Με την παρούσα τροποποίηση του νόμου περί χρηματοδότησης των κομμάτων επιχειρείται να καλυφθεί το κενό που αναδεικνύει η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, όπως κορυφώθηκε με τον πρόσφατο φόνο του Παύλου Φύσσα. Προτείνεται, συνεπώς, όταν προκύπτει ότι σημαντικά στελέχη δικαιούχου κόμματος έχουν καταδικασθεί ή παραπεμφθεί, με βάσιμες ενδείξεις ενοχής για το κακούργημα της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 ΠΚ) να δίνεται η δυνατότητα στη Βουλή, με αυξημένη πλειοψηφία να αναστέλλει την κρατική χρηματοδότηση τους, με αυξημένη πλειοψηφία. Άλλα κακουργήματα, όπως της κατασκοπείας, σκοπίμως εξαιρέθηκαν από τη ρύθμιση, τόσο διότι η τέλεση τους δεν φαίνεται πιθανή από στελέχη κομμάτων υπό τις παρούσες συνθήκες, όσο και λόγω της ιδιαίτερα βεβαρημένης ιστορικής κατάχρησης τους κατά το μετεμφυλιακό παρελθόν της χώρας.
Η αναστολή της χρηματοδότησης δεν γίνεται αυτοδίκαια, αλλά κατόπιν σχετικού ερωτήματος του Πρόεδρου της Βουλής προς την Ολομέλεια, ώστε να γίνεται σεβαστή η αυτονομία του Κοινοβουλίου. Προβλέπεται ότι η Βουλή αποφασίζει με ονομαστική ψηφοφορία, αν και για το σκοπό αυτό θα πρέπει να γίνει παράλληλα και τροποποίηση του Κανονισμού της, διότι πρόκειται για θέμα αναγόμενο στη λειτουργία της. Η πρόβλεψη για την αυξημένη πλειοψηφία θα πρέπει, επίσης, να προβλεφθεί και σε μελλοντική συνταγματική ρύθμιση.
Τέλος, με το εδάφιο β της ρύθμισης προβλέπεται ότι σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης η κρατική χρηματοδότηση διακόπτεται οριστικά, ενώ, αντιθέτως, σε περίπτωσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος η αναστολή αίρεται αναδρομικά και τα παρακρατηθέντα ποσά αποδίδονται στο κόμμα.
Στο άρθρο 7 του νόμου 3023/2002 (ΦΕΚ Α΄ 146/25-6-2002) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. α) Σε περίπτωση έκδοσης καταδικαστικής απόφασης ή επιβολής προσωρινής κράτησης, κατʼάρθρο 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατόπιν αδείας της Βουλής σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος, σε βάρος αρχηγού κόμματος ή του προέδρου ή του μισού τουλάχιστον των μελών της κοινοβουλευτικής του ομάδας, για το έγκλημα του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα, ο Πρόεδρος της Βουλής εισάγει στην Ολομέλεια του Σώματος ερώτημα αν πρέπει να ανασταλεί η εν γένει κρατική χρηματοδότηση προς το κόμμα αυτό. Η αναστολή μπορεί να επιβληθεί εφόσον οι πράξεις των ως άνω φυσικών προσώπων τελέσθηκαν στο πλαίσιο δράσης του κόμματος στο οποίο ανήκουν ή στο όνομα αυτού. Η Βουλή αποφασίζει με ονομαστική ψηφοφορία και πλειοψηφία των τριών πέμπτων του συνόλου των βουλευτών.
β) Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης η κρατική χρηματοδότηση διακόπτεται οριστικά. Σε περίπτωση αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος η αναστολή αίρεται αναδρομικά και τα παρακρατηθέντα ποσά αποδίδονται στο δικαιούχο κόμμα άτοκα».