Η έγκριση από το ECOFIN του νέου προγράμματος σύγκλισης επικυρώνει στην ουσία την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική της χώρας, που ως γνωστόν εφαρμόστηκε με βαρύ κοινωνικό κόστος.
Η έγκριση αυτή δεν σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία εξασφαλίζει όρους πραγματικής σύγκλισης και κοινωνικής συνοχής στην μετά-ΟΝΕ εποχή.
Αντίθετα το κεντρικό νόημα της έγκρισης του Προγράμματος Σύγκλισης, που καταρτίστηκε ερήμην του ελληνικού λαού και χωρίς την έγκριση του Κοινοβουλίου, είναι ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ πρέπει να συνδυαστεί με ένταση των προσπαθειών για ιδιωτικοποιήσεις, μείωση των δημόσιων δαπανών και συγκράτηση του πληθωρισμού, ώστε να διασφαλιστούν η περίφημη διατηρησιμότητα της δημοσιονομικής θέσης της χώρας και η ταχύτερη δυνατή εναρμόνισή της με το πρόγραμμα σταθερότητας.
Οι δεσμεύσεις αυτές, μετά το επικείμενο κλείδωμα της δραχμής, προδιαγράφουν τη νέα μετά-ΟΝΕ λιτότητα στους μισθούς, τον περιορισμό των κοινωνικών δαπανών μέσω της απορύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος, την εκποίηση νέων κερδοφόρων τμημάτων στο χώρο των ΔΕΚΟ, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας. Οι διαπιστώσεις αυτές, τις οποίες η κυβέρνηση για προεκλογικούς λόγους αποσιωπά, περιγράφουν το αποτέλεσμα της δεξιόστροφης πολιτικής που ασκήθηκε για την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ.
To Γραφείο Τύπου