Skip to main content.
28/05/2002

Ομιλία του Ν.Κωνσταντόπουλου στη Βουλή (28/05/2002): Η κατάσταση της οικονομίας και οι επιπτώσεις της

28 Μαϊου 2002

Ομιλία του Προέδρου του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου Ν.Α. Κωνσταντόπουλου στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση της Βουλής με θέμα:

Η κατάσταση της οικονομίας και οι επιπτώσεις της

Η συζήτηση για την κατάσταση στην οικονομία δεν μπορεί να είναι μια συζήτηση τεχνοκρατική, ούτε μπορεί να μείνει στην αντιδικία περί δεικτών και αριθμών.

Πίσω από τους δείκτες και τους αριθμούς υπάρχουν οι άνθρωποι και η ζωή τους.
Και τους όρους ζωής των ανθρώπων τους διαμορφώνουν πολιτικές και κοινωνικές επιλογές που έχουν συγκεκριμένο ιδεολογικό περιεχόμενο και προσανατολισμό.

Η συζήτηση για την κατάσταση της οικονομίας πρέπει να γίνει με φόντο τις συγκλονιστικές διεργασίες που συντελούνται σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και που καταγράφονται στα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα.

Πρέπει να γίνει με φόντο την έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια και ανασφάλεια που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα.

Η συζήτηση τέλος για την κατάσταση της οικονομίας θα έπρεπε να αναδεικνύει τις διαφορετικές πολιτικές, τους εναλλακτικούς δρόμους και όχι τις σκοπιμότητες των εκλογικών σχεδιασμών.

Πρέπει να ομολογήσω ότι απ' αυτήν την άποψη η συζήτηση ήταν χρήσιμη.
Και ήταν χρήσιμη γιατί ανέδειξε το κεντρικό πρόβλημα.
Το πρόβλημα της ταύτισης των πολιτικών των δύο μεγάλων κομμάτων και την αδυναμία διαμόρφωσης εναλλακτικής λύσης στο πλαίσιο του δικομματισμού.
Και εδώ ακριβώς πρέπει να συγκεντρωθεί η προσοχή του ελληνικού λαού.

Όσο κι αν προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα όξυνσης και πόλωσης οι κ.κ. Σημίτης και Καραμανλής δεν τα καταφέρνουν.
Και δεν τα καταφέρνουν γιατί οι διαφορές τους βρίσκονται στο επίπεδο του ποιος είναι ο καλύτερος διαχειριστής της ίδιας πολιτικής.

Όσο και να καταγγέλλει ο κ. Σημίτης τον νεοφιλελευθερισμό της Ν.Δ. δεν πρόκειται να πείσει κανέναν σοβαρό άνθρωπο όταν όλοι σήμερα διαβάζουν στις εφημερίδες ότι η κυβέρνηση του θα παραχωρήσει το 65-70% των ΔΕΚΟ σε ιδιώτες.

Ότι θα ιδιωτικοποιήσει δηλαδή τους οργανισμούς και τις πολιτικές κοινής ωφέλειας, τα στρατηγικά εργαλεία άσκησης κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής.

Δηλαδή ένας νεοφιλελεύθερος Καραμανλής τι άλλο θα κάνει;
Τι άλλο θα ιδιωτικοποιήσει;
Η απάντηση είναι πολύ απλή.
Δεν θα έχει να κάνει τίποτε άλλο.
Τα έχει προλάβει όλα η σημερινή κυβέρνηση του κ. Σημίτη.

Από την άλλη όσο και να καταγγέλλει ο κ. Καραμανλής τον αντιλαϊκό χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής για το ασφαλιστικό, δεν πρόκειται να πείσει κανέναν γιατί όλοι διαβάζουν και καταλαβαίνουν ότι η κριτική της Ν.Δ. προαναγγέλλει πιο αντιλαϊκά μέτρα στον τομέα της ασφάλισης.

Αυτή η ουσιαστική σύγκλιση των πολιτικών των δύο μεγάλων κομμάτων είναι το κεντρικό πρόβλημα που επηρεάζει όλους τους τομείς και πριν απ' όλα τον κρίσιμο τομέα της οικονομίας.

Είναι αυτό το ίδιο πρόβλημα που στην Ευρώπη τροφοδοτεί την ακροδεξιά στροφή και που οδηγεί σε αμφισβήτηση της πολιτικής.

Και εδώ βρίσκεται η μεγάλη ευθύνη του ΠΑΣΟΚ.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μπήκε μέσα στο ρεύμα του νεοφιλελευθερισμού χωρίς αντιστάσεις και έστρωσε τον δρόμο για συντηρητικές πολιτικές και εξελίξεις.
Έστρωσε το δρόμο για να μπορεί ο κ. Καραμανλής σήμερα να ασκεί κριτική από συντηρητικές θέσεις και να εμφανίζεται φιλολαϊκός.

Όσα και να λέει ο πρωθυπουργός, όσο και να θέλει να ωραιοποιήσει τα πράγματα η αλήθεια είναι αυτή. Και αυτό αποτελεί την μεγάλη την ιστορική ευθύνη του ΠΑΣΟΚ αυτής της περιόδου.

Κύριε Πρωθυπουργέ,
Από τις εκλογές του 2000 και μετά, εξαγγέλλετε διαρκώς την κοινωνική συνοχή. Αλλά η κοινωνική συνοχή, που εσείς την κάνατε κι αυτήν παρωχημένο σύνθημα, απαιτεί πολιτικές με κοινωνικό και μεταρρυθμιστικό περιεχόμενο, προϋποθέτει αλλαγές στις κοινωνικές και οικονομικές δομές. Η κοινωνική συνοχή σημαίνει σημαντική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, σταθερή άνοδο του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων, αξιοπρεπή διαβίωση για όλους, δραστική αντιμετώπιση των βασανιστικών προβλημάτων της παιδείας, της υγείας, της ασφάλισης, της φορολογικής αδικίας, της περιφερειακής ανισότητας, της καθημερινότητας.

Η Κυβέρνηση προβάλλει ως μέγιστο επίτευγμα της πολιτικής της, τους σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης. Πράγματι, το ΑΕΠ αυξάνει με ρυθμούς υψηλότερους εκείνους της ευρωζώνης. Εμείς δεν το αμφισβητούμε. Αλλά τι φθάνει απ' αυτήν την ανάπτυξη στους εργαζόμενους; Δεν προβληματίζει την Κυβέρνηση το γεγονός ότι, παρά την ανάπτυξη αυτή, η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, οι περιφερειακές και κοινωνικές ανισότητες δεν μειώνονται και η καθημερινότητα του πολίτη επιδεινώνεται;

Η ανάπτυξη, που σήμερα επικαλείται η Κυβέρνηση, στηρίζεται, κυρίως, σε εξωγενείς ή συγκυριακούς παράγοντες: στις Ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, στα έργα της Ολυμπιάδας, στη μείωση των επιτοκίων. Τι θα γίνει, όταν, όπως και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας αναγνωρίζει, οι παράγοντες αυτοί εξαντληθούν ή αποδυναμωθούν;

ΠΑΣΟΚ και ΝΔ αναθέτουν την απάντηση στις "αγορές". Οι αγορές θα μας υποδείξουν, που και πως θα αναπτυχθούμε, που έχουμε ή μπορούμε να δημιουργήσουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα;

Πρόκειται για μια κοινωνικά επικίνδυνη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.

Ο ΣΥΝ προτείνει ένα σχέδιο για μια νέα παραγωγική εξειδίκευση της οικονομίας, για τη διαμόρφωση νέων πόλων ανταγωνιστικότητας, για την αναβάθμιση του παραγωγικού συστήματος και την περιφερειακή ανασυγκρότηση, για την διευρυμένη κοινωνική πολιτική.

Όσο το αίτημα αυτό παραπέμπεται στο μέλλον, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, η απασχόληση, και το εμπορικό έλλειμμα, θα επιδεινώνονται και η όποια ανάπτυξη θα είναι χωρίς κατεύθυνση, βιωσιμότητα και κοινωνικό αντίκρισμα.

ΠΑΣΟΚ και ΝΔ συγκαλύπτουν όλα αυτά τα προβλήματα με ένα λαϊκισμό περί επιχειρηματικότητας. Θεσπίζουν ή υπόσχονται κίνητρα, οριζόντια, επίπεδα, χωρίς κριτήρια ή επιλεκτικότητα.

Αλλά πού είναι το όριο ανάμεσα στην υγιή επιχειρηματικότητα και την ασύδοτη κερδοσκοπία; Τι εξασφαλίζει ότι τα κίνητρα γίνονται επενδύσεις και ότι οι επενδύσεις δημιουργούν απασχόληση και αναβαθμίζουν την παραγωγικότητα; Τι κατοχυρώνει τον υγιή ανταγωνισμό από την καταχρηστική δράση της δεσπόζουσας θέσης, που εξασφαλίζει η διαπλοκή για τα συμφέροντά της; Η διαδικασία που επιλέξατε για τα Ναυπηγεία του Σκαραμαγκά οδηγεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και στα Ευρωπαϊκά Όργανα. Και επειδή το ξέρετε σχεδιάζετε με νόμο να παραγράψετε ευθύνες σας και να διαγράψετε τυχόν κυρώσεις που θα επιβληθούν και φορολογικά βάρη.

Όχι μόνο η Κυβέρνηση, αλλά και η ΝΔ στρέφονται στη μείωση των Δημοσίων Δαπανών.

Ο ΣΥΝ υποστηρίζει τον εξορθολογισμό των Δημοσίων Δαπανών, την πάταξη της σπατάλης και της διαφθοράς.

Υπάρχουν, επίσης, τομείς όπου μπορούν και πρέπει να γίνουν μειώσεις, (στρατιωτικές δαπάνες).

Υπάρχουν, όμως, τομείς που οι ελλείψεις είναι τεράστιες.

Οι δαπάνες για τη Δημόσια Παιδεία πρέπει να αυξηθούν από το 3% του ΑΕΠ, που είναι σήμερα, στο 5%.

Ανάλογες ανάγκες υπάρχουν για την αναβάθμιση της Δημόσιας Υγεία για τον εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Διοίκησης και για τη στήριξη της κοινωνικής ασφάλισης.

Γιατί, λοιπόν, και τα δύο κόμματα δεν λένε την αλήθεια στον Ελληνικό λαό; Θέλουν την αναβάθμιση ή την υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών υπηρεσιών;

Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο. Και τα δύο κόμματα στα λόγια μιλούν για κοινωνική σύγκλιση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Θα την πετύχουν με λιγότερα έσοδα και με λιγότερες δαπάνες;

Ο απερχόμενος Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κος Λ. Παπαδήμος, στη φετινή Έκθεσή του διαπιστώνει, πως η πραγματική σύγκλιση εξαρτάται πρώτα από την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και δεύτερο από την άνοδο της παραγωγικότητας.

Η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, απαιτεί όχι μόνο την απορρόφηση της ανεργίας, αλλά και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και μάλιστα θέσεων πλήρους απασχόλησης και υψηλής εξειδίκευσης, αφού μόνο έτσι μπορεί να εκπληρωθεί και η δεύτερη απαίτηση, αυτή της αύξησης της παραγωγικότητας.

Πως απαντούν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ στο κορυφαίο αυτό πρόβλημα; Πιστεύει κανείς ότι αποτελεί απάντηση η σημερινή πολιτική; Ή μήπως η διέξοδος βρίσκεται στην ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας;

Είναι φανερό ότι εδώ απαιτείται μια νέα ατζέντα μεταρρυθμιστικών και διαρθρωτικών αλλαγών, που υπερβαίνουν τα όρια του δικομματικού συστήματος, αλλαγές στη δομή της οικονομίας, ανακατανομή του πλούτου, 35ωρο, διεύρυνση της απασχόλησης στους κοινωνικούς τομείς, αλλαγές που τα δύο μεγάλα κόμματα, ούτε καν συζητούν, αφού και τα δύο υπηρετούν, τις νεοφιλελεύθερες επιταγές των ιδιωτικοποιήσεων και της ασυδοσίας των αγορών.

Σήμερα η οικονομία βρίσκεται συνολικά σε χειρότερη θέση απ' ότι το 2000, παρά την ένταξή μας στην ΟΝΕ. Και σταδιακά αποδομείται - και για το πω ωμά - ξεπουπουλιάζεται το επικοινωνιακό κατασκεύασμα της ισχυρής Ελλάδας.

Δεν περνάει βδομάδα που να μην γινόμαστε κοινωνοί αλλεπάλληλων αντικειμενικών και αδιάψευστων ερευνών της κοινής γνώμης για την ανεργία, το πολιτισμικό επίπεδο, τις τεχνολογικές επιτεύξεις, το επίπεδο διαβίωσης και μια σειρά από άλλους πραγματικούς δείκτες που πιστοποιούν ότι η πραγματική σύγκλιση απομακρύνεται και ότι οι κοινωνικές ανισότητες στη χώρα μας διευρύνονται. Επίσης, πιστοποιούν ότι η φωνή της Ελλάδας είναι ανίσχυρη, η θέση της Ελλάδας είναι υποβαθμισμένη μέσα στην γενικότερη συζήτηση για το παρόν και το μέλλον της Ε.Ε.

Η ποιότητα της οικονομίας δείχνει ότι η ισχυρή Ελλάδα αποτελεί σύνθημα για εκλογική κατανάλωση;

* Η ήδη χαμηλή ανταγωνιστικότητα θα υποχωρήσει ακόμη περισσότερο από την αναζωπύρωση του εγχώριου πληθωρισμού. Τον Απρίλιο ήταν ο τρίτος υψηλότερος με ποσοστό 3,9% σε μέσο επίπεδο, έναντι 2,5% στην Ευρωζώνη.

* Στο σημερινό ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο και με την οικονομική πολιτική που ασκείται, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, παρά την οριακή βελτίωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος ως ποσοστού του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος το 2000 η πραγματική σύγκλιση οπισθοδρόμησε στο 68,58%, δηλαδή στο επίπεδο του 1999.

* Η εύθραυστη δημοσιονομική ισορροπία και η αδιαφανής επιβάρυνση του δημοσίου χρέους, διαμορφώνουν μια εν δυνάμει ισχυρή απειλή για τη βιωσιμότητα της ονομαστικής σύγκλισης. Είναι ενδεικτικό ότι τον τελευταίο καιρό πληθαίνουν οι έξωθεν οχλήσεις για τη συστηματική υποεκτίμηση του δημοσίου χρέους της χώρας, αλλά και για την ποιότητα της συνολικής δημοσιονομικής προσαρμογής.

* Ο αρμόδιος Επίτροπος Πέδρο Σόλμπες, απαντώντας στις 13.05.2002 σε σχετική ερώτηση του Ευρωβουλευτή του Συνασπισμού Αλέκου Αλαβάνου, επέκρινε την πολύ περιορισμένη αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους αλλά και την κυβερνητική πρακτική να μην εγγράφει τις χρηματοπιστωτικές πράξεις που διενεργεί και το επιβαρύνουν.

* Ο ΟΟΣΑ, στο Σχέδιο της φετινής Έκθεσής του για την Ελλάδα που δημοσίευσε το ΒΗΜΑ της περασμένης Κυριακής, καλεί την κυβέρνηση να εγκαταλείψει την πρακτική δημιουργίας χρέους "κάτω από το τραπέζι" και να δεσμευθεί για μεγαλύτερη διαφάνεια.

* Ο κ.Παπαδήμος, στην τελευταία ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, επισημαίνει ότι η μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ είναι "μικρότερη από αυτή που αντιστοιχεί στο συνολικό πλεόνασμα και το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα που παρατηρήθηκαν το 2001.

Είναι ισχυρή μια χώρα που δεν είναι σε θέση, με συντεταγμένο, αξιόπιστο και ορθολογικό τρόπο, να οργανώσει τη διαχείριση ενός Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης; Να επιβλέψει την ποιότητα, το κόστος και το χρονοδιάγραμμα των αναπτυξιακών έργων που χρηματοδοτεί; Πόσο ισχυρή μπορεί να είναι μια χώρα που αποδεικνύεται διαρκώς επιρρεπής στην αδιαφάνεια και τη ρεμούλα και ανεπαρκής στο να αξιοποιήσει την τελευταία μεγάλη ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό της αναπτυξιακής υποδομής της; Αυτή η θλιβερή πραγματικότητα που περιβάλλει την υλοποίηση των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης και εκθέτει την Ελλάδα διεθνώς είναι το πιο ηχηρό ράπισμα στους βερμπαλιστές του εκσυγχρονισμού. Γιατί τα προβλήματα που επισημαίνει ο κ. Μπαρνιέ αφορούν και το Β' και το Γ' ΚΠΣ. Τις πρακτικές και του παρελθόντος αλλά και του παρόντος. Αφορούν το συνολικό αναχρονισμό του διοικητικού μηχανισμού της χώρας. Συναρτώνται με τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Αγγίζουν τον πυρήνα του συστήματος διακυβέρνησης. Εξηγείστε στον κ. Μπαρνιέ ότι με τον κατατεμαχισμό και τη διανομή των ΚΠΣ προσπαθείτε να κερδίσετε εκλογικές αναμετρήσεις. Ότι αυτή είναι η "συνήθης πρακτική" στην Ελλάδα. Απ' όλα τα μπαλκόνια της χώρας μοιράσατε πολλαπλάσιες φορές σε κάθε ενδιαφερόμενο τα περίφημα 15 τρις του Γ' ΚΠΣ. Και εμείς σας λέγαμε τότε ότι δεν είναι δεδομένα. Και μας λοιδορούσατε. Και τώρα ο κ. Μπαρνιέ όχι απλώς σας το υπενθυμίζει, αλλά σας επισημαίνει και τις αυστηρές δημοσιονομικές, θεσμικές και χρονικές προϋποθέσεις για την εκταμίευσή τους.
Χάσατε και χρόνο και χρήμα, για να κατασκευασθεί τελικά, ένας μηχανισμός που στην πράξη ακυρώνει το ρόλο και την αποστολή του.

Ακόμα και σήμερα, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, η στελέχωση της κεντρικής διαχειριστικής αρχής που έχει την ευθύνη του ελέγχου όλων των τεχνικών δελτίων του Γ'ΚΠΣ δεν έχει ολοκληρωθεί.

Οι τελικοί δικαιούχοι του Γ'ΚΠΣ (Δήμοι, Νομαρχίες, Αποκεντρωμένες υπηρεσίες, περιφέρειες και Υπουργεία) παραμένουν ανέτοιμοι να κινητοποιήσουν προγράμματα και δράσεις, να εφαρμόσουν και να παρακολουθήσουν έργα, να υλοποιήσουν και να απορροφήσουν πόρους.

Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι η πορεία του Γ' ΚΠΣ θα εξαρτηθεί από την ενδιάμεση αξιολόγηση του 2003. Από το αποτέλεσμά της εξαρτώνται πόροι ύψους 2,2 δις ευρώ, δηλαδή το αποθεματικό επίδοσης και το αποθεματικό προγραμματισμού που ή θα δοθούν ή θα κοπούν!
Τρία χρόνια μετά την έναρξη του Γ' ΚΠΣ έχει μόλις 7% των πόρων απορροφήσει, δηλαδή μόνο την "προκαταβολή".

Πώς να πείσει η κυβέρνηση την Ε.Ε. για ομαλή, ορθολογική , ποιοτική και διαφανή πορεία όταν:

Οι επιπτώσεις από τη χαμένη διετία 2000-2002 δεν είναι μόνο αισθητές στον τομέα της δημοσιονομικής ισορροπίας. Είναι άλλωστε σαφές ότι θα δοκιμασθεί τα επόμενα χρόνια πολύ περισσότερο, από το πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος των έργων του Γ' ΚΠΣ και των Ολυμπιακών Αγώνων. Οι επιπτώσεις από τη χαμένη διετία 2000-2002 είναι αισθητές και σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής:

Στον τομέα των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων: Η κυβέρνηση, έχει σπαταλήσει την ευκαιρία να προωθήσει παράλληλα τις τρεις μεγάλες κοινωνικές εκκρεμότητες- στο ασφαλιστικό σύστημα, στο φορολογικό και στο εθνικό σύστημα υγείας. Δεν θέλησε με τον τρόπο αυτό να αλλάξει την καθημερινότητα και να οικοδομήσει την κοινωνική ιδιότητα του πολίτη. Και αναλώθηκε σε μια πολιτική η οποία:

Αντί γι' αυτά:

Το πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι η εικόνα της, αλλά η πολιτική της.
Δεν φταίει το κακό κλίμα, για την δυσφορία του κόσμου, αλλά ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση πολιτεύεται, ο τρόπος με τον οποίο ασκεί την εξουσία και συμπεριφέρεται προς την κοινωνία.

Την ώρα που η κυβέρνηση εμφανίζεται ευχαριστημένη από τον εαυτό της και ωραιοποιεί όλα όσα πράττει, στην ελληνική κοινωνία γίνονται διαρκώς περισσότεροι αυτοί που δεν είναι ευχαριστημένοι από την πραγματικότητα της ζωής τους, αλλά και σταθερά περισσότεροι αυτοί που δεν περιμένουν τίποτε καλύτερο.

Η κυβερνητική νοοτροπία και στάση διακατέχεται από όλα τα συμπτώματα, που εμφανίζουν οι εξουσίες όταν γίνονται κατεστημένο και θέλουν να διατηρήσουν την ισχύ τους.

Ο κ.Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του δεν ακούνε τον κόσμο, δεν βλέπουν την πραγματικότητα. Κάθε αμφισβήτηση και κριτική την θεωρούν μιζέρια. Οσους δεν συμφωνούν με τις κυβερνητικές αυθεντίες ή καταγγέλλουν αναλγησίες, τους μηδενίζουν ως αρνητές και υπονομευτές. Ιδιαίτερα τη σύγχρονη αριστερά των κοινωνικών κινημάτων και της οικολογίας, που θέλει το μονόδρομο της προσαρμογής στο νεοφιλελευθερισμό, αλλά αγωνίζεται για τον εναλλακτικό δρόμο προοδευτικής διακυβέρνησης, την αφορίζουν ως εξωπραγματική.

Ακριβώς γιατί στη λογική της κυβερνητικής πολιτικής η μόνη πραγματικότητα που υπάρχει είναι ο οικονομισμός του ανταγωνισμού και της αγοράς, ο πραγματισμός του νεοφιλελευθερισμού και όχι η κοινωνική πραγματικότητα, οι οικονομίες, της αλληλεγγύης με συνοχή και αξιοβίωτη για όλους ισόρροπη ανάπτυξη.

Θέλω καθαρά και ξάστερα να πω στην κυβέρνηση και τα στελέχη της ότι σήμερα δεν μπορεί να μιλάει κανείς για Αριστερά και Δεξιά με όρους του διχαστικού και ψυχροπολεμικού παρελθόντος. Σήμερα οι πολίτες στον κόσμο, την Ευρώπη και την Ελλάδα μιλάνε για την υπαρκτή ιδεολογικοπολιτική, αλλά και κοινωνική και πολιτισμική διαφοροποίηση μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών θέσεων με κριτήριο την αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης ή την νομιμοποίηση της νέας τάξης των χρηματαγορών, του ανταγωνισμού και της μιας υπερδύναμης.

Το ίδιο, λοιπόν, κατηγορηματικά να πω και προς τη Ν.Δ.
Ότι δεν μπορούν να μιλάνε για ανυπαρξία διαχωριστικών γραμμών, λες και καταργήθηκαν η ιδεολογία και η πολιτική, οι αντιθέσεις, οι ανισότητες και οι αδικίες, έτσι ώστε να γίνουμε ξαφνικά όλοι ομοιόμορφοι κι ομοιότροποι, διαθέσιμοι και καταναλώσιμοι.

Τόσο η παραδοσιακή όσο και η μεταμοντέρνα άποψη για κατάργηση της αντίθεσης των τάξεων και των συμφερόντων, θα αποτελεί πολιτικό ανέκδοτο.

Με αφορμή τα εκλογικά αποτελέσματα στη Γαλλία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ιταλία, Αυστρία, όλοι οι αναλυτές επεσήμαναν ότι οι κυβερνητικές πολιτικές που κυριαρχούν στην Ε.Ε., με τις τεχνοκρατικές, γραφειοκρατικές και αυταρχικές προτεραιότητες της νεοφιλελεύθερης προσαρμογής, αφήνουν ακάλυπτες τις δημοκρατικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ανάγκες της ζωής και της συνείδησης των πολιτών την αβεβαιότητα κι ανασφάλεια των οποίων εκμεταλλεύεται ο λαϊκισμός της ακροδεξιάς.

Η διόγκωση της ακροδεξιάς ώστε να προβάλλει το εφιαλτικό δίλημμα ή Δεξιά ή Ακροδεξιά, δείχνει την ιστορική ευθύνη της σοσιαλδημοκρατίας που δεν σφράγισε την πλειοψηφία της με μια διακριτή πολιτική μεταρρυθμιστικής πνοής. Δείχνει, επίσης, το εναλλακτικό δρόμο υπέρ της Δημοκρατίας, υπέρ της διεύρυνσης των δημοκρατικών εγγυήσεων και της κοινωνικής προστασίας.

Αυτά που γράφτηκαν και ειπώθηκαν και από κυβερνητικά στελέχη, για να εξηγήσουν τις εκλογικές ανακατατάξεις στις χώρες της Ε.Ε. αποτελούν αποδοκιμασία και απόρριψη και της κυβερνητικής πολιτικής στην Ελλάδα.

Κύριοι της κυβέρνησης, αντί να πάρετε το μήνυμα των Ευρωπαϊκών εκλογών και να αλλάξετε την πολιτική σας σας απασχολεί πως θα εξωραΐσετε τη νεοφιλελεύθερη διαχείρισή σας, κυριαρχημένοι από εκλογικά σύνδρομα κι επικοινωνιακά κόλπα, τρέχοντας πίσω από τη μάχη των δημοσκοπήσεων. Έτσι δημιουργείται μια ακόμα δουλεία της πολιτικής που χρησιμοποιεί τη σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης, ένα υδραργυρικό και ευκαιριακό στοιχείο, για να χειραγωγήσει τη ψήφο του πολίτη και να επηρεάσει τη στάση της κοινωνίας.

Μετά την ένταξη στην ΟΝΕ και την υιοθέτηση του κοινού Νομίσματος, η Ελληνική οικονομία και ανάπτυξη επηρεάζονται ακόμη πιο αποφασιστικά από τις Ευρωπαϊκές εξελίξεις και πολιτικές. Δεν μπορούμε, συνεπώς, να αδιαφορούμε ή να παρακολουθούμε παθητικά τις εξελίξεις.

Η ύφεση της Αμερικάνικης οικονομίας, όχι μόνο επεκτάθηκε στην Ευρώπη, αλλά έδειξε τον μονόπλευρο μονεταριστικό χαρακτήρα του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Ακόμη και τώρα, η Ευρώπη, δεν διαθέτει μηχανισμούς αντιμετώπισης της κρίσης και απλά περιμένει ως ουραγός, την ανάκαμψη των ΗΠΑ.

Είναι φανερό πως η Ευρώπη χρειάζεται την πολιτική που θα δίνει ώθηση στην ανάπτυξη, να στηρίζει το κοινωνικό κράτος και εκδημοκρατισμό των δομών της.

Η Κυβέρνηση έχει χρέος να κατοχυρώσει έγκαιρα, την ένταξη της Κύπρου, αλλά και τα ευρύτερα Ελληνικά συμφέροντα, ενόψει της διεύρυνσης της Ε.Ε. με 10 νέες χώρες.

Πρέπει άμεσα να οικοδομηθεί ένα μέτωπο, με άλλες χώρες με όμοια συμφέροντα, για τη χρηματοδότηση της διεύρυνσης, ώστε και οι ανάγκες των υποψηφίων χωρών να ικανοποιηθούν, αλλά και περικοπές ή καταργήσεις ταμείων να μην υπάρξουν. Είναι καιρός να επανεξεταστεί το ύψος του Ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, ο οποίος τυπικά αναδιανέμει μόλις το 1,2% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ, ενώ στην πράξη δεν υπερβαίνει το 0,98%. Στα πλαίσια αυτά δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν οι υπαρκτές περιφερειακές ανισότητες και πολύ περισσότερο η αναπόφευκτη διεύρυνσή τους μετά την προσθήκη των νέων μελών.

Η άνοδος της δεξιάς και της ακροδεξιάς δημιουργεί πρόσθετα εμπόδια, αλλά ακριβώς γι' αυτό απαιτείται τώρα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ξεκάθαρη πολιτική από όλες τις πολιτικές δυνάμεις.

Η καθημερινότητα είναι προβληματική για τους περισσότερους. Η διαφθορά απλώνεται προκλητικά. Η διαπλοκή ζεί και βασιλεύει.

Η ανεργία γίνεται εφιαλτική. Η αδικία χτυπάει τους κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστερους.

Η αγορά δεν εξυγιαίνεται ούτε λειτουργεί με διαφάνεια. Το κράτος είναι αναποτελεσματικό.

Τα μέτωπα των εσωτερικών προβλημάτων παραμένουν ανοιχτά.

Αλλά και τα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής βρίσκονται σε επικίνδυνη εκκρεμότητα. Η υπόθεση του Ευρωστρατού δείχνει ότι παρά το Ελσίνκι, η Ελλάδα είναι με την πλάτη στον τοίχο.

Από τις διαβεβαιώσεις υπεραισιοδοξίας του κ. Πρωθυπουργού φτάσαμε στις δηλώσεις δραματοποίησης.

Από την επιδίωξη εθνικής συναίνεσης, την ίδια μέρα γινόμαστε αυτήκοοι ριζικά διαφορετικών εκτιμήσεων και θέσεων από αρμόδιους υπουργούς.
Ακόμα και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής κυριαρχεί η δυναμική της διαδοχής εντός ΠΑΣΟΚ και όχι η ευθύνη της εθνικής στρατηγικής.

Κύριε Πρωθυπουργέ είσθε υποχρεωμένος να δώσετε εξηγήσεις.

Δεν είναι τεχνικό πρόβλημα ο κυβερνητικός συντονισμός.
Είναι πρόβλημα πολιτικής ευθύνης.

Ζητήσατε στις εκλογές του 2000 ωφέλιμο χρόνο για την πραγματική σύγκλιση. Το ίδιο και στο έκτακτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο διακηρύξατε και με τον ανασχηματισμό.
Προσθέσατε, όμως, στο παθητικό σας μια ακόμα χαμένη διετία.
Η εξωτερική, όμως, πολιτική παραλύει. Τα οικονομικά, κοινωνικά και θεσμικά προβλήματα φουντώνουν.

Τα δελτία τύπου, που μεταδίδονται κι αναδημοσιεύονται, μετά από συσκέψεις της Κυβερνητικής Επιτροπής και του Υπουργικού Συμβουλίου ή συνεδριάσεις του Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ, αναφέρουν, διαβάζω από εφημερίδες, ότι : "η κυβέρνηση είναι στόχος του πολέμου των επιχειρηματικών συμφερόντων... λεία του πολέμου είναι τα κονδύλια του Γ' ΚΠΣ και οι άδειες λειτουργίας των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών".

Οφείλετε εξηγήσεις κ.Πρωθυπουργέ. Γιατί η διαπλοκή προκαλεί κι αποσταθεροποιεί, γιατί η κυβέρνηση παραλύει; Οφείλετε εξηγήσεις και ονόματα.

Όσο σιωπάτε, ευλόγως διερωτάται ο Έλληνας πολίτης:
Μήπως πλέον σας ενδιαφέρει η συνεννόηση με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, που πολλαπλώς ευνοήθηκαν από την κυβέρνησή σας και όχι η επίλυση των μεγάλων κοινωνικών και διαρθρωτικών προβλημάτων;