Με την κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα η υπουργός Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη με τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, επισφραγίστηκε εκ νέου το εξής: βασική προτεραιότητα του υπουργείου στη χάραξη πολιτικής για τον τουρισμό είναι η «άρον – άρον» και «μπιρ – παρά» εκποίηση λιμένων, μαρινών και αεροδρομίων – αρχής γενομένης από τις μαρίνες Αλίμου, Νέας Επιδαύρου, Πόρου και Ύδρας κατά τις επόμενες μέρες, ώστε η διαδικασία να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2013, με 46 μαρίνες να είναι τα «θύματα» της ιδιωτικοποίησης.
Ομολογούμε ότι ο τρόπος που η πολιτική εκποίησης συνδέεται με την τουριστική ανάπτυξη μας διαφεύγει. Τι όρους και κριτήρια θα περιέχουν οι συμβάσεις παραχώρησης 40 ετών στους ιδιώτες και ποιο είναι το συμβατικό αντάλλαγμα τίμημα που προσδωκά ότι θα εισπράξει το ελληνικό Δημόσιο, μας κρύβεται επιμελώς. Πως θα εξασφαλιστεί η συνεργασία του επενδυτή στην υλοποίηση άλλων μικρών έργων προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και με ποια χρηματοδοτικά σχήματα θα γίνει αυτό, αποτελεί πραγματικό αίνιγμα. Ποιες δεσμεύσεις θα αναλάβουν οι επενδυτές, ώστε να διασυνδέσουν την επένδυσή τους με τα άλλα υποσυστήματα του θαλάσσιου τουρισμού, αλλά και την ενδοχώρα, δεν είναι καν θέμα προς συζήτηση. Σε τι κατάσταση κορεσμού θα επιστραφούν οι τουριστικοί λιμένες στο κράτος ως τουριστικοί πόροι το φοβόμαστε ήδη. Και δε χρειάζεται να ξαναδίνουμε νόημα στη λέξη «αξιοποίηση» με αυτή τη διαδικασία – υπάρχει λέξη και ονομάζεται «ξεπούλημα».
Παρά τις διακηρύξεις των στελεχών του ΤΑΙΠΕΔ κκ. Σταυρίδη και Εμίρη, τόσο τα «πολλαπλασιαστικά οφέλη στις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες», όσο και οι «θέσεις εργασίας» τοποθετούνται σε μια μακρά σειρά υποκριτικών ευχολογίων, για τα οποία ο ελληνικός λαός υπόκεινται στις μεγαλύτερες θυσίες της νεότερης ιστορίας του από τους μνημονιακούς αξιωματούχους και την τρόικα. Άλλωστε, νωπή είναι ακόμη στη μνήμη μας η παραδοχή του λάθους του πολλαπλασιαστή εκ μέρους του ίδιου του ΔΝΤ. Γιατί τώρα πρέπει να αποδεχθούμε τους ανάλογους υπολογισμούς και τις εκτιμήσεις του ΤΑΙΠΕΔ; Όσο για την υπουργό που δεσμεύεται να εξαφανίσει τον «αθέμιτο ανταγωνισμό», για να μην αποθαρρύνει τους επενδυτές, μάλλον δεν λαμβάνει υπʼ όψιν την αθέμιτου μεγέθους εύνοια που επιδεικνύει στα, ανταγωνιστικά προς το δημόσιο συμφέρον, μεγάλα συμφέροντα.
Παράλληλα, εγκρίθηκαν η διαδικασία και οι όροι παραχώρησης έως και 22 περιφερειακών αεροδρόμιων σε ιδιώτες, αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς δημόσιο έλεγχο των αερομεταφορών στο εσωτερικό της. Ελλείψει, μάλιστα, εθνικού αερομεταφορέα και με την επαίσχυντη σύμβαση του «Ελ. Βενιζέλος» ακόμη σε ισχύ, η χώρα φαντάζει στρατηγικός «νάνος» της Τουρκίας που ετοιμάζει το μεγαλύτερο αεροδρόμιο στον κόσμο
με όρους επισκεψιμότητας. Την ίδια ακριβώς στιγμή που οι τουριστικοί προορισμοί σε όλη την χώρα «ζητιανεύουν» κυριολεκτικά στη διεθνή αγορά για την έναρξη αεροπορικών συνδέσεων, έστω και για λίγους μόνο μήνες.
Το χειρότερο; Η υπουργός ανακοίνωσε με στόμφο τη χρήση προεδρικών διαταγμάτων χωροθέτησης των τουριστικών λιμένων. Παραλείπει όμως να μας πει, ότι στο ίδιο αυτό Ν/Σ που κατέθεσε τον περασμένο Ιανουάριο προς διαβούλευση, προβλέπει την τροποποίηση του προεδρικού διατάγματος των επιμέρους ποσοστών δόμησης και χρήσεων γης των τουριστικών λιμένων της Αττικής, με Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις ΥΠΟΤ – ΥΠΕΚΑ.
Μήπως τελικά, στο όνομα της διευκόλυνσης των υποψήφιων επενδυτών, μας επιφυλάσσει στο νομοσχέδιο που τελικά θα καταθέσει, ανάλογες νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις και για τους υπόλοιπους τουριστικούς λιμένες, των οποίων το ξεπούλημα προωθεί σε απόλυτη σύμπνοια με το ΤΑΙΠΕΔ;
Τέλος, η κα. υπουργός, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να κάνει καμία αναφορά στο στρεβλό και κορεσμένο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, καμία αναφορά στην πτώση του εσωτερικού τουρισμού, καμία αναφορά στους λόγους συρρίκνωσης της τουριστικής περιόδου.
Στις δηλώσεις της υπουργού, όλα είναι ζήτημα διευκόλυνσης των επενδύσεων και απαλλαγής των επενδυτών από φόρους και λιμενικά/δημοτικά τέλη. Οι μόνοι δε στων οποίων τη πρόσκληση βρίσκει το υπουργείο νόημα να ανταποκριθεί είναι ιδιώτες, μεγαλοεπενδυτές και φορείς ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας. Την ίδια στιγμή, οι εργαζόμενοι στον τουρισμό συνωστίζονται έξω από το γραφείο της υπουργού για να κλείσουν μια συνάντηση και να συζητήσουν μαζί της τα πραγματικά προβλήματα του τουρισμού.
Κάπως αναμενόμενο, ωστόσο, για ένα υπουργείο, το οποίο πρωταγωνιστεί στις διαδικασίες πολιτικού και επενδυτικού fast–track και στην απαξίωση του κοινοβουλευτικού ελέγχου, αφού, με πρόσφατα στοιχεία, 2 στις 3 ερωτήσεις που απευθύνονται προς αυτό μένουν αναπάντητες.
Τμήμα Τουρισμού