Της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου
Παρασκευή, 8 Ιουνίου 2012
Τον πλήρη έλεγχο του δημοσίου στις κρίσιμες για την ελληνική οικονομία ενεργειακές εταιρίες, όπως, η ΔΕΗ, η ΔΕΠΑ, ο ΔΕΣΦΑ και η ΕΛ.ΠΕ., υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτό το σκεπτικό δεν προτίθεται να συνεχίσει τις διαδικασίες ιδιωτικοποίησης στις τρεις τελευταίες, στην περίπτωση που αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, ενώ δεν θα επιτρέψει την πώληση λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ, υποχρέωση που απορρέει από το Μνημόνιο και για την οποία πιέζει η Ε.Ε. προκειμένου να ανοίξει η αγορά.
Σε συνέντευξη που παραχώρησαν στο energia ο Νίκος Γεωργακάκης, υπεύθυνος τμήματος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΝ και ο Δημήτρης Μπαμπασίκας, υπεύθυνος Επιτροπής Ενέργειας, αναφέρουν ότι δεν θα υπάρξει άμεση κρατικοποίηση των ενεργειακών εταιριών, αλλά θα επιδιωχθεί ο πλειοψηφικός έλεγχος, μέσω της διαδικασίας αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Για την έρευνα υδρογονανθράκων, επισημαίνεται ότι θα προηγηθεί η στελέχωση του Φορέα, πιθανόν και με ξένα εξειδικευμένα στελέχη, ενώ θα επανεξετασθεί και η φορολόγηση για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων, συμπεριλαμβανομένου του Πρίνου. Σε ό,τι αφορά την οριοθέτηση ΑΟΖ, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι δεν θα σπεύσει να προχωρήσει άμεσα στη διαδικασία αυτή, αλλά θα επιλέξει τον κατάλληλο χρόνο, με τη βελτίωση του διεθνούς κλίματος και μέσω της διαβούλευσης των θέσεων της χώρας με τους γείτονες της στη Μεσόγειο. Για τις ΑΠΕ υποστηρίζεται η συμμετοχή τους στο ενεργειακό μίγμα της χώρας, αλλά με τρόπο που να μην επιβαρύνει τον καταναλωτή. Τέλος, υπερθεματίζεται η δημιουργία αγωγών φυσικού αερίου, για την ενίσχυση του γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδος, ενώ καταδικάζονται επεμβάσεις για τη ματαίωση αγωγών με τη Ρωσία.
-Με βάση το πρόγραμμα που παρουσιάσατε πρόσφατα ποια θα είναι η συμβολή των δημόσιων επιχειρήσεων στην παραγωγική ανασυγκρότηση και ποια θα είναι η θέση σας για το ιδιοκτησιακό καθεστώς εταιριών, όπως τα Ελληνικά Πετρέλαια, που ελέγχονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από ιδιώτη.
«Στο οικονομικό πρόγραμμα, που παρουσιάστηκε πρόσφατα από τον πρόεδρο Α.Τσίπρα και τον Γ. Δραγασάκη αναφέρεται ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ότι μπορούν να γίνουν μοχλός ποιοτικής και ποσοτικής αναβάθμισης και ανασυγκρότησης του παραγωγικού συστήματος, με εντατικοποίηση των διαδικασιών για τον εκσυγχρονισμό και την ανασυγκρότηση τους, με νέους θεσμούς αυθεντικής συλλογικής έκφρασης των εργαζομένων, μακριά από κομματικές, εργοδοτικές ή άλλες πελατειακές λογικές. Επίσης, με διερεύνηση των δυνατοτήτων για σύναψη προγραμματικών συνεργασιών ανάμεσα στον δημόσιο τομέα και ιδιωτικές επιχειρήσεις, εγχώριες ή και αλλοδαπές, με στόχο την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, την επέκτασή τους σε νέες δραστηριότητες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς θα παγώσουμε τις ιδιωτικοποιήσεις των στρατηγικής σημασίας για την Εθνική οικονομία Δημόσιων Οργανισμών που πέρασαν στο περίφημο Ειδικό Ταμείο και θα επαναφέρουμε σταδιακά και ανάλογα με τις δυνατότητες της οικονομίας, υπό δημόσιο έλεγχο στρατηγικές επιχειρήσεις που είτε βρίσκονται σε πορεία ιδιωτικοποίησης είτε έχουν ιδιωτικοποιηθεί (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΣΕ, ΕΛΤΑ, ΕΥΔΑΠ, Μέσα Μεταφοράς κ.λπ.)». Αυτό αφορά και την ΕΛ.ΠΕ. που είναι εταιρεία στρατηγικής σημασίας».
- Στο πλαίσιο αποκρατικοποιήσεων που έχουν δρομολογηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση για τη ΔΕΠΑ, το ΔΕΣΦΑ και τα Ελληνικά Πετρέλαια (ποσοστό δημοσίου) ποια είναι η άποψη σας; Υποστηρίζετε την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας;
«Για τη ΔΕΗ, τη ΔΕΠΑ, το ΔΕΣΦΑ και τα ΕΛΠΕ λόγω του στρατηγικού ρόλου και της ειδικής σημασίας που έχουν, όχι μόνο στην ενεργειακή πολιτική αλλά ευρύτερα στην Οικονομία, θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχει πλήρης έλεγχος του Δημοσίου.
Βεβαίως, τα βήματα με τα οποία θα προχωρήσουμε θα καθοριστούν από μελέτη όλων των παραμέτρων που αφορούν στη σημερινή κατάσταση. Άμεσο σημαντικό βήμα για την νέα διακυβέρνηση θα είναι το πάγωμα των διαδικασιών ιδιωτικοποίησης, καμία περαιτέρω μείωση του ποσοστού του δημοσίου στους φορείς αυτούς».
-Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπέδειξε το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας, μέσω της πώλησης λιγνιτικών μονάδων και υδροηλεκτρικών μονάδων της ΔΕΗ. Ποια είναι η δική σας θέση;
«Ο υδάτινος πλούτος, όπως και το λιγνιτικό δυναμικό, ανήκει στη χώρα. Η εκμετάλλευση του ενεργειακού αυτού δυναμικού από μια δημόσια ΔΕΗ δεν στοχεύει στο μέγιστο κέρδος και λειτουργεί προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, αντίθετα, η εκχώρηση αυτών των πόρων στους ιδιώτες στοχεύει στην μεγιστοποίηση των κερδών για τις ιδιωτικές εταιρείες και την υπόσκαψη της ΔΕΗ γενικότερα. Ως εκ τούτου απόφασή μας είναι να υπάρξει πάγωμα της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και ακύρωση της εκποίησης του 17%, όπως προβλέπεται στο Μνημόνιο. Το βάρος θα δοθεί άμεσα στη διοικητική, οργανωτική και θεσμική ανασυγκρότηση της ΔΕΗ, ώστε μέσα σε ένα νέο περιβάλλον και στα πλαίσια ενός δημοκρατικού προγραμματισμού, η νέα διοίκηση και τα άλλα όργανα της ΔΕΗ να χαράξουν την πορεία της στο μέλλον.
Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι με την πώληση μονάδων της ΔΕΗ με το πρόσχημα του << ανοίγματος>> της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Στην ουσία θα πρόκειται για εκποίηση πολύτιμων περιουσιακών στοιχείων της ΔΕΗ, έναντι ευτελούς τιμήματος, προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων και βέβαια χωρίς κανένα όφελος για την εθνική οικονομία ή τους καταναλωτές.
Παρά το γεγονός ότι η διείσδυση των ιδιωτών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι σημαντική, κυρίως λόγω της προνομιακής τους μεταχείρισης σε βάρος της ΔΕΗ, δεν σταματούν να επικαλούνται το << άνοιγμα της αγοράς>> και την εκποίηση μονάδων της ΔΕΗ, καθώς πάγια τακτική του ιδιωτικού κεφαλαίου υπήρξε να πωλεί ακριβά στο δημόσιο και να αγοράζει από αυτό έναντι ευτελούς τιμήματος.
Στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο, όπως διαμορφώθηκε με το Ν4001/2011, υπάρχει απόλυτη προστασία των ιδιωτών παραγωγών. Ο ανταγωνισμός προς όφελος του καταναλωτή είναι γράμμα νεκρό και αποδεικνύεται από την συνεχή αύξηση των τιμών. Η πώληση μονάδων της ΔΕΗ εκφράζει ιδιοτελείς επιδιώξεις συμφερόντων, δεν θα αποφέρει στη ΔΕΗ παρά ασήμαντα ποσά, ενώ θα αποφέρει αστρονομικά κέρδη στους αγοραστές των μονάδων. Είναι επιεικώς απαράδεκτη».
- Στην περίπτωση πλήρους κρατικοποίησης ενεργειακών εταιριών με ποιο τρόπο θα αποζημιωθούν οι υφιστάμενοι μέτοχοι;
«Δεν εξετάζεται άμεσα η πλήρης κρατικοποίηση, αλλά ο πλειοψηφικός έλεγχος ώστε το δημόσιο να έχει καθοριστικό ρόλο. Θεωρούμε σαν καλύτερη μέθοδο για την απόκτηση ελέγχου μιας επιχείρησης, την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου».
- Η προηγούμενη κυβέρνηση και η υπηρεσιακή έχουν δρομολογήσει τις διαδικασίες για την έρευνα και αξιοποίηση υδρογονανθράκων της χώρας. Υποστηρίζετε τη συνέχιση αυτών των διαδικασιών και με ποιους όρους;
«Προφανώς αναφέρεστε στον νόμο 4001Φεκ179 22-8-11(άρθρα 145-164) που προβλέπει τη θεσμοθέτηση του Φορέα Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) μετά από κενό 13 χρόνων και τις αλλαγές στο Ν 2289/95 με βασική αλλαγή την μείωση της φορολογίας από 40% σε 20% + 5% για τις τοπικές κοινωνίες, όπως επίσης για την έναρξη της διαδικασίας «ανοικτής πόρτας» και την προώθηση της σεισμικής έρευνας με σεισμικά μη αποκλειστικής χρήσης.
Στεκόμαστε στο θέμα του φορέα και την στελέχωσή του.(άρθρο 152 Προσωπικό ΕΔΕΥ). Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε με ερωτήσεις τα 13 (1998-2011) αυτά χρόνια. Δυστυχώς ακόμη και τώρα Φορέας δεν υπάρχει, ούτε κάν υποβαθμισμένος, όπως προβλέπεται στο νόμο 4001, παρότι πέρασε ένας χρόνος από την ψήφισή του.
Χωρίς την ύπαρξη οργανωμένου και επαρκώς στελεχωμένου Φορέα η διαδικασία των παραχωρήσεων περιοχών για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων είναι στον αέρα. Οι Εταιρείες θα είναι ανεξέλεγκτες και τα προσδοκώμενα οφέλη θα εξαφανιστούν λόγω αδυναμίας ελέγχου. Το παράδειγμα με τις υπερτιμολογήσεις του κοιτάσματος του Πρίνου θα επαναληφθεί. Αυτοί που 13 χρόνια κωλυσιέργησαν ξαφνικά θέλουν να υπερπηδήσουν απαραίτητα στάδια που κατοχυρώνουν τα συμφέροντα του κράτους και προστατεύουν το περιβάλλον (Κανονισμοί ασφαλείας). Απαραίτητα στάδια είναι η σωστή στελέχωση του φορέα με την προσέλκυση Ελλήνων αλλά και ξένων, που αποδεδειγμένα διαθέτουν τις ικανότητες και μπορούν να συνεισφέρουν, αλλά πρωτίστως με το άνοιγμα στις νέες γενιές με προκήρυξη υποτροφιών για εξειδικεύσεις αναγκαίες για τον έλεγχο των συμβάσεων. Είναι το παράδειγμα που ακολούθησε η Νορβηγία. Θεωρούμε ότι η στελέχωση του φορέα προηγείται του ανοίγματος περιοχών στην Έρευνα και εκμετάλλευση.
Το θέμα της φορολογίας (Άρθρο 161) είναι επίσης πολύ σημαντικό. Στον νόμο 468/76 η φορολογία ήταν 50%, με τις υπερτιμολογήσεις εκμηδενίστηκε, στον Ν2289/95 ήταν 40% (περίοδος χαμηλών τιμών πετρελαίου) δεν προέκυψαν εκμεταλλεύσεις κοιτασμάτων ώστε να ξέρουμε τι θα προέκυπτε, σήμερα προέκυψε 20+5% (με υψηλές τιμές πετρελαίου) με το σκεπτικό της προσέλκυσης επενδύσεων. Σύμφωνα με ποιες μελέτες προέκυψε το 20+5% δεν γνωρίζουμε. Καλύτερα βέβαια θα ήταν να μιλάμε για συνολικά Κρατικά έσοδα, που σημαίνει Φόρος+μέρισμα. Μία μέση τιμή σε παγκόσμιο επίπεδο είναι περίπου το 60% του ποσού που προκύπτει μετά την αφαίρεση των εξόδων. Αλλά όλα αυτά έχουν κάποια αξία όταν υπάρχει έλεγχος, διαφορετικά μέσω των υπερτιμολογήσεων η εικόνα αντιστρέφεται. Αξίζει να πούμε και δύο λόγια για το φόρο 5% που θα διατεθεί στις τοπικές κοινωνίες. Προφανώς δίδεται για να κατευνάσει διαμαρτυρίες πολιτών για περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ας είναι ανήσυχοι λοιπόν οι τοπικοί άρχοντες και ας μη επιχαίρουν.
Μια νέα κυβέρνηση της αριστεράς θα μελετήσει εξαρχής το όλο θέμα της φορολόγησης».
-Στο Πρόγραμμα σας αναφέρετε ότι για την αναζήτηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων προϋπόθεση είναι η φιλικότητα προς το περιβάλλον και η ειρηνική διευθέτηση διαφορών με γειτονικές χώρες, μέσα από αμοιβαίους συμβιβασμούς με κοινό όφελος. Με βάση αυτή την προσέγγιση είστε υπέρ της οριοθέτησης ΑΟΖ με γειτονικές χώρες και δη την Τουρκία;
«Η έννοια της ΑΟΖ φαίνεται να ευνοεί τα Ελληνικά συμφέροντα, έναντι των διεκδικήσεων της Τουρκίας. Αυτοί που επί χρόνια δεν κατάφεραν να κλείσουν μια συμφωνία με τον Αραβικό κόσμο, παρόλη την φιλοαραβική πολιτική και να εκμεταλλευτούν την θέση μας στην Ε.Ε., ώστε να κάνουν την Τουρκία να ολισθήσει σε πιο ρεαλιστικές θέσεις, επέλεξαν την περίοδο που η Ελλάδα βρίσκεται στο «εδώλιο» των αγορών για να διεκδικήσουν και να επιβάλουν ΑΟΖ!! Θεωρούμε την εδώ και τώρα προκήρυξη της ΑΟΖ και την θεωρία για τα τεράστια κοιτάσματα που την συνοδεύει τουλάχιστον αποπροσανατολιστικές.
Η ΑΟΖ μπορεί να προωθηθεί στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Η ειρηνική διευθέτηση των διαφορών εγγυάται την πλέον συμφέρουσα λύση για τον Λαό μας. Ο χρόνος που θα επιλεγεί πρέπει να είναι κατάλληλος και θα προκύψει με την καλυτέρευση του διεθνούς κλίματος αφενός και την διαβούλευση των θέσεών μας με τους γείτονές μας στη Μεσόγειο αφετέρου».
- Υποστηρίζετε την αντικατάσταση των ορυκτών, ρυπογόνων και θερμικών πηγών ενέργειας από ήπιες πηγές ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι οι υπό απόσυρση (με βάση το πρόγραμμα της ΔΕΗ) παλαιές λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ θα αντικατασταθούν με ΑΠΕ;
«Η στρατηγική στόχευση μας είναι η μετάβαση στις ΑΠΕ και η απόσυρση των μονάδων που λειτουργούν με λιγνίτη και άλλα ορυκτά καύσιμα. Ούτως ή άλλως η μείωση των αποθεμάτων λιγνίτη μας οδηγεί στη μεταλιγνιτική εποχή, ενώ και για φυσικό αέριο και πετρέλαιο η στόχευσή μας είναι η ορθολογική χρήση τους στο μίγμα καυσίμου για το οποίο θα επιδιώκουμε να μετατοπίζεται προς την μέγιστη δυνατή αξιοποίηση ΑΠΕ, αλλά χωρίς επίσης να έχουμε αυταπάτες ότι η πορεία αυτή προς τις ΑΠΕ, μπορεί να προχωρήσει με εκείνους τους ρυθμούς που θα θέλαμε τόσο για τεχνικούς όσο και οικονομικούς λόγους.
Εδώ και καιρό η ΔΕΗ κινείται ήδη προς ένα πιο «πράσινο» μίγμα καυσίμου (μονάδες φυσικού αερίου στη Μεγαλόπολη και το Αλιβέρι, διασύνδεση Κυκλάδων και Κρήτης, με αποτέλεσμα μείωση της ρυπογόνου παραγωγής από παλιές μονάδες) παρόλα αυτά δεν είναι δυνατή, τουλάχιστο στο προσεχές μέλλον, η πλήρης αντικατάσταση των παλαιών λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ με ΑΠΕ, κυρίως λόγω του κόστους αλλά και επειδή είναι απαραίτητη η λειτουργία τους, για λόγους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, σαν μονάδες βάσης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Τεχνολογικές εξελίξεις δίνουν τη δυνατότητα λιγνιτικές μονάδες που αποσύρονται να αντικατασταθούν από νέες αποδοτικότερες και καθαρότερες με δυνατότητα μελλοντικής δέσμευσης του CO2. Το κόστος παραγωγής των νέων μονάδων μαζί με την πληρωμή των ρύπων, παραμένει μικρότερο από το κόστος των μονάδων Φυσικού Αερίου.
Στην επιλογή του κατάλληλου μίγματος καυσίμου δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι η συμμετοχή των ΑΠΕ, που θα αυξάνεται με το χρόνο, θα επιβαρύνει το κόστος για τη ΔΕΗ και ασφαλώς θα επιδράσει στον καταναλωτή. Είναι γνωστό πως οι τιμές που έχουν θεσμοθετηθεί είναι πολύ υψηλές, ιδιαίτερα στα Φ/Β και επομένως το τέλος ΑΠΕ θʼ αυξηθεί κατακόρυφα. Επιπλέον χρειάζονται δαπανηρά έργα για να εξασφαλιστεί η ευστάθεια του Συστήματος. Οι προκλήσεις αυτές μόνο με ένα σωστό μακροχρόνιο προγραμματισμό και ορθολογική ιεράρχηση μπορούν να αντιμετωπιστούν».
-Ποια είναι η θέση σας για τους αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου ( ITGI , South Stream , TAP ) από τη Ρωσία και το Αζερμπαϊτζάν προς τις ευρωπαϊκές αγορές, μέσω της Ελλάδος; Πώς αντιλαμβάνεται ο ΣΥΡΙΖΑ την ανάδειξη της χώρας ως ενεργειακού κόμβου στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τα ζητήματα συνεργασίας με την Κύπρο σε σημαντικά ενεργειακά projects ;
«Σχετικά με τους αγωγούς φυσικού Αερίου θεωρούμε θετικό η χώρα να έχει πρόσβαση σε διαφορετικές ενεργειακές πηγές. Έτσι συναινούμε στην ολοκλήρωση των σχετικών έργων. Τους αγωγούς φυσικού αερίου τους βλέπουμε θετικά όχι μόνο γιατί προμηθεύουν την Ελλάδα και ευρύτερα την Ευρώπη με φυσικό αέριο, που είναι φιλικότερο καύσιμο σε σχέση με τα υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα αλλά και επειδή αναβαθμίζει τη γεωπολιτική θέση της χώρας δίνοντας τη δυνατότητα και καλυτέρευσης των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες. Σαν αρνητικό βλέπουμε την παρέμβαση ισχυρών κρατών (π.χ. ΗΠΑ και του διευθυντηρίου της Ε.Ε.) στη προώθηση ορισμένων από αυτούς. Οι επεμβάσεις ειδικότερα για την ματαίωση των αγωγών με τη Ρωσία είναι απαράδεκτες.
Τα πράγματα όμως, όπως θα γνωρίζετε, είναι αρκετά μπερδεμένα. Ως προς τους αγωγούς ITGI και TAP, που υποτίθεται θα μεταφέρουν το αζέρικο Αέριο, φαίνεται ότι δεν υπάρχει αρκετό αέριο για την πλήρωση και των δύο αγωγών, ενώ η BP απέκλεισε τον ITGI από το κοίτασμα του Shah Deniz. Όσο για τον South Stream φαίνεται να μη συζητείται καν το νότιο τμήμα του που αφορά την Ελλάδα».