Την τελευταία περίοδο, με αφορμή τις διαδικασίες ανάδειξης νέων διοικήσεων στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, έρχεται ορμητικά στο προσκήνιο ένα κρίσιμο ερώτημα. Ποιος ο ρόλος των συνεταιρισμών στις σημερινές συνθήκες, αυξανόμενων αδιεξόδων του αγροτικού κόσμου, εξ' αιτίας αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και των κυβερνητικών επιλογών; Μπορούν άραγε οι αγροτικοί συνεταιρισμοί να αποτελέσουν ένα από τους βασικότερους φορείς αγροτικής ανάπτυξης (παράλληλα με την οικογενειακή γεωργία,) σε όφελος των μικρομεσαίων αγροτών; Χωρίς να επιτρέπει ο χώρος εκτεταμένες αναλύσεις, θα αναφερθούμε επιγραμματικά στις σημαντικότερες αιτίες (παλιές και νέες) που προσδιορίζουν τα προβλήματα τους, καθώς και τις προϋποθέσεις μιας ελπιδοφόρας πορείας τους στο μέλλον.
1. Ποιοι παράγοντες προσδιορίζουν τη βιωσιμότητα της συνεταιριστικής ιδέας;
Κατ' αρχήν στη ζωή των συνεταιρισμών, κρίσιμο ρόλο παίζει η γενικότερη οικονομική πολιτική, η οποία ως γνωστόν κυριαρχείται από τις νεοφιλελεύθερες επιλογές, που εξυπηρετεί κυρίως τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων (μεταξύ αυτών και αγροτικών), καθώς και πολυεθνικών ομίλων. Αυτές οι επιλογές, είναι κατά βάση εχθρικές στη «συνεταιριστική ιδέα», όπως επίσης και σε κάθε «συλλογικό», δημόσιο ή κοινωνικό, ενώ από την άλλη «αποθεώνουν» την αγορά και τον «ιδιωτικό τομέα». Η «συνεταιριστική ιδέα», στο βαθμό που γίνεται ανεκτή, οριοθετείται υπολειμματικά και επιδιώκεται η υποταγή της στις γενικότερες επιλογές του νεοφιλελευθερισμού. Ένας δεύτερος παράγοντας είναι οι πολιτικές στήριξης της επιχειρηματικότητας εκ μέρους της ΕΕ, οι οποίες εξαντλούνται στη στήριξη κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ για τις ΜΜ-Επιχειρήσεις, τις ΜΜ-Αγροτικές Εκμεταλλεύσεις, τους Συνεταιρισμούς και άλλες «συλλογικές» δραστηριότητας, το ενδιαφέρον εξαντλείται σε λόγια και οι υποσχέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 75-80% των δαπανών στήριξης του αγροτικού τομέα (από την ΕΕ), πάει στο 20% των εκμεταλλεύσεων δηλ. στις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις. Τρίτον, είναι η κυβερνητική πολιτική στους Συνεταιρισμούς, η οποία την τελευταία δεκαετία, όχι μόνο δεν συνέβαλλε στην εξυγίανση και ανάπτυξη τους, αλλά αποδυνάμωσε την αξιοπιστία της «συνεταιριστικής ιδέας». Τέλος, το ίδιο το συνεταιριστικό κίνημα, παρά τα όποια θετικά βήματα βρίσκεται συνολικά πίσω από τις απαιτήσεις και τις δυνατότητες ανάπτυξης του. Σημαντική ευθύνη γιαυτό έχουν, κατά τη γνώμη μας, οι ηγεσίες των μεγάλων συνεταιριστικών οργανώσεων, που αποτελούν και το βασικό κορμό του συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα μας.
2. Ποια είναι τα βασικά προβλήματα των Συνεταιριστικών Οργανώσεων;
Χωρίς να υποτιμούμε ή πολύ περισσότερο να μηδενίζουμε τα όποια θετικά βήματα έχουν γίνει την προώθηση γενικά της συνεταιριστικής ιδέας (αγροτικός τομέας, μεταποίηση, πιστωτικός τομέας, αγρο-τουρισμός, κά), ωστόσο αυτά αποτελούν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Συγκεκριμένα στον αγροτικό τομέα:
i) Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, ενώ θα μπορούσαν να αποτελέσουν βασική λύση στήριξης των μικρών και μεσαίων αγροτών, βρίσκονται σε πλήρη οικονομική και κοινωνική απαξίωση. Στην ουσία λειτουργούν ως «σπονδυλική στήλη» του δικομματισμού στην ύπαιθρο.
ii) Κάτω από το βάρος μιας ολοένα και πιο ανταγωνιστικής αγοράς, η πλειοψηφία των συνεταιρισμών έχει οδηγηθεί σε κρίση και χρεοκοπία. Οι δανειακές υποχρεώσεις προς την ΑΤΕ και άλλες τράπεζες, ξεπερνούν σύμφωνα με δημοσιεύματα το συνολικό τους ενεργητικό και την περιουσία.
iii) Το υπουργείο Γεωργίας αντί να στηρίξει την υγιή επιχειρηματικότητα και κοινωνική τους δράση, τους αναθέτει ρόλο διαχειριστή προγραμμάτων και ενισχύσεων και αποπροσανατολίζει τη δράση τους από το κύριο έργο τους.
iv) Επίσης πολλοί συνεταιρισμοί, προκειμένου να επιβιώσουν, αναγκάζονται να χρεώνουν στα μέλη τους υπηρεσίες που ανήκουν στο κράτος και χρησιμοποιούν τις Ομάδες Παραγωγών για να καλύψουν λειτουργικά έξοδα, δημιουργώντας νέες αντιθέσεις μεταξύ Συνεταιρισμών και Ομάδων Παραγωγών.
v) Τέλος το γενικότερο οικονομικό-πολιτικό πλαίσιο λειτουργίας τους, έχει διαμορφώσει ένα «συνεταιριστικό κατεστημένο», με κύρια χαρακτηριστικά: α) την άμεση εξάρτηση από τα δύο μεγάλα κόμματα και την αξιοποίηση της θέσης τους ως εφαλτήριο πολιτικής καριέρας, β) τις εξαρτήσεις από εξωσυνεταιριστικά συμφέροντα και ιδιαίτερα μεγάλων επιχειρήσεων, γ) την άρνηση στήριξης πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών και Ομάδων Παραγωγών (η ΠΑΣΕΓΕΣ αρνείται να εγγράψει 100 περίπου γυναικείους αγροτουριστικούς συνεταιρισμούς, ενώ πολλοί συνεταιρισμοί και άλλες συλλογικότητες είναι εκτός συνεταιριστικούς κινήματος) και τέλος δ) ο τρόπος ανάδειξης των διοικήσεων τους, δεν επιτρέπουν καμιά ουσιαστική ανανέωση, αναπαράγουν το συγκεκριμένο «συνεταιριστικό κατεστημένο».
3. Υπάρχει εναλλακτική λύση ή συνεταιριστική ιδέα δεν έχει προοπτική;
Κατά τη γνώμη μας υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης των συνεταιρισμών, με την εξασφάλιση ωστόσο ορισμένων προϋποθέσεων. Κατά αρχήν χρειάζεται να τονίσουμε, ότι το θετικό μήνυμα που εκπέμπει η συνεταιριστική ιδέα, ορισμένες φορές ξεφεύγει από το οπτικό μας πεδίο. Ο συνεταιρισμός (παραγωγικός, προμηθευτικός, καταναλωτικός, κλπ), αποτελεί «συλλογική» ένωση προσώπων σε ισότιμη βάση, που μέσα από τη συνένωση οικονομικών πόρων και εργασιακών τους δυνάμεων, επιδιώκουν τη βελτίωση της θέσης τους. Ωστόσο μεγάλοι συνεταιρισμοί, που συμπεριφέρονται ολιγοπωλιακά στην κοινωνία, απολαμβάνουν σκανδαλωδών δανειοδοτήσεων από αφανείς διάυλους διαπλοκής με την πολιτική εξουσία, απασχολούν σημαντικό αριθμό μισθωτών που τους εκμεταλλεύονται, δημιουργούν εταιρικά σχήματα παρόμοια με ανώνυμες εταιρίες, κά, αποτελούν στην πράξη καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που αναιρούν κατά βάση τον πρωτογενή τους ρόλο.
Η «συνεταιριστική ιδέα», για να παίζει τον ιστορικά προοδευτικό της χαρακτήρα (μέσο άμυνας και ανακούφισης των μελών τους, καθώς μέσο διαπαιδαγώγησης στη συλλογική παραγωγική δράση και υπέρβασης της μικρής παραγωγής), χρειάζονται συγκεκριμένα πλαίσια. Ειδικότερα στον αγροτικό τομέα, μπροστά στο έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον που δημιουργεί η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, σε συνδυασμό με τις οδυνηρές συνέπειες αναθεώρησης της ΚΑΠ στους μικρομεσαίους αγρότες, γίνεται αναγκαία, η ριζική στροφή στην ασκούμενη πολιτική. Ειδικότερα χρειάζεται:
α) Να κατοχυρωθεί πλήρως ο ανεξάρτητος και αυτόνομος ρόλος τους, ώστε να πάψουν να είναι θερμοκήπια πελατειακών σχέσεων και κομματικών εξαρτήσεων.
β) Να σταματήσουν να λειτουργούν ως ιμάντες υλοποίησης κυβερνητικών επιλογών και να απασχοληθούν αποκλειστικά με το έργο τους που είναι η εξυπηρέτηση των οικονομικών συμφερόντων των μελών τους.
γ) Να εξασφαλιστεί η στήριξη στους, στην κάθετη αξιοποίηση προϊόντων στρατηγικής σημασίας για τη χώρα, όπως οπωροκηπευτικά, καπνός, βαμβάκι, ελαιόλαδο, αιγο-προβατοτροφία, κά,
δ) Να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες πιστώσεις (με υγιείς όρους) και να αυξηθούν τα κονδύλια αγροτικής ανάπτυξης(από Γ' ΚΠΣ και εθνικούς πόρους), ιδιαίτερα στη στήριξη της παραγωγής προϊόντων ποιότητας, βιολογικά, ονομασίας προέλευσης, παραδοσιακά προϊόντα, κά.
ε) Να στηριχθεί η δράσης τους στην αναζωογόνηση της υπαίθρου και ειδικότερα σε ολόκληρο το φάσμα παραγωγής-επεξεργασίας-τυποποίησης-εμπορίας-εξαγωγής προϊόντων και ανάπτυξης αγροτο-τουριστικών δραστηριοτήτων.
στ) Να διαμορφωθεί δημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας και ανάδειξη των διοικήσεων τους, με βάση την αξιοκρατία, την εντιμότητα, τον επαγγελματισμό και την αντιπροσωπευτικότητα των απόψεων στην προώθηση της «συνεταιριστικής ιδέας».
ζ) Να εξασφαλιστεί η αναγκαία στελέχωση, με ικανό προσωπικό (με επιστημονικά και επαγγελματικά κριτήρια) και να γίνουν σεβαστά τα ιδιαίτερα εργασιακά τους δικαιώματα, των απασχολουμένων σε αυτούς.
Αυτές κατά τη γνώμη μας, είναι ορισμένες από τις προτάσεις, που θεωρούμε ότι μπορούν να συμβάλλουν στην ουσιαστική ανάπτυξη των συνεταιρισμών, τόσο στον αγροτικό όσο και σε άλλους τομείς της οικονομίας. Εξυπακούεται ότι η πλήρης απόδοση τους, προϋποθέτει και αλλαγές στο γενικότερο πλαίσιο μακρο-οικονομικής πολιτικής και οικονομικό περιβάλλον, ώστε να διαμορφώνονται συνολικά ευνοϊκότερες συνθήκες δράσης τους.