Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου
08/11/1999

Για την προώθηση της ισότητας των φύλων

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του Συνασπισμού

ΓΕΝΙΚΑ

1. Η ισότητα των φύλων κατοχυρώνεται, προσδιορίζεται και συγκεκριμενοποιείται σε σειρά διεθνών κειμένων ως θεμελιώδες δικαίωμα οικουμενικής σημασίας, με βάση την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της Γ.Σ. του ΟΗΕ τον ΔΕΚ. του 1948. Ακολούθησαν πολλές Διεθνείς Συμβάσεις και Σύμφωνα, τα οποία έχουν κυρωθεί από τη χώρα μας, με τα οποία εξειδικεύονται τα μέτρα, που θα εξασφαλίζουν την ισότητα των δικαιωμάτων του άνδρα και της γυναίκας στην άσκηση όλων των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών, αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

2. Το Σύνταγμα της χώρας μας στο άρθρο 4 παρ.2 ορίζει ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Επιτρέπει αποκλίσεις από τους ορισμούς αυτούς "μόνο για σοβαρούς λόγους, στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος". Η Βουλή των Ελλήνων με συντριπτική πλειοψηφία έκρινε αναθεωρητέα τη διάταξη αυτή του άρθρου 116 παρ.2 του Συντάγματος, αφενός για να καταργηθούν οι "αποκλίσεις" που στην πράξη λειτούργησαν εις βάρος των γυναικών, αφετέρου για να αναγνωρισθούν ρητά τα ειδικά θετικά μέτρα υπέρ των γυναικών ως χρήσιμα για την επίτευξη de facto ισότητας και μέχρις ότου αυτή επιτευχθεί. Απομένει η ψήφιση της πρότασης αυτής στην προσεχή αναθεωρητική Βουλή.

3. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών "για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεως κατά των γυναικών" (ΔΕΚ.1979) όπου δηλώνεται με σαφήνεια ότι "η υιοθέτηση εκ μέρους των κρατών ειδικών πρόσκαιρων μέτρων που αποσκοπούν στην επίσπευση της εγκαθιδρύσεως μιας πραγματικής ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν θεωρείται πράξη διακρίσεως", υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα ότι "τα μέτρα πρέπει να καταργηθούν μόλις επιτευχθούν οι αντικειμενικοί σκοποί στο θέμα της ισότητας ευκαιριών και μεταχειρίσεως" (άρθρο 4 παρ.1). Τη λήψη θετικών μέτρων υπέρ των γυναικών, όπου είναι πρόσφορα και αναγκαία, για ορισμένο χρονικό διάστημα, ώστε να μειωθούν οι υπάρχουσες ανισότητες και να αποκατασταθεί πραγματική ισότητα μεταξύ των δύο φύλων υιοθετεί και το ΣτΕ σε 3 σημαντικές του αποφάσεις (1917/98, 1929/98, 1933/98).

4. Στην Ελλάδα έχει αναμφισβήτητα επιτευχθεί πρόοδος στον τομέα της ισότητας των δύο φύλων με νομοθετικές και θεσμικές αλλαγές. Υπάρχουν, ταυτόχρονα, προκαταλήψεις εθιμικές ή άλλου τύπου συνήθειες καθώς και πρότυπα κοινωνικής και πολιτιστικής συμπεριφοράς, που διατηρούν στην πράξη διακρίσεις και παγιώνουν μια υφιστάμενη άνιση κατάσταση εις βάρος των γυναικών. Προκειμένου να αρθούν οι αποκλίσεις και να προωθηθεί η ουσιαστική ισότητα προτείνεται η τροποποίηση διατάξεων της Νομοθεσίας με την παρούσα Πρόταση Νόμου, σύμφωνα με τις ισχύουσες στη χώρα μας διεθνείς διατάξεις, τις πρόσφατες θέσεις του ΣτΕ και της Βουλής.

ΕΙΔΙΚΑ

Οι ρυθμίσεις του άρθρου 1 προβλέπουν θετικά μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Ο γυναικείος πληθυσμός στην Ελλάδα αποτελεί σήμερα το 50% τόσο του συνολικού πληθυσμού όσο και του εκλογικού σώματος. Με την υποχρέωση συμμετοχής γυναικών στα ψηφοδέλτια των συνδυασμών στις βουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές, σε ποσοστό 1/3 τουλάχιστον, ενισχύεται η ισότητα των ευκαιριών για την ανάδειξη ανδρών και γυναικών ως βουλευτών και συμβούλων.

Με τη διάταξη του άρθρου 2 ενισχύεται η ισότητα ευκαιριών ανδρών και γυναικών να αναδειχθούν ως αιρετά μέλη Υπηρεσιακών Συμβουλίων των Υπουργείων και των Ν.Π.Δ.Δ.

Σύμφωνα με τον Κώδικα των Δ.Υ. τα Υπηρεσιακά Συμβούλια έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες για την υπηρεσιακή κατάσταση των δ.υ. (προαγωγές, μετατάξεις, αποσπάσεις, υπηρεσιακές άδειες) και τον πειθαρχικό έλεγχο.

Πρέπει να σημειωθεί εξάλλου ότι το άρθρο 29 του Ν.2085/92, που καταργήθηκε μεταγενέστερα όριζε ότι "σε κάθε Υπηρεσιακό Συμβούλιο που προβλέπεται από το νόμο συμμετέχει υποχρεωτικά για τη νόμιμη συγκρότησή του μία (1) τουλάχιστον γυναίκα, που έχει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα". Η ρύθμιση αυτή στηρίχτηκε στη διαπίστωση ότι η συμμετοχή των γυναικών στα υπηρεσιακά συμβούλια είναι από πολύ μικρή μέχρις ανύπαρκτη, οφείλεται στον λόγω φύλου κοινωνικό παραγκωνισμό τους και αποτελεί κατάφωρη εις βάρος τους αδικία.

Με τις διατάξεις του άρθρου 3 εξασφαλίζεται η συμμετοχή γυναικών που έχουν τα νόμιμα προσόντα στη σύνθεση του 7μελούς Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, το οποίο αξιολογεί τα προσόντα και αποφασίζει για την προαγωγή δ.υ. στη θέση του Γενικού Διευθυντή.

Με τη διάταξη του άρθρου 4 καθιερώνεται το θετικό μέτρο της προαγωγής γυναικών δ.υ., που έχουν τα νόμιμα προσόντα, σε θέσεις προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της δημόσιας διοίκησης (γραφείων, τμημάτων, διευθύνσεων) κατά την αναλογία του αριθμού γυναικών υπαλλήλων προς τον αριθμό των ανδρών υπαλλήλων στις υπηρεσίες που συγκροτούνται Υπηρεσιακά Συμβούλια.

Σήμερα η συμμετοχή αυτή είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη και εντελώς δυσανάλογη τόσο με το συνολικό αριθμό του γυναικείου προσωπικού όσο και με τον αριθμό των γυναικών δ.υ. που διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα (πτυχίο ανώτατης σχολής, πολύχρονη υπηρεσίας, τον απαιτούμενο βαθμό). Η μη ανάδειξη ικανού αριθμού δ.υ. σε θέσεις ιεραρχίας, τις στερεί από το προσόν της αντίστοιχης εμπειρίας ως προϊσταμένων βαθμίδων της διοίκησης, με αποτέλεσμα να μειονεκτούν των ανδρών συναδέλφων τους κατά την αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων των υποψήφιων προϊστάμενων.

Με τις διατάξεις του άρθρου 5 εισάγεται η ρητή απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου στις διατάξεις του Κώδικα Δ.Υ. σχετικά με τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των δ.υ.

Με τη διάταξη του άρθρου 6 κατοχυρώνεται η αντιπροσώπευση και των δύο φύλων σε εύλογα ποσοστά σε όλα τα κρατικά συμβούλια χάραξης κατευθύνσεων και άσκησης ελέγχου διαφόρων κλάδων ή θεσμών.

Με τις διατάξεις του άρθρου 7 τροποποιείται το άρθρο 10 του Ν. 1414/84 που επιτρέπει διακρίσεις σε βάρος των γυναικών ακόμα και τον αποκλεισμό τους από διάφορα επαγγέλματα "των οποίων η φύση και ο τρόπος άσκησης αποβλέπει στο φύλο ως όρο αποφασιστικό", καθώς και από τη φοίτηση σε σχολές κατάρτισης γι� αυτά τα επαγγέλματα.

Στη χώρα μας, κατά καιρούς, υπήρξαν πολλά επαγγέλματα που θεωρήθηκαν μη αρμόζοντα στις γυναίκες (δικαστική, διπλωματική, αρχαιολογική, συμβολαιογραφική σταδιοδρομία κ.α.). Ακόμη και σήμερα υπάρχουν περιορισμοί εισδοχής γυναικών σε διάφορα επαγγέλματα, όπως οι ποσοτικοί περιορισμοί υπό τη μορφή ποσοστώσεων στην είσοδο των γυναικών στις Σχολές Αστυφυλάκων και Αξιωματικών της ΕΛΑΣ (άρθρο 1, παρ. 2 περ.α ν.2226/94) οι οποίοι κρίθηκαν από το ΣτΕ ως ανίσχυρες επειδή "χωρίς να λάβουν υπόψη και να εκτιμήσουν συγκεκριμένα και πρόσφατα κριτήρια συναρτώμενα με την ύπαρξη αποχρόντων λόγων που θα δικαιολογούσαν τις διακρίσεις αυτές σε βάρος των γυναικών παραβιάζουν την αρχή της ισότητα των δύο φύλων" (1929/98 ΣτΕ).

Ο εκ των προτέρων λοιπόν αποκλεισμός ή περιορισμός ορισμένου φύλου από κάποια εργασία, σταδιοδρομία και τη σχετική επαγγελματική κατάρτιση αποτελεί διάκριση λόγω φύλου. Αντίθετα, μπορεί να αποκλείονται πρόσωπα οποιουδήποτε φύλου τα οποία αποδείχθηκαν ακατάλληλα να ασκήσουν συγκεκριμένο επάγγελμα με βάση διαγωνισμό με τον οποίο διαπιστώνονται τα απαιτούμενα για το επάγγελμα προσόντα, τυπικά ή ουσιαστικά.

ΑΡΘΡΟ 1ο

Συμμετοχή των γυναικών στους εκλογικούς συνδυασμούς για την ανάδειξη βουλευτών, νομαρχιακών, δημοτικών, κοινοτικών ή διαμερισματικών συμβούλων

Για τη νόμιμη συγκρότηση των ψηφοδελτίων των κομμάτων και των συνδυασμών και την ανακήρυξη των υποψηφίων τους από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές κατά τις εθνικές βουλευτικές εκλογές και τις εκλογές για την ανάδειξη των νομαρχιακών, δημοτικών, κοινοτικών ή διαμερισματικών συμβουλίων, ο αριθμός των υποψήφιων γυναικών βουλευτών ή νομαρχιακών ή δημοτικών ή κοινοτικών ή διαμερισματικών συμβούλων κάθε κόμματος ή συνδυασμού σε κάθε εκλογική περιφέρεια δεν μπορεί να είναι κατώτερος του 1/3 του συνόλου των υποψηφίων. Αν από το ποσοστό αυτό προκύπτει κλάσμα, στρογγυλοποιείται στον αμέσως ανώτερο ακέραιο αριθμό.

ΑΡΘΡΟ 2ο

Συμμετοχή των γυναικών στους εκλογικούς συνδυασμούς για την ανάδειξη αιρετών εκπροσώπων των εργαζόμενων στα υπηρεσιακά συμβούλια

Για τη νόμιμη συγκρότηση των ψηφοδελτίων των συνδυασμών κατά τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων στα υπηρεσιακά συμβούλια των Υπουργείων και Ν.Π.Δ.Δ. ο αριθμός των υποψηφίων γυναικών κάθε συνδυασμού δεν μπορεί να είναι κατώτερος αυτού που προκύπτει από το λόγο του αριθμού γυναικών υπαλλήλων προς τον αριθμό των ανδρών υπαλλήλων της συγκεκριμένης υπηρεσίας ή του Ν.Π.Δ.Δ. Αν από το λόγο αυτό προκύπτει κλάσμα, στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό.

ΑΡΘΡΟ 3

Συμμετοχή των γυναικών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια του άρθρου 158 και επόμενα Ν.2683/99 "Κώδικας κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων κλπ".

1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ.1δ άρθρου 160 Ν.2683/99 συμπληρώνεται ως εξής:

εκ περιτροπής, για καθένα εκ των ανωτέρω ΑΕΙ, ορίζεται ως μέλος του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου γυναίκα καθηγήτρια του ιδίου ιδρύματος και 2ετή θητεία.

2. Μετά το εδάφιο "Ζ" της παρ.1 του άρθρου 160 Ν.2683/99 προστίθεται εδάφιο "Η" ως εξής:

αν στη θέση του ενός τουλάχιστον εκ των δύο Γενικών Διευθυντών -μελών του 7μελούς Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν είναι τοποθετημένη γυναίκα, τότε ως μέλος ορίζεται γυναίκα Γενική Διευθύντρια από το ίδιο ή άλλα Υπουργεία ή άλλα Ν.Π.Δ.Δ.

3. Η παράγραφος 4, άρθρου 160, Ν.2683/99 τροποποιείται ως εξής:

τα μέλη υπό τα στοιχεία α΄ της παρ.2 και β΄ της παρ.3 ορίζονται από τον οικείο Υπουργό ή το Δ.Σ. του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου από υπαλλήλους που έχουν το βαθμό του διευθυντή, εκ των οποίων ένα είναι γυναίκα.

ΑΡΘΡΟ 4ο

Μέτρα για την προώθηση της ισότητας των φύλων στη δημόσια διοίκηση και τα Ν.Π.Δ.Δ.

Στο άρθρο 82 -"σύστημα προαγωγών"- του Νόμου 2683/99 προστίθεται παρ.9 που έχει ως εξής:

ο αριθμός των γυναικών υπαλλήλων, που προάγονται σε κάθε υπηρεσία με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου και έχουν τα αντίστοιχα προσόντα, δεν μπορεί να είναι κατώτερος αυτού που προκύπτει από το λόγο του γυναικείου υπαλληλικού προσωπικού προς το ανδρικό υπαλληλικό προσωπικό της συγκεκριμένης υπηρεσίας, σύμφωνα με τις καταστάσεις προσωπικού, που συντάσσονται με βάση το άρθρο 86 του παρόντος νόμου. Αν από το λόγο προκύπτει κλάσμα, ο εν λόγω αριθμός στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό.

ΑΡΘΡΟ 5ο

Απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου

1.Η παρ.3 άρθρου 27 "συμπεριφορά υπαλλήλου" Ν.2683/99 τροποποιείται ως εξής:

κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται να κάνει διακρίσεις σε όφελος ή σε βάρος πολιτικών, εξαιτίας των πολιτικών, των φιλοσοφικών των θρησκευτικών του πεποιθήσεων ή εξαιτίας του φύλου τους.

2.Το δεύτερο εδάφιο της παρ.1 άρθρου 45 "ελευθερία έκφρασης" Ν.2683/99 τροποποιείται ως εξής:

δεν επιτρέπονται διακρίσεις των υπαλλήλων λόγω των πεποιθήσεων ή των απόψεών τους ή της κριτικής των πράξεων της προϊστάμενης αρχής ή εξαιτίας του φύλου τους.

ΑΡΘΡΟ 6ο

Αντιπροσώπευση των γυναικών στα Εθνικά Συμβούλια

Σε όλα τα Εθνικά Συμβούλια και τα εν γένει Συλλογικά Όργανα που σύμφωνα με τον ιδρυτικό τους νόμο χαράζουν κατευθύνσεις και ασκούν έλεγχο σε τομείς της κοινωνικής ζωής του τόπου (όπως ενδεικτικά το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Φροντίδας, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων) ο αριθμός των γυναικών μελών τους, που διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα, δεν μπορεί να είναι κατώτερος του 35% του συνολικού αριθμού των μελών που τα συγκροτούν. Ειδικά τα μέλη που ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου ή των συναρμόδιων Υπουργών αποτελούνται κατά το ήμισυ από άνδρες και κατά το ήμισυ από γυναίκες που διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα. Αν από το ποσοστό προκύπτει κλάσμα, ο αριθμός των γυναικών - μελών ορίζεται στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό.

ΑΡΘΡΟ 7ο

Απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου στην απασχόληση

1.Η παρ.1β του άρθρου 10 Ν.1414/84 τροποποιείται ως εξής:

οποιαδήποτε διάταξη απαγορεύει ή περιορίζει την απασχόληση προσώπου του ενός φύλου σε ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες ή απαγορεύει η περιορίζει την επαγγελματική τους κατάρτιση για τις δραστηριότητες αυτές, συνιστά διάκριση εις βάρος του άλλου φύλου και είναι ανίσχυρη.

2.Η παρ. 3 του άρθρου 10 Ν.1414/84 τροποποιείται ως εξής:

προκηρύξεις ή αγγελίες για την πρόσληψη προσωπικού που αποκλείουν το ένα φύλο, παρότι η εργασία μπορεί να παρασχεθεί και από τα δύο φύλα, συνιστούν διάκριση εις βάρος του αποκλειόμενου φύλου και είναι ανίσχυρες.

ΑΡΘΡΟ 8ο

Κάθε διάταξη που είναι αντίθετη με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου καταργείται.

Η καταθέτουσα βουλευτής

ΔΑΜΑΝΑΚΗ ΜΑΡΙΑ