Skip to main content.
31/10/2006

Αγροτικό εισόδημα και εφαρμογή της νέας ΚΑΠ. 'Αρθρο του Γιάννη Τόλιου, «Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ», Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2006

Το αγροτικό εισόδημα εμφανίζει τα τελευταία χρόνια σημαντική μείωση. Η κυβερνητική πολιτική, οι επιλογές της νέας ΚΑΠ και τα αδιέξοδα του αγροτικού τομέα από τις ασκούμενες πολιτικές και την ασυδοσία των βιομηχάνων-μεταποιητών-εμπόρων και αλυσίδων Souper-Markets, έχουν φέρει σε δραματική κατάσταση τον κόσμο της υπαίθρου. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ, η συμμετοχή του αγροτικού τομέα στο συνολικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας, από 6,6% το 2000, περιορίστηκε στο 4,7% το 2005. Επίσης σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η καθαρή αξία παραγωγής στην Ελλάδα σε πραγματικές τιμές (με βάση το 2000=100), ήταν το 2004 γύρω στο 83,5%, σε σχέση με 101,2% το 1994.!

Έκφραση αυτής της κατάστασης είναι η δραματική μείωση της παραγωγής βασικών προϊόντων, εξ� αιτίας της πολιτικής που σηματοδοτεί η νέα ΚΑΠ. Κλάδοι θύματα αυτής της πολιτικής είναι τα καπνά, τεύτλα-ζάχαρη, σιτάρι, βαμβάκι, κά. Ειδικότερα η μείωση της παραγωγής καπνού υπολογίζεται να φθάσει 77% (παρήχθησαν 26.000 τόνοι έναντι 112.000 τόνων το 2005), με αποτέλεσμα πολλοί από τους 65.000 απασχολούμενους να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια. Επίσης στον τομέα της ζάχαρης προβλέπεται μείωση της παραγόμενης ποσόστωσης σχεδόν κατά 50%, μείωση τιμών 35% και μείωση της απασχόλησης τουλάχιστον 10.000 σε σύνολο 26.000 τευτλοπαραγωγών. Αντίστοιχη κατάσταση έχουμε στον τομέα των σιτηρών, όπου πολλοί αγρότες δεν έχουν κάνει φέτος δήλωση καλλιέργειας και έχουν ήδη αποχωρήσει από τον κλάδο, όπως και από άλλες καλλιέργειες.

Αυτό ωστόσο που αποκαλύπτει με δραματικό τρόπο τη μείωση του αγροτικού εισοδήματος, είναι ο ρυθμός αύξησης των τιμών παραγωγού σε σχέση με το κόστος παραγωγής και τις τιμές καταναλωτή. Την τελευταία πενταετία, το κόστος εισροών (σπόροι, λιπάσματα, ζωοτροφές, καύσιμα, φυτοφάρμακα, κά), αυξάνεται με γρηγορότερο ρυθμό απ� ότι οι τιμές των προϊόντων που απολαμβάνει ο παραγωγός. Για παράδειγμα τα κόστος παραγωγής αυξήθηκε το 2003 κατά 3,9%, το 2004 κατά 7,5% και το 2005 κατά 5,1%, ενώ οι τιμές παραγωγού στο ίδιο διάστημα αυξήθηκαν 8,8% το 2003, μειώθηκαν κατά -2% το 2004 και αυξήθηκαν μόλις κατά 3,1% το 2005. Συνολικά το κόστος αυξήθηκε κατά 17,4% και το εισόδημα 10%.! Επίσης η Eurostat εκτιμά ότι το αγροτικό εισόδημα σε πραγματικές τιμές, αντιστοιχούσε το 2005 στο 81% μόλις του εισοδήματος του 2000, ενώ το κόστος παραγωγής στο διάστημα 2001-2005 αυξήθηκε κατά 23%. Επίσης τα ενοίκια γης στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ (στην καλλιεργήσιμη γη ανέρχονταν 501,7 ευρώ/εκτάριο το 2003, έχοντας αυξηθεί κατά 45 περίπου ευρώ από το 2001). Τέλος σύμφωνα με την ίδια πηγή, το αγροτικό εισόδημα ανά εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης στον αγροτικό τομέα, στο διάστημα 1993-2005 (με μέσο όρο στην ΕΕ-15=100), κινήθηκε από 89 μονάδες το 1993, σε 100,9 το 2001 και σε 78,8 μονάδες το 2005.!

Ωστόσο αυτή είναι η μια όψη του προβλήματος. Από την άλλη έχουμε άνοιγμα της γνωστής «ψαλίδας» τιμών παραγωγού-καταναλωτή, που οδηγεί σε μια τεράστια ανακατανομή εισοδήματος από παραγωγούς και καταναλωτές σε όφελος των μεταποιητών-βιομηχάνων, μεσαζόντων-εμπόρων και Super-Markets. Ειδικότερα σε πολλά προϊόντα, η διαφορά τιμών παραγωγού-καταναλωτή φτάνει στο διπλάσιο, τριπλάσιο και περισσότερο, από το χωράφι ως τη λαϊκή. Ενδεικτικό είναι ότι οι πατάτες από 0,38 ευρώ στον παραγωγό φτάνουν στον καταναλωτή 0,80 ευρώ (αύξηση 110,5%), οι τομάτες από 0,30 ευρώ σε 1,20 (αύξηση 300%), οι πιπεριές από 0,65 σε 1,50 (131%), αγγούρια από 0,20 σε 1,50 (400%), μελιτζάνες από 0,50 σε 1,70 (240%), ελαιόλαδο από 3,1 σε 6,2 (100%), ρύζι από 0,21 σε 1,80 (757%), κοκ. Ενδιαφέρον έχει το «οδοιπορικό» της τιμής της τομάτας: 38 λεπτά στον παραγωγό και με ψεύτικο τιμολόγιο στον ενδιάμεσο φθάνει 45 λεπτά (υπερτιμολόγηση 28,5%), πώληση στον χονδρέμπορο της λαχαναγοράς 55 λεπτά (κέρδος 22,2%), πώληση στο μανάβη 60 λεπτά (9% ακριβότερα) και στον καταναλωτή 80 λεπτά (κέρδος μανάβη 25%).!!!

Η κατάσταση αυτή όπως και τα γενικότερα προβλήματα δημιουργούν δύσκολες συνθήκες παραμονής στην ύπαιθρο ιδιαίτερα νέων αγροτών. Η παραπέρα μείωση του πληθυσμού στον αγροτικό τομέα οδηγεί μοιραία σε εγκατάλειψη καλλιεργούμενων εκτάσεων και ένταση δημογραφικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων. Επίσης η μείωση της αγροτικής παραγωγής, δημιουργεί σοβαρή έλλειψη πρώτων υλών σε πολλές βιομηχανίες τροφίμων, ενώ η αύξηση των εισαγωγών εντείνει τη διατροφική εξάρτηση.

Μια ακόμα διάψευση της κυβέρνησης που διαψεύστηκε ήταν η διαβεβαίωση ότι οι εισοδηματικές ενισχύσεις (τα λεγόμενα «δικαιώματα» της νέας ΚΑΠ) που επρόκειτο να καταβληθούν στο τέλος του χρόνου, δεν θα δοθούν ολόκληρα αλλά μόνο κατά 50%. Παρ� ότι ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ.Μπασιάκος, είχε εξάρει το έργο της ΠΑΣΕΓΕΣ και των ΟΑΣ και για την έγκαιρη ολοκλήρωση των εργασιών χορήγησης της ενίσχυσης, τώρα οι παραγωγοί κινδυνεύουν να περάσουν μαύρα Χριστούγεννα, λόγω τραγικών καθυστερήσεων του υπουργείου στους απαιτούμενους ελέγχους, οι οποίοι έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί ως τις 31.10.06.! Εκτός αυτού, έχουμε παράλληλα και τις μεγάλες περικοπές (τα λεγόμενα «παρακρατήματα»), που μειώνουν παραπέρα το εισόδημα των παραγωγών. Ειδικότερα στο ελαιόλαδο, το «παρακράτημα» φθάνει 10,72% για δικαιούχους ενισχύσεων ως 5.000 και 15,72% για δικαιούχους άνω των 5.000 ευρώ. Στις αροτραίες καλλιέργειες, τα αντίστοιχα ποσοστά κινούνται από 14,72% - 19,72%, στα βοοειδή από 9,72% - 14,72% και στον καπνό από 6,72% - 11,72%.

Η κυβέρνηση αρέσκεται να εξωραϊζει την κατάσταση, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση προσπαθεί με λαϊκισμούς να εισπράξει τη δυσαρέσκεια του αγρότη. Ωστόσο αυτό που χρειάζεται είναι η ριζική στροφή στην ασκούμενη αγροτική πολιτική, με στόχο την αύξηση της αγροτικής παραγωγής ιδιαίτερα της κτηνοτροφικής για υποκατάσταση εισαγωγών, την προστασία του εισοδήματος του αγρότη με κλείσιμο της ψαλίδας τιμών παραγωγού-καταναλωτή, μείωση κόστους με καλύτερες τιμές στα αγροτικά εφόδια και επενδύσεις υποδομής, γεωτεχνική στήριξη των αγροτών, προώθηση νέων καλλιεργειών, πολύπλευρη στήριξη των νέων αγροτών, ανάπτυξη των βιοκαλλιεργειών και των παραδοσιακών ποιοτικών προϊόντων, ανάπτυξη αγροτουρισμού, προβολή και προώθηση εξαγωγών, κά, αποτελούν βασικές ιδέες του πλαισίου διεκδικήσεων, του «Δικτύου» οργανώσεων για μια Εναλλακτική Αγροτική Πολιτική στη χώρα.