Ομιλία Θοδωρή Δρίτσα, Βουλευτή Α΄ Πειραιά & Νησιών & Υπεύθυνου Τμήματος Ναυτιλίας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-Ε.Κ.Μ., στην Ολομέλεια της Βουλής ( 17/04/2013), στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την ανασυγκρότηση του Υπουργείου Ναυτιλίας & Αιγαίου & άλλες διατάξεις.
Συζήτηση Μνημονίου Ελλάδας Κίνας
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εισάγεται σήμερα στο Κοινοβούλιο η κύρωση του Μνημονίου Κατανόησης Ελλάδος-Κίνας που έχει ήδη υπογραφεί από το 2010 και έρχεται ως συνέχεια της συμφωνίας για τις θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας από το 1996.
Το πρώτο που επισημάναμε και στην Επιτροπή είναι ότι παρά το γεγονός ότι ο κύριος Υπουργός προσέτρεξε και έδωσε μία εξήγηση και μία απάντηση ότι όντως αυτό το Μνημόνιο έρχεται να εξειδικεύσει και να επικαιροποιήσει καίρια ζητήματα που περιελάμβανε εκείνη η Συμφωνία, είναι χαρακτηριστικό ότι στην αιτιολογική έκθεση αυτού του Μνημονίου Κατανόησης δεν υπάρχει καμμία αξιολόγηση αυτών των δεδομένων εφαρμογής της προηγούμενης Συμφωνίας και δεν αναφέρεται ποιοι είναι οι λόγοι ακριβώς που αναδεικνύουν την ανάγκη για να προχωρήσουν οι δύο χώρες σʼ αυτήν την επικαιροποίηση.
Ακριβώς αυτή η έλλειψη δεν είναι τυχαία. Εμείς έχουμε δηλώσει κατʼ επανάληψη ότι είμαστε υπέρ των διακρατικών συμφωνιών και ειδικά στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών και της ναυτιλίας, που είναι ένας κρίσιμος τομέας και αφορά τη χώρα μας ιδιαίτερα. Επομένως, είναι πάντα σημαντικό να προωθούνται διακρατικές συμφωνίες.
Η Κίνα, επίσης, είναι μία χώρα που έχει έναν αδιαμφισβήτητο δυναμισμό και ως προς αυτό δεν έχουμε από θέση αρχής άρνηση. Όμως, είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι και σʼ αυτήν την περίπτωση έχουμε κάποια φαινόμενα. Οι προστρέχοντες έχουν σαφείς στόχους και σαφή συμφέροντα. Η Κίνα, επί του προκειμένου, ως χώρα με σχεδιασμό και με στόχους –ένας απʼ αυτούς είναι η ανάπτυξη των ναυτιλιακών και των θαλάσσιων μεταφορών και η ενδυνάμωσή της στην Ευρώπη- παίρνει πρωτοβουλίες. Οι Έλληνες εφοπλιστές σʼ αυτό το πλαίσιο παίρνουν επίσης πρωτοβουλίες και αξιοποιούν τις όποιες παροχές τους δίνει το ελληνικό κράτος όχι επʼ ωφελεία της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας, αλλά με τα δικά τους κριτήρια και τις δικές τους επιλογές.
Δηλαδή, επί του προκειμένου, όλο αυτό το πλαίσιο και η διαδικασία για τη σύναψη αυτού του επικαιροποιημένου Μνημονίου είχε συνοδευτεί ήδη από συμφωνίες των Ελλήνων εφοπλιστών, με εξασφάλιση πιστώσεων πολλών δισεκατομμυρίων από την πλευρά του κινεζικού κράτους για τα πλοία που ναυπηγούν Έλληνες εφοπλιστές στα κινεζικά ναυπηγεία.
Εκεί εμφανίζεται η ελληνική πλευρά, το ελληνικό κράτος, η ελληνική Κυβέρνηση να μην έχει κανένα διαπραγματευτικό στόχο, να μην έχει κανένα σχεδιασμό, κανένα πρόγραμμα και να αποδέχεται απολύτως τις πρωτοβουλίες των δύο ενεργών παικτών, για να το πω έτσι. Αυτό δεν ισχύει μόνο γιʼ αυτήν την περίπτωση. Ισχύει για όλες τις περιπτώσεις. Είναι η γνωστή πολιτική της προσαρμογής ή και της υποταγής, όταν πρόκειται για τα κορυφαία ζητήματα, όπως είναι οι μνημονιακές πολιτικές, οι συμβάσεις, οι νατοϊκές συμφωνίες και δεν συμμαζεύεται.
Αυτό αποτυπώνει τούτο το Μνημόνιο. Αποτυπώνει την έλλειψη αμοιβαιότητας, την απουσία αμοιβαιότητας, η οποία είναι πάντα το υπʼ αριθμόν ένα ζητούμενο σε κάθε διακρατική συμφωνία και σε κάθε μνημόνιο, όπως πρόκειται και εδώ.
Πιο συγκεκριμένα, αυτά αποτυπώνονται και στα ζητήματα των ρυθμίσεων που αφορούν την προνομιακή σχέση που αποκτά ο Κινεζικός Νηογνώμονας. Βέβαια μπορεί εύκολα κανείς να προτάξει τον αντίλογο ότι έτσι που τα κάναμε, δεν έχουμε αξιόπιστο Ελληνικό Νηογνώμονα. Αλλά δεν υπάρχει και κανένα σχέδιο και καμμία πρόβλεψη για μια στοιχειώδη αμοιβαιότητα, στο μέλλον τουλάχιστον, με την προσδοκία ότι θα ανασυγκροτηθεί ένας αξιόπιστος Ελληνικός Νηογνώμονας που να έχει κατοχυρωμένη αμοιβαία σχέση και δυνατότητα ανταλλαγής.
Αντίθετα, στα ζητήματα της προστασίας του περιβάλλοντος έχουμε διευκόλυνση μιας πολιτικής των Κινέζων, οι οποίοι δεν έχουν δείξει καλή θητεία και καλή συμπεριφορά ως προς αυτό.
Τέλος, στα ζητήματα των εργασιακών έχουμε περίεργες διατυπώσεις που παρότι θέλησε ο κύριος Υπουργός να τις διασκεδάσει, έχουν αναστατώσει τα Ναυτεργατικά Σωματεία στη χώρα μας. Και αναφέρει σχετικά το Μνημόνιο Κατανόησης: «Τα μέρη θα συνεργάζονται μέσω της εκπαίδευσης και της ανταλλαγής προσωπικού κλπ, με βάση σχετικές συμβάσεις του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού και των Οργάνων του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ΔΟΕ) που αφορούν τις συνθήκες εργασίας στα πλοία, καθώς και τη διευκόλυνση των ναυτικών κατά τη διάρκεια της παραμονής τους εκατέρωθεν στους λιμένες και των δύο μερών».
(Στο σημείο αυτό κτυπάει προειδοποιητικά το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Τελειώνω, κύριε Πρόεδρε.
Όλα αυτά και πολλά άλλα που λεπτομερέστερα αναπτύξαμε στην επιτροπή που είχαμε περισσότερο χρονικό περιθώριο, αναδεικνύουν πραγματικά ότι αυτό το Μνημόνιο Κατανόησης, ενώ θα μπορούσε, δεν είναι μνημόνιο αμοιβαίας κατανόησης. Είναι μνημόνιο μονομερούς κατανόησης και όχι επʼ ωφελεία της ελληνικής οικονομίας στο σύνολό της και κυρίως της ελληνική κοινωνίας και των εργαζομένων.
Δεν έχω χρόνο να επεκταθώ περισσότερο. Έχω δώσει μια υπόσχεση στον κύριο Υπουργό, επειδή με προκάλεσε στην Επιτροπή να τοποθετηθώ και για τα ζητήματα της Cosco και των κινεζικών επενδύσεων στις λιμενικές εγκαταστάσεις. Θα το κάνω όταν μιλήσω αργότερα στο νομοσχέδιο.
Ως εκ τούτου, αυτό το Μνημόνιο Κατανόησης δεν πρέπει να ψηφιστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Πρέπει να αναθεωρηθεί, να επανεξεταστεί, να επαναδιατυπωθεί. Σε αυτή του μορφή, το καταψηφίζουμε.
Ευχαριστώ.
Συζήτηση νομοσχεδίου ΥΝΑ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ: Για να μην κάνουμε αστεία. Ο συνάδελφός σας, ο κ. Κεφαλογιάννης -φωνάξτε τον- έχει ειδικότητα σε αυτό, στο να φέρνει χαρτιά μισθοδοσίας διαφόρων εργαζομένων και να δημιουργεί ψεύτικες εικόνες.
Κύριε Υπουργέ, χθες παρεξηγηθήκατε και παρερμηνεύσατε το νόημα όσων σας είπε ο Κοινοβουλευτικός μας Εκπρόσωπος, ο Δημήτρης Παπαδημούλης. Αλλά, πράγματι, αυτό το νομοσχέδιο μόνο η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών και η Ένωση Ακτοπλόων το έχουν χειροκροτήσει. Το έχουν συντάξει κιόλας. Ήταν τα δικά τους αιτήματα. Όλες οι ομοσπονδίες και οι ενώσεις εργαζομένων έχουν όχι μόνο αντιρρήσεις, αλλά κάνουν και αγωνιστικές κινητοποιήσεις για να μην ψηφιστεί και να μην περάσει αυτό το νομοσχέδιο. Ακόμα και ο ΟΛΠ δια του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου του, με όλη του την προσοχή -επειδή ανήκει και εκείνος στον πολιτικό χώρο της Κυβέρνησης- έβαλε σημαντικές και καίριας σημασίας ενστάσεις, αστερίσκους και ένα σωρό επισημάνσεις που ούτε καν τις προσέξατε.
Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Πρόκειται για ένα θεσμικό παράδοξο αυτό που ρυθμίζετε. Αυτό δεν είναι ανασύνταξη και επανίδρυση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας που και εμείς θέλαμε και εμείς διεκδικούσαμε ως αυτοτελές Υπουργείο για τη ναυτιλία. Είναι μία ρύθμιση γραφειοκρατική στην πραγματικότητα που κυρίως οδηγεί σε αδιαφανείς διαδικασίες παρεμποδίζοντας κάθε δημοκρατικό και κοινωνικό έλεγχο.
Κύριε Υπουργέ, η πολιτική εποπτεία και η ευθύνη είναι μία διακριτή λειτουργία. Όταν συγχέεται η πολιτική ευθύνη με τη στρατιωτική ευθύνη και τελικά με τα επιχειρηματικά συμφέροντα αυτό δεν δημιουργεί όρους αναπτυξιακής ανεξαρτησίας ενός Υπουργείου που πρέπει να ενταχθεί στον καίριο αυτό τομέα ως ναυαρχίδα μιας αναπτυξιακής διαδικασίας.
Οι στρατιωτικά οργανωμένες υπηρεσίες δεν μπορούν και δεν πρέπει να παρεμβαίνουν στην πολιτική. Και η πολιτική δεν παρεμβαίνει στην εσωτερική λειτουργία τέτοιων υπηρεσιών. Αυτό ισχύει και για την άμυνα και για τα Σώματα Ασφαλείας, ισχύει για τους πάντες. Και εδώ έχουμε μία ανάμειξη όλων αυτών των αρμοδιοτήτων με έναν τρόπο που το μόνο που εξασφαλίζει είναι κάποια ισχυρά «λόμπι» οικονομικών συμφερόντων, που τα αποδέχεται η πολιτική ηγεσία κομμάτων, όπως η Νέα Δημοκρατία ή το ΠΑΣΟΚ, να έχουν τον τρόπο, δια της ιεραρχίας, να επιβάλλουν σε όλη τη λειτουργία ενός Υπουργείου τις κεντρικά επιλεγμένες αποφάσεις και κατευθύνσεις. Περί αυτού πρόκειται.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο, καταργείτε στην πραγματικότητα το Αρχηγείο -κατάκτηση του αγώνα των λιμενικών- και έχετε απέναντί σας και την ομοσπονδία των στελεχών του Λιμενικού Σώματος, την ΠΟΕΠΛΣ και ελπίζω τουλάχιστον να δεχθείτε μία σειρά από τις τροπολογίες που εκείνοι έχουν καταθέσει, έχουν προτείνει και έχουν προωθήσει. Αυτό είναι λοιπόν το νέο Υπουργείο το οποίο φτιάχνετε.
Για τα λιμάνια, κύριε Υπουργέ, θέλετε προτάσεις. Το λιμάνι είναι στρατηγικού χαρακτήρα, ναυαρχίδα μίας συνολικότερης αναπτυξιακής διαδικασίας. Εσείς τα αντιμετωπίζετε δίνοντάς τα στα ΤΑΙΠΕΔ ως αυτοτελή παραγωγική μονάδα άμεσης κερδοφορίας, τράνζιτ λειτουργίας. Είναι δυνατόν να δεχθεί ποτέ κανείς σχεδιασμό λιμανιών χωρίς ένα συνολικότερο σχεδιασμό της ευρύτερης περιφέρειας και της ευρύτερης παραγωγικής διαδικασίας στην οποία ανήκει το κάθε λιμάνι, ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη, η Ηγουμενίτσα, η Πάτρα, η Καβάλα; Τι είναι το λιμάνι; Από μόνο του; Αλλά ακριβώς για τους ιδιώτες επιχειρηματίες είναι από μόνο του και γιʼ αυτό δεν μπορούν να ιδιωτικοποιούνται οι στρατηγικοί τομείς της οικονομίας, όπως τα λιμάνια, γιατί είναι παραγωγική βάση συνολικού σχεδιασμού και για τη γεωργία και για τον τουρισμό και για τις μεταφορές και για τις χερσαίες και για τα πάντα. Αυτό ακριβώς απαιτεί δημόσιο έλεγχο και δημόσιο σχεδιασμό. Αυτά όμως είναι μακριά.
Έχουμε ολόκληρους τόμους έρευνας και μελέτης γύρω από αυτά τα πράγματα και ο ΣΥΡΙΖΑ και τα πανεπιστήμια, αλλά και διεθνώς και στην Ελλάδα. Εσείς επιλέγετε το μονεταριστικό μοντέλο να τεμαχίζετε τα λιμάνια ή άκουσον-άκουσον, να κάνετε ομαδοποιήσεις άσχετων μεταξύ τους αναπτυξιακών οντοτήτων. Γιατί; Γιατί ακριβώς υπακούτε σε αυτή τη λογική. Θα τα πάρει το ΤΑΙΠΕΔ, θα τα εντάξει σε ένα σύστημα μεταφορών εσωτερικών ή διεθνών τράνζιτ, καμία σχέση με τη συνολική ή άλλη παραγωγική διαδικασία και θα έχει κερδοφορία. Ε, και; Είναι αυτό αναπτυξιακό; Γιʼ αυτό έχουμε αντιδράσει και στη μονοπολοποίηση του εμπορικού λιμανιού του Πειραιά. Γιʼ αυτό δεν θέλαμε τη σύμβαση με την Cosco.
Κύριε Υπουργέ, με έχετε προκαλέσει. Εμείς πράγματι θα κάνουμε το παν για να επανακτήσουμε τους παραγωγικούς στρατηγικούς τομείς της οικονομίας -όπως και τα λιμάνια- υπό δημόσιο έλεγχο. Σε αυτό ανήκει και το εμπορικό λιμάνι του Πειραιά. Τις δυσκολίες που έχουμε από το γεγονός ότι υπάρχουν συμβάσεις τις ξέρουμε και τις μελετάμε πάρα πολύ καλά και πολύ προσεκτικά. Δεν θα επιτρέψουμε ούτε «άβατα» ούτε χώρους εργασίας «γαλέρα» να υπάρχουν.
Θα επανέλθω στα επόμενα θέματα που έχω αφήσει ακάλυπτα στον επόμενο κύκλο της συζήτησης. Θέλω να τελειώσω με το θέμα της ακτοπλοΐας.
Επίσης, ο δημόσιος φορές της ακτοπλοΐας είναι καθεστώς σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη της Ευρώπης. Μόνο η Ελλάδα έχει αυτό το καθεστώς. Θα μου πείτε «παράδοση». Ναι, η παράδοση είναι μια παράμετρος. Έχει αποδώσει, όμως;
Έχουμε φτάσει στο σημείο, ακόμη και τα νησιά του Αργοσαρωνικού να είναι «άγονη γραμμή» και δεν θα προβληματιστούμε, που οδηγεί αυτό το σύστημα; Και καλά, είναι ζημιογόνες οι ακτοπλοϊκές εταιρίες. Γιατί είναι ζημιογόνες; Λόγω της διαφοράς κόστους-οφέλους, φορτίου μεταφορικού, ανθρώπων και εμπορευμάτων και εσόδων;
Μήπως είναι ζημιογόνες λόγω των θαλασσοδανείων -που πλέον δεν παίρνουν- που δεν τα αξιοποίησαν ποτέ παραγωγικά και τώρα είναι σχολάζοντα δάνεια και μη εξυπηρετούμενα;
Μήπως είναι ζημιογόνες από το «άβατο» των καυσίμων που δεν λέτε να το διεισδύσετε για να δούμε, τι σημαίνει η διαφορά του κόστους των καυσίμων για μια εταιρεία και τι σημαίνει για μια άλλη;
Παρʼ όλα αυτά, θέλετε να κοροϊδέψετε του νησιώτες με αυτήν την κατάπτυστη τροπολογία για το δρομολόγιο ασφαλείας, λέτε. Λες και θα είναι ένα το δρομολόγιο ασφαλείας. Το λέτε και στον ενικό. Μα, αν εφαρμοστεί αυτή η διάταξη, θα ανοίξει η όρεξη. Αυτό είναι προφανές. Δεν θα εξυπηρετηθεί μόνο η Κρήτη με ένα δρομολόγιο ασφαλείας που είναι ad hoc απεργοσπαστικός μηχανισμός. Τα άλλα νησιά δεν θα έχουν ανάγκες ασφαλείας; Άρα, δέκα δρομολόγια θα γίνουν.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ: Αυτό δεν είναι απολύτως κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος; Αφήστε που όλη η νομοθετική σύλληψη είναι τόσο αίολη που δεν θα σταθεί ούτε μια μέρα σε οποιοδήποτε δικαστήριο και σε οποιοδήποτε διαδικασία τέτοιου τύπου.
Θα επανέλθω στο δεύτερο κύκλο ομιλιών.
Ευχαριστώ πολύ.
Δευτερολογία
Κύριε Υπουργέ, θέλω καταρχήν να εκφράσω την ικανοποίησή μας για την ωριμότερη σκέψη να μη δεχθείτε για τη σημερινή συζήτηση αυτήν την τροπολογία για το πλοίο ασφαλείας. Η νησιωτική αυτοδιοίκηση και οι ναυτεργατικές ενώσεις -η ΠΝΟ και τα άλλα ναυτεργατικά σωματεία- μπορούν –και πρέπει λέμε εμείς- να έχουν ένα δημόσιο, κοινωνικό διάλογο, όπου μέσα από αυτόν προσεγγίζονται και τις πιο πολλές φορές λύνονται με τον καλύτερο τρόπο τέτοιου είδους ζητήματα, αλληλέγγυα και με συνεννόηση. Αυτή είναι η καλύτερη λύση και δεν χρειάζονται οι αυταρχικές παρεμβάσεις του κράτους ή ακόμη και του Κοινοβουλίου και μάλιστα, με τέτοιο τρόπο.
Από την άλλη μεριά θέλω να εκφράσω τη θλίψη μου, διότι δεν ευοδώθηκε ούτε και τώρα –περίπου δυο χρόνια εκκρεμεί- η ρύθμιση για τους υπαλλήλους, εργαζόμενους της εταιρείας «ΑΓΟΥΔΗΜΟΣ» που τους έχει αφήσει χωρίς να τους έχει πληρώσει τα δεδουλευμένα και τις αποδοχές τους. Κάποια στιγμή πρέπει να λυθεί αυτό το ζήτημα.