1. Εισαγωγή
Οι συζητήσεις για τα Αγροτικά, αποτελούν κομβικό σημείο των διαπραγματεύσεων στον ΠΟΕ. Η σημασία τους δεν καθορίζεται τόσο από το βάρος των αγροτικών προϊόντων στο διεθνές εμπόριο (γύρω στο 7%), όσο κυρίως από την επίδραση τους σε άλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως στο εμπόριο βιομηχανικών προϊόντων, επενδύσεις, υπηρεσίες (χρηματοπιστωτικές, κοινής ωφέλειας), πνευματικά δικαιώματα, κά.
2. Τα επίμαχα ζητήματα των διαπραγματεύσεων στον ΠΟΕ
Ως τα μέσα δεκαετίας '90, το εμπόριο αγροτικών προϊόντων εξαιρείτο από τις γενικές ρυθμίσεις της GATT (Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου) και καθορίζονταν από ειδικές συμφωνίες με μόνιμες ή προσωρινές εξαιρέσεις. Ωστόσο με τη συμφωνία του «Γύρου της Ουρουγουάης» (1986-1993), η οποία άρχισε να εφαρμόζεται το 1995 και συνδέθηκε με τη λειτουργία του «Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου-ΠΟΕ», έγινε το πρώτο βήμα απελευθέρωσης της αγοράς. Η συμφωνία προέβλεπε κανόνες και πειθαρχίες, γύρω από τρεις ενότητες θεμάτων: α) τα θέματα «πρόσβασης στην αγορά», που αφορούσαν κυρίως δασμούς, ποσοστώσεις εισαγωγών, κά. β) τα θέματα «εξαγωγικού ανταγωνισμού», που αφορούσαν εξαγωγικές επιδοτήσεις, εξαγωγικές πιστώσεις, κά, και γ) τα θέματα «εσωτερικής στήριξης», που αφορούσαν τη στήριξη του αγροτικού τομέα (κυρίως επιδοτήσεις) και κατατάχτηκαν σε τρεις κατηγορίες: i) σε εκείνες που έπρεπε να μειωθούν και εντάχτηκαν στο «κεχριμπαρένιο κουτί» (ενισχύσεις στην παραγωγή, στήριξη τιμών μέσω παρέμβασης), ii) σε εκείνες που συνδέονται με περιορισμό της παραγωγής και εντάχτηκαν στο «μπλε κουτί» (στρεμματικές ενισχύσεις, ενισχύσεις ανά ζώο στα πλαίσια της ΚΑΠ, ή «ελλειμματικές πληρωμές» στις ΗΠΑ) και τέλος, iii) σε εκείνες που δεν προβλέπονται μειώσεις και εντάχτηκαν στο «πράσινο κουτί» (ενισχύσεις για αγροτικές επενδύσεις, εξασφάλιση υγιεινών συνθηκών εκτροφής ζώων, κά). Σε αυτές περιλαμβάνονται και οι εισοδηματικές ενισχύσεις της νέας ΚΑΠ.
Ωστόσο τα αποτελέσματα της φιλελευθεροποίησης, ήταν υπέρ των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών και σε βάρος των αναπτυσσομένων. Σύμφωνα με έκθεση του FAO (2005), το εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων στις αναπτυσσόμενες χώρες, από πλεονασματικό στα μέσα της δεκαετίας �90, ισοσκελίζεται τέλη δεκαετίας �90 και από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας 2000, γίνεται ελλειμματικό.
3. Αντιθέσεις και συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις του ΠΟΕ
Ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων στον ΠΟΕ που ξεκίνησε στη Ντόχα του Κατάρ (Νοέμβρης 2001), παρ� ότι διαφάνηκε προς στιγμήν ότι θα άλλαζε κάτι υπέρ των αναπτυσσομένων χωρών, οι δεσμεύσεις δεν τηρήθηκαν. Η πρόσβαση των προϊόντων των αναπτυσσομένων στις αγορές των αναπτυγμένων δεν βελτιώθηκε, το ντάμπινγκ συνεχίστηκε, η διαφοροποιημένη μεταχείριση υπέρ των χωρών του νότου δεν εφαρμόστηκε, ενώ οι ειδικές ρυθμίσεις για τις «μη-εμπορικές πτυχές» έμειναν στα χαρτιά (περιβάλλον, αγροτική ανάπτυξη, επισιτιστική ασφάλεια, κά). Έτσι στην 5η Σύνοδο του ΠΟΕ στο Κανκούν του Μεξικού (Σεπτέμβρης 2003), οι διαπραγματεύσεις οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο.
Η στρατηγική των ΗΠΑ και της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις, χαρακτηρίζεται από κοινούς στόχους, αλλά και ξεχωριστές επιδιώξεις. Οι ΗΠΑ δέχονται την εξάλειψη των άμεσων αλλά όχι των έμμεσων εξαγωγικών επιδοτήσεων, δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη «μη εμπορικών πτυχών» και απορρίπτουν κάθε ιδέα σύνδεσης των διαπραγματεύσεων με την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, της σήμανσης τροφίμων, κά. Από την πλευρά της η ΕΕ, επιδιώκει βαθμιαίο άνοιγμα της πρόσβασης στην αγορά, προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, επιβολή πειθαρχίας σε όλες τις μορφές εξαγωγικών επιδοτήσεων (άμεσες και έμμεσες), διατήρηση των ενισχύσεων στην εσωτερική αγορά με βάση τα τρία κουτιά, κά. Όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες, η συμπαράταξη της ομάδας των μεγάλων αναπτυσσόμενων και εξαγωγικών χωρών (G-20), δηλ. Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας, Ν.Αφρικής, κά, με την ομάδα των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών (G-90), ενίσχυσε το μέτωπο αντίστασης κατά των ισχυρών χωρών του βορρά. Στην τελευταία σύνοδο του ΠΟΕ στο Χονγκ-Κονγκ (Δεκέμβρης 2005), οι διαπραγματεύσεις και πάλι δεν προχώρησαν. Η μόνη υποχώρηση από τις αναπτυγμένες χώρες, ήταν η δέσμευση κατάργησης των άμεσων εξαγωγικών επιδοτήσεων ως το 2013 (στο βαμβάκι από 2006), ενώ για τις έμμεσες συμφωνήθηκαν γενικές ρυθμίσεις, αφήνοντας ουσιαστικά ανοικτό το πεδίο για κρυφές επιδοτήσεις και πρακτικές «ντάμπινγκ».
4. Οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές προεκτάσεις των διαπραγματεύσεων
Οι διαπραγματεύσεις στον ΠΟΕ, φέρνουν στο προσκήνιο κρίσιμα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Η όλη αντίληψη του ανοίγματος των αγορών και ελευθερίας του εμπορίου, αποτελούν εκφράσεις της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, που προωθούν πολυεθνικές και οι συντηρητικές δυνάμεις στον αγροτικό τομέα. Σήμερα από τις 25 χώρες του ΠΟΕ που χορηγούν εξαγωγικές επιδοτήσεις, οι περισσότερες προέρχονται από αναπτυγμένες χώρες (ΗΠΑ, ΕΕ, Αυστραλία, κά). Όσον αφορά τα μέτρα «στήριξης της εσωτερικής αγοράς» (επιδοτήσεις), το 80% των ενισχύσεων κατευθύνεται στην ΕΕ στο 20% των μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ενώ στις ΗΠΑ, το 8% των μεγαλύτερων φάρμερς απολαμβάνουν 47% των επιδοτήσεων.
Οι επικρίσεις κατά των επιδοτήσεων, έχουν δύο αφετηρίες. Από τη μια οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς, θεωρούν ότι πρέπει το συντομότερο να καταργηθούν, ενώ από την άλλη οι επικρίσεις των αναπτυσσόμενων χωρών, που θεωρούν ότι χρησιμοποιούνται ως μηχανισμός ντάμπινγκ και βασική αιτία της φτώχειας και πείνας των χωρών του νότου. Η πρώτη εκφράζει κυρίως τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών, ενώ η δεύτερη, απολυτοποιεί μια πτυχή του ευρύτερου πλέγματος ανισότιμων οικονομικών σχέσεων, μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων καπιταλιστικών χωρών (όροι εμπορίου, διείσδυση πολυεθνικών, δανεισμός, μεταφορά τεχνολογίας, εξοπλισμοί, κά). Η αναγκαιότητα παροχής στήριξης στους μικρούς και μεσαίους αγρότες, πρέπει να θεωρείται αναπόσπαστο στοιχείο μιας σύγχρονης αγροτικής πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου σε όλες τις χώρες.
5. Η «αυτοδυναμία τροφίμων» πλαίσιο εναλλακτικής πολιτικής υπέρ των μικρο-μεσαίων αγροτών
Μια πολιτική υπέρ των μικρο-μεσαίων αγροτών (βορρά και νότου), αποτελεί η πολιτική «αυτοδυναμίας των λαών στα τρόφιμα». Το συγκεκριμένο πλαίσιο εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μικρών αγροτών, ακτημόνων, εργατών γης, καταναλωτών και ευρύτερων κοινωνικών ομάδων σε όλο τον κόσμο. Η αρχή της «αυτοδυναμίας στα τρόφιμα» (Food Sovereignty), συνίσταται στο δικαίωμα των λαών, χωρών ή ένωσης χωρών, να ορίσουν την αγροτική τους πολιτική και την πολιτική τροφίμων. Προτεραιότητα αποκτά η παραγωγή σε τοπικό επίπεδο για τις ανάγκες του πληθυσμού, η πρόσβαση των αγροτών και ακτημόνων στη γη, στο νερό, στους σπόρους, στις πιστώσεις, η απαγόρευση των «μεταλλαγμένων», η εφαρμογή αντιμομοπωλιακής πολιτικής στη δράση των πολυεθνικών στην εξωτερική και εσωτερική αγορά, η αποτροπή επιβολής μονοπωλιακών τιμών σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών, κά.
Η αρχή της εθνικής κυριαρχίας στα τρόφιμα, δεν είναι αντίθετη στο διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων, αλλά δεν δίνει προτεραιότητα στις εξαγωγές (αποτελούν μόλις το 10% της παγκόσμιας αγροτικής παραγωγής). Εγγυάται την εξασφάλιση των αναγκαίων τροφίμων για τους λαούς, ενώ οι εμπορικές ανταλλαγές σε περιορισμένο αριθμό προϊόντων ενισχύουν την βιοποικιλότητα του πλανήτη. Ο διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων, πρέπει να μπει σε νέες βάσεις υπό την εποπτεία ειδικής υπηρεσίας του ΟΗΕ. Η αρχή της εθνικής κυριαρχίας στα τρόφιμα, αποτελεί κρίκο ενός ολόκληρου μετώπου πάλης κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και συνδέεται με το γενικότερο αίτημα μιας νέας δημοκρατικής διεθνούς οικονομικής τάξης, σε όλο το φάσμα των διεθνών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Απαραίτητο στοιχείο προώθησης αυτής της πολιτικής, είναι η κοινή δράση των μικρομεσαίων αγροτών σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
(*) Το κείμενο αποτελεί βασικά σημεία της εισήγησης στη Διεθνή Συνδιάσκεψη του «Δικτύου Οργανώσεων για μια Εναλλακτική Αγροτική Πολιτική», στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Αθήνα 4-7 Μαίου 2006).