Στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Θεσσαλίας με θέμα «Εξόρυξη λιγνίτη στην περιοχή Δομένικου Ελασσόνας» (06.09.2012), η βουλευτίνα Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ Ηρώ Διώτη, συντονίστρια της ΕΕΚΕ Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ, έκανε την ακόλουθη τοποθέτηση:
«Και στο θέμα του λιγνίτη, είναι η δύναμη της τοπικής κοινωνίας που θα ισχυροποιήσει τον ίδιο των αγώνα κατά της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων και της Ελασσόνας, και όχι από μόνη της η δημιουργία μίας επιτροπής φορέων που θα καταπιαστεί με το ζήτημα. Και η τοπική κοινωνία, όσο μεγαλύτερη ενημέρωση και πληροφόρηση έχει, όσο περισσότερους αρωγούς έχει στον αγώνα της, τόσο πιο ισχυρή απάντηση θα δώσει στα κυβερνητικά σχέδια για το άνοιγμα και την εκχώρηση νέων λιγνιτικών κοιτασμάτων σε ιδιώτες.
Το ιστορικό στην περιοχή μας για τον λιγνίτη και τη στάση της τοπικής κοινωνίας είναι γνωστό. Ένας παράγοντας, όμως, που προστέθηκε στην εξίσωση είναι η είσοδος της χώρας μας στο Μνημόνιο, με όρους οικονομικά και κοινωνικά επαχθέστατους. Με το τελευταίο Μνημόνιο, το Ν. 4046/2012, δηλαδή την περίφημη σύμβαση για το PSI, η υποχρέωση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στους δανειστές της και στην Ε.Ε. σε ό,τι αφορά στο λιγνίτη, συγκεκριμενοποιείται: διαβάζουμε στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V_2_ΕΛΛ “Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής”, στη σελίδα 512, στα “Μέτρα για την αύξηση του ανταγωνισμού στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας” πως προβλέπεται σαφώς ότι: στο 1ο τρίμηνο του 2012 η Κυβέρνηση οριστικοποιεί τα μέτρα που διασφαλίζουν την πρόσβαση τρίτων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Το 2ο τρίμηνο του 2012 αρχίζει την εφαρμογή τους, ενώ τον Νοέμβριο του 2013 ολοκληρώνεται η εφαρμογή των μέτρων που διασφαλίζουν την πρόσβαση ανταγωνιστών της ΔΕΗ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Οπότε, το επιχείρημα περί δημόσιας εκμετάλλευσης καταρρίπτεται.
Στην εξίσωση πρέπει να συνυπολογίσουμε και το εξής, το οποίο πολύς κόσμος δεν το γνωρίζει καν: όσο η Ελλάδα κάνει όχι απλά χρήση, αλλά υπερχρήση βρώμικης ενέργειας, θα πληρώνει στο επιλεγόμενο χρηματιστήριο ρύπων. Το θέμα είναι και αναπτυξιακό και ενεργειακό, αφού η δημοπράτηση νέων λιγνιτικών πεδίων αντιτίθεται πλήρως στις δεσμεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση των εκπομπών. Φανταστείτε ότι το 2009 πάνω από το 55% του ηλεκτρισμού μας προήλθε από το συγκεκριμένο καύσιμο, που ανάγεται στο πλέον βρώμικο αναφορικά με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Δεν είναι δυνατόν η Κομισιόν να μιλάει για επίτευξη του στόχου “20–20– 20” για το τέλος της 10ετίας κι εμείς να μιλάμε για ανάπτυξη νέων λιγνιτωρυχείων στη χώρα μας, προκειμένου αυτά να περάσουν σε ιδιωτικά χέρια, με τεράστιες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και επιπτώσεις στη δημόσια υγεία.
Κυρίες και κύριοι, μοναδικός στόχος είναι το άνοιγμα της πρόσβασης και εκμετάλλευσης σε τρίτους, σε ιδιώτες. Και εάν απορεί κανείς γιατί να γίνει αυτό, να σας ενημερώσω για το εξής: σύμφωνα με την τελευταία έκθεση-αναφορά του γερμανικού ιδρύματος Heinrich Böll, προκύπτει ότι η Γερμανία έχει δικαίωμα να αυξήσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, επειδή τις έχει ήδη μειώσει αρκετά. Έτσι, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, μπαίνοντας στη διαδικασία να κλείσει τα πυρηνικά της εργοστάσια λόγω της Φουκουσίμα, μπορεί τώρα να παράγει ενέργεια από λιγνίτη. Τη στιγμή που μιλάμε, στη Γερμανία κατασκευάζονται όχι ένα ή δύο, αλλά 23 εργοστάσια παραγωγής ενέργειας που θα καίνε λιγνίτη. Η Κίνα, αντίστοιχα, δεν ξέρει καν πόσα εργοστάσια που καίνε λιγνίτη έχει σε λειτουργία. Όπως αντιλαμβάνεστε, υποψήφιοι “μνηστήρες” για τους τόνους λιγνίτη που αναμένουν να εξορύξουν από την Ελασσόνα, τη Δράμα και άλλα ενδεχομένως στο μέλλον πεδία, υπάρχουν. Μένει να αρθούν και τα τελευταία εμπόδια, ώστε ο αρραβώνας να γίνει γάμος.
Όπως αντιλαμβάνεστε, τα συμφέροντα είναι πολύ μεγάλα, οι πιέσεις από την κυβέρνηση αλλά και την τρόικα ιδιαίτερα ισχυρές, άρα και το μέτωπο που πρέπει να δημιουργηθεί από όλους μας, πρέπει να είναι ενιαίο, αρραγές και αγωνιστικό και να αντέξει ως το τέλος».
To Γραφείο Τύπου