Με το Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού η κυβέρνηση εμμένει στην ίδια πολιτική που βυθίζει τη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας στην ανασφάλεια και την ανέχεια, υπηρετώντας τα συμφέροντα μιας μικρής ολιγαρχίας του πλούτου.
Το Προσχέδιο προβλέπει για το 2014 αύξηση εσόδων από την άμεση φορολογία κατά 2,1 δις ευρώ, η οποία για μια ακόμα φορά θα αφήσει στο απυρόβλητο τους έχοντες και κατέχοντες και θα επιβαρύνει και πάλι τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, με κατάργηση φοροαπαλλαγών, φορολόγηση της μικρής και μεσαίας ακίνητης περιουσίας κλπ. Προβλέπει επίσης μείωση μισθών και συντάξεων κατά 133 εκ., μείωση των δαπανών για Κοινωνική Ασφάλιση και Περίθαλψη κατά 2,66 δισ. (-16,72% από το 2013), μείωση Λειτουργικών και Άλλων Δαπανών κατά 1,19 δισ. (-18,03% από το 2013), μέτρα που σημαίνουν υποβάθμιση του ελληνικού κοινωνικού κράτους σε τριτοκοσμικά επίπεδα.
Τα μέτρα αυτά θα βυθίσουν το 2014 την ελληνική οικονομία για έβδομη συνεχή χρονιά στην ύφεση, παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις του Προσχεδίου Προϋπολογισμού και τις αλλεπάλληλες παραπλανητικές δηλώσεις του κ. Στουρνάρα, ότι το 2014 θα είναι έτος ανάκαμψης. Χαρακτηριστικές είναι στο σημείο αυτό οι εκτιμήσεις, μεταξύ άλλων, όλων των γερμανικών οικονομικών ινστιτούτων για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας κατά το 2014, τις οποίες αναδημοσίευσε ο ελληνικός οικονομικός τύπος:
• Το Ινστιτούτο για τη γερμανική Οικονομία (Institut der deutschen Wirtschaft, Κολωνία) προβλέπει ύφεση 1,5%.
• Το Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών (CESifo Group, Μόναχο) προβλέπει ύφεση 1,2%.
• Το Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία (Institut für Weltwirtschaft, Κίελο) προβλέπει ύφεση 1%.
• Το Ινστιτούτο για την Μακροοικονομία και την Έρευνα της Οικονομικής Συγκυρίας (Institut für Makroökonomie und Konjukturforscung) προβλέπει ύφεση 0,2%.
Όμως ο κ. Στουρνάρας δεν παραπλανά τον ελληνικό λαό μόνο αναφορικά με τις προοπτικές της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, αλλά και αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους. Ταυτιζόμενος με τα συμφέροντα των τραπεζιτών και την πολιτική της κας Μέρκελ, προαναγγέλλει σχέδιο για επιμήκυνση των δανείων της τρόικας στα 30 και 50 έτη, χωρίς κούρεμα, με εξασφάλιση υποτίθεται της χρηματοδότησης του χρέους, ανεξάρτητα από το υπέρογκο και μη διαχειρίσιμο ύψος του (176%! του ΑΕΠ).
Όμως ο κ. Στουρνάρας παραλείπει επιμελώς να αναφερθεί στο ύψος των επιτοκίων. Μια έξοδος της Ελλάδας στις αγορές με επιτόκια πάνω του 5% δημιουργεί μη ελέγξιμη δυναμική στο χρέος. Πέραν τούτου, ένα πολύ μεγάλο τμήμα του χρέους υπόκειται σε κυμαινόμενα επιτόκια (τα διακρατικά δάνεια από τα κράτη μέλη της ΕΕ, τα δάνεια από τον EFSF και τα δάνεια από το ΔΝΤ). Αυτά τα επιτόκια καθορίζονται από τις αγορές χρήματος και από τις νομισματικές πολιτικές των κύριων κεντρικών τραπεζών (FED κυρίως και ECB δευτερευόντως). Το γεγονός ότι για λόγους διαχείρισης των συνεπειών της παγκόσμιας κρίσης του 2008 τα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, που οδηγεί και στα τρέχοντα χαμηλά επιτόκια για το τμήμα του δημόσιου χρέους που έχει κυμαινόμενο επιτόκιο, δεν σημαίνει ότι και την επόμενη δεκαετία θα παραμείνουν στα ίδια χαμηλά επίπεδα.
Γίνεται λοιπόν φανερό ότι ο κ. Στουρνάρας και η κυβέρνησή του επιδιώκουν πολύ απλά τη μονιμοποίηση των μνημονίων (και η διατήρηση ενός μη βιώσιμου δημόσιου χρέους είναι όρος γιʼ αυτό) και όχι το τέλος των μνημονίων. Μόνη λύση για τον ελληνικό λαό είναι η ανατροπή της κυβέρνησης και η συγκρότηση μιας κυβέρνησης της Αριστεράς που θα βάλει τέρμα στις ανάλγητες και καταστροφικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τα Μνημόνια.
To Γραφείο Τύπου