Στις 2 Νοεμβρίου ολοκληρώθηκε η ανοικτή διαβούλευση σχετικά με το νέο νόμο «περί Ναρκωτικών και άλλες διατάξεις». Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει (αρ.1 παρ. 2) θετικές ρυθμίσεις σχετικά με το διαχωρισμό των ποικιλιών κάνναβης που προσφέρονται για εοφορική χρήση και αυτών που κατά τα διεθνή πρότυπα ενδείκνυνται για κλωστική επεξεργασία και άλλες βιομηχανικές-βιοτεχνικές δραστηριότητες. Παρόλα αυτά, όπως προκύπτει τόσο από τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού Ε.Ε. 796/2004, άρθρου 39 του Κανονισμού Ε.Κ. 73/2009) όσο και από τα σχόλια πολλών πολιτών κατά τη δημόσια διαβούλευση του σχεδίου νόμου, οι μέχρι τώρα προτεινόμενοι ορισμοί του σχεδίου νόμου δεν εναρμονίζονται με το υπάρχον ευρωπαϊκό πλαίσιο και δημιουργούν νομικές απροσδιοριστίες που ενδέχεται να μην συνδράμουν στην δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος για την καλλιέργεια και μεταποίηση προϊόντων βιομηχανικής κάνναβης.
Συγκεκριμένα, η εξαίρεση της ποικιλίας Σατίβα L υπολείπεται των προαναφερθέντων ευρωπαϊκών ρυθμίσεων αφού δεν προσδιορίζονται α) τα προϊόντα από ποικιλίες βιομηχανικής κάνναβης με χαμηλή περιεκτικότητα σε τετραϋδροκανναβινόλη(THC,<0,2%)και
β) οι ποικιλίες της βιομηχανικής κάνναβης που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού (ΕΕ) 796/2004 και του εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό της ΕΕ καθώς και όσες ποικιλίες βιομηχανικής κάνναβης πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 39 του Κανονισμού (ΕΚ) 73/2009 του Συμβουλίου και του εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό της ΕΕ.
Σε προηγούμενη ερώτηση που κατατέθηκε προς τους αρμόδιους υπουργούς (1386/6-9-2012) ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, απαντώντας, υποβάθμισε την οικονομική σημασία των προϊόντων της βιομηχανικής κάνναβης αναδεικνύοντας το κλωστικό λινάρι ως προτιμότερη εναλλακτική λύση για τους έλληνες καλλιεργητές. Δεδομένου όμως του ότι η οικονομική αποδοτικότητα τόσο του κλωστικού λιναριού όσο και της κλωστικής-βιομηχανικής κάνναβης εξαρτάται από την ύπαρξη σχετικής μεταποιητικής βιομηχανίας-βιοτεχνίας προκύπτει το ερώτημα του σε τι ενέργειες έχουν προβεί τα αρμόδια υπουργεία τόσο για την προώθηση του κλωστικού λιναριού όσο και για την δημιουργία μεταποιητικών υποδομών υφασμάτων που παράγονται από μακρόινα φυτά. Δεδομένου δε ότι η συγκρότηση βιομηχανικών υποδομών από συνθετικές ίνες είναι από τις ελάχιστες μεταποιητικές δραστηριότητες που με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο δεν επιχορηγείται, η στροφή προς μη-συνθετικά υφάσματα θα αποτελούσε μονόδρομο για την αναβίωση της μεταποίησης στον κλάδο των υφασμάτων.
Η καλλιέργεια της βιομηχανικής κάνναβης προσφέρεται ως απάντηση για την δυσπραγία πλήθους αγροτικών περιοχών καθώς ανταποκρίνεται τόσο στις προκλήσεις που θέτει στον ελληνικό αγροτικό κόσμο η κλιματική αλλαγή όσο και στο ζήτημα της υπερεκμετάλλευσης αγροτικών εδαφών από εντατικές καλλιέργειας όπως τα οπωροκηπευτικά. Οι σχετικές καλλιέργειες είναι ελάχιστα υδροβόρες, ενδείκνυνται για διαδικασίες αμειψισποράς καλλιεργούμενων εδαφών και μειώνουν την ποσότητα των απαιτούμενων ζιζανιοκτόνων χωρίς την ταυτόχρονη συρρίκνωση των εισοδημάτων των καλλιεργητών. Εξάλλου, σχετικό αίτημα είχε υποβάλει κατά το παρελθόν στο υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και η Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων νομού Λασιθίου, ενώ το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) και το Εργαστήριο Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε μελέτη με τίτλο «Σχέδιο καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης και κλωστικού λιναριού στην Ελλάδα» είχαν αναδείξει τις ενδεχόμενες προοπτικές των σχετικών καλλιεργειών ως απάντηση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική γεωργία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα βιομηχανικά παράγωγα της κλωστικής κάνναβης, που αναφέρεται και στο σχέδιο νόμου, αποτελούν τη βάση πληθώρας μεταποιητικών δραστηριοτήτων σε χώρες τις Ε.Ε. όπως η Γαλλία, το Βέλγιο και η Γερμανία για την παραγωγή χαρτιού, κλωστικών νημάτων και εν γένει προϊόντων ένδυσης, καλλυντικών και φαρμάκων, καύσιμης ύλης, οικοδομικών υλικών κ.α. Επιπλέον κατά το παρελθόν στην χώρα μας δραστηριοποιούταν μεταποιητικές επιχειρήσεις που επεξεργαζόταν τα προϊόντα της βιομηχανικής κάνναβης, με γνωστότερες τα Κλωστήρια Εδέσσης, οι οποίες ανέστειλαν σταδιακά τις λειτουργίες τους μετά την απαγόρευση των σχετικών καλλιεργειών το 1957. Οι αναζωογόνηση των εν λόγω μεταποιητικών δραστηριοτήτων θα συνέβαλε στην κατεύθυνση της στήριξης ήπιων μορφών καλλιέργειας και μεταποίησης καθώς και στην υποκατάσταση πλήθους εισαγόμενων προϊόντων μεταποίησης στους προαναφερθέντες κλάδους.
Για τους παραπάνω λόγους,
ερωτώνται οι κ. Υπουργοί:
1) Για ποιο λόγο δεν ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία ο ορισμός της βιομηχανικής κάνναβης που προκύπτει από τον ισχύοντα ευρωπαϊκό κανονισμό; Σε τι ενέργειες προτίθεται να προβεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ώστε να προφυλαχτούν επιχειρηματίες που προτίθενται να δραστηριοποιηθούν στην εμπορία, καλλιέργεια, η μεταποίηση προϊόντων βιομηχανικής κάνναβης από τυχών ποινικές διώξεις που θα προκύψουν από «παρανοήσεις» του νέου νομικού πλαισίου;
2) Τι ενέργειες προτίθεται να αναλάβει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την προώθηση της καλλιέργειας της βιομηχανικής κάνναβης όσο και του κλωστικού λιναριού;
3) Τι ενέργειες προτίθεται να αναλάβει το Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Μεταφορών και Δικτύων για την προώθηση και στήριξη επενδυτικών πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση της διάδοσης μεταποιητικών δραστηριοτήτων που θα έχουν ως πρώτη ύλη τα παράγωγα της βιομηχανικής κάνναβης και του κλωστικού λιναριού;
Οι ερωτώντες βουλευτές:
Σταθάκης Γεώργιος
Αποστόλου Βαγγέλης
Διαμαντόπουλος Βαγγέλης
Κατριβάνου Βασιλική
Κοδέλας Δημήτρης