Ελλάδα και Λουξεμβούργο αποδεικνύονται οι πιο κακοί μαθητές σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους προς την απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου για το ξέπλυμα χρήματος, τον εντοπισμό, την κατάσχεση και τη δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.
Σε ερώτησή του προς την Επιτροπή ο Δημήτρης Παπαδημούλης αναφέρει ότι το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος στην Ελλάδα έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις και αποτελεί κοινωνική απειλή δεδομένου ότι ευνοεί την ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος και ειδικότερα του λαθρεμπορίου ναρκωτικών. Χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα η περίπτωση «επιφανούς» ΄Ελληνα επιχειρηματία που ξέπλυνε το χρήμα από το εμπόριο κοκαϊνης μέσω του ΟΠΑΠ και των «off shore» εταιρειών του. Ζητεί από την Επιτροπή να τον πληροφορήσει για τους λόγους που επικαλείται η Ελλάδα σχετικά με τη μη εφαρμογή της απόφασης - πλαισίου του Συμβουλίου.
Η Ελλάδα έπρεπε να είχε θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα συμμόρφωσης με τις διατάξεις της απόφασης - πλαισίου του Συμβουλίου (2001/500/ΔΕΥ) για το ξέπλυμα χρήματος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2002, το αργότερο, και να κοινοποιήσει, έως την 1η Μαρτίου 2003, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται στο εθνικό της δίκαιο οι υποχρεώσεις της που απορρέουν από την προαναφερθείσα απόφαση-πλαίσιο.
Δεν το έπραξε όμως, αναφέρει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΝ, υπογραμμίζοντας παράλληλα την αναποτελεσματικότητα και αδυναμία των αρμόδιων ελληνικών αρχών για την καταπολέμηση του φαινομένου «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος». Ενός φαινομένου που αποτελεί τον πυρήνα του οργανωμένου εγκλήματος και επιβραβεύει τις δραστηριότητές του, προκαλεί κοινωνικές ανισότητες και υπονομεύει τη φορολογική πολιτική.
To Γραφείο Τύπου