πολιτικές της ανεργίας, της μείωσης του κοινωνικού κράτους, της συγκέντρωσης του πλούτου στα χέρια των λίγων και τους εκχωρήσαμε το δικαίωμα να αποφασίζουν για τις τύχες μας, με αντάλλαγμα το επίπεδο ζωής που είχαμε. Δεχτήκαμε τον αποκλεισμό ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας. Ανταλλάξαμε την ανθρωπιά με το ευρώ. Τους ξεζουμίσαμε και τους πετάξαμε. Είναι τα ανθρώπινα σκουπίδια από τη λειτουργία της κοινωνίας μας. Αυτοί οι άνθρωποι, λόγω της αντιμετώπισής τους, είναι εύκολο να πλήξουν την κοινωνία που τους πετά έξω και τους εξαθλιώνει. Εύκολα χτυπάς κάτι ξένο, κάτι που σε απαξιώνει, αλλά δύσκολα το δικό σου.
Η πολιτεία, απέναντι σ' αυτή την κατάσταση, αντί να κάνει την αυτοκριτική της, να αναλάβει τις ευθύνες της και να δώσει απαντήσεις στα αίτια που προκαλούν το πρόβλημα, εφαρμόζει πολιτικές που το διογκώνουν. Μεταθέτουν τη λύση στην αστυνομία, αναγγέλλοντας νέα μέτρα και καταστολή. Είναι η φθηνή επικοινωνιακή λύση για τους ΥΠτΠ. Η αστυνομία, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να λειτουργήσει σαν ομπρέλα προστασίας σε συγκεκριμένες περιοχές, μεταθέτοντας το πρόβλημα αλλού.
Αντί να θριαμβολογεί ο υπ. Προστασίας του Πολίτη ότι θα καταστείλει αυτό που πολλαπλασιάζει με την πολιτική του, θα ήταν πιο αποτελεσματικός αν διάβαζε το Μνημόνιο και το καταψήφιζε και θα προσέφερε μεγαλύτερο έργο στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας αν δεν δεχόταν να μπει στο Σύνταγμα η προτεραιότητα ικανοποίησης των τοκογλύφων εις βάρος των πολιτών και της χώρας.
Η εγκληματικότητα δεν πρόκειται ποτέ να εκλείψει. Θα είναι όμως διαφορετικά τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της αν εφαρμοσθεί άλλη πολιτική. Πολιτική αλληλεγγύης και κοινωνικής πρόνοιας που θα δημιουργεί δίχτυ ασφαλείας για όλους. Για να χαραχτεί αυτή η πολιτική χρειάζεται αλλαγή συσχετισμών στην κοινωνία (κάτι που μάλλον γίνεται τώρα), η οποία θα δημιουργήσει και αλλαγές συσχετισμών σε πολιτικό επίπεδο.
* Ο Τάσος Μαυρόπουλος είναι αντιπλοίαρχος Λ.Σ. (ε.α.), μέλος του τμήματος Σ.Α. του ΣΥΝ
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=676825