Ο Πρόεδρος του Συνασπισμού Αλ. Αλαβάνος συναντήθηκε σήμερα με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού κ. Δ. Ζησιμόπουλο και του παρέδωσε έκθεση-καταγγελία του ΣΥΝ σχετικά με τις πρακτικές καρτέλ στην αγορά διύλισης πετρελαίου και συζήτησε τη συμβολή του ΣΥΝ στη δημόσια διαβούλευση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την εξυγίανση της αγοράς και την ελάφρυνση του καταναλωτή».
Μετά τη συνάντηση ο Πρόεδρος του ΣΥΝ έκανε δηλώσεις και απάντησε σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων:
«Δίνουμε σήμερα στη δημοσιότητα την καταγγελία την οποία έχει υποβάλλει ο ΣΥΝ στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, σχετικά με αθέμιτες πρακτικές που υπάρχουν στον τομέα διύλισης, κυρίως, των πετρελαιοειδών. Αυτήν συζητήσαμε με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, την οποία του είχαμε παραδώσει εδώ και μερικές μέρες. Ο ΣΥΝ είναι συνεπής στην δέσμευση που είχε αναλάβει πριν από ενάμισι μήνα, όταν είχαμε ξαναεπισκεφθεί τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ότι θα παρέμβει με συγκεκριμένο και τεκμηριωμένο τρόπο, εκεί όπου δυστυχώς απουσιάζει η κυβέρνηση. Και απουσιάζει στον έλεγχο των μεγάλων εταιρειών, παρά το γεγονός ότι πολλές φορές, αυτές προχωρούν σε καταχρηστικές ενέργειες και σε ληστρικές ενέργειες απέναντι στον καταναλωτή.
Τα στοιχεία, κατά τη γνώμη μας, είναι συγκλονιστικά, γιατί δείχνουν από τις δύο εταιρείες διύλισης, τα ΕΛΠΕ-ΠΕΤΡΟΛΑ και την MOTOR OIL μια στάση προκαθορισμού των τιμών, που έχει ως αποτέλεσμα αυτό το στοιχείο το οποίο επισημαίνει και η ΕΕ., ότι η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι έχει φθηνές εισαγωγές πετρελαίου, έχει τις ακριβότερες τιμές μέσα στην ΕΕ προ-φόρων και δασμών, σε σχέση με τα προϊόντα πετρελαίου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο καταναλωτής, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, μαζεύει ένα-ένα το ευρώ για να μην παγώσει τον χειμώνα, οι εταιρείες διύλισης παρουσιάζουν αύξηση κερδών που πλησιάζει το 150%, ενώ αυτό θα έπρεπε να τις οδηγήσει και σε μια διαφορετική στάση απέναντι στον καταναλωτή.
Όπως αναφέρεται επίσης σ΄ αυτή την έκθεση, οι εταιρείες πετρελαίου διύλισης, δεν υλοποιούν τις δεσμεύσεις που έχουν από το Νόμο του 2002 δηλαδή να γνωστοποιούν έστω τα κοστολογικά στοιχεία των προϊόντων τους στις αρχές της χώρας. Η παθολογία αυτή βέβαια περνάει παραπέρα με τη στάση των μεγάλων κυρίως εταιρειών χονδρικής πώλησης, οι οποίες επίσης κρατάνε υψηλά ποσοστά και επίπεδα κέρδους. Θέλω να επισημάνω ότι τα προβλήματα φαίνεται ότι άρχισαν από τη στιγμή της συγχώνευσης των ΕΛΠΕ με την ΠΕΤΡΟΛΑ και γι αυτό εμείς επιμένουμε στην ανάγκη να διατηρηθεί ο δημόσιος έλεγχος σʼ αυτή την επιχείρηση , να μην περάσει σε ιδιωτικά χέρια. Επίσης ζητάμε οι επιχειρήσεις αυτές να εφαρμόζουν τις δεσμεύσεις που υπάρχουν από το Νόμο και η πολιτεία να αξιοποιήσει, εν όψει όλων αυτών των καταγγελιών που έχουν γίνει, τις δυνατότητες που της δίνει ακόμη και ο Νόμος του 2002, δηλαδή να παρεμβαίνει στις εργοστασιακές τις χονδρικές και τις λιανικές τιμές. Πρόκειται για μια απαράδεκτη και αθέμιτη πρακτική που οδηγεί στην καταλήστευση του καταναλωτικού κοινού.
Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων ο Αλ. Αλαβάνος τόνισε:
-Σχετικά με τον τρόπο κοστολόγησης των προϊόντων των εταιρειών.
«Το κεντρικό θέμα της καταγγελίας μας είναι ακριβώς ο προκαθορισμός των τιμών ο οποίος γίνεται με έναν σκανδαλώδη τρόπο, διότι έχουμε ταύτιση στο σύνολο σχεδόν, των τιμών των προϊόντων ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις, πράγμα το οποίο αντιβαίνει σε μια οικονομία που έχει ως σημαία της την έννοια του ανταγωνισμού. Από κει και πέρα υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί και άλλα κόλπα που όπως τα διάφορα μπόνους τα οποία αξιοποιούν σε σχέση με τις τιμές των εισαγωγών από την Ιταλία κλπ.
Εμείς επίσης κάνουμε αναφορές στην επιλεκτική διαφοροποίηση τιμών των διυλιστηρίων, που είναι προνομιακές για ορισμένες επιχειρήσεις και εντελώς διαφορετικές για τις μικρές επιχειρήσεις. Κάνουμε επίσης αναφορά στην έκθεση για τις τιμές προϊόντων διύλισης που αγοράζει η ΔΕΗ κ.λπ.
-Σχετικά με τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού:
Με τον κ. Ζησιμόπουλο συζητήσαμε τις καταγγελίες αυτές. Νομίζω ότι τις μελετάει η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Νομίζω ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα κρίνει και θα ενσωματώσει τις δικές μας καταγγελίες στη διαβούλευση την οποία κάνει και στις προτάσεις τις οποίες θα υποβάλλει. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής είναι αρμόδιος να απαντήσει για το πώς κρίνει τις δικές μας θέσεις.»
(Σημείωση: Επισυνάπτεται η έκθεση-καταγγελία του ΣΥΝ)
Αθήνα - Νοέμβριος 2006
Παρά τις σημαντικές διαπιστώσεις στην έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την Αγορά Πετρελαίου πρέπει να ερευνηθούν σε βάθος τα στοιχεία, που υπάρχουν για συντονισμό των δύο εταιρειών διύλισης καθώς το κεντρικό αυτό θέμα δεν μνημονεύεται ως θέμα που αφορά τη δημόσια διαβούλευση.
Α1) Υπάρχουν στοιχεία συντονισμού και αλληλεξάρτησης μεταξύ των δύο εταιρειών διύλισης (ΕΛΠΕ και Motoroil Hellas) όσον αφορά προκαθορισμό τιμών
Η αποκάλυψη ότι η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Oil Bulletin (Δελτίο Ευρωπαϊκής Επιτροπής), έχει τις υψηλότερες τιμές προ φόρων και δασμών από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρ. Ένωσης (ΕΕ), όπου ενδεικτικά οι τιμές της βενζίνης euro super 95 είναι 11,2% υψηλότερη από το μέσο όρο της ΕΕ και 24% υψηλότερη από τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτέλεσε την πρώτη πολύ ισχυρή ένδειξη προκαθορισμού τιμών. Στη γραπτή απάντησή της (Ε-2578, 9/12/2004, συνημμένο 1) η Ευρ. Επιτροπή σημειώνει μεταξύ άλλων «Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των κρατών μελών στα οποία η μέση τιμή της βενζίνης, εκτός φόρων και δασμών, είναι πιο υψηλή. Στις 18 Οκτωβρίου 2004, η μέση τιμή στην Ελλάδα ενός λίτρου euro-super 95 ήταν 0,428 ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανερχόταν σε 0,385 και η μέση τιμή στη Γαλλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν 0,345)… Εναπόκειται στις εθνικές και κοινοτικές αρχές να μεριμνήσουν ώστε να τιμωρείται κάθε παράβαση του δικαίου για τον ανταγωνισμό, ιδιαίτερα μάλιστα οιοσδήποτε προκαθορισμός τιμών».
Στην ίδια διαπίστωση καταλήγει η ΕΑ όσον αφορά το πετρέλαιο κίνησης «ενώ μέχρι το Μάιο του 2004 η μέση τιμή προ φόρων εμφανίζεται στην Ελλάδα χαμηλότερη του μέσου όρου των τιμών των υπολοίπων 14 κρατών μελών, από εκείνη την περίοδο και έπειτα η τιμή αυξάνεται ταχύτερα για να αποτελέσει στο τέλος του έτους 2005 το 105% της μέσης τιμής στην ΕΕ-14».
Το 2003 ολοκληρώθηκε η συγχώνευση της Petrola με τα ΕΛΠΕ, ανοίγοντας μια πορεία ιδιωτικοποίησης των ΕΛΠΕ, η οποία δεν μπορεί παρά να συσχετιστεί με τη ραγδαία αύξηση των τιμών των καυσίμων στην ελληνική αγορά, που η ΕΑ την τοποθετεί από τον Μάιο του 2004 και εντεύθεν. Σημειώνεται το γεγονός ότι οι τιμές διυλιστηρίου (ex-refinery prices) των δύο εταιρειών αυξάνονται ταυτόχρονα ταχύτερα από τον μέσο όρο αύξησης των τιμών στην υπόλοιπη Ευρ. Ένωση. Η μόνη δυνατή εξήγηση είναι ότι οι δύο εταιρείες διύλισης αξιοποίησαν τις αυξήσεις των διεθνών τιμών για να «κρύψουν» την πολύ ταχύτερη συντονισμένη αύξηση των τιμών των ετοίμων προϊόντων, που προσφέρουν στην ελληνική αγορά. Μετά τη συγχώνευση ΕΛΠΕ - Petrola ο συντονισμός των διυλιστηρίων για την ταχύτερη αύξηση των τιμών έγινε ευκολότερος.
Τα δύο έγγραφα που καταθέτουμε στην ΕΑ (συνημμένα έγγραφα 2&3) κατά τη γνώμη μας αποτελούν απόδειξη εναρμονισμένης πρακτικής και προκαθορισμού τιμών από τις δύο εταιρείες διύλισης. Αφορούν τις βασικές τιμές που προσέφεραν τα προϊόντα τους στις εταιρείες εμπορίας το 2004 προκειμένου για την κατάρτιση σχετικών συμβάσεων. Από τη σύγκριση των δύο εγγράφων προκύπτει απόλυτη εναρμόνιση τιμών.
Πιο συγκεκριμένα τόσο τα ΕΛΠΕ όσο και η Motoroil προσφέρουν ακριβώς τις ίδιες τιμές:
Βενζίνη Αμόλυβδη με πρόσθετα LRP | High Platts Fob Med Prem | +26,5$/MT |
Βενζίνη Αμόλυβδη 95 RΟΝ | » | +23,5$/ΜΤ |
Ντήζελ Κίνησης | High Platts Fob Med ΕΝ590 | +22,5$/ΜΤ |
Ντήζελ Θέρμανσης | High Platts Fob Med Gasoil 0,2 | +22,5$/MT |
Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η βενζίνη super αμόλυβδη 98 RON που τα ΕΛΠΕ πωλούν High Platts Fob Med Prem +37$/MT ενώ η Motoroil +35,5$/MT. Χρειάζεται να σημειωθεί όμως ότι η βενζίνη super αμόλυβδη 98 RON αποτελεί πολύ μικρό ποσοστό της κατανάλωσης.
Αυτή η απόλυτη σύμπτωση των τιμών, ασφαλώς δεν μπορεί να είναι τυχαία. Τα διυλιστήρια παρά τον ομοιόμορφο τρόπο τιμολόγησης, δεν αγοράζουν την πρώτη ύλη στις ίδιες τιμές, δεν έχουν τα ίδια λειτουργικά ή χρηματοοικονομικά έξοδα κ.λ.π.
Η μέθοδος τιμολόγησης, που ακολουθούν είναι κοινή και προσδιορίζεται από τη διεθνή τιμή ετοίμων προϊόντων, όπως δίδεται καθημερινά από το δελτίο Platts της εταιρείας McGraw-Hill, στο οποίο προστίθεται premium, που περιλαμβάνει διάφορα κόστη.
Τιμή πώλησης διυλιστηρίου = Platts + premium
Στο δελτίο Platts δημοσιεύονται οι επικρατούσες ανώτατες (High), μέσες (midpoint) και κατώτατες (low) τιμές κάθε καυσίμου για τη συγκεκριμένη ημέρα στην περιοχή της μεσογείου σε δολάρια ΗΠΑ ανά μετρικό τόνο (USD/MT).
Λόγω του υφιστάμενου ολιγοπωλίου τα ελληνικά διυλιστήρια έχουν επιβάλλει οι τιμές Platts να είναι οι ανώτατες (High). Αυτό φαίνεται από όλα τα στοιχεία, που ήδη έχουμε καταθέσει και που όλα αναφέρονται σε τιμές High Platts.
Ενώ οι εταιρείες διύλισης χρεώνουν στις εταιρείες εμπορίας και κατʼ επέκταση στον Έλληνα καταναλωτή τις ανώτατες τιμές στην πραγματικότητα προμηθεύονται το αργό πετρέλαιο, κατά μέσο όρο πολύ φθηνότερα από όλα τα διυλιστήρια της Ευρώπης.
Όπως αναφέρει η ΕΑ (σελ.23) «το 2005 δύο μόνο κράτη μέλη της Ευρ. Ένωσης εμφάνισαν χαμηλότερο μέσο κόστος εισαγωγής αργού πετρελαίου έναντι της Ελλάδας. Τα υπόλοιπα έτη τo μέσο κόστος εισαγωγής αργού πετρελαίου στην Ελλάδα ήταν το χαμηλότερο μεταξύ των κρατών - μελών.»
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σύγκριση με τη Γαλλία η αμόλυβδη βενζίνη πωλείται προ φόρων και δασμών 20% ακριβότερα τα ελληνικά διυλιστήρια προμηθεύονται το αργό πετρέλαιο, που αποτελεί το πιο σημαντικό στοιχείο κόστους, 10% φθηνότερα. Αυτό προκύπτει από απάντηση της Ευρ. Επιτροπής (Ε-2667/05, 21/10/2006, συνημμένο 4).
Αυτές οι τεράστιες σε βάρος των Ελλήνων καταναλωτών αποκλίσεις, είναι αδιανόητες.
Με την «προτροπή» της ελληνικής Πολιτείας, και οι δύο εταιρείες διυλιστηρίων στην τιμή των πετρελαϊκών προϊόντων προσθέτουν ένα «σταθερό δολαριακό περιθώριο που αντιστοιχεί στο κόστος εισαγωγής από Ιταλία». Πρόκειται για ένα απολύτως θεωρητικό κόστος και αποτελεί ένα επιπλέον μπόνους στις εταιρείες διύλισης πετρελαίου, το οποίο πληρώνει ο Έλληνας καταναλωτής.
Τα ανωτέρω σημεία αφορούν στις προφανείς κοστολογικές αυθαιρεσίες των εταιρειών διύλισης, που είναι αποτέλεσμα της ολιγοπωλιακής κατάστασης της αγοράς και των εναρμονισμένων πρακτικών που ακολουθούνται.
Υπάρχουν όμως και αφανείς αυθαιρεσίες, που αφορούν κυρίως στην έλλειψη διαφάνειας στα κοστολογικά στοιχεία των διυλιστηρίων.
α) Παρά το γεγονός ότι οι εταιρείες διύλισης υποχρεούνται να γνωστοποιούν τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι εργοστασιακές τιμές των πετρελαιοειδών προϊόντων ('Αρθρο 20παρ.1 Ν3054/2002), δεν το πράττουν.
Είναι σαφές ότι οι εταιρείες διύλισης, παραβαίνουν τις νόμιμες υποχρεώσεις τους, αφού ούτε απολογιστικά δεν ενημερώνουν ως οφείλουν τις αρμόδιες Αρχές και πολύ περισσότερο τις εταιρείες εμπορίας για το κόστος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας.
β) Με την ισχύουσα πρακτική τιμολόγησης των διυλιστηρίων προς τις εταιρείες εμπορίου λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των τιμών High Fob του Δελτίου Platts των τελευταίων 3 ημερών πριν την έκδοση της φορτωτικής και η τιμή της ημερομηνίας έκδοσης της φορτωτικής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να είναι άγνωστη η τελική τιμή του προϊόντος που αγοράζουν αφού στην πράξη είναι άγνωστες δύο από τις τέσσερις ημέρες που διαμορφώνουν την τελική τιμή.
Το σύστημα αυτό εισάγει πρόσθετη ανασφάλεια στο συνολικό σύστημα τιμολόγησης, πράγμα, που έχει ως συνέπεια να υφίσταται ένα τελικό «καπέλο» που επιβαρύνει τον καταναλωτή.
Α2) Διαπιστώνεται εκ μέρους των εταιρειών διύλισης πρακτική δυσμενούς μεταχείρισης των μικρών εταιρειών εμπορίας
Οι συντονισμένες πρακτικές, σε συνάρτηση με το ευνοϊκό για αυτές θεσμικό πλαίσιο, ευνοούν τις μεγάλες εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών και οδηγούν εκτός αγοράς τις μικρές εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ΕΛΠΕ και η Motoil έχουν δικές τους εταιρείες εμπορίας, την ΕΚΟ και την AVIN αντίστοιχα
1. Υπάρχει μεγάλο άνοιγμα ψαλίδας μεταξύ των τιμών, που προμηθεύονται τα βασικά προϊόντα οι μικρές εταιρείες εμπορίας και των τιμών που προσφέρονται σε συγκεκριμένη εταιρεία εμπορίας (SHELL). Αυτό προκύπτει από τα έγγραφα των ΕΛΠΕ που έχουμε στη διάθεσή μας και καταθέτουμε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού (συνημμένο έγγραφο 5 ). Στο έγγραφο αυτό, που αφορά «τιμές προϊόντων 2004» γίνεται ειδική αναφορά στις πολύ χαμηλότερες τιμές που προσφέρονται τα προϊόντα στη Shell σε σύγκριση με τις υπόλοιπες εταιρίες εμπορίας αλλά και σε σχέση με τη ΔΕΗ, η οποία αποτελεί μεγάλο πελάτη.
Ονομασία | Γενικές Τιμές Εταιρείες |
ΔΕΗ | Shell | Διαφορά στο premium Γενικές Τιμές/Shell |
Βενζίνη Αμόλυβδη με πρόσθετα LRP | High Platts +26,5 $/MT |
High Platts +26,5 $/MT |
High Platts +22,5 $/MT |
4$/MT |
Βενζίνη Αμόλυβδη 95 RΟΝ | High Platts +23,5$/MT |
High Platts +23,5$/MT |
High Platts +19,5$/MT |
4$/MT |
Bενζίνη super αμόλυβδη 98 RON | High Platts +37$/MT |
High Platts +37$/MT |
High Platts +30,5$/MT |
6.5$/MT |
Ντήζελ Κίνησης | High Platts +22,5$/MT |
High Platts +17,4$/MT |
High Platts +20,0$/MT |
2.5$/MT |
Ντήζελ Θέρμανσης | High Platts +22,5$/MT |
High Platts +19,4$/MT |
High Platts +20,0$/MT |
2.5$/MT |
Ανάλογη διαφορά προκύπτει από τα υπόλοιπα έγγραφα που κατατίθενται και αφορούν στις τιμές που προσφέρουν τα ΕΛΠΕ σε συγκεκριμένες ημερομηνίες εντός 2004.
Στα ίδια έγγραφα της παραπάνω παραγράφου περιγράφονται οι εκπτώσεις που προσφέρονται στις εταιρείες εμπορίες ανάλογα με τις συνολικές ποσότητες που προμηθεύονται από τα διυλιστήρια.
Η διακύμανση των τιμών που συναρτάται με την ποσότητα όπως παρατηρούμε είναι πολύ μεγάλη. Ενώ π.χ. για ποσότητα μέχρι 50.000ΜΤ αμόλυβδης 95 η τιμή είναι High Platts +23,5$/ΜΤ, για ποσότητες άνω των 450.000 ΜΤ η τιμή είναι High Platts +15,5$/ΜΤ, δηλαδή έκπτωση 8 $ /MT.
Είναι προφανές ότι οι μικρές εταιρείες εμπορίας δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα μεγάλων παραγγελιών και ως εκ τούτου βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση απέναντι στις μεγάλες εταιρείες εμπορίας. Πολλές φορές μάλιστα δεν τους γνωστοποιούνται τα διάφορα επίπεδα της κλίμακας τιμολόγησης, με βάση τον όγκο των πωλήσεων.
Το σύστημα αυτό είναι καταχρηστικό σε βάρος των μικρών εταιρειών. Θεωρούμε ότι η ΕΑ οφείλει να διερευνήσει περαιτέρω και να συσχετίσει την τιμολογιακή πολιτική των εταιρειών διύλισης τόσο μεταξύ τους όσο και απέναντι στις μεγάλες και μικρές εταιρείες εμπορίας.
Α3) Οι υπό διερεύνηση αθέμιτες πρακτικές στην ελληνική αγορά διύλισης έχουν εκτινάξει τα κέρδη των διυλιστηρίων σε βάρος των καταναλωτών
Το περιθώριο διύλισης, δηλαδή το κέρδος σε δολάρια ανά βαρέλι πωλήσεων από 3,9 το 2001 έφτασε τα 5,73 δολ/βαρέλι το 2004.
Η Ευρ. Επιτροπή σχολιάζοντας το καταρχήν «παράδοξο» ότι η Ελλάδα έχει τις υψηλότερες τιμές προ φόρων και δασμών σημειώνει «ένας λόγος για τις υψηλότερες τιμές προ φόρων θα μπορούσε να είναι τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους, τα οποία θα μπορούσαν να σχετίζονται με τη διάρθρωση της αγοράς ή/και το επίπεδο του ανταγωνισμού».
ΕΛΠΕ
Σε σχέση με τη χρήση του 2004, τα βασικά οικονομικά μεγέθη του 2005 εξελίχθηκαν ως εξής :
ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ
Πέρα από τις συντονισμένες πρακτικές στο επίπεδο των διυλιστηρίων, υπάρχει μεγάλο πρόβλημα στον τομέα της εμπορίας.
Η αυθαίρετη τιμολόγηση εκ μέρους των εταιρειών εμπορίας και η αδιαφάνεια σχετικά με το ύψος της «καθαρής» τιμής που αγοράζουν τα πρατήρια τροφοδοτεί αυξητικές τάσεις στην αγορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι συνήθως οι μικρές εταιρείες εμπορίας επιλέγουν σύστημα τιμολόγησης σταθερού περιθωρίου κέρδους ενώ οι μεγάλες εταιρείες επιλέγουν σύστημα ποσοστιαίου περιθωρίου κέρδους. Το δεύτερο αυτό σύστημα λειτουργεί προσθετικά στις τιμές σε περιόδους διεθνών αυξήσεων και σε κάθε περίπτωση αυξάνει την αβεβαιότητα που υπάρχει γύρω από το τελικό ύψος των προϊόντων.
Έχουν διαπιστωθεί δυσλειτουργίες όσον αφορά στη μεταφορά προϊόντων από το διυλιστήριο στους αποθηκευτικούς χώρους των εταιρειών εμπορίας και από τις εταιρείες εμπορίας στα πρατήρια. Οι μικρές κυρίως εταιρείες εμπορίας διαθέτουν πολύ λίγα ιδιωτικής χρήσεως βυτιοφόρα οχήματα (εκκρεμεί υπουργική Απόφαση σε εφαρμογή του νόμου (2034) που προβλέπει ότι θα χορηγείται αριθμός αδειών Ι.Χ. βυτιοφόρων στις εταιρείες εμπορίας ανάλογα με τον όγκο των πωλήσεων τους). Λόγω του περιορισμένου αριθμού των ΙΧ βυτιοφόρων ο κύριος όγκος της μεταφοράς πραγματοποιείται από Δ.Χ βυτιοφόρα με κόμιστρα που ορίζονται με διοικητική απόφαση.
Υπάρχουν σήμερα μαρτυρίες και παράπονα μικρών εταιριών εμπορίας ότι προμηθεύονται από τα διυλιστήρια σε τιμές, που είναι ανώτερες από τις τιμές που ορισμένες εταιρείες προμηθεύουν συγκεκριμένους συμβεβλημένους λιανοπωλητές τους!
Στην Ελλάδα λειτουργούν περίπου 8.000 πρατήρια καυσίμων το 1/5 των οποίων βρίσκεται στο νομό Αττικής.
Από αυτά τα 600 περίπου είναι ανεξάρτητα πρατήρια ενώ τα υπόλοιπα συνδέονται με σύμβαση και φέρουν το σήμα κάποιας εκ των εταιρειών εμπορίας.
Ο αριθμός των πρατηρίων στην Ελλάδα συγκρινόμενος με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ είναι πολύ μεγαλύτερος. Αυτό δικαιολογείται από την ιδιόμορφη γεωγραφική σύνθεση της χώρας (νησιά, ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές κλπ)
Ο μεγάλος αριθμός των πρατηρίων βοηθά την ανάπτυξη του ανταγωνισμού ιδιαίτερα όπου υπάρχουν ανεξάρτητα πρατήρια ή εκεί όπου γειτνιάζουν πρατήρια πολλών ανταγωνιστικών εταιρείας εμπορίου.
Έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν προβλήματα ανταγωνισμού σε ορισμένες γεωγραφικά περιορισμένες περιοχές, αλλά αυτές οφείλονται είτε στον περιορισμένο αριθμό ανταγωνιστικών πρατηρίων στη συγκεκριμένη περιοχή είτε στη γεωγραφική θέση της περιοχής π.χ Θεσπρωτία, όπου το κύκλωμα χονδρικής και λιανικής εμπορίας επιδιώκει να επωφεληθεί από την εύλογη ανάγκη των καταναλωτών να γεμίζουν τα ρεζερβουάρ τους πριν μεταβούν στην Ιταλία.
Δεν μπορούν, λοιπόν, να αποκλεισθούν περιπτώσεις αθέμιτων πρακτικών σε ορισμένες απομακρυσμένες περιοχές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν την λιανική πώληση.
Η άποψη ότι για τις υψηλές τιμές (προ φόρων και δασμών) φταίει ότι υπάρχει υπερεπαγγελματισμός στα πρατήρια λιανικής πώλησης προσπαθεί να μεταθέσει τις αιτίες του προβλήματος σε βάρος των πρατηριούχων.
Η άποψη αυτή δεν απαντάει στα εξής:
Γιατί έχουμε συγκριτικά την μεγαλύτερη αύξηση των τιμών στην ΕΕ-15, που προσδιορίζεται από το 2004 και εντεύθεν, αφού δεν μεταβλήθηκε ο αριθμός των πρατηρίων;
Γιατί σε αγορές όπως της Αττικής, όπου βρίσκεται το 1/5 των πρατηρίων της Ελλάδας και έχει κύκλο εργασιών το 1/2 της Επικράτειας, όπου δηλαδή η αναλογία πρατηρίων καταναλωτών, είναι περίπου ίδια με τις περισσότερες αγορές της Δυτικής Ευρώπης, παρατηρούνται αυξητικά φαινόμενα στις τιμές, δυσανάλογες με τις αυξήσεις των διεθνών τιμών;
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία τα πρατήρια που είναι πρώτα σε σχέση με την ακρίβεια των προϊόντων είναι:
Α) όσα φέρουν τα σήματα των πολυεθνικών εταιρειών εμπορίας (BP, SHELL)
Β) Των θυγατρικών εταιρειών των εταιρειών διύλισης (EKO, AVIN)
Γ) Των λοιπών μικρότερων εταιρειών και
Δ) Των ανεξάρτητων Πρατηρίων (ΑΠ)
Οι πολύ υψηλές τιμές των πρατηρίων που είναι συνδεδεμένα με πολυεθνικές είναι σαφές ότι συμπαρασύρουν το σύνολο της αγοράς σε υψηλότερες τιμές.
Συμβατικές σχέσεις εταιρειών χονδρικής - λιανικής εμπορίας
Με εξαίρεση τα ανεξάρτητα πρατήρια τα υπόλοιπα συνδέονται με τις εταιρείες εμπορίας με συμβάσεις αποκλειστικής συνεργασίας.
Οι συμβάσεις αυτές «περιέχουν όρους που δεσμεύουν υπέρμετρα τους πρατηριούχους (λεόντειες συμβάσεις) τόσο ως προς την λειτουργία των πρατηρίων , όσο και ως προς την διαμόρφωση των τελικών τιμών» (Επ. Ανταγωνισμού σελ. 53)
Οι συμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν :
Υψηλές ποινικές ρήτρες σε περίπτωση μη τήρησης κάποιων εκ των όρων της σύμβασης
Υψηλές ποινικές ρήτρες σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εκ μέρους των πρατηριούχων
Μονομερής καθορισμός των τιμών χονδρικής από τις εταιρείες εμπορίας , όπως και των τυχών εκπτώσεων
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι συμβάσεις περιλαμβάνουν υποχρέωση του πρατηριούχου «να καταβάλλει στην εταιρεία εμπορίας, επιπλέον αποζημίωση ανά κυβικό καυσίμου, όταν οι πωλήσεις του πρατηρίου ξεπερνούν τα όρια κατανάλωσης που προβλέπει η σύμβασή τους» !!! (Επ.Ανταγωνισμού σελ.53)
Είναι προφανές ότι οι συμβάσεις που οι μεγάλες πολυεθνικές επιβάλλουν στα συμβεβλημένα πρατήρια, εμποδίζουν την ελεύθερη επιλογή προμηθευτών εκ μέρους των πρατηριούχων, εμποδίζουν την κινητικότητα από μια εταιρεία σε άλλη, προκειμένου για την ανεύρεση φθηνότερων τιμών.
Οι συμβάσεις αυτές είναι καταχρηστικές και οδηγούν στη διαμόρφωση υψηλοτέρων τιμών σε βάρος του καταναλωτή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα η επέκταση της αλυσίδας των πρατηρίων των μεγάλων εταιρειών εμπορίας πραγματοποιείται μέσω τέτοιων συμβάσεων, όπου ο πρατηριούχος είναι απλός υπάλληλος της εταιρείας. Είναι γνωστό επίσης ότι τεράστια ποσά δίδονται ως «αέρας», (μαύρα χρήματα), σε πρατηριούχους, προκειμένου να αλλάξουν σήμα και να αποδεχθούν τις συμβάσεις που τους προσφέρονται.
Στο επίπεδο της διύλισης, έχουν δημιουργηθεί πρακτικές καρτέλ από τις δύο εταιρείες διύλισης. Ότι αυτή η δεσπόζουσα θέση ασκείται με καταχρηστικό τρόπο αποδεικνύεται από:
α) τα στοιχεία που υπάρχουν για συντονισμό, όσον αφορά στον προκαθορισμό τιμών. (σημείο Α1) Τα έγγραφα που καταθέτουμε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και η ταύτιση τιμών που αποδεικνύεται ότι υπήρξε τουλάχιστον κατά την περίοδο του 2004, αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας προκαθορισμό τιμών.
β) την αδιαφάνεια και την αβεβαιότητα που έχουν επιβάλλει τα διυλιστήρια στις τιμές που χρεώνουν τις εταιρείες εμπορίας
γ) το γεγονός ότι οι εταιρείες διύλισης αξιοποιούν σε όφελός τους το θεσμικό πλαίσιο διατήρησης αποθεμάτων ασφαλείας .
δ) Τις πρακτικές δυσμενούς μεταχείρισης έναντι των μικρών εταιρειών εμπορίας (σημείο Α2) μέσα από την ευνοϊκή μεταχείριση των θυγατρικών των διυλιστηρίων και των πολυεθνικών επιχειρήσεων εμπορίας.
Η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης έχει ως αποτέλεσμα ακραία κερδοσκοπικά φαινόμενα σε βάρος των καταναλωτών (σημείο Α3). Το ΕΛΠΕ αύξησαν τα καθαρά κέρδη τους το 2004-05 κατά 161% ενώ η MOTOROIL για το πρώτο 6μηνο του 2006 ανακοίνωσε αύξηση των ενοποιημένων κερδών προ φόρων κατά 70%.
Οι εταιρείες χονδρικής εμπορίας μεταφέρουν όλες τις προαναφερθείσες παθογένειες του κυκλώματος, στα πρατήρια και τον τελικό καταναλωτή, επωφελούμενες και αυτές από το κλίμα αδιαφάνειας και κερδοσκοπίας.
Όσον αφορά την Αγορά λιανικής πώλησης το κυρίως πρόβλημα κατά τη γνώμη μας εντοπίζεται στις συμβάσεις που συνάπτουν οι μεγάλες κυρίως εταιρείες εμπορίας με τους πρατηριούχους. Οι συμβάσεις αυτές είναι καταχρηστικές αφού εμποδίζουν την ελεύθερη επιλογή προμηθευτών εκ μέρους των πρατηριούχων, εμποδίζουν την κινητικότητα, προκειμένου για την ανεύρεση φθηνότερων τιμών και συμπαρασύρουν το όλο σύστημα στη διαμόρφωση υψηλότερων τιμών σε βάρος των καταναλωτών. (σημείο Γ)
Για όλους τους παραπάνω λόγους, θεωρούμε ότι τα προβλήματα στο χώρο του πετρελαίου δεν επιλύονται με αποσπασματικές παρεμβάσεις, περιστασιακούς ελέγχους ή και κάποια μέτρα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, αφού είναι μονιμότερα και δομικά.
Θωρούμε ότι υπάρχει ανάγκη:
ύπαρξης συνεχούς διαφάνειας και δημοσιότητας στη διαμόρφωση των τιμών των διυλιστηρίων από την αγορά της πρώτης ύλης μέχρι την τιμή πώλησης στο εμπόριο και σε κάθε εταιρεία
διαρκούς κοστολογικού και λειτουργικού ελέγχου από το κράτος στις τιμές διυλιστηρίων, που θα καλύπτει όλο το φάσμα της τελικής διαμόρφωσής τους.
λήψης στην περίπτωση που συνεχίζεται η σημερινή απαράδεκτη κατάσταση εμφανών φαινομένων αισχροκέρδειας και ανωμαλιών στην αγορά, αυστηρών μέτρων ελέγχου των τιμών των διυλιστηρίων.
να αποτραπεί η ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ, ως στρατηγικής σημασίας επιχείρηση, στην οποία το Δημόσιο για λόγους οικονομικούς και εθνικούς οφείλει όχι να περιορίσει αλλά να αναβαθμίσει το ρόλο του. Ως πρώτο μέτρο προτείνουμε την παράταση επʼ αόριστον του ελέγχου της διοίκησης των ΕΛΠΕ από το Δημόσιο.
Η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να επαπροσανατολίσει τον ρόλο των ΕΛΠΕ ώστε να αξιοποιηθούν όχι στη λογική «καρτέλ» ή προς όφελος των μετόχων τους αλλά σε μια κατεύθυνση μείωσης των τιμών τους προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών. Μέσα σε αυτό πλαίσιο η κυβέρνηση οφείλει να λογοδοτεί κατά τακτά χρονικά διαστήματα στην Βουλή και να εκθέτει τα μέτρα που έλαβε και σχεδιάζει στην κατεύθυνση της σταθερής εξυγίανσης των ΕΛΠΕ και της μείωσης των τιμών τους, με πρώτο βήμα την προσέγγισή τους στον μέσο όρο των τιμών της ευρωζώνης.
Η δυνατότητα που παρέχεται στις εταιρείες διύλισης για διατήρηση των στρατηγικών αποθεμάτων της χώρας, επιβάλλει και επιτρέπει στην εκάστοτε κυβέρνηση να ασκεί ένα ενεργότερο και ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τιμολογιακής πολιτικής τους.
To Γραφείο Τύπου