Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ Βαγγέλης Αποστόλου και συντονιστής θεμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων της Κ.Ο., κατά τη διάρκεια της μόνης συζήτησης επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Συμπλήρωση των διατάξεων περί Εθνικού Κτηματολογίου και άλλες ρυθμίσεις», στην ολομέλεια της Βουλής, είπε στην ομιλία του τα εξής:
«Το ζήτημα της κατάρτισης του Εθνικού Κτηματολογίου και της σύνταξης των δασικών χαρτών ταλανίζει χρόνια τη χώρα μας και πραγματικά συμφωνούμε όλοι για την αναγκαιότητά τους. Εκεί που διαφωνούμε είναι για τους λόγους για τους οποίους υπήρξε καθυστέρηση και βέβαια για την πορεία του συγκεκριμένου έργου από εδώ και πέρα.
Κύριοι Υπουργοί, στην τοποθέτησή σας πραγματικά δεν αιτιολογήσατε γιατί δύο οργανισμοί, φορείς ευρύτερου δημόσιου ενδιαφέροντος –αναφέρομαι στον ΟΚΧΕ και στη Δασική Υπηρεσία- σε αυτήν τη διαδικασία ουσιαστικά υποκαθίστανται –ο μεν ΟΚΧΕ καταργείται, η δε Δασική Υπηρεσία παραμερίζεται- σε μία πορεία που όλα οδηγούν προς την «Κτηματολόγιο ΑΕ». Και επειδή για τη Συγκυβέρνησή σας η θεοποίηση της ιδιωτικοποίησης είναι ένα ζητούμενο, επιτρέψτε μου –σας το είπα και στην Επιτροπή- να τονίσουμε ότι εμείς διαφωνούμε ριζικά, γιατί φοβόμαστε αυτό που θα έρθει.
Αν θυμάστε, κύριε Πρόεδρε, παλαιότερα όλοι λέγαμε για τις ανώνυμες εταιρείες δημοσίου ενδιαφέροντος «μία μετοχή το δημόσιο». Μετά από λίγα χρόνια «πετάξανε» οι μετοχές.
Γιʼ αυτό και εμείς, επειδή στο συγκεκριμένο ζήτημα υπήρξε και κάποια πίεση για να αρχίσει η «Κτηματολόγιο ΑΕ» να οδεύει προς ιδιωτικοποίηση, είμαστε αντίθετοι από θέση ιδεολογίας και φιλοσοφίας. Θεωρούμε, ιδιαίτερα στα ζητήματα που έχουν σχέση με την προστασία της δημόσιας περιουσίας, ότι πρέπει να είναι καθαρά κρατικός ο φορέας, ο οποίος θα τα διαχειρίζεται όλα αυτά.
Όντως –είμαι από αυτούς που το είπαν και στην Επιτροπή- έγιναν θετικά βήματα, όπως το ότι επιτέλους μετά από τόσα χρόνια θεσπίζεται η υποχρέωση του δημοσίου να εγγράψει δικαιώματα ιδιοκτησίας με τη χρήση του τεκμηρίου κυριότητας του δημοσίου. Ήταν ένα ζήτημα για το οποίο πραγματικά φωνάζαμε τόσο καιρό, διότι είναι ουσιαστικά το μοναδικό εργαλείο που είχε το δημόσιο για να υπερασπίσει την περιουσία του.
Κύριε Πρόεδρε, η διαδικασία παραμερισμού του τεκμηρίου κυριότητας ήταν κύριο χαρακτηριστικό της λειτουργίας της «Κτηματολόγιο ΑΕ». Ακόμα και σχετικές αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους -στο οποίο και η «Κτηματολόγιο ΑΕ» είχε προσφύγει σχετικά με τη χρήση του τεκμηρίου κυριότητας του δημοσίου- πέταξε στην άκρη. Μέχρι χθες δεν υπήρχε καμμία τέτοια εγγραφή.
Και το λέω αυτό γιατί –το ξέρετε, κύριοι Υπουργοί- είναι σχετικά πρόσφατη μια απάντηση που πήρα, που λέει ότι 403.000 στρέμματα αυτή την ώρα είναι καταπατημένα, όταν έχει καταγραφεί μόνο το 17% του Εθνικού Κτηματολογίου, των εμπράγματων δικαιωμάτων. Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, τι έχει να γίνει στη διαδρομή.
Ξέρετε τι συμβαίνει με αυτά τα καταπατημένα, κύριε Πρόεδρε; Το δημόσιο τα έχει καταχωρημένα ως δικά του και όταν πάει να τα δει, δεν τα βρίσκει. Είχα και πάλι απάντηση από τον Υπουργό Οικονομικών για 20.000 στρέμματα στην Ηλεία, τα οποία μετέφερε στο ΤΑΙΠΕΔ η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου. Όταν πήγαν οι ελεγκτές, οι επιθεωρητές να τα βρουν, τα 18.000 είχαν ήδη καταπατηθεί. Το δημόσιο είχε χάσει τουλάχιστον τη διαχείρισή τους.
Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα, κύριοι Υπουργοί. Τι θα κάνετε με αυτά τα καταπατημένα; Επίσης, υπάρχει ένα τεράστιο ζήτημα με τα «αγνώστου ιδιοκτήτη», τα οποία σε ανάλογο αριθμό και επιφάνεια ανακαλύπτονται από τη συγκεκριμένη διαδικασία. Είναι ένα σοβαρό ζήτημα.
Το δεύτερο θέμα έχει σχέση με την κατάρτιση των δασικών χαρτών. Τα είπαμε στην Επιτροπή και τα ξαναλέμε. Δεν λύνουμε προβλήματα με την κατάρτιση των δασικών χαρτών. Καταγράφουμε την κατάσταση, τη μορφή των συγκεκριμένων εδαφών στη συγκεκριμένη ημερομηνία και ταυτόχρονα βεβαίως τη συσχετίζουμε με την αρχαιότερη βλαστική απεικόνιση, που στην προκειμένη περίπτωση είναι οι χάρτες του 1945, σε περιοχές που δεν υπάρχουν οι χάρτες του 1960 ή και του 1937.
Θέλω πραγματικά, κύριε Υπουργέ, να μας πείτε το εξής: Επιμένετε διαρκώς ότι υπάρχει μια απόκλιση μεταξύ της ερμηνείας των χαρτών του 1945 με την πραγματικότητα και αναφέρατε ένα ποσοστό, περίπου εκατό μέτρα. Εγώ σας λέω ότι δεν έχουν παρατηρηθεί, καταχωρηθεί, τέτοιου είδους αποκλίσεις. Θα σας καταθέσω και σχετική γνωμάτευση.
Σε όσους χάρτες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία, οι αποκλίσεις μπορεί να είναι το πολύ μέχρι πέντε μέτρα. Αν πάλι λέτε ότι υπάρχουν αυτές οι αποκλίσεις διότι δεν δημιουργούνται σύμφωνα με την εικόνα που έχουμε για ασφαλή στοιχεία, πηγαίνετε στους χάρτες του 1960. Δεν είναι δηλαδή ζητήματα για τα οποία εμείς σώνει και καλά διαφωνούμε. Είναι όμως ένα ζήτημα που πρέπει να λυθεί. Εγώ θα σας καταθέσω σχετικές γνωμοδοτήσεις, που δείχνουν άλλο πράγμα απʼ αυτό που ισχυρίζεστε.
Το λέω αυτό, κύριε Υπουργέ, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχει το άρθρο 112 του Συντάγματος, όπου τα πράγματα είναι ξεκάθαρα όσον αφορά το χαρακτήρα των συγκεκριμένων εδαφών. Πολλές φορές εσείς θέτετε ερωτήματα σχετικά με τον ορισμό του δάσους κ.λπ. Με αυτά να μην παίζετε, διότι υπάρχει ένας κίνδυνος όποια δουλειά έχει γίνει μέχρι σήμερα, να τιναχθεί στον αέρα.
Εμείς έχουμε ένα στόχο, να ολοκληρωθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα αυτή η διαδικασία. Πλανάται η εικόνα ότι δεν έχει γίνει τίποτα. Βεβαίως, έχει γίνει. Πού κολλάμε όμως; Κολλάμε στο γεγονός ότι ενώ πάνω από το 60% της δασικού χαρακτήρα γης έχει μπει στη διαδικασία, από την ανάθεση μέχρι τη σύνταξη, σε όλη τη διαδρομή, φτάνουμε στην ώρα της κύρωσης και εκεί υπάρχει το μεγάλο ζήτημα.
Και αυτό γιατί όταν μιλάμε για την περιοχή ιδιαίτερα της Ανατολικής Αττικής, πάνω από το 95% των εδαφών εκείνων έχουν φτάσει μέχρι το προστάδιο της κύρωσης. Γιατί δεν προχωρούν; Διότι εμφανίζονται πολλά προβλήματα.
Υπάρχει η άποψη ότι τώρα θα λύσουμε τα προβλήματα. Όχι, δεν τα λύνουμε τώρα, καταγράφουμε την κατάσταση, κυρώνουμε και από εκεί και πέρα όσοι κυβερνούν και έχουν τη θέληση και τη δύναμη να αναλάβουν το αντίστοιχο πολιτικό κόστος, να το αναλάβουν και εκεί να αναμετρηθούμε, να πούμε «εμείς αυτά θέλουμε να γκρεμιστούν, αυτά να επανέλθουν στην προτέρα κατάσταση». Μην το κάνετε ανοίγοντας διαδρόμους σήμερα.
Αυτό που έχει συμβεί μέχρι σήμερα δυστυχώς είναι ότι όλες οι παρεμβάσεις στη δασική νομοθεσία από το 1979 μέχρι σήμερα -πάνω από σαράντα - είχαν έναν αποκλειστικό στόχο, να μειώσουν τις εκτάσεις δασικού χαρακτήρα.
Γιʼ αυτό, λοιπόν, βλέπετε ότι, ενώ η χώρα μας έχει ένα ποσοστό δάσωσης που διαρκώς αυξάνεται, γιατί στην επαρχία ο κόσμος φεύγει κι έρχεται στις πόλεις, εδώ γύρω από τις αστικές περιοχές που υπάρχει ένα τεράστιο ενδιαφέρον, εμφανίζονται τα προβλήματα. Εκεί θέλει αποφασιστικές λύσεις και κυρίως με το αντίστοιχο πολιτικό κόστος.»