Με έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών μου γνωστοποιείται, 42 ημέρες μετά την κατάθεση της σχετικής αίτησής μου (30/10/2012), ότι «δεν υπάρχουν στα οικεία αρχεία του Υπουργείου» έγγραφα σχετικά με τις συναντήσεις του τότε Πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου και του τότε Υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου με τους επικεφαλής διεθνών τραπεζικών ιδρυμάτων, μεταξύ των οποίων της HSBC και της UBS τον Ιανουάριο 2012.
Ανάλογη ήταν η απάντηση του Υπουργείου Οικονομικών ως προς τη λίστα Λαγκάρντ, για την οποία, επίσης, ουδεμία καταχώριση υφίσταται στα αρχεία του Υπουργείου.
Δεν είναι, προφανώς, αδιάφορο, αλλά αντιθέτως είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι η HSBC είναι η Τράπεζα, την οποία αφορά η λίστα Λαγκάρντ. Ούτε άλλωστε είναι αδιάφορο ότι η επίμαχη συνάντηση, που ομολογήθηκε τόσο από τον κ. Παπακωνσταντίνου, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας στις 24/10/2012, όσο και από τον κ. Παπανδρέου, με έγγραφο του γραφείου του, στις 26/10/2012, πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο 2011, δηλαδή σε χρόνο κατά τον οποίο ο πρώτος (Γ. Παπακωνσταντίνου) έχει ήδη από μηνών στην προνομιακή και αποκλειστική κατοχή του τη λίστα Λαγκάρντ, γεγονός για το οποίο έχει ενημερώσει τον δεύτερο (Γ. Παπανδρέου).
Η απόπειρα να εμφανισθεί η συνάντηση αυτή ως «θεσμική», «υπηρεσιακή», πραγματοποιηθείσα στα πλαίσια της «προσπάθειας σωτηρίας της χώρας» δεν τελεσφόρησε. Η μη καταχώριση της παραμικρής σχετικής πληροφορίας (πρακτικών επισήμων συναντήσεων, εκθέσεων απολογισμού, κάθε σχετικού κατατεθέντος εγγράφου και σχετικής επίσημης αλληλογραφίας) στα αρχεία του Υπουργείου Οικονομικών αποκαλύπτουν άλλη μια πτυχή της εξωθεσμικής και παραθεσμικής δράσης μιας παρεοκρατίας που συμπεριφέρθηκε σαν η τύχη της χώρας να της ανήκε και σαν να είχε δικαίωμα να χαραμίσει την ζωή και το μέλλον μας.
Αποδεδειγμένα, πλέον, αποκαλύπτεται χαλκευμένο το περιεχόμενο της κατάθεσης ακόμη ενός προσώπου που εμφανίσθηκε ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Ωστόσο, παρά τις επάλληλες αποκαλύψεις, η διερεύνηση της συγκεκριμένης υπόθεσης διεκόπη από την 1/11/2012 και έκτοτε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας αρνείται αδικαιολόγητα τη συνέχιση της έρευνας με διάφορα προσχήματα. Εν τέλει, απροσχημάτιστα δεν εισάγει επανειλημμένα αιτήματα για κλήση και εξέταση προσώπων που θα φωτίσουν περαιτέρω την υπόθεση.
Μετά και από αυτήν την αποκάλυψη και ενώ η δικογραφία για την λίστα Λαγκάρντ παραμένει, και αυτή, στα συρτάρια της νομοθετικής υπηρεσίας της Βουλής και δεν δίδονται αντίγραφά της ούτε στους βουλευτές ούτε στα κόμματα, είναι δεδομένο ότι επιτείνονται οι ευθύνες συγκάλυψης και υπόθαλψης.
Χάριν πλήρους αποκάλυψης των διαστάσεων της εξακολουθητικής απόπειρας συγκάλυψης και εξαπάτησης του Ελληνικού λαού, παρατίθεται αυτούσια η τοποθέτηση του κ. Παπακωνσταντίνου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας:
«Ο κ. Μπίκας μου ανέφερε για πρώτη φορά, είπα αρχές καλοκαιριού, αν θυμάμαι καλά ο κ. Μπίκας έχει πει άνοιξη, Μάιος, Ιούνιος, εκεί κάπου, την ύπαρξη των στοιχείων αυτών [...] Πώς ήρθαν τα στοιχεία; Τα στοιχεία ήρθαν μέσα από διπλωματικό σάκο [...]. Εγώ θα ήθελα να επαναλάβω αυτό το οποίο είπα και το πρωί, ότι παρελήφθησαν τον Οκτώβριο το είπα και το επαναλαμβάνω.»
«Λοιπόν, ο Πρωθυπουργός ενημερώθηκε από μένα, πριν γίνουν ενέργειες από την Ελβετία, ότι υπάρχει μια δυνατότητα να έχουμε κάποια στοιχεία. Μου είπε «προχώρα». Τα στοιχεία αυτά ελήφθησαν, ενημερώθηκε ότι ελήφθησαν και μου είπε «προχώρα με τις έρευνες» [...]»
Ακόμη, απαντώντας σε ερώτησή μου σχετικά με τη συνάντησή του με τραπεζίτες του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων και με τους επικεφαλής των Ελβετικών Τραπεζών «HSBC» και «UBS», κατά την διάρκεια της Ετήσιας Συνόδου του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) στο Νταβός της Ελβετίας τον Ιανουάριο του 2011, συνομολόγησε ότι η συγκεκριμένη συνάντηση, στην οποία συμμετείχε και ο τότε Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, έλαβε πράγματι χώρα.
Πιο συγκεκριμένα ο κ . Παπακώνσταντίνου, δήλωσε τα εξής:
«Ρωτήσατε με ποιον συναντηθήκαμε στο Νταβός μαζί με τον Πρωθυπουργό. Στο Νταβός με τον Πρωθυπουργό συναντηθήκαμε με τους επικεφαλής των μεγαλυτέρων διεθνών τραπεζών [...]»
«Άρα, λοιπόν, να σας επιβεβαιώσω ότι έγιναν συναντήσεις με εκπροσώπους του χρηματοπιστωτικού κατεστημένου του κόσμου, γιατί αυτό είναι το Νταβός, αυτός είναι ο ρόλος του και για αυτό πηγαίνει κανένας εκεί.»
«Οι συναντήσεις αυτές, βεβαίως, δεν έγιναν για προσωπικούς λόγους, γιατί δεν πήγαμε εκεί ως άτομα, αλλά ως Πρωθυπουργός της Ελλάδος και Υπουργός Οικονομικών. Είναι χρέος, λοιπόν, του Πρωθυπουργού της Ελλάδος και του Υπουργού Οικονομικών να συναντηθεί με όλους όσους έχουν ένα σημαντικό και ενεργό ρόλο στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα για να εξηγήσει τις θέσεις της Ελλάδας, να εξηγήσει τι κάνουμε, πότε το κάνουμε και γιατί δεν πρέπει η Ελλάδα να αποκλειστεί από τις αγορές».
Εντούτοις, και παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις μου, αρνήθηκε να αποκαλύψει το ακριβές περιεχόμενο των συναντήσεων αυτών.
Εξάλλου, στις 26/10/2012 το γραφείο του πρώην Πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου εξέδωσε ανακοίνωση, με την οποία επιβεβαιώνεται η συμμετοχή του κ. Παπανδρέου στην συγκεκριμένη συνάντηση και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στον θεσμικό χαρακτήρα αυτής της συναντήσεως, ως «αυτονόητης δραστηριότητας ενός Πρωθυπουργού».
Προκύπτει, λοιπόν, ότι ο κατέχων τη λίστα μεγαλοκαταθετών στην Τράπεζα «HSBC», κ. Παπακωνσταντίνου, και ο γνωρίζων για αυτήν, κ. Παπανδρέου, συναντήθηκαν με τον επικεφαλής της ίδιας Τράπεζας ανεπισήμως, αδιαφανώς και εξωθεσμικώς, το δε περιεχόμενο της συναντήσεως παραμένει ακόμη αδιευκρίνιστο.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, η συγκεκριμένη Τράπεζα καλείται να πληρώσει πρόστιμο 1,92 δις δολαρίων, στο πλαίσιο συμβιβασμού με τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ, για την κατηγορία «ξεπλύματος χρήματος», ενώ απομένει ακόμη να ερευνηθεί ο ρόλος του ελληνικού υποκαταστήματος της «HSBC», εν σχέσει με τη μαζική εκροή ελληνικών καταθέσεων προς το εξωτερικό.
Ουδέν θεσμικόν έγινε και ουδέν θεσμικόν γίνεται, δυστυχώς, μέχρι σήμερα, προς την κατεύθυνση του ελέγχου και της φορολόγησης των μη φορολογηθεισών καταθέσεων σε Ελβετία, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργο και σε άλλους φορολογικούς παραδείσους.
Για διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών «αναμένουμε», σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, την άφιξη της αυθεντικής λίστας Λαγκάρντ. Εδώ και δυο χρόνια αναμένουμε, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, την «εξάντληση» των δυνατοτήτων επαλήθευσης και διασταύρωσης των στοιχείων της «λίστας Λιχτενστάιν».
Ο ελληνικός λαός δεν μπορεί ούτε να αναμένει, ούτε να υπομένει αυτή τη φαύλη διαχείριση, που ουδεμία σχέση έχει με άσκηση πολιτικής.
To Γραφείο Τύπου