Στη δυνατότητα οι αρμόδιες αρχές να αποκλείουν από δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμούς εταιρείες που έχουν καταδικαστεί για διαφθορά και δωροδοκία αναφέρεται ο Επίτροπος κ. Φραττίνι απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δημήτρη Παπαδημούλη. Στην ερώτηση του ο Έλληνας ευρωβουλευτής ζητούσε να πληροφορηθεί εάν η Κομισιόν έχει ενημέρωση από τις γερμανικές ή ελληνικές εθνικές αρχές για χρηματισμό προσώπων προκειμένου η Siemens να κερδίσει διαγωνισμούς του δημοσίου ή δημοσίων οργανισμών. Απαντώντας ο κ. Φραττίνι δηλώνει ότι η Κομισιόν δεν είναι σε θέση να παράσχει σχετικές πληροφορίες «γιατί υπεύθυνα για τη διενέργεια ερευνών είναι τα κράτη μέλη» και επισημαίνει ότι «σχετικά με τους δημόσιους διαγωνισμούς, υπάρχει διάταξη, [1], να αποκλείεται υποψήφιος ή προσφέρων εις βάρος του οποίου υπάρχει οριστική δικαστική απόφαση, γνωστή στην αναθέτουσα αρχή, για έναν ή περισσότερους λόγους, περιλαμβανομένης της δωροδοκίας».
Η πλήρης απάντηση της Κομισιόν έχει ως εξής: «Η πρόληψη και η καταπολέμηση της διαφθοράς και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες έχουν ιδιαίτερη σημασία και αποτελούν πολιτική προτεραιότητα για την Επιτροπή.
Σε ό,τι αφορά τη διαφθορά, υπεύθυνα για τη διενέργεια ερευνών είναι τα κράτη μέλη. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να παράσχει πληροφορίες για τη συγκεκριμένη εγκληματική πράξη. Ωστόσο, η Επιτροπή επιθυμεί να αναφέρει ότι σχετικά με τους δημόσιους διαγωνισμούς, υπάρχει διάταξη, βάσει του άρθρου 45 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ [2], να αποκλείεται υποψήφιος ή προσφέρων εις βάρος του οποίου υπάρχει οριστική δικαστική απόφαση, γνωστή στην αναθέτουσα αρχή, για έναν ή περισσότερους λόγους, περιλαμβανομένης της δωροδοκίας.
Ορισμένοι μηχανισμοί που δημιουργήθηκαν πρόσφατα για την πρόληψη της νομιμοποίησης των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορούν να συμβάλλουν έμμεσα στην παρακολούθηση των πράξεων που έγιναν από τέτοιους λογαριασμούς. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 [3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2006, περί των πληροφοριών για την πληρωμή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών (που άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου του 2007) στοχεύει στη διασφάλιση της πλήρους ανιχνευσιμότητας των μεταφορών κεφαλαίων ώστε να προληφθεί η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ειδικότερα, ο κανονισμός προβλέπει ότι οι μεταφορές κεφαλαίων σε οποιοδήποτε νόμισμα, που αποστέλλονται ή λαμβάνονται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να συνοδεύονται από το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό λογαριασμού (ή άλλο μοναδικό αναγνωριστικό) του αποστολέα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση πρέπει να ελέγχουν όλες τις πληροφορίες που αφορούν τον αποστολέα, να ζητούν συμπληρωματικές πληροφορίες όπου χρειάζεται πριν από την εκτέλεση της μεταφοράς, να τηρούν μητρώα για πέντε έτη και να απαντούν χωρίς καθυστέρηση σε αιτήματα των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να αποτελέσουν ένα αξιόλογο εργαλείο στην έρευνα για την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με τη δωροδοκία κρατικών αξιωματούχων.»
[1] Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ΕΕ L 134, 30.4.2004.
[2] Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ΕΕ L 134, 30.4.2004.
[3] ΕΕ L 345, 8.12.2006.
To Γραφείο Τύπου