Σύμφωνα με το υπʼ αρ. 124001/ΙΒ/6-9-2013 έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΑΙΘ) με θέμα: «Υποβολή συνοπτικών προϋπολογισμών φορέων γενικής κυβέρνησης στο πλαίσιο της κατάρτισης προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2014» οι προβλεπόμενες επιχορηγήσεις για το οικονομικό έτος 2014 των εποπτευόμενων από τη ΓΓΕΤ Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) εμφανίζουν μείωση σε ποσοστό 22.4% σε σύγκριση με το τρέχον έτος.
Η μείωση αυτή, που έρχεται να προστεθεί σε συνεχείς περικοπές από το 2008 και προβλέπεται το 2014 να υπερβεί το 50%, πλήττει καίρια την ίδια τη βιωσιμότητα των ΕΚ, καθώς πλέον αυτά δεν θα μπορούν να καλύψουν τις ανελαστικές δαπάνες τους και να συντηρήσουν τις ερευνητικές και τεχνολογικές υποδομές τους, πολλές από τις οποίες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο σε εθνικό επίπεδο, ενώ τέσσερα ΕΚ (το ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος», το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών), τα οποία είναι ΝΠΔΔ, δεν θα μπορούν να καταβάλλουν τη μισθοδοσία του μόνιμου προσωπικού τους ούτε και να καταρτίσουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, όπως είναι υποχρεωμένα από το νόμο.
Επιπλέον, με άλλο έγγραφο του ΥΠΑΙΘ (αρ. πρωτ. 113291/14-08-2013) με θέμα: «Μεταρρυθμιστικές δράσεις ΥΠΑΙΘ-Φορείς» έχει ζητηθεί από τα ΕΚ η καταγραφή του υπηρετούντος διοικητικού προσωπικού με απώτερο σκοπό να τεθεί μέρος αυτού σε διαθεσιμότητα.
Κι αυτό παρʼ όλες τις υπάρχουσες καταγεγραμμένες ελλείψεις σε προσωπικό λόγω των συνταξιοδοτήσεων, της κατάργησης των κενών οργανικών θέσεων σε ορισμένα Κέντρα (ν. 4024/2011) που οδηγούν τα Κέντρα σε σοβαρές λειτουργικές δυσκολίες σε συνδυασμό με τις σοβαρές ελλείψεις και σε ερευνητικό προσωπικό λόγω της μη προκήρυξης νέων θέσεων. Αποτέλεσμα, είναι η συνεχής φυγή εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού στο εξωτερικό και κυρίως νέων επιστημόνων.
Και όλα αυτά, όταν πολύς λόγος γίνεται και πανηγυρισμοί ακούγονται σχετικά με την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία επί τη ευκαιρία της ανάληψης της Προεδρίας από την Ελλάδα, όταν η χώρα δίνει το χαμηλότερο ποσοστό στην έρευνα ενός συνεχώς μειούμενου ΑΕΠ.
Τα ΕΚ παρά το γεγονός ότι λειτουργούν επί μακρόν σε συνθήκες υποχρηματοδότησης, με περιορισμένο σε αριθμό προσωπικό και απουσία μίας επεξεργασμένης εθνικής στρατηγικής για την έρευνα, έχουν καταφέρει να αναπτύξουν σημαντικό επιστημονικό έργο, αναγνωρισμένες διεθνείς και εγχώριες συνεργασίες, μοναδικές, πολύτιμες ερευνητικές υποδομές δημιουργώντας παράλληλα και υποστηρίζοντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα θέσεις εργασίας για υψηλού επιπέδου ερευνητικό δυναμικό.
Οι ενέργειες αυτές του Υπουργείου, δηλαδή οι περικοπές των προϋπολογισμών των ΕΚ πέραν του ορίου βιωσιμότητας και η επαπειλούμενη διαθεσιμότητα μέρους του προσωπικού τους, θέτουν σε άμεσο κίνδυνο το επιτελούμενο ερευνητικό και κοινωνικό έργο, θα οδηγήσουν σε ουσιαστική διάλυση εθνικής σημασίας ερευνητικές υποδομές με κύρος και παράδοση, θα έχουν άμεσες δυσμενείς επιπτώσεις στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών ερευνητικών κονδυλίων και τελικά θα οδηγήσουν σε συρρίκνωση και σταδιακά προς κλείσιμο τα ΕΚ της χώρας. Κι αυτό παρʼ όλο που είναι αναμφισβήτητος ο ρόλος της έρευνας και τεχνολογίας, που επιτελείται σε αυτά, ως σημαντικός μοχλός ανάπτυξης για την έξοδο της χώρας από την οικονομική κρίση.
Ερωτάται ο κ. υπουργός
1. Θα εγκρίνει τα απαραίτητα κονδύλια για την επιχορήγηση των Ερευνητικών Κέντρων, ώστε να εξασφαλιστεί η μισθοδοσία του υπηρετούντος προσωπικού σε αυτά, να καλυφθούν οι ανελαστικές δαπάνες και να εξασφαλιστεί η συντήρηση των ερευνητικών και τεχνολογικών υποδομών;
2. Θα δοθούν ικανοί πόροι ώστε η έρευνα και η τεχνολογία, που επιτελείται στα Ερευνητικά Κέντρα, να αποτελέσει πραγματικό μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα;
3. Θα αποσύρει τις σχετικές διατάξεις που οδηγούν σε περαιτέρω συρρίκνωση τα Ερευνητικά Κέντρα μέσω διαθεσιμότητας/απολύσεων το προσωπικό που υπηρετεί στα ήδη υποστελεχωμένα ΕΚ;
ΟΙ ΕΡΩΤΩΝΤΕΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ
Θεανώ Φωτίου
Τάσος Κουράκης
Γιώργος Πάντζας
Μαρία Κανελλοπούλου