«Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, θα ήθελα να ξεκινήσω χαιρετίζοντας τη σημερινή πανεργατική κινητοποίηση σε όλη τη χώρα που έδωσε ένα μήνυμα και στην Κυβέρνηση και στην τρόικα, ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός μας δεν αποδέχονται αυτές τις πολιτικές, τις μνημονιακές κυβερνητικές πολιτικές οι οποίες συνεχίζουν να σφαγιάζουν μισθούς, συντάξεις και με τον παρόν νομοσχέδιο και χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Είπα και στην Επιτροπή, κύριε Πρόεδρε, ότι στην ουσία η Κυβέρνηση με το πολυνομοσχέδιο που κουβεντιάζουμε σήμερα, μετατρέπεται σε έναν σύγχρονο Ηρώδη όχι για να σφαγιάσει μικρά παιδιά, αλλά για να σφαγιάσει χιλιάδες θέσεις εργασίας των εργαζομένων στο δημόσιο, ικανοποιώντας έτσι τις ορέξεις και τις επιθυμίες της σύγχρονης «Ηρωδιάδας» που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η τρόικα, η οποία απαιτεί, επιθυμεί καθαρές απολύσεις. Και, δυστυχώς, σε αυτή την επιθυμία της εκφράζεται και η σύμφωνη γνώμη της Κυβέρνησης στο παρόν νομοσχέδιο.
Δυστυχώς, κύριε Πρόεδρε και κύριοι Υπουργοί, για πρώτη φορά στη χώρα μας έχουμε καθαρές απολύσεις στο δημόσιο μετά περίπου από εκατόν δύο χρόνια, μετά το 1911, όταν για πρώτη φορά θεσπίστηκε συνταγματικά η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και για λόγους δημοκρατίας και για λόγους ασφάλειας της εργασίας τους, για να μην παρατηρούνται τα φαινόμενα όταν έρχεται μία κυβέρνηση να διώχνει αυτούς που δεν είναι δικοί της και να παίρνει τους δικούς της και όταν έρχεται η άλλη κυβέρνηση να κάνει το αντίστροφο και οι απολυμένοι να κλαίνε στην πλατεία Κλαυθμώνος. Αυτός είναι και ο λόγος που πήρε το όνομά της αυτή η πλατεία.
Όσον αφορά το πρώτο ζήτημα της διαθεσιμότητας και των απολύσεων, είναι γνωστό ότι με το πολυνομοσχέδιο ένας αριθμός εργαζομένων στο δημόσιο που χάνει τη δουλειά του και μάλιστα σε μία τέτοια περίοδο οικονομικής κρίσης και πάρα πολύ μεγάλης ανεργίας, οδηγείται στη δυστυχία και στην εξαθλίωση και αυτός και η οικογένειά του. Αυτό είναι το αποτέλεσμα του παρόντος νομοσχεδίου, αν γίνει νόμος του κράτους.
Το δεύτερο είναι ότι με αυτό τον τρόπο -και ενώ η Κυβέρνηση επικαλείται, δήθεν, ότι δεν ενδιαφέρεται ο ΣΥΡΙΖΑ για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, αλλά μόνο για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα και γιʼ αυτό της ασκεί κριτική- όχι απλά οδηγεί σε απόλυση – είναι δέκα πέντε χιλιάδες οι καθαρές απολύσεις και είκοσι πέντε χιλιάδες οι διαθεσιμότητες, που μετά από οκτώ μήνες θα μετατραπούν σε απολύσεις- σαράντα χιλιάδες εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, αλλά οδηγεί στην ανεργία και άλλους εκατόν εξήντα χιλιάδες εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Συνολικά, δηλαδή, διακόσιους χιλιάδες εργαζόμενους στη χώρα μας.
Είναι γνωστό ότι έγκυροι οικονομικοί οργανισμοί με μελέτες τους έχουν αποδείξει ότι μία απόλυση στο δημόσιο τομέα αντιστοιχεί με τέσσερις απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Και αυτό διότι χάνεται από την αγορά το εισόδημα των σαράντα χιλιάδων εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, με αποτέλεσμα να κλείνουν βιοτεχνίες, να κλείνουν μαγαζιά, να απολύονται εργαζόμενοι και να αυξάνεται η ανεργία.
Και βεβαίως, θέλουμε να υπογραμμίσουμε, κύριε Πρόεδρε, ότι είναι υποκριτικό το δήθεν ενδιαφέρον της Κυβέρνησης για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Και είναι υποκριτικό στην κυριολεξία, γιατί ειδικά αυτή την περίοδο η Κυβέρνηση έχει μετατραπεί σε «τροχονόμο» των απολύσεων που κάνουν μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες πάνε ή σε κλείσιμο ή σε πτώχευση, όπως η NEOSET, η ΚΑΤΣΕΛΗΣ, η ΣΕΛΜΑΝ, τα τσιμέντα Χαλκίδας και μία σειρά από άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Και η Κυβέρνηση δεν κάνει εντελώς τίποτα για να τις αποτρέψει.
Το τρίτο που ήθελα να υπογραμμίσω σε σχέση με τις απολύσεις είναι ότι μέσω αυτών των απολύσεων δεν κάνετε, κυρία Ασημακοπούλου -που μιλήσατε λίγο πριν από εμένα- αναδιάρθρωση ή εξορθολογισμό του δημόσιου τομέα. Κάνετε καθαρές απολύσεις και -το δεύτερο- διαλύετε ολόκληρες δημόσιες υπηρεσίες.
Δεν τις αναδιαρθρώνετε τις δημόσιες υπηρεσίες, κυρία Ασημακοπούλου και κύριοι Υπουργοί. Τις διαλύετε στην κυριολεξία. Έχουμε το φαινόμενο τώρα οι υπόλοιποι πολίτες, οι εργαζόμενοι, ο λαός είτε να μην έχουν δημόσιες υπηρεσίες να εξυπηρετηθούν ως προς το αντικείμενό τους και ως προς κοινωνικά αγαθά που παρέχουν είτε αυτές να ιδιωτικοποιηθούν και να πληρώνουν ακόμα περισσότερο από την τσέπη τους σε μια δύσκολη εποχή που δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Επομένως, θα στερούνται και αυτές τις υπηρεσίες.
Το τελευταίο, κύριε Πρόεδρε, που θα ήθελα να πω είναι για τον κατώτατο μισθό. Με αυτό το πολυνομοσχέδιο ολοκληρώνεται το έγκλημα το οποίο έκαναν οι μνημονιακές κυβερνήσεις σε βάρος του κατώτερου μισθού. Αυτό το έγκλημα άρχισε στις 28-2-2012, όταν με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου οι μνημονιακές κυβερνήσεις ουσιαστικά κατήργησαν,και συνεχίζει και η σημερινή την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τον κατώτερο εγγυημένο μισθό. Διότι τον μειώσατε αυθαίρετα με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου κατά 22% για τους πάνω από 25 χρόνων και κατά 32% για τους νέους κάτω από 25 χρόνων.
Δώσατε δεύτερο δολοφονικό χτύπημα στον κατώτερο μισθό με το ν. 4093/2012, δηλαδή, με το τρίτο μνημόνιο στις αρχές του Νοέμβρη, όταν εκεί θεσπίσατε η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας να μην καθορίζει μισθούς και ημερομίσθια, αλλά μόνο θεσμικά αιτήματα των εργαζομένων. Βεβαίως, αυτά τα τρία χρόνια δώσατε επιπλέον δολοφονικά χτυπήματα στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας: Πρώτον, με τη μετάλλαξη της μετενέργειας και τη μείωση του χρόνου ισχύος της, δεύτερον, με την κατάργηση της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων, με αποτέλεσμα, όταν υπογράφουν εργοδοτικές οργανώσεις και εργατικές οργανώσεις να αφορούν μόνο τους εργαζόμενους που ανήκουν σε αυτές και τις επιχειρήσεις που ανήκουν στους εργοδοτικούς φορείς. Το αποτέλεσμα είναι να φεύγουν εργοδοτικοί φορείς από αυτές τις οργανώσεις και να μην καλύπτουν κανέναν εργαζόμενο οι συλλογικές συμβάσεις.
Μετά την κατάργηση της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, που ίσχυε όταν ένας εργαζόμενος καλύπτονταν από δύο ή τρεις συλλογικές συμβάσεις, οι εργοδότες πλέον υπογράφουν επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις με τον εαυτό τους στην κυριολεξία, δηλαδή, με τις λεγόμενες «ενώσεις εργαζομένων» οι οποίες θεσπίστηκαν με μνημονιακό νόμο και συγκροτούνται με υπογραφές εργαζομένων με προτροπή του εργοδότη και μειώνουν τους μισθούς μέχρι και 50%.
Το αποτέλεσμα είναι η δραματική μείωση των μισθών, η επέκταση των ατομικών συμβάσεων εργασίας, διότι δεν υπάρχουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και το κυριότερο είναι ότι πια συμπιέζεται ο μισθός προς τον κατώτερο, οπότε, ενώ ο κατώτερος μισθός στη χώρα μας αφορούσε τριακόσιες με πεντακόσιες χιλιάδες εργαζόμενους, τώρα επειδή όλοι οι μισθοί συμπιέζονται προς τον κατώτερο, μετατρέπεται σε καθολικό μισθό.
Αφού η Κυβέρνησή σας και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις μετατρέψατε τον μειωμένο κατώτερο μισθό σε καθολικό μισθό, έρχεστε τώρα με τη διάταξη 103 του πολυνομοσχεδίου να καταργήσετε οριστικά τη δυνατότητα της ΓΣΕΕ να υπογράφει την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με τις εργοδοτικές οργανώσεις. Κυριολεκτικά όχι την υπονομεύετε, αλλά βάζετε πάνω από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας την ταφόπετρα, πράγμα που δεν τόλμησε καμμία, μα καμμία κυβέρνηση ούτε επί Κατοχής ούτε επί διδακτοριών, από τις αρχές του 1936 που θεσπίστηκε, πριν τη Δικτατορία του Μεταξά.
Θα ήθελα να σας πω ότι αυτό που κάνετε, να καθορίζει τον κατώτερο μισθό μονομερώς ο Υπουργός Εργασίας δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρώπη. Καταθέτω αμέσως στα Πρακτικά το τι συμβαίνει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πουθενά δεν καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας αλλά είτε με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας είτε με νόμο.
Και γιʼ αυτό ακριβώς, επειδή με νόμο καταργήσατε, το ν. 2046/2012 και την Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου τον κατώτερο μισθό, γιʼ αυτό καταθέσαμε πρόταση νόμου να επαναφέρουμε τον κατώτερο μισθό, όπως με νόμο τον καταργήσατε και επίσης, γιʼ αυτό καταθέσαμε πρόταση νόμου να αποκατασταθούν όσοι δημόσιοι υπάλληλοι απολυθούν είτε λόγω διαθεσιμότητας, είτε λόγω κινητικότητας, είτε λόγω αργίας. Θα τα κάνουμε και μάλιστα, ντάλα μεσημέρι, όταν ο λαός με την ψήφο και τους αγώνες του διώξει και εσάς και τα μνημόνιά σας».