«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ζούμε πρωτοφανείς ημέρες,
Ημέρες που μια κυβέρνηση νομίζει ότι μπορεί να κάνει οικονομική πολιτική, κλείνοντας τη δημόσια τηλεόραση!
Ημέρες που η ακροδεξιά δείχνει το πραγματικό της πρόσωπο. Στηρίζει ανοικτά το κλείσιμο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης γιατί την ενοχλεί πολύ που την αποκαλεί με το όνομά της. Την ενοχλεί που την λέει ναζιστικό κόμμα.
Η δημόσια τηλεόραση λέει την αλήθεια.
Όπως πρέπει όλοι μας να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Και να λέμε τους νεοναζί, νεοναζί.
Και να μην τους αφήνουμε σε χλωρό κλαδί.
Να καταγγέλλουμε τα ψέματα και την υποκρισία τους.
Να ρίχνουμε φως και να αποκαλύπτουμε το πραγματικό τους πρόσωπο. Εκείνο της βίας κατά των γυναικών, των μεταναστών, των ομοφυλόφιλων, των αδύναμων.
Να αρπάζουμε κάθε ευκαιρία αντιπαράθεσης μαζί τους.
Και η αίθουσα ενός δικαστηρίου, σε περίπτωση άρσης της ασυλίας, θα ήταν ιδανικό πεδίο σύγκρουσης και αποκάλυψης των πραγματικών προθέσεων αυτών των ξεδιάντροπων υμνητών του Χίτλερ.
Που δεν είναι ούτε αντισυστημικοί, ούτε επαναστάτες.
Κάνουν απλά τη βρώμικη δουλειά του συστήματος.
Πότε κτυπώντας τους πιο αδύναμους.
Πότε βρίζοντας και δυσφημώντας.
Και πότε διαστρεβλώνοντας την Ιστορία. Παρουσιάζοντας προκλητικά τους θύτες ως θύματα και τα θύματα ως θύτες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η Χρυσή Αυγή δεν είναι ούτε «χρυσή» ούτε «αυγή».
Είναι κατάμαυρη και συμβολίζει τη δύση. Τη δύση των βασικών πανανθρώπινων αξιών. Της αλληλεγγύης. Της ισότητας. Της δικαιοσύνης.
Τη δύση της ανθρωπιάς.
Και την αυγή της βαρβαρότητας.
Οι βουλευτές της δεν το κρύβουν. Είναι μάλιστα περήφανοι.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για το αυγό του φιδιού.
Αυτό πλέον εκκολάφτηκε. Και το περιεχόμενό του το βλέπετε να κάθεται στα έδρανα της Βουλής.
Συνειδητοί ναζί.
Συνειδητοί ρατσιστές.
Συνειδητοί ανθέλληνες.
Άνθρωποι του κοινού ποινικού δικαίου μαζί με αρνητές του Ολοκαυτώματος.
«Η Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια ανάμεσα στους δολοφόνους», έγραφε πριν από χρόνια ο Τάκης Σινόπουλος.
Και οι δολοφόνοι δεν αντιμετωπίζονται με ευχολόγια. Αλλά με πράξεις.
Και την κατεύθυνση αυτήν δεν την υπηρετεί η απόφαση της Επιτροπής Δεοντολογίας. Γιατί δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της σημερινής συγκυρίας.
Η συγκυρία απαιτεί σύγκρουση. Γιατί η σύγκρουση είναι το μόνο που καταλαβαίνει ο νεοναζισμός.
Οτιδήποτε άλλο κινδυνεύει να εκληφθεί ως αδυναμία και υποχώρηση σε καιρό πολέμου.
Γιατί έχουμε πόλεμο με την νεοναζιστική ιδεολογία και τους φορείς της.
Και ρίψασπις δεν επιτρέπεται κανείς μας να γίνει».