Στην ημερίδα που διοργάνωσε το Τμήμα Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΝ με θέμα: «ΤΙΜΕΣ - ΠΟΙΟΤΗΤΑ - ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ» , χαιρέτισε ο πρόεδρος του ΣΥΝ, Α.Αλαβάνος, και έκαναν εισηγήσεις οι: Γιάννης Τόλιος, μέλος της Π.Γ. του ΣΥΝ, Γιώργος Μπενάτος, γεωπόνος, υπευθ. Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΝ, Γεώργιος Παπαβασιλείου πρόεδρος Οργανισμός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (ΟΠΕΓΕΠ), Πεταράκης Δημήτρης, κτηνίατρος, μέλος Δ.Σ. Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ),
Επίσης έγιναν παρεμβάσεις από τους: Αρβανίτη Θεόδωρο, πρόεδρο «Συλλόγου Βιοκαλλιεργητών Λαϊκών Αγορών Αττικής» (ΣΥΒΙΛΑ), Γκαραδέλου Νανά, πρόεδρο «Πανελλήνιου Συνδέσμου Καταστημάτων Βιολογικών Προϊόντων», Δαρλάση Γιάννη, παραγωγό, μέλος Συνεταιρισμού Ηραίου Ναυπλίου, Κακαβά Νίκο, γεωπόνο, πρόεδρο Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωτεχνικών Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΟΓΕΔΥ), Κάνδηλα 'Αγγελο, πρόεδρο Συλλόγου Εργαζομένων Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), Καραμήτρο Κώστα, γεωπόνο, πρόεδρο «Πανελλήνιας Ένωσης Γεωπόνων Δημοσίων Υπαλλήλων» (ΠΕΓΔΥ), Κωστή Γιώργο, πρόεδρο καταναλωτικής οργάνωσης «Βιοκαταναλωτές για ποιότητα ζωής» (ΒΙΟΖΩ), Λαϊνά Παναγιώτη, γεωπόνος-παραγωγός πολλαπλασιαστικού υλικού, Πετροπουλάκη Δημήτρη, επιβλέπων γεωπόνος Ομάδας Παραγωγών Ολοκληρωμένης Διαχείρισης «Γη Θεών», Αρεόπολης και Αγ.Αναργύρων Λακωνίας, Πρίφτη Γιώργο, αγρότης-συνδικαλιστής.
Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλέκος Αλαβάνος, μιλώντας στην ημερίδα, τόνισε:
Το τρίπτυχο της σημερινής ημερίδας του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής τιμές-ποιότητα-ασφάλεια τροφίμων, εστιασμένο στην πρωτογενή παραγωγή, δίνει την ευκαιρία να συζητηθούν τα καίρια ζητήματα του τρόπου παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων, σε συνδυασμό με την διασφάλιση της ποιότητας και της ασφάλειας των τροφίμων.
Πώς διαμορφώνονται οι τιμές στα προϊόντα διατροφής; Τι παρεμβάλλεται ανάμεσα στην τιμή που πουλάνε οι παραγωγοί μας και στην τιμή που αγοράζουν οι καταναλωτές; Πώς θα αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά που, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΚΑ, σε ποσοστό 63% αλλάζουν προς το χειρότερο το επίπεδο διατροφής τους, το κύμα ακρίβειας που σαρώνει την αγορά; Αγοράζοντας φθηνότερα και αμφίβολης ποιότητας έως επικίνδυνα τρόφιμα;
Το θέμα της ποιότητας και της ασφάλειας των τροφίμων, που ήρθε πάλι συγκυριακά στο προσκήνιο με αφορμή τα τελευταία κρούσματα διάθεσης ακατάλληλων προϊόντων, είναι καθαρά θέμα πολιτικό; Είναι θέμα μόνο ελέγχων; Μπορούν να υπάρξουν αποτελεσματικοί έλεγχοι και διασφάλιση της δημόσιας υγείας σε συνθήκες «ελεύθερης αγοράς», «ανταγωνισμού», «παγκοσμιοποίησης»; Τι ρόλο παίζει το μοντέλο ανάπτυξης της πρωτογενούς παραγωγής;
Όλα αυτά τα ζητήματα θα αναπτυχθούν από τους ομιλητές και θα αναδειχθούν και από τις παρεμβάσεις και τη συζήτηση
Εμένα θα μου επιτρέψετε στο σύντομο χαιρετισμό μου να καταθέσω μερικές σκέψεις για τα θέματα αυτά.
Τα σύγχρονα συστήματα παραγωγής τροφίμων χαρακτηρίζονται σε μεγάλο βαθμό από δύο όρους: την εντατικοποίηση και την παγκοσμιοποίηση.
Η συμβατική γεωργία έχει φθάσει σε υψηλά επίπεδα εντατικοποίησης.
Έχουμε μετατρέψει τις φυτοφάγες αγελάδες σε σαρκοφάγες. Παράγουμε πουλερικά με διοξίνες. Ορμόνες, αντιβιοτικά, υπερλίπανση και υπερφυτοπροστασία έχουν ένα κοινό παρονομαστή, την αύξηση του κέρδους με μείωση του κόστους παραγωγής, την κατάκτηση της παγκόσμιας αγοράς, σε βάρος της ποιότητας και της ασφάλειας.
Και τα μεταλλαγμένα κατακλύζουν τις παγκοσμιοποιημένες αγορές, επειδή κάποιες πολυεθνικές επενδύσανε στην παραγωγή τους και θέλουνε γρήγορα να αποσβέσουν τις επενδύσεις τους αλλά και να ελέγξουν το γενετικό υλικό. Και σήμερα η Ελλάδα προσχωρεί και επίσημα στην υιοθέτηση της οδηγίας που επιτρέπει την εισαγωγή τους, αρνούμενη να ανακηρύξει τη χώρα «ελεύθερη μεταλλαγμένων» με βάση την διακήρυξη της Καρθαγένης για την βιοασφάλεια.
Χρειαζόμαστε την συμβατική γεωργία, αλλά οφείλουμε να στηρίξουμε την μεταμόρφωσή της σε ποιοτική γεωργία, ώστε και οι αγρότες, να εξασφαλίζουν εισόδημα από την δραστηριότητά τους, τα προϊόντα που θα παράγονται να είναι ποιοτικά και ασφαλή, σε τιμές προσιτές για όλους τους πολίτες, αλλά και να προστατεύεται το περιβάλλον και οι φυσικοί πόροι.
Τυποποίηση, προϊόντα ονομασίας προελεύσεως, γεωγραφικής ένδειξης, ολοκληρωμένης διαχείρισης παραγωγής, μαζί με την ανάπτυξη των τοπικών αγορών με συμμετοχή των οργανωμένων παραγωγών, να γίνουν κεντρικοί άξονες της αγροτικής μας πολιτικής.
Ταυτόχρονα να προωθήσουμε την ανάπτυξη των βιολογικών προϊόντων, ενισχύοντας όχι μόνο τους καλλιεργητές τους, αλλά και την σχετική επιστημονική έρευνα ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής τους και να είναι προσιτή η αγορά τους όχι μόνο από ανθρώπους υψηλότερων εισοδημάτων.
Κάποιοι τομείς της παραγωγής μας είναι προνομιακοί προς αυτή τη κατεύθυνση. Βιολογική κτηνοτροφία, βιολογική ελαιοκαλλιέργεια, βιολογικά κηπευτικά. Και είναι απαράδεκτη η επίθεση που δέχτηκε ο χώρος της βιολογικής γεωργίας πρόσφατα με αφορμή ατυχείς ανακοινώσεις του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης σχετικά με τα αποτελέσματα ελέγχων στα βιολογικά προϊόντα.
Όσον αφορά τους ελέγχους και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, τα πρόσφατα περιστατικά ανέδειξαν δύο ζητήματα. Αν το θεσμικό πλαίσιο, οδηγίες, κανονισμοί, ελληνικοί νόμοι, είναι επαρκές για να αντιμετωπισθεί το ζήτημα της ασφάλειας των τροφίμων και της δημόσιας υγείας και αν ο φορέας εφαρμογής του ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων, που ούτε ενιαίος είναι, ούτε ολοκληρωμένους ελέγχους κάνει, μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο του.
Υπάρχει πληθώρα οδηγιών και κανονισμών και νόμων που στηρίζονται αφενός στην αρχή ότι την κύρια ευθύνη της διασφάλισης της υγιεινής των τροφίμων έχουν οι επιχειρήσεις τροφίμων, και αφετέρου στην προσέγγιση της επέκτασης της ισχύος των γενικών κανόνων υγιεινής στην πρωτογενή παραγωγή, «από το αγρόκτημα στο πιάτο» όπως χαρακτηριστικά λέγεται.
Ενώ όλο το πλαίσιο καθιερώνει τον «ενιαίο χαρακτήρα» των ελέγχων και απαιτεί ελέγχους σε όλα τα στάδια, έχουμε στην πράξη διαχωρισμένο τον έλεγχο στην πρωτογενή παραγωγή από εκείνον στη μεταποίηση, κάποιες αρμοδιότητες να έχει η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, κάποιες άλλες οι διευθύνσεις υγιεινής, η διεύθυνση εμπορίου. Ο ΕΦΕΤ αδυνατεί να συντονίσει όλες τις παραπάνω υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να διενεργούνται ελάχιστοι έλεγχοι από πολυδιασπασμένους κρατικούς μηχανισμούς, με ελάχιστη χρηματοδότηση, και ανεπαρκές προσωπικό και μέσα. Θα πρέπει να επανεξετασθεί η υπαγωγή του στο αρμοδιότερο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων .
Πιστεύω ότι οι προτάσεις που θα ακουστούν και η όλη συζήτηση θα είναι χρήσιμη για όλους.
Ο Γιάννης Τόλιος, μέλος της Π.Γ. του ΣΥΝ και υπεύθυνος για την Αγροτική Πολιτική, στην τοποθέτησή του μίλησε με θέμα «Έλεγχος Τιμών και Ποιότητας Τροφίμων-'Αξονες Εναλλακτικής Πολιτικής»
Το θέμα του ελέγχου γενικά, όσο και ειδικότερα των τιμών και της ποιότητας και ασφάλειας των τροφίμων, σε συνθήκες απορύθμισης και φιλελευθεροποίησης των οικονομιών και παγκοσμιοποίησης της δράσης των μεγάλων επιχειρήσεων, αποκτά στις μέρες μας ξεχωριστή σημασία. Κατ αρχήν αναβαθμίζεται η σημασία του κοινωνικού και πολιτικού ελέγχου, ως μέσο πίεσης στις κυβερνήσεις, για τη δημιουργία μηχανισμών προληπτικού και κατασταλτικού ελέγχου, παρ ότι η ριζική αντιμετώπιση του φαινομένου, απαιτεί γενικότερες αλλαγές των κυρίαρχων οικονομικών σχέσεων.
Ο επίσημος τιμάριθμος εμφανίζεται να «τρέχει» γύρω στο 3,2%, ενώ στα περισσότερα είδη διατροφής ξεπερνά κατά μέσο όρο το 10%. Οι μεγάλες ανατιμήσεις στα τρόφιμα, διαψεύδουν τη γνωστή θεωρία ότι οι μισθοί ευθύνονται για τον πληθωρισμό, ενώ αντίθετα αποκαλύπτουν ότι οι αιτίες της αισχροκέρδειας βρίσκονται: α) στην ύπαρξη ολιγοπωλιακών δομών στην αγορά, β) στην απουσία αποτελεσματικών μηχανισμών ελέγχου και εποπτείας των τιμών, γ) στην ανεξέλεγκτη δράση των μεσαζόντων και εμποροβιομηχάνων στην διακίνηση-μεταποίηση-εμπορία ειδών διατροφής, δ) στους υψηλούς έμμεσους φόρους στα είδη κατανάλωσης, κά.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι «παλεύει» να ελέγξει την ακρίβεια, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, χωρίς ωστόσο αποτελέσματα. Η αντιμετώπιση της απαιτεί κατ αρχήν πραγματική βούληση και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου, τα οποία η κυβέρνηση δεν διαθέτει, ούτε θέλει να δημιουργήσει, γιατί πρωταρχική επιλογή της είναι τα μεγάλα συμφέροντα, ενώ την διαμόρφωση τιμών την αφήνει στις «δυνάμεις της αγοράς».
Για τον έλεγχο της αισχροκέρδειας στα είδη διατροφής ο ΣΥΝ προτείνει: α) έλεγχος στις τιμές αγροτικών εφοδίων και η δημιουργία προμηθευτικών συνεταιρισμών, β) έλεγχος της «ψαλίδας» τιμών παραγωγού-καταναλωτή, κατά τη διακίνηση, μεταποίηση και εμπορία αγροτικών προϊόντων, γ) έλεγχος των τιμολογίων αγοράς-πώλησης και διαφάνεια στη διαμόρφωση των ποσοστών κέρδους, δ) έλεγχος των άτυπων «καρτέλ» και των ολιγοπωλιακών δομών, ε) ενεργοποίηση των συνεταιρισμών στη συγκέντρωση, τυποποίηση, διακίνηση και εμπορία αγροτικών προϊόντων, στ) συστηματική παρακολούθηση της εξέλιξης των τιμών και επιβολή ανώτατης τιμής πώλησης σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, ζ) μηδενικός συντελεστής ΦΠΑ σε είδη πρώτης ανάγκης, η) στήριξη της ανάπτυξης των «καταναλωτικών συνεταιρισμών» και απ ευθείας προμήθεια βασικών ειδών από τους παραγωγούς σε καλύτερες τιμές για τα μέλη τους, θ) επεξεργασία γνήσιου Τιμάριθμου με βάση τις ανάγκες μιας εργατο-υπαλληλικής οικογένειας και προστασία της αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων από τον πληθωρισμό, ι) στήριξη της αναπτυξιακής διαδικασίας για αύξηση της παραγωγικότητας και μείωσης της κατά μονάδα κόστους των προϊόντων, κά.
Όσον αφορά τον έλεγχο της ποιότητας και της ασφάλειας των τροφίμων, βασική αιτία επικινδυνότητας, είναι κατ αρχήν το μοντέλο «αγροχημικών» και «εντατικής γεωργίας», που έχει ως στόχο την αύξηση της οικονομικής «ανταγωνιστικότητας» και το μέγιστο κέρδος των εταιριών. Μια νέα εκδοχή του συγκεκριμένου μοντέλου, είναι η παραγωγή και εμπορία γενετικά τροποποιημένων ή «μεταλλαγμένων» τροφίμων, με τη δημιουργία παράλληλα νέων και μεγάλων κινδύνων στον άνθρωπο, στην αγροτική παραγωγή, στη βιοποικιλότητα και στο περιβάλλον. Αρνητικό ρόλο παίζει επίσης η απουσία συστηματικών ελέγχων και η χαλαρή εφαρμογή του υπάρχοντος πλαισίου από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Ο ΣΥΝ προτείνει άμεσα μέτρα ελέγχου της ποιότητας και αλλαγή του παραγωγικού και διατροφικού προτύπου: α) συστηματικό δειγματοληπτικό έλεγχο των τροφίμων πριν κυκλοφορήσουν στην αγορά και επιβολή αυστηρών κυρώσεων στους παραβάτες, β) συντονισμός δημοσίων υπηρεσιών ελέγχου τροφίμων (ΕΦΕΤ, Γενικό Χημείου του Κράτους, υπηρεσίες υπουργείου Γεωργίας και Νομαρχίες, υπουργείο Υγείας, κά), γ) ενίσχυση του ΕΦΕΤ με ειδικό προσωπικό και μεταφορά εποπτείας στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εγγραφή όλων των επιχειρήσεων τροφίμων στο μητρώο επιχειρήσεων του ΕΦΕΤ, πραγματοποίηση ελέγχων επικινδυνότητας και μελέτη επιπτώσεων στους καταναλωτές, δ) εφαρμογή όλων των κοινοτικών κανονισμών που προβλέπουν αυστηρότερες διαδικασίες ελέγχου τροφίμων, ε) απαγόρευση των «μεταλλαγμένων», με άμεση εφαρμογή του Πρωτοκόλλου Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια και ανακήρυξη της χώρας σε ελεύθερη ζώνη από μεταλλαγμένα, καθιέρωση μηδενικού συντελεστή επιμόλυνσης με ΓΤΟ, σε σπόρους, τρόφιμα και ζωοτροφές, εφαρμογή σήμανσης και ιχνηλασιμότητας σε όλα τα προϊόντα, επικύρωση με νόμο των αποφάσεων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που έχουν ανακηρύξει τις περιοχές τους «ελεύθερες ζώνες από μεταλλαγμένα», στ) στήριξη της Ποιοτικής Γεωργίας, με εφαρμογή ολοκληρωμένου προγράμματος ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, εξειδικευμένα μέτρα στήριξης της παραδοσιακής γεωργίας, με στόχο παραγωγή προϊόντων «ονομασίας προέλευσης», «τοπικών παραδοσιακών», «γεωγραφικής περιοχής προέλευσης», και «ολοκληρωμένης διαχείρισης», ζ) ανάδειξη των πλεονεκτημάτων της «μεσογειακής δίαιτας» σε σχέση με άλλες, η) καταπολέμηση των φαινομένων συγκάλυψης των διατροφικών σκανδάλων στο όνομα σκοπιμοτήτων, έλεγχος στην αποσιώπηση ή στην επιλεκτική προβολή ορισμένων διατροφικών σκανδάλων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, κώδικας δεοντολογίας για συστηματική και υπεύθυνη ενημέρωση των πολιτών, κά.
Τέλος ανάπτυξη κινήματος αντίστασης με πρωτοβουλία των συνδικάτων, των ενώσεων καταναλωτών, της Αυτοδιοίκησης, των επιστημονικών και κοινωνικών οργανώσεων, για την άσκηση πίεσης στην κυβέρνηση και λήψη ουσιαστικών μέτρων καταπολέμησης της ακρίβειας και ελέγχου της ποιότητας των τροφίμων.»
Ο Γιώργος Μπενάτος, γεωπόνος, υπευθ. Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΝ, στην τοποθέτησή του τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Το μεγάλο άνοιγμα που έχει η ψαλίδα τιμών παραγωγού και τιμών καταναλωτή και τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργούνται τόσο στο εισόδημα του παραγωγού όσο και στην καταναλωτική και αγοραστική δύναμη των πολιτών, απασχόλησε σήμερα τις εργασίες της ημερίδας με θέμα «Τιμές-ποιότητα-ασφάλεια τροφίμων».
Διαπιστώθηκε με αριθμούς ότι το άνοιγμα αυτό αρχίζει από 1,5 φορές, ο μέσος όρος είναι 4 φορές και οι ακραίες καταστάσεις για ορισμένα αγροτικά προϊόντα φτάνουν τις 8 φορές.
Βασικές αιτίες που δημιουργούν αυτό το οξύ πρόβλημα είναι:
Η έλλειψη σχεδιασμού σε στρατηγική βάση ανάπτυξης του αγροτικού τομέα.
Η απουσία παρέμβασης του Συνεταιριστικού κινήματος στη διατροφική αλυσίδα από την παραγωγή έως την κατανάλωση, με αποτέλεσμα να υπάρχει πλήρης ασυδοσία των ολιγοπωλίων και του παρεμπορίου.
Οι αθρόες, ανεξέλεγκτες εισαγωγές κατώτερων ποιοτικά αγροτικών προϊόντων και ιδιαίτερα οπωροκηπευτικών και ζωοκομικών. Απόκρυψη της προέλευσης τους τις περισσότερες φορές και παραχάραξη των κατηγοριών ποιότητας όπου αυτή προσδιορίζεται.
Το όλο σύστημα θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, γιατί θα μειωθεί πολύ η παραγωγή της χώρας και θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο.
Τι πρέπει να γίνει:
Πρέπει να αποτελέσει άμεση δράση και άμεσο στόχο η παρέμβαση στο κύκλωμα της διατροφικής αλυσίδας ενός υγιούς, σε νέες βάσεις, συνεταιριστικού κινήματος, που πρέπει να βοηθηθεί από την πολιτεία, τους παραγωγούς και τους καταναλωτές.
Τυποποίηση, πιστοποίηση και σήμανση της ποιότητας.
Αναδιάρθρωση ειδών και ποικιλιών.
Οργάνωση αγορών και συγκεκριμένων χώρων (Δημοπρατήρια) για τον έλεγχο του παρεμπορίου.
Τεχνική και επιστημονική στήριξη για τη μείωση του κόστους.
Το κόμμα μας θα συνεχίσει να παλεύει και να αναδεικνύει τα μεγάλα προβλήματα σε όλο αυτό το κύκλωμα της διατροφής που σήμερα είναι ανεξέλεγκτο και γι αυτό γίνεται επικίνδυνο για όλους μας.»
To Γραφείο Τύπου