· Για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία:
Θα είμαι ειλικρινής. Θα ήθελα να είχε επικρατήσει το «όχι». Να σημειώσω εδώ δύο πράγματα. Πρώτον, ότι επικράτησε μεν το «ναι» με 60% αλλά με αποχή που άγγιξε το 50%. Και δεύτερον η προεκλογική εκστρατεία διεξήχθη με το σύνολο των κομμάτων να είναι υπέρ του «ναι» και την κυβέρνηση να προσπαθεί να φοβίσει τους πολίτες για το μέλλον τους, στην περίπτωση επικράτησης του «όχι». Είναι η ίδια εκφοβιστική εκστρατεία του κ. Σαμαρά στη χώρα μας.
Αλλά πρέπει να είμαστε πραγματιστές: ακόμη κι αν είχε απορριφθεί από τους Ιρλανδούς, όπως το είχαν κάνει με τη συνθήκη της Νίκαιας το 2001 και της Λισσαβόνας το 2009, το σύμφωνο Δημοσιονομικής Πειθαρχίας, θα εγκρινόταν. Και τούτο γιατί, ως διακυβερνητική συμφωνία και όχι ως συνθήκη της Ένωσης, αρκεί να υιοθετηθεί από τις 12 από τις 17 χώρες της Ευρωζώνης.
Άρα, ένα «όχι» θα είχε περισσότερο συμβολικό παρά ουσιαστικό χαρακτήρα. Τώρα η έμφαση πέφτει στις δικές μας εκλογές, που θα είναι καθοριστικού χαρακτήρα. Καθώς και στο πώς θα προχωρήσει ο Φρανσουά Ολάντ έναντι της πολιτικής Μέρκελ, που απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε ιδέα αλλαγής του Δημσιονομικού Συμφώνου ή έκδοσης ευρωομολόγων. Τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Όπως έδειξε η ψήφος των ελληνίδων και των ελλήνων στις 6 Μαίου, οι πολίτες έχουν πάντα τον τελευταίο καθοριστικό λόγο και μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα.
· Σχετικά με την πρόσφατη «κινητικότητα» στην Ευρώπη, με τις προτάσεις για Τραπεζική ένωση στην Ε.Ε. με χρηματοδότηση από τον EFSF, για πανευρωπαϊκή εγγύηση των καταθέσεων και για έκδοση ευρωομολόγων ενόψει της συνάντησης Μέρκελ - Μπαρόζο στη σκιά και της ισπανικής κρίσης:
Σωστά αναφέρατε την ισπανική κρίση. Γιατί είναι καλπάζουσα και ικανή να παρασύρει το σύνολο των χωρών της ευρωζώνης στον γκρεμό, στη διάλυση. Και εδώ μιλάμε για την τέταρτη οικονομία της ευρωζώνης, όχι για την Ελλάδα που αντιπροσωπεύει κάτι λιγότερο από το 3% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις του ισπανού πρωθυπουργού, Μαριάνο Ραχόι, ότι η χώρα δεν θα προσφύγει στην ευρωπαϊκή βοήθεια, το ενδεχόμενο αυτό γίνεται μέρα με τη μέρα όλο και πιο πιθανό. Την ίδια στιγμή και στην Ιταλία, η κυβέρνηση τεχνοκρατών του Μάριο Μόντι, δεν φέρνει αποτελέσματα, οι εργαζόμενοι είναι στους δρόμους και τα κοινωνικά προβλήματα διογκώνονται με τις αυτοκτονίες λόγω της οικονομικής κρίσης, να πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα.
Σε τούτη την κρίσιμη ώρα γενικότερα όπου διακυβεύεται το μέλλον των λαών της Ευρώπης, είναι μεν ενθαρρυντικό ότι γίνεται λόγος για δομικές αλλαγές αλλά και «πυροσβεστικές» λύσεις. Αλλά δεν είναι αρκετές.
Με άλλα λόγια, μπορεί να έχουμε φθάσει στο σημείο ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι να δηλώνει ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να υποκαταστήσει τους πολιτικούς και ότι πρέπει να δράσουν για να αλλάξει η Ένωση, ωστόσο χρειάζεται να γίνουν πολύ περισσότερα πράγματα. Τα ευρωομολόγα, για παράδειγμα, αν δεν συνδυαστούν με σειρά άλλων μέτρων, όπως την αλλαγή της αποστολής και του ρόλου της ΕΚΤ, έτσι ώστε να μπορεί να δανείζει με χαμηλά επιτόκια τα κράτη, όπως κάνει σήμερα με τις τράπεζες, είναι ασπιρίνες στον καρκίνο. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και αυτά που ψελλίζει ο κ. Ντράγκι, προσκρούουν στην κατηγορηματική άρνηση της Γερμανίας.
Τι παρατηρούμε σήμερα; Την πλήρη διάψευση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, είχαμε από την αρχή της κρίσης που κρατά πάνω από 24 μήνες, διαγνώσει ότι τα μέτρα της λιτότητας και των περικοπών δημόσιων δαπανών, οδηγούν σε αδιέξοδο και καταστροφή.
Μετά από τόσους μήνες κρίσης και εμμονής στην αδιέξοδη λιτότητα, οι ευρωπαίοι ηγέτες αρχίζουν τώρα να ψελλίζουν τη λέξη «ανάπτυξη». Για να φθάσουν στο σημείο αυτό, χρειάστηκε το ανατρεπτικό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα και των προεδρικών στη Γαλλία. Με άλλα λόγια, η ετυμηγορία των πολιτών είναι πολύ σημαντικότερη από ό,τι νομίζουμε. Βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή.
To Γραφείο Τύπου