Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλέκος Αλαβάνος, συνοδευόμενος από τον Γ.Τόλιο, μέλος της Π.Γ. του κόμματος, συναντήθηκε σήμερα με τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Μ.Κεφαλογιάννη προκειμένου να ενημερωθεί για τα προβλήματα στο χώρο της ελληνικής ακτοπλοΐας.
Μετά την συνάντηση ο Πρόεδρος του ΣΥΝ δήλωσε τα εξής:
Είχαμε μια εκτεταμένη και σε βάθος συζήτηση με τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας κ. Κεφαλογιάννη και τους συνεργάτες του.
Το κεντρικό ζήτημα ήταν το ζήτημα των προβλημάτων στην ελληνική ακτοπλοΐα. Πρέπει να σταματήσει το Αιγαίο να βρίσκεται σε κατάσταση ημιπληγίας. Ορισμένα νησιά θα πρέπει να έχουν τακτική ακτοπλοϊκή σύνδεση. Αλλά και με τα νησιά τα οποία αποτελούν τις κότες με τα "χρυσά αυγά" για τους εφοπλιστές, υπάρχουν προβλήματα με το ύψος των ναύλων, με το ωράριο και τα προβλήματα με την ύπαρξη μονοπωλιακών καταστάσεων μέσα από τη διαπλοκή των μεγάλων εφοπλιστικών εταιριών.
Από την άλλη μεριά, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός νησιών, με έντονα προβλήματα κινητικότητας και σύνδεσης είτε μεταξύ τους, είτε με το κέντρο, τα οποία έχουν φτάσει σε ακραία σημεία. Αυτό είναι ιδιαίτερα αρνητικό για τους επισκέπτες, για τους κατοίκους των νησιών αυτών αλλά και για τον ίδιο τον τουρισμό, για την εξασφάλιση πόρων που είναι αναγκαίοι για την επιβίωσή τους το χειμώνα και γενικότερα για την ανάπτυξη τους. Να προσθέσω ότι είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, αν νησιά, όπως η Τήλος, η Λέρος ή η Αστυπάλαια, θα καταντήσουν να είναι βραχονησίδες στο Αιγαίο, λαμβάνοντας υπόψιν και την διάρθρωση των ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής.
Χρειάζεται να υπάρξουν άμεσες, ουσιαστικές και μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις της ελληνικής πολιτείας:
Πρώτον, είναι άμεση ανάγκη να ανασταλεί η Ευρωπαϊκή οδηγία 3577/92 σχετικά με την άρση του "καμποτάζ" και την ελευθερία ανταγωνισμού στις θαλάσσιες μεταφορές, η οποία οδήγησε σε αυτή την κατάσταση ημιπληγίας. Κάτι που πρέπει να προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση και προς την Ε.Ε. αξιοποιώντας την αρχή που υποτίθεται ότι υποστηρίζει η Ε.Ε. περί ιδιαιτερότητας των νησιωτικών χωρών, δηλαδή ειδικών μέτρων στα οποία δεν μπορεί να εφαρμόζεται η αρχή της ελευθερίας της αγοράς.
Δεύτερον, η κυβέρνηση πρέπει να δώσει στη δημοσιότητα το ύψος των ενισχύσεων-επιδοτήσεων που έχουν δοθεί στις διάφορες εταιρείες για τα δρομολόγια στις άγονες γραμμές. Εταιρείες οι οποίες δεν ανταποκρίνονται (οι περισσότερες) στις υποχρεώσεις τους. Υπάρχουν αυστηρότατες ποιοτικές προδιαγραφές και καταγραφή των υποχρεώσεων των εταιρειών. Η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει πίσω τις ενισχύσεις οι οποίες έχουν δοθεί σε εταιρείες που αποδείχθηκαν και αποδεικνύονται καθημερινά αφερέγγυες απέναντι στις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει.
Τρίτον, χρειάζεται να διαμορφωθεί ένα σαφές πλαίσιο δημόσιας πολιτικής στο θέμα της ακτοπλοΐας η οποία πρέπει να έχει κοινωνική, αναπτυξιακή, τουριστική διάσταση και να μπορεί να καλύπτει τόσο τις ειδικές ανάγκες του καλοκαιριού όσο και του χειμώνα.
Τέταρτον, η κυβέρνηση πρέπει να στηρίξει άμεσα πρωτοβουλίες κοινωνικού χαρακτήρα οι οποίες παίρνονται από διάφορους φορείς για την επίλυση του οξυμένου προβλήματος για μια σειρά νησιών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εάν σήμερα ορισμένες εταιρείες λαϊκής βάσης, όπως λέγονταν, είναι χρεοκοπημένες, αυτό δεν οφείλεται στο ότι δημιουργήθηκαν, αλλά στο ότι εκφυλίστηκαν μέσα από παιχνίδια στο χρηματιστήριο, πράγμα το οποίο οδήγησε και στην κατάρρευσή τους.
Πέμπτον, χρειάζεται να ληφθούν μέτρα για την αύξηση της ενδοεπικοινωνίας των νησιών.
Έκτον, ανάμεσα στα άμεσα μέτρα για την ανακούφιση της σημερινής κατάστασης θεωρούμε ότι θα έπρεπε να είναι η αξιοποίηση, εδώ και τώρα, ορισμένων από τα πλοία της ΔΑΝΕ, τα οποία είναι σχετικά σύγχρονα και θα μπορούσαν να εκτονώσουν την κατάσταση, ειδικά στα Δωδεκάνησα.
Τέλος, να αναφέρω ότι με την ευκαιρία της συζήτησης με τον Υπουργό, θέσαμε και μια σειρά άλλα ζητήματα που έχουν σχέση με τα προβλήματα των ναυτεργατών, όπως ζητήματα απασχόλησης, σύνθεσης πληρωμάτων, συνταξιοδότησης, στήριξης του ΝΑΤ, κ.ά. Θέσαμε επίσης μια σειρά θέματα που αφορούν στους λιμενικούς, ιδιαίτερα το ζήτημα του μεγάλου αριθμού αντικανονικών μεταθέσεων που έχουν γίνει τελευταία, οι μεγάλες καθυστερήσεις στις προσλήψεις, η μη καταβολή αποζημιώσεων για τους υπηρετούντες στις παραμεθόριες περιοχές, κ.ά., με συνέπεια οι εργαζόμενοι σε αυτό το σώμα, να υπερφορτώνονται με καθήκοντα που είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιτελέσουν σε αυτές τις συνθήκες.
To Γραφείο Τύπου