Το Ελληνικό Σύστημα Έρευνας και Τεχνολογίας παρά τα πολύ σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει, με κύρια αυτά της μακρόχρονης απουσίας εθνικής στρατηγικής για την έρευνα και της συστηματικής και συνεχιζόμενης υποχρηματοδότησης από τις κυβερνήσεις, παρουσιάζει θετικά αποτελέσματα που βασίζονται κυρίως στο υψηλό ερευνητικό δυναμικό της χώρας και τις ευρωπαϊκές ανταγωνιστικές χρηματοδοτήσεις. Τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας (EUROSTAT) για την περίοδο 2003-2007 δείχνουν ότι η ακαθάριστη εγχώρια δαπάνη για Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη (ΕΤΑ) κυμαίνεται μεταξύ 0,57 – 0,60% του ΑΕΠ της χώρας. Τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα αναφορικά με τις δαπάνες για την έρευνα στην Ελλάδα, σταματούν το 2007 και δείχνουν σημαντική στασιμότητα με πολύ μικρή συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Το 2011 η Ελλάδα έθεσε ως στόχο το 2% του ΑΕΠ για το 2020, αλλά ο στόχος αυτός ακυρώθηκε στα τέλη του 2011 λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών και της οικονομικής κρίσης, όπως αναφέρεται στην πρόσφατη έκθεση «Έρευνα και Καινοτομική Επίδοση στα Κράτη Μέλη το 2013» (European Commission, 2013, Research Innovation performance in EU Member States and Associated Countries, p.119) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που τονίζει, επίσης, ότι μέχρι σήμερα δεν έχει ανακοινωθεί νέος σχετικός στόχος. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Science and Technology Glossary της EUROSTAT, η ακαθάριστη εγχώρια δαπάνη για ΕΤΑ (GERD) είναι το σύνολο των εσωτερικών δαπανών για ΕΤΑ στην εθνική επικράτεια σε μία ορισμένη χρονική περίοδο και αποτελείται από τις εσωτερικές δαπάνες για ΕΤΑ των επιχειρήσεων, των μετα-δευτεροβάθμιων και των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των κυβερνητικών φορέων και των ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων. Σήμερα εκτιμούμε ότι οι δημόσιες δαπάνες για την έρευνα στην Ελλάδα βρίσκονται σε επίπεδα σημαντικά κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, όπως άλλωστε συμβαίνει και με την Εκπαίδευση.
Πρόσφατα (29.10.13), ο Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, κ. Χ. Βασιλάκος δήλωσε μεταξύ άλλων στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής: «Το όραμά μας στη στρατηγική αυτή είναι η Ελλάδα της καινοτομίας του 2020. Για να επιτευχθεί όμως τʼ όραμα αυτό, ένας πολύ βασικός παράγων θα είναι και η αύξηση των δαπανών για έρευνα από το 0,67% που είναι αυτή τη στιγμή, να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε πάνω από το 1% τιμές του ΑΕΠ.».
Ως δεδομένη ανάγκη θεωρούμε την παρουσίαση των δαπανών για την Έρευνα και Τεχνολογία σε απόλυτους αριθμούς λόγω της δραστικής μείωσης του εγχώριου ΑΕΠ κατά 25% από το 2007 έως σήμερα, αλλά και της φαινομενικής αύξησης του ποσοστού δαπανών σε ποσοστό 0,67%, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μεταφράζεται σε πραγματική αύξηση των δαπανών για την Έρευνα και την Τεχνολογία.
Σύμφωνα με τα παραπάνω δεδομένα και παρατηρήσεις,
Ερωτάται ο κ. Υπουργός
1. Ποιες είναι οι δαπάνες για την Έρευνα και Τεχνολογία κατά την περίοδο 2008 – 2012 (για την οποία δεν υπάρχουν επίσημα διαθέσιμα στοιχεία), σε απόλυτους αριθμούς και σε τι ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχονται αυτές κάθε φορά;
2. Το σημερινό (2013) ποσοστό του 0,67%, στο οποίο αναφέρθηκε ο Γενικός Γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας κατά την πρόσφατη ομιλία του στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής, ποιες ακριβώς δαπάνες περιλαμβάνει, ποια είναι η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα σε αυτό και με ποια μεθοδολογία υπολογίστηκε;
3. Ισχύει ότι στις δαπάνες για την Έρευνα και Τεχνολογία συνυπολογίζεται και η μισθολογική δαπάνη των καθηγητών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, εξαιρουμένου του διδακτικού επιδόματος που αυτοί λαμβάνουν; Ποιες άλλες δαπάνες σε απόλυτα νούμερα έχουν συνυπολογιστεί στις δαπάνες Έρευνας και Τεχνολογίας;
4. Πώς δρομολογείται στην πράξη η μετάβαση του επιπέδου δαπανών για την έρευνα έστω και στο ποσοστό 1% επί του συνεχώς συρρικνούμενου εγχώριου ΑΕΠ, δεδομένων (α) της αναγγελθείσας δραστικής περικοπής κατά 22,4% των επιχορηγήσεων των Ερευνητικών Κέντρων στον προϋπολογισμό του 2014, η οποία καθιστά πλέον μη βιώσιμη την λειτουργία αρκετών εξ αυτών (λαμβανομένου υπʼ όψη ότι οι επιχορηγήσεις αυτές καλύπτουν μόνο ένα τμήμα των μισθολογικών δαπανών των Ερευνητικών Κέντρων), (β) της ιδιαίτερα προβληματικής απορρόφησης του ΕΣΠΑ στα ερευνητικά και τα σχετιζόμενα με την έρευνα προγράμματα (δαιδαλώδες και γραφειοκρατικό θεσμικό πλαίσιο, καθυστέρηση πιστοποιήσεων, αδυναμία λήψης εγγυητικών επιστολών, κ.ο.κ.), (γ) της υποχρηματοδότησης της έρευνας από πλευράς του ιδιωτικού τομέα;
5. Ποιους τρόπους χρηματοδότησης για τα Ερευνητικά Κέντρα προβλέπει το νομοσχέδιο που θα καταθέσει ο υπουργός για την Έρευνα και την Τεχνολογία;
ΟΙ ΕΡΩΤΩΝΤΕΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ
Θεανώ Φωτίου
Τάσος Κουράκης
Χρήστος Μαντάς
Απόστολος Αλεξόπουλος
Γιάννης Αμανατίδης
Παναγιώτα Δριτσέλη
Μαρία Κανελλοπούλου
Γιώργος Πάντζας
Τζένη Βαμβακά
Μιχάλης Κριτσωτάκης
Αϊχάν Καρά Γιουσούφ
Έφη Γεωργοπούλου – Σαλτάρη
Παναγιώτης Κουρουμπλής