Το Ταμείο Αλληλοβοήθειας Προσωπικού Ιονικής-Λαϊκής Τράπεζας και Άλλων Τραπεζών έχει συσταθεί ως Επαγγελματικό Εργασιακό Σωματείο (ΝΠΙΔ) το 1979 (απόφαση Πολυμ. Πρωτοδ. Αθηνών 2843/1979 τροποποιήθηκε με τις υπ' αρ. 2234/1983 και 43/1991 αποφάσεις του Πολυμ. Πρωτοδ. Αθηνών) και λειτουργεί ως οργανισμός επικουρικής ασφάλισης ιδιωτικού δικαίου. Ασφαλισμένοι του Ταμείου είναι οι υπάλληλοι ορισμένων τραπεζών, που μετέχουν στην ασφάλιση αυτού. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο καταστατικό του, «μέλη του Ταμείου γίνονται τα πρόσωπα που παρέχουν κάθε φορά εξαρτημένη εργασία, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, με αμοιβή...και είναι μέλη των οικείων Συλλόγων των Τραπεζών». Πρόκειται για τις εξής τράπεζες:
1. Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα της Ελλάδος
2. Εργασίας
3. Κρήτης
4. Κεντρικής Ελλάδας
5. Επαγγελματικής Πίστης
6. Αττικής
7. Επενδύσεων
8. Πειραιώς
9. Μακεδονίας-Θράκης
10. Αραβοελληνική τράπεζα
11. ΕΤΕΒΑ
12. Εθνική Στεγαστική Τράπεζα
13. Εθνική Α.Ε. Διοικήσεως και Οργανώσεως
Οι έντονες ανακατατάξεις (ιδιωτικοποιήσεις, εξαγορές, συγχωνεύσεις) της τελευταίας δεκαετίας – και κυρίως των τελευταίων ετών – στον τραπεζικό κλάδο έχουν δημιουργήσεις ένα περιβάλλον ιδιαίτερα δυσμενών συνθηκών για το συγκεκριμένο Ταμείο. Συγκεκριμένα, από τα παραπάνω αναφερόμενα τραπεζικά ιδρύματα, ένα εξαγοράσθηκε από την Alpha Bank (Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα), τρία συγχωνεύτηκαν με την Eurobank (Εργασίας, Κρήτης, Επαγγελματικής Πίστεως), ένα έκλεισε (Αραβοελληνική Τράπεζα), δύο εξαγοράστηκαν ή συγχωνεύτηκαν με την Πειραιώς (Κεντρικής Ελλάδος – η οποία αρχικά είχε συγχωνευτεί με την Εγνατία Τράπεζα – και Μακεδονίας-Θράκης) και δύο συγχωνεύτηκαν με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕΒΑ, Εθνική Στεγαστική, ενώ και η Εθνική ΑΕ Διοικήσεως και Οργανώσεως είναι θυγατρική του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας). Η δε Τράπεζα Πειραιώς, οι υπάλληλοι της οποίας αρχικώς υπάγονταν στο Ταμείο, έχει μεταφέρει το προσωπικό της (πέραν των υπαλλήλων των τραπεζών που μετέπειτα απορροφήθηκαν από αυτήν) στο ΤΕΑΠΕΤΕ το οποίο εντάχθηκε στο ΕΤΕΑ (ν. 3455/2006).
Το προσωπικό των τεσσάρων κύριων Τραπεζών, οι οποίες έχουν απορροφήσει αυτές που συμμετείχαν αρχικά στο Ταμείο, βρίσκεται ασφαλισμένο σε διαφορετικούς ασφαλιστικούς φορείς. Οι ίδιες οι Τράπεζες αρνούνται να εγγράφουν νέα μέλη στο Ταμείο, στερώντας του έτσι την σημαντικότερη πηγή εσόδων. Αναδεικνύεται, επομένως, εκ των πραγμάτων, το θεσμικό κενό μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι συγχωνεύσεις των Τραπεζών, ως προς την προστασία των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των τραπεζοϋπαλλήλων.
Επίσης, ήδη από το 1998 έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα επίσημα αλλά και ανεπίσημα προγράμματα «εθελουσίας» εξόδου με αποτέλεσμα την ραγδαία μείωση των εν ενεργεία μελών του Ταμείου και την απότομη αύξηση των συνταξιούχων του. Αυτό δε έγινε, χωρίς οι Τράπεζες να καλύψουν ούτε στο ελάχιστο το κόστος που προκλήθηκε από τις εθελούσιες αυτές. Λόγω της πολιτικής αυτής, τα εν ενεργεία μέλη του Ταμείου μειώθηκαν κατά 45%, οι συνταξιούχοι αυξήθηκαν κατά 368%!!! ενώ το ποσοστό των συντάξεων ως ποσοστό επί των συνολικών εσόδων του Ταμείου από 12,92% εξακοντίστηκε στο 143,58%!!! Την ίδια στιγμή βέβαια η συνολική απασχόληση στις συγκεκριμένες Τράπεζες αύξανε και οι εργαζόμενοι εγγράφονταν «υποχρεωτικά» σε άλλα ασφαλιστικά Ταμεία και με τις γνωστές «ευέλικτες» εργασιακές σχέσεις.
Επιπλέον, σημαντική απώλεια εσόδων έχει προκληθεί σε βάθος χρόνου από την εισφοροδιαφυγή ορισμένων τραπεζών προς το ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ. Ορισμένες τράπεζες διαχρονικά αρνούνται να αποδώσουν στοιχεία στο Ταμείο ως προς τις πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού τους ώστε να γίνει έλεγχος για την ορθή απόδοση εισφοροκρατήσεων υπέρ του Ταμείου. Μάλιστα την ίδια αρνητική στάση εκ μέρους των εκπροσώπων των τραπεζών αντιμετώπισε και το ίδιο το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας, όταν κλήθηκε από την διοίκηση του ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ να παρέμβει για τον έλεγχο των στοιχείων των αποδιδόμενων εισφορών. Τόσο από καταγγελίες ασφαλισμένων τα προηγούμενα έτη, όσο και από την γνώμη που διατυπώθηκε από το ΣΕΠΕ προκύπτει ότι υπάρχει μέρος παροχών προς τραπεζοϋπαλλήλους (bonus, διάφορα επιδόματα, stock options, πριμ οικειοθελούς αποχώρησης κ.λ.π.) για τις οποίες οι τράπεζες δεν αποδίδουν τις αναλογούσες εισφορές στο Ταμείο με αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών εσόδων. Το γεγονός αυτό, άλλωστε, είναι γνωστό στο Υπουργείο, καθώς είχαν γίνει αρκετές παρεμβάσεις, τουλάχιστον από το 2010, εκ μέρους του ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα, χωρίς, ωστόσο, να γίνει καμία ουσιαστική ενέργεια.
Ακόμη το ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ με την με α.π. 27988/10-12-2012 επιστολή του έχει υποβάλει επίσημο αίτημα ένταξής του στο Ε.Τ.Α.Τ. σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3371/2005 όπως ισχύει σήμερα. Έκτοτε και παρά τις επανειλημμένες υπενθυμίσεις προς το ΕΤΑΤ δεν υπήρξε ουδεμία απάντηση από αυτό. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου θα έπρεπε να είχαν εκπονηθεί ήδη οι οικονομικές μελέτες βάσει των οποίων θα έπρεπε να καταλογιστεί στις Τράπεζες που συμμετέχουν στο Ταμείο, το κόστος που απαιτείται για την βιωσιμότητά του.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Νομιμοποιούνται οι διοικήσεις των τραπεζών να μην δέχονται έλεγχο ως προς τις πάσης φύσης αποδοχές του προσωπικού του, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αποδίδονται οι νόμιμες εισφοροκρατήσεις, από τα αρμόδια όργανα των επικουρικών Ταμείων, αλλά ούτε καν από το ΣΕΠΕ;
2. Ποια άμεσα μέτρα θα λάβετε προκειμένου να σταματήσει η πρακτική ορισμένων τραπεζών να μην αποδίδουν τις εισφορές που αντιστοιχούν σε μέρος των παροχών προς το προσωπικό τους στο ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ και τα άλλα ασφαλιστικά Ταμεία;
3. Γιατί δεν προχώρησε από το Ε.Τ.Α.Τ. η διαδικασία για την εκπόνηση των οικονομικών μελετών που προβλέπονται από το νόμο 3371/2005 για την ένταξη σε αυτό του ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ; Προτίθεται το Ε.Τ.Α.Τ. να εγκρίνει το αίτημα του Ταμείου για ένταξη σε αυτό;
4. Εάν απορριφθεί από το Ε.Τ.Α.Τ. η αίτηση ένταξης του Ταμείου σʼ αυτό, σκοπεύετε να προωθήσετε νομοθετική ρύθμιση προκειμένου να ενταχθεί ένα Ταμείο με ιδιαίτερα σημαντικά αποθεματικά κεφάλαια, όπως το ΤΑΠΙΛΤ-ΑΤ, στο ΕΤΕΑ, προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητά του;
5. Προτίθεστε να λάβετε κάποια μέτρα ώστε οι «εθελούσιες» έξοδοι που έχουν ήδη υλοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια να μην οδηγήσουν στο κλείσιμο του Ταμείου και στην κατάργηση της Επικουρικής Σύνταξης των εργαζομένων;
Η ερωτώσα βουλευτής
Δέσποινα Χαραλαμπίδου