1.
Η Βαλκανική
συνάντηση που πραγματοποιείται αύριο
(25/10/2000) στην Οχρίδα είναι ένα σημαντικό
γεγονός.
Βεβαίως η πολιτική ζωή της χώρας κινείται σε άλλα μήκη κύματος και δεν ασχολείται με τα θέματα αυτά. Οπως δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με την Σύνοδο του Μπίαριτς όπως δεν ασχολείται με την προετοιμασία της συνόδου κορυφής της Νίκαιας, όπως δεν ασχολείται με την δυσμενή κι επικίνδυνη εξέλιξη στο Κυπριακό και τη Μέση Ανατολή.
Ο ΣΥΝ σε πείσμα αυτού του κλίματος παρακολουθεί προσεκτικά τις εξελίξεις και με την σημερινή του συνέντευξη θέλει να συμβάλει στην ευαισθητοποίηση ως προς αυτά και της κοινής γνώμης και της πολιτικής ηγεσίας της χώρας.
Η Ελληνική εξωτερική πολιτική εμφανίζει επικίνδυνες αδυναμίες :
Οι Ευρωπαϊκές αλλά και οι βαλκανικές εξελίξεις θα προσδιορίσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της χώρας μας και δεν είναι δυνατόν να μην αποτελούν μόνιμα την πρώτη προτεραιότητα όλων μας.
Η αυριανή Διαβαλκανική Διάσκεψη στην Οχρίδα της ΠΓΔΜ, η πρώτη μετά την αλλαγή στη Γιουγκοσλαβία, αλλά και μετά τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στο Κοσσυφοπέδιο, είναι η δεύτερη μετά την αντίστοιχη Διάσκεψη της Κρήτης το 1997.
Γίνεται σε μια περίοδο που από τη μια δημιουργούνται νέες δυνατότητες με την πολιτική αλλαγή στη Γιουγκοσλαβία, αλλά ταυτόχρονα εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι αποσταθεροποίησης, εθνικιστικών και αποσχιστικών σχεδίων στην περιοχή. Εμείς θέλουμε η διάσκεψη αυτή να μπορέσει να συμβάλλει στην παραπέρα εκτόνωση των εντάσεων και την εξεύρεση λύσεων σε σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν επιμέρους χώρες, αλλά και συνολικά η περιοχή.
2.
Η Ελλάδα προσέρχεται
στη Διάσκεψη σε μία περίοδο που οι σχέσεις
της με μια σειρά από χώρες είναι σε ένταση,
ενώ ταυτόχρονα στην εξωτερική πολιτική της
χώρας υπάρχουν εκκρεμότητες, που πρέπει να
αντιμετωπιστούν.
Πιο αναλυτικά:
α. Ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αυτά που συνέβησαν κατά
τη διάρκεια της Νατοϊκής άσκησης �Destined Glory
2000� αποκάλυψαν ότι τα πραγματικά
προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών δεν έχουν
αντιμετωπιστεί, αλλά προστίθενται νέες
εντάσεις.
Η Τουρκία και μέσω της νατοϊκής άσκησης
επιχειρεί να διαμορφώσει κρίση
διευρύνοντας τις διεκδικήσεις της στο
Αιγαίο, διαμορφώνοντας και νέες "γκρίζες
ζώνες" αμφισβήτησης των κυριαρχικών
δικαιωμάτων της χώρας.
Μετά τα γεγονότα στα Στροβίλια, την
επίσημη επανάληψη των διεκδικήσεών της,
την αδιαλλαξία στο Κυπριακό τώρα με την
ανοχή και την κάλυψη του ΝΑΤΟ προχωράει
τις προκλήσεις κι όλα αυτά την ώρα που
εκκρεμεί η διαμόρφωση της Εταιρικής
σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, σχέση που θα
καθορίσει την πορεία της ενταξιακής
διαδικασίας, βασικό χαρακτηριστικό της
οποίας πρέπει να είναι η συμμόρφωση προς
το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τους κανόνες
του Διεθνούς δικαίου.
Για την κατάσταση που δημιουργήθηκε στη
νατοϊκή άσκηση και οδήγησε τελικά στην
αποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων από
αυτήν ευθύνες έχει και το ΝΑΤΟ και οι
κυβερνήσεις των χωρών μελών του.
Η ελληνική κυβέρνηση μετά τις εξελίξεις θα
πρέπει να θέσει τα θέματα στο ΝΑΤΟ και να
ζητήσει την επανεξέταση της νέας δομής
διοίκησης της συμμαχίας.
Η συνέχιση της Νατοϊκής άσκησης, μετά την
αποχώρηση της Ελλάδας, εξαιτίας της
προκλητικής στάσης της Τουρκίας, σημαίνει
νομιμοποίηση της Τουρκικής συμπεριφοράς
και διαμόρφωση νέου δυσμενέστερου
πλαισίου για την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση πρέπει να δώσει εξηγήσεις. Δεν
συμμερίζομαι το κλίμα αισιοδοξίας και
δικαιολόγησης, ως προς τη στάση του ΝΑΤΟ,
που καλλιεργεί η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση
δεν μπορεί να συμπεριφέρεται ως να μην
συμβαίνει τίποτε, σαν να είμαστε σε
ουδέτερο σημείο. Πολύ περισσότερο δεν
είναι επιτρεπτό η κυβέρνηση και αυτό το
κρίσιμο πρόβλημα να το αντιμετωπίσει με
ενδοκυβερνητική διγλωσσία, με όρους
εσωκομματικών αντιθέσεων γραμμών και
προσώπων.
Όταν πριν 3 χρόνια είχε βιαστικά προσυπογράψει τη συμφωνία για τη νέα δομή είχαμε προειδοποιήσει και στη Βουλή για τα προβλήματα και τις εκκρεμότητες που περιελάμβανε κυρίως όσον αφορά το σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας.
Χωρίς αυτό το σεβασμό, δεν
υπάρχουν τα θεσμικά και πολιτικά πλαίσια
νομιμοποίησης των ασκήσεων του ΝΑΤΟ. Γιατί
είναι αντιφατικό και προκλητικό το
πλαίσιο μιας συμμαχικής άσκησης να
χρησιμοποιείται ως ευκαιρία από μια χώρα
μέλος της συμμαχίας για να αμφισβητήσει
κυριαρχικά δικαιώματα μιας άλλης χώρας
μέλους. Θα πρέπει να διαμηνύσει ότι η
συμμετοχή της σε νατοϊκές ασκήσεις έχει ως
προϋπόθεση αυτό το σεβασμό. Διαφορετικά θα
βρίσκεται μπροστά σε τέτοια προβλήματα,
που θα καλείται να λύσει ο όποιος
στρατιωτικός διοικητής.
Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να
αποκτήσει ολοκληρωμένη αποφασιστική
πολιτική που να υπηρετείται ενιαία
απ΄όλους τους αρμοδίους. Πολιτική που θα
προασπίσει τα ελληνικά συμφέροντα και θα
προωθεί βέβαια την εξομάλυνση των σχέσεων
με την Τουρκία, αλλά και με τις άλλες
γειτονικές χώρες.
β. Σχέσεις Ελλάδας - Αλβανίας
Προβλήματα
δημιουργήθηκαν και στη σχέση της χώρα μας
με την Αλβανία με αφορμή τις δημοτικές
εκλογές και κυρίως στην περιοχή της
Χειμάρρας, όπου αποδεδειγμένα υπήρξαν
κρούσματα εκφοβισμού, αλλά και
διαπιστώθηκε νοθεία.
Μας ανησυχεί η έξαρση εθνικισμού από
παράγοντες της γειτονικής χώρας.
Μας ανησυχεί το γεγονός ότι συστατικό
στοιχείο των ελληνοαλβανικών σχέσεων δεν
είναι η διασφάλιση των δικαιωμάτων της
ελληνικής μειονότητας γεγονός που βαρύνει
και την ελληνική κυβέρνηση.
Γι' αυτό οφείλει να κινηθεί χωρίς
ταλαντεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση και
να μην επιτρέψει να βρουν έδαφος
εθνικισμοί είτε στην Αλβανία, είτε και στη
χώρα μας.
Παράλληλα οφείλει να διαμορφώσει
ολοκληρωμένη μεταναστευτική πολιτική,
πράγμα που καθυστερεί αδικαιολόγητα
προκειμένου τόσο η ελληνική μειονότητα
στην Αλβανία, όσο οι Αλβανοί μετανάστες
στη χώρα μας να αποτελέσουν γέφυρες φιλίας
και συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
γ. Σχέσεις με πΓΔΜ
Στις συνθήκες που
διαμορφώνονται σήμερα (μετά τις αλλαγές
στην Γιουγκοσλαβία) η επίλυση του
προβλήματος που σχετίζεται με το όνομα της
Π.Γ.Δ.Μ. είναι στρατηγικής σημασίας για τα
ελληνικά συμφέροντα αλλά και για την
σταθερότητα στην περιοχή.
Θυμίζουμε οτι η θέση του ΣΥΝ ήταν από την
αρχή υπέρ μιας λύσης στη βάση σύνθετης
ονομασίας. Αυτή η λύση δεν προωθήθηκε όταν
ήταν πολύ ρεαλιστική η προώθησή της
εξαιτίας του κλίματος που διαμορφώθηκε
στην εσωτερική πολιτική ζωή. Χάσαμε έτσι
ευνοϊκές συνθήκες και χρόνο. Τώρα πια έχει
αποδειχτεί το λάθος εκείνης της πολιτικής.
3.
Η Ελλάδα ως Βαλκανική
χώρα, χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
πρέπει να έχει ολοκληρωμένη Βαλκανική
πολιτική, πολιτική που κατά την άποψή μας
δεν διαθέτει σήμερα και οφείλει να
πρωτοστατήσει για τη σταθερότητα, την
ανάπτυξη και τη συνεργασία των χωρών της
περιοχής. Μία τέτοια Βαλκανική πολιτική
πρέπει να περιλαμβάνει :
3.1. Ανάληψη πρωτοβουλιών από την Ελλάδα και άσκηση πίεσης στην Ε.Ε. ώστε να επανεξεταστεί η πολιτική της διεύρυνσής της και να συμπεριλάβει στον κατάλογο των υποψηφίων χωρών τη Γιουγκοσλαβία, αλλά και τις άλλες χώρες των Βαλκανίων.
3.2.
Στον τομέα της οικονομίας η Ελλάδα να
εργαστεί για την διαμόρφωση ευρωπαϊκών
προγραμμάτων (διευρωπαϊκά δίκτυα κ.λ.π.),
ώστε να ενισχυθεί η προσπάθεια των χωρών
της Βαλκανικής για οικονομική ανόρθωση
και ανάπτυξη.
Για το σκοπό αυτό
πρέπει να αλλάξει το Σύμφωνο Σταθερότητας
προς την κατεύθυνση της ισότιμης
συμμετοχής όλων των Βαλκανικών χωρών
χωρίς εκβιαστικές υπαγορεύσεις για τα
ιδιαίτερα μοντέλα οικονομικής ανάπτυξης
των χωρών.
3.3. Να ενεργοποιήσει η Ελλάδα σ' όλα τα επίπεδα (κάθε χώρας, βαλκανικά και ευρωπαϊκά), όλους τους παράγοντες (οικονομικούς, πολιτικούς, πολιτιστικούς κ.λ.π.) που καλούνται να συμβάλλουν στην οικοδόμηση αμοιβαίας επωφελούς συνεργασίας.
3.4. Να αναδειχθεί το ζήτημα σεβασμού των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της εμβάθυνσης του εκδημοκρατισμού χωρίς ξένες επεμβάσεις οι οποίες μπορεί να λειτουργήσουν ανασταλτικά ή και αποσταθεροποιητικά.
3.5. Σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων σαν συστατικό στοιχείο του εκδημοκρατισμού.
3.6. Θεσμοθέτηση της σύγκλισης Διαβαλκανικών Διασκέψεων τόσο σε επίπεδο κορυφής, όσο και σε χαμηλότερα επίπεδα θεματικών Συνόδων κοινής αποδοχής και ωφελιμότητας.
3.7. Να ασκηθούν ενεργητικές πολιτικές για την διασφάλιση της ειρήνης ανάμεσα στους γειτονικούς λαούς της Βαλκανικής ώστε να μειωθούν οι στρατιωτικές δαπάνες προκειμένου να εξοικονομηθούν κονδύλια για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων.
4.
Ιδιαίτερα για την
Γιουγκοσλαβία η Ελλάδα πρέπει να εργαστεί
ώστε:
4.1. Να κατοχυρωθεί η πλήρης ένταξη της Γιουγκοσλαβίας στη Βαλκανική, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και τη διεθνή κοινότητα με την ολοκληρωτική άρση του εμπάργκο.
4.2. Η Ε.Ε. και η διεθνής κοινότητα να καταβάλουν αποζημιώσεις για τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, η οποία να δοθεί σε όλους τους λαούς που τη συναποτελούν.
4.3. Να μειωθεί η ένταση στην περιοχή. Να απαιτήσει η Ελλάδα τη δέσμευση όλων των διεθνών οργανισμών ότι θα γίνουν σεβαστά τα υπάρχοντα σύνορα στη Βαλκανική.
4.4. Να ανοίξει ο διάλογος για την οικοδόμηση συστήματος συνασφάλειας με τη μείωση και σταδιακή απόσυρση των ξένων στρατευμάτων από την περιοχή.
Δυστυχώς σ' όλα αυτά τα ζητήματα η κυβέρνηση βαδίζει με ταλαντεύσεις και αντιφάσεις, με αλαζονεία και αυταρέσκεια, ενώ θα μπορούσαν να απασχολήσουν την Βουλή και άλλους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς.
Πιστεύουμε ότι μία βαλκανική πολιτική συνεργασίας, φιλίας και ειρήνης είναι υπόθεση όλων των πολιτικών δυνάμεων.
Ο ΣΥΝ έχει αποδείξει ότι αντιλαμβάνεται αυτή του την ευθύνη. Και σήμερα που δρομολογούνται εξελίξεις θα αναλάβει πρωτοβουλίες σ΄όλα τα επίπεδα για να προωθεί μία τέτοια πολιτική.
Μας απασχολεί η σταθερότητα στην περιοχή και επίσης ιδιαίτερα μας ενδιαφέρει η δίκαιη λύση του Κυπριακού προβλήματος στα πλαίσια των αποφάσεων του ΟΗΕ και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, διζωνική, δικοινοτική Ομοσπονδία, μια κυριαρχία, μια υπηκοότητα, μια διεθνής προσωπικότητα.
Μας ενδιαφέρει η σταθερότητα στα Βαλκάνια. Η οικονομική πολιτική, πολιτιστική και στρατηγική οντότητα των Βαλκανίων είναι οργανικό μέρος για την προοπτική μιας ενωμένης Ευρώπης. Είναι αναπόσπαστο μέρος της πολυπολιτισμικής Ευρώπης του 21ου αιώνα.
Μας ενδιαφέρει η διαμόρφωση στα πλαίσια των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ενός ειλικρινούς πεδίου προσέγγισης, που δεν θα αμφισβητεί βασικές δεσμεύσεις του διεθνούς δικαίου και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Επίσης εκφράζουμε το ενδιαφέρον μας για την ενίσχυση με κάθε τρόπο της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση Ανατολή. Διότι, εάν ενταφιαστεί η ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή, τότε αυτό θα αποτελεί στρατηγική οπισθοδρόμηση, επικίνδυνη για όλη την ευρύτερη περιοχή εντός της οποίας βρίσκεται και η Ελλάδα και τα κυριαρχικά μας συμφέροντα.
To Γραφείο Τύπου