Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου
11/03/1999

Ομιλία του Ν.Κωνσταντόπουλου στην παρουσίαση του βιβλίου του Ν.Σηφουνάκη

Μιλώντας στησημερινή παρουσίαση του βιβλίου του ΝίκουΣηφουνάκη, ο Πρόεδρος του ΣΥΝ ΝίκοςΚωνσταντόπουλος τόνισε:

Στην περίοδο που ζούμε είναι της μόδας όλοι να λιθοβολούν την πολιτική που την θέλουν με την πλάτη στον τοίχο ως αμαρτωλή και ανεξιλέωτη. Κυριαρχεί το σύνθημα " η πολιτική στην εξορία" . Σε μία τέτοια περίοδο χρειάζεται η αντίσταση της πολιτικής στην απολιτική και αντιπολιτική ψυχολογία, η αντίσταση της πολιτικής στην διαχειριστική και μονόδρομη λογική, η αντίσταση της πολιτικής σε όσα μικρά, ευτελή και παράταιρα της αλλοιώνουν την ψυχή και το πρόσωπο.

Ακριβώς γι' αυτό ο πολιτικός προβληματισμός δεν τελειώνει ούτε σχηματοποιείται.

Απαιτεί, παραπέρα, ειλικρίνεια και δέσμευση, με συνέπεια και ευθύνη.

Η Ελλάδα του 2000 αντιμετωπίζει σοβαρό πολιτικό πρόβλημα, έντονο κοινωνικό πρόβλημα και ανοιχτά μέτωπα εξωτερικής πολιτικής. H αιτία αυτών των προβλημάτων βρίσκεται στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος και των κυβερνητικών επιλογών που εφαρμόζονται, μέχρι και σήμερα.

Τα προβλήματα της Ελλάδας του 2000 δεν λύνονται ούτε από χαρισματικούς ηγέτες ούτε από πλειοψηφικές αυτοδυναμίες, που προκύπτουν και κυριαρχούνται από την αναπαραγωγή και εναλλαγή πελατειακών σχέσεων, οι οποίες στηρίζονται στον εκλογικό νόμο, την διαχείρηση των πόρων των συμβάσεων και προγραμμάτων, στην αξιοποίηση του δημόσιου και κρατικού τομέα.

Η εθνική στρατηγική για την Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν παράγεται από το υπάρχον σύστημα διακυβέρνησης και κρατικής οργάνωσης. Το υπάρχον πολιτικό σύστημα αντιστοιχεί στις πολιτικές, κοινωνικές και θεσμικές καταστάσεις της δεκαετίας του 70-80. Στο μεταξύ στο εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον, έχουν συντελεστεί ριζικές κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και στρατηγικές μετατοπίσεις.

Οταν όλα αλλάζουν και μετακινούνται στο εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον, είναι αδιανόητο να πιστεύει κανείς ότι το πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης της χώρας μπορεί να παραμένει αμετάβλητο και αδρανές.

Η ικανότητα του πολιτικού συστήματος να συνθέτει και να εκφράζει τη νέα δυναμική των σημερινών καιρών, κρίνεται από τον δυναμισμό της κοινωνικής συμμετοχής, των παραγόμενων προτάσεων και της λειτουργίας των θεσμών.

Το πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης και κράτους ασχολείται με την διεκπεραίωση και διαχείρηση, δεν υλοποιεί προγραμματικές προτάσεις. Δεν ενισχύει την συμμετοχή και παρέμβαση των πολιτών, αδρανοποιεί τον πολίτη και ενοχοποιεί την κοινωνία. Δεν προσδίδει αξιοπιστία στις θεσμικές του λειτουργίες, απονευρώνει τις πολιτικές λειτουργίες και αποδυναμώνει τον διαμορφωτικό πολιτικό ρόλο των θεσμών .

Κυριαρχεί η "εναλλαγή των ομοίων", η μόνη δυναμική που αναπτύσσεται είναι "η δυναμική των σωτήρων ". "Υπαρκτός σωτήρας" ο εκάστοτε πρωθυπουργός, "μελλοντικός σωτήρας" ο εκάστοτε μελλοντικός πρωθυπουργός.

Ενισχύεται το κλίμα απόρριψης της πολιτικής, μέσα σε μια ατμόσφαιρα αντιπολιτικής και απολιτικής επιχειρηματολογίας. Ταυτόχρονα αναπτύσσονται καινοφανείς απόψεις περί " αυτονόμησης της οικονομίας από την πολιτική" . Τέλος, προωθείται μια εξίσου μονοδιάστατη και δογματική θεωρία ενόψει του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, που αποτελεί κοινά αποδεκτό στόχο περί "ταύτισης των συμφερόντων της Ελλάδας, με τα συμφέροντα των υπολοίπων χωρών της Ευρώπης".

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η πολιτική και κοινωνική κρίση μεγαλώνει, μικραίνουν οι δυνατότητες διαφάνειας και ελέγχου, δοκιμάζεται σκληρά η εξωτερική πολιτική για την προστασία των πραγματικών συμφερόντων της χώρας.

Η κοινωνία απομακρύνεται από την πολιτική , η πολιτική χάνει έδαφος και υποχωρεί έναντι των εξωθεσμικών κοινοπραξιών συμφερόντων, η χώρα εκτίθεται σε υποδείξεις και πιέσεις ως προς την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή συμπεριφορά της.

Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σ' ενα κρίσιμο σταυροδρόμι.

Οι αποτυχίες της κυβερνητικής πολιτικής έχουν προκαλέσει έντονη κοινωνική δυσφορία και ταυτόχρονα έχουν εμφυσήσει στον ελληνικό λαό ανασφάλεια και αβεβαιότητα για το μέλλον.

Το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν μπορεί πιά να εξασφαλίσει την ομαλή πολιτική λειτουργία και δεν μπορεί να δώσει βιώσιμες και αποδοτικές κυβερνητικές λύσεις εάν δεν μεταρρυθμιστεί.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα είναι πιθανόν να επαωσθούν συντηρητικές λύσεις και επίσης είναι δυνατόν να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο ο ρόλος αδιαφανών εξωθεσμικών κέντρων σε βάρος των δημοκρατικά νομιμοποιημένων πολιτικών δυνάμεων.

Αυτήν ακριβώς την κρίσιμη ώρα θα κριθούν οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας και θέλω να υπογραμμίσω ότι θα κριθεί και η διορατικότητα και η δύναμη απόφασης των πολιτικών προσώπων του ευρύτερου προοδευτικού χώρου.

Για μας έχει σημάνει η ώρα για μια πολιτική λύση που θα εκφράσει και θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες ολόκληρου του προοδευτικού χώρου. Τόσο σε επίπεδο ιδεών όσο και σε επίπεδο πολιτικών επιλογών.

Με προγραμματικό διάλογο μεταξύ όλων των προοδευτικών κομμάτων, για την ανασύνθεση του προοδευτικού χώρου και τη νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία αλλά και για την εναλλακτική προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης με αλλαγή του μονοκομματικού κυβερνητικού μοντέλου.

Η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αλλά και καθένα στέλεχος του ΠΑΣΟΚ ξεχωριστά θα κριθούν από το κατά πόσον θα συμβάλλουν προς μια τέτοια κατεύθυνση.

Το ερώτημα είναι συγκεκριμένο: συντηρητικές εξελίξεις ή προοδευτικές εξελίξεις, παράδοση στην Νέα Δημοκρατία και κεντροδεξιά σχήματα ή ανασύνθεση της προοδευτικής κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας;

Το δίλημμα δεν το έχει η κοινωνία, δεν το έχουν οι απλοί πολίτες, το έχει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το ΠΑΣΟΚ στο σύνολό του.

Η αλλαγή του εκλογικού νόμου και η αποδοχή της ιδέας προγραμματικών πλαισίων για κυβερνήσεις συνεργασίας στα πλαίσια ενός νέου πολιτικού συστήματος διακυβέρνησης με διαφορετικές από τις σημερινές πολιτικές, είναι τα κριτήρια για την ευθύνη όλων έναντι του προοδευτικού μέλλοντος της ελληνικής κοινωνίας.

Τα λόγια, οι αποφάσεις, το βόλεμα στους κυβερνητικούς θώκους, η αφομοίωση στους μηχανισμούς εξουσίας έχουν περισσέψει.

Ο ελληνικός λαός αξιώνει εδώ και τώρα μια θεαματική στροφή.

Οποιος αντισταθεί σ' αυτήν τη στροφή, όποιος επιμένει στην υπεράσπιση του σημερινού status quo θα μετατραπεί σε απολογητή του παρελθόντος και θα περιθωριοποιηθεί.

Η αλλαγή του σκηνικού έχει ήδη ξεκινήσει και δεν είναι δυνατόν να ανακοπεί.

1. Η αναθεώρηση του Συντάγματος, χωρίς να αποτελεί πανάκεια για τη λύση του πολιτικού προβλήματος της Ελλάδας, δεν αξιοποιήθηκε προκειμένου να προωθηθούν αναγκαίες και ώριμες ρυθμίσεις. Ανώδυνη αναθεώρηση με μια ανούσια συναίνεση, που οδηγεί στο να μην αλλάξει ουσιαστικά τίποτα, στο να μείνουν τα ίδια, τουλάχιστον μέχρι το 2.015, με την συνήθη πορεία των πραγμάτων.

2. Ο χωρισμός εκκλησίας και κράτους, δεν προωθείται ούτε κατ' ιδέα, με συνέπεια να σκιάζεται και να ταράζεται κάθε τόσο το πολιτικό τοπίο της χώρας, από τη σύγχυση ρόλων και αρμοδιοτήτων μεταξύ πολιτικής και εκκλησίας και να σκανδαλίζεται το κοινό αίσθημα από την επιδίωξη ορισμένων για εθναρχικό ρόλο και για αναγόρευση της εκκλησίας ως υπέρτατου πολιτειακού θεσμού.

3. Η περιφερειακή αποκέντρωση με αιρετή αυτοδιοίκηση, ως σύγχρονη δομή οργάνωσης του κράτους, αναδιανομής των εξουσιών, περιφερειακού σχεδιασμού και υλοποίηση της ανάπτυξης, περιβαλλοντικής ισορροπίας, κοινωνικής συμμετοχής και αναζωογόνησης της δημοκρατίας, στο πιο κοντινό προς τον πολίτη επίπεδο εξουσίας, δεν υπάρχει.

Εξακολουθεί το μοντέλο του συγκεντρωτικού κράτους και του μονοδιάστατου κυβερνητισμού, που στηρίζεται στον κομματισμό και λειτουργεί με τον παραταξιακό παραγοντισμό. Αυτό προκύπτει από τον τρόπο διαχείρησης των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης και την εντονη Περιφερειακή ανισότητα στο εσωτερικό της Ελλάδας.

4. Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας, περιορίζεται στο μονόπλευρο πρόγραμμα σύγκλισης και την κάλυψη των νομισματιών δεικτών. Το εθνικό σχέδιο οικονομικής στρατηγικής, κοινωνικής συνοχής, ισόρροπης ανάπτυξης, πολιτικών διαρθρωτικών αλλαγών, που μέχρι να μπει η Ελλάδα στην ΟΝΕ δεν θα συσσώρευε υπέρμετρο κοινωνικό κόστος, και μετά την ΟΝΕ θα διασφάλιζε συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής σταθερότητας, εξακολουθεί να αποτελεί το ζητούμενο. Τα μεγάλα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης αντιμετωπίζονται με όρους κυβερνητικής προπαγάνδας και κομματικού ανταγωνισμού, με απλουστευτικά διλήμματα και διχαστικές σκοπιμότητες.

5. Οι προκλήσεις για τις δυνάμεις της Αριστεράς είναι οι προκλήσεις για διευρυμένη δημοκρατία, την διευρυμένη κοινωνική προστασία για τους καινούριους δρόμους της οικολογίας, των κοινωνικών κινημάτων, των νέων τεχνολογιών, των πολυπολιτισμικών κοινωνιών, της ειρήνης και της σταθερότητας, που θα εξισορροπεί την στρατητική ανισορροπία της νέας τάξης πραγμάτων. Οι νέες ιδέες και οι νέες μορφές δράσης της Αριστεράς πρέπει να καλύψουν όλο το εύρος του θεωρητικού, κοινωνικού και θεσμικού πεδίου, απο τις προγραμματικές ιδέες και προτάσεις μέχρι την μορφοποίηση του πολιτικού συστήματος. Το κοινωνικό κράτος και το πολιτικό σύστημα του 2000 απαιτούν ριζικές μεταβολές σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής. Οι παραδοσιακές συνταγές δεν αρκούν. Οι σχηματοποιήσεις και οι επικοινωνιακές σκοπιμότητες δεν απαντούν στην σημερινή πραγματικότητα. Τα ιδεολογήματα, επίσης, δεν ερμηνεύουν ούτε εκφράζουν τη σύγχρονη δυναμική.

6. Η εξωτερική πολιτική της χώρας εξακολουθεί να μην διαθέτει θεσμούς χάραξης εθνικής στρατηγικής και μηχανισμούς πολιτικής συνεννόησης. Το έλλειμμα στρατηγικής θα το πληρώνει η χώρα με ιστορικό κόστος. Απόδειξη η οδυνηρή εμπειρία που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός με την υπόθεση Οτσαλάν και προηγουμένως με τους S-300 και το επεισόδιο στα Ιμια. Αλλά και πριν με το Σκοπιανό και την κυβέρνηση Μπερίσα. Η εξωτερική πολιτική γίνεται εσωτερική υπόθεση των κυβερνήσεων, προσωπική υπόθεση των υπουργών και του πρωθυπουργικού κέντρου. Η ύπαρξη διγλωσσίας και διπλής στρατηγικής στην κυβέρνηση, όπως και σήμερα ακόμα εκφράζεται και επηρεάζει το σύνολο των χειρισμών. Η ατολμία της κυβέρνησης να επεξεργασθεί ενιαία στρατηγική, με πολιτική συνεννόηση, την εκθέτει σε εξωτερικές και εσωτερικές πιέσεις, και οδηγεί την εξωτερική πολιτική της χώρας σε απροσδιοριστία επικίνδυνη και στο μονοδιάστατο δόγμα " να αποφύγουμε τα χειρότερα". Είναι ακατανόητη η επιμονή της κυβέρνησης να αρνείται το Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, πολύ περισσότερο σήμερα, που τα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής προκαλούν και τροφοδοτούν εισαγόμενη πολιτική ρευστότητα και ευρύτερη αποσταθεροποίηση.

Το Γραφείο Τύπου του Συνασπισμού

To Γραφείο Τύπου