Η νέα, κατά 4 δις ευρώ, αύξηση του εμπορικού ελλείμματος το πρώτο 10-μηνο του 2006, παρά τη σημαντική ενίσχυση των εξαγωγών, εκτοξεύει το εμπορικό έλλειμμα στο ίδιο διάστημα στο πρωτοφανές ύψος των 24,5 δις ευρώ, με τις εισαγωγές να είναι υπερτριπλάσιες των εξαγωγών.
Οι κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις μπορεί να ευνοούν τα υπερκέρδη μιας ελίτ μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, πρώτα απʼ όλα των τραπεζών αλλά δεν υποβοηθούν την αποδοτικότητα της οικονομίας και κυρίως τις παραγωγικές επενδύσεις και την παραγωγική ανάπτυξή της.
Η νέα μεγάλη και επικίνδυνη αύξηση του εμπορικού ελλείμματος – η οποία συνοδεύεται και από μια πρωτοφανή κλιμάκωση και του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών – έρχεται να επιβεβαιώσει ότι χρόνια τώρα οι αναπτυξιακοί ρυθμοί της χώρας δεν έχουν παραγωγικό βάθος, στηρίζονται σε μια ανάπτυξη «τσιμέντου» και κυρίως στην κατανάλωση, η οποία τροφοδοτείται από τον υπερδανεισμό των νοικοκυριών αλλά και του δημοσίου. Αντίθετα, το παραγωγικό δυναμικό της χώρας στη μεταποίηση και στη γεωργία, όχι μόνο στους παραδοσιακούς αλλά και σε σύγχρονους τεχνολογικά κλάδους, ακολουθεί μια ραγδαία φθίνουσα και σε απόλυτα μεγέθη πορεία.
Μια οικονομία, η οποία μετατρέπεται, σχεδόν, αποκλειστικά σε μια οικονομία υπηρεσιών, πρώτα απʼ όλα του χρηματοπιστωτικού τομέα, και βασίζεται στον υπερδανεισμό ιδιωτών και σε όλο και μεγαλύτερα εμπορικά ελλείμματα και ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών, μπορεί να έχει παρόν αλλά έχει αβέβαιο και μη διατηρήσιμο μέλλον.
Η χώρα χρειάζεται μια γενική στροφή στην οικονομική της πολιτική με το σχεδιασμό μιας παραγωγικής ανάπτυξης, τη συγκρότηση κλαδικών πολιτικών, την ενίσχυση και επαναπροσανατολισμό των δημόσιων επενδύσεων και τη στήριξη και αναβάθμιση του δημόσιου τομέα της οικονομίας αντί της γενικής παράδοσης των πάντων στις τυφλές δυνάμεις της αγοράς και την κερδοσκοπική χρηματοοικονομική διαχείριση.
To Γραφείο Τύπου