22 Οκτωβρίου 2003
Ομιλία του Προέδρου του Συνασπισμού στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή με θέμα: "Η πορεία της χώρας με την Ε.Ε."
Βρισκόμαστε σε περίοδο έντασης και ρευστότητας. Κάθε μέρα θα εκδηλώνονται με σκληρό τρόπο τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, τα σοβαρά αδιέξοδα του πολιτικού συστήματος, οι σύνθετες και ιστορικής σημασίας διεργασίες στην Ευρώπη και το διεθνές περιβάλλον.
Μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και το Κόσσοβο, που βαφτίστηκε ανθρωπιστικός, μετά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν που βαφτίστηκε προληπτικός, μετά τον πόλεμο στο Ιράκ που βαφτίστηκε απελευθερωτικός, είναι φανερό και αποκρουστικό το πρόσωπο του διαρκούς πολέμου, που σπρώχνει την ανθρωπότητα στον εφιάλτη της ανασφάλειας και το φαύλο κύκλο της αποσταθεροποίησης. Το "δόγμα Μπους" για το "νέο αμερικανικό αιώνα" δεν είναι το επίφοβο αυγό του φιδιού για μελλοντικές δοκιμασίες της ανθρωπότητας, είναι η καθημερινή οπισθοδρόμηση της διεθνούς κοινότητας σε συνθήκες βαρβαρότητας.
Μετά τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που βαφτίστηκε ιστορική νομοτέλεια, μετά την ανταγωνιστικότητα, που παραμέρισε την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη, μετά την ενιαία σκέψη προσαρμογής στον οικονομισμό της αγοράς, που θέλησε να καταργήσει το δημιουργικό ρόλο της πολιτικής και άκριτα πανηγύριζε για το τέλος της αριστεράς, είναι φανερό ότι οι ιδεολογισμοί και οι μυθολογίες του νεοφιλελευθερισμού δεν λύνουν τα προβλήματα της κοινωνίας και της δημοκρατίας, δεν μπορούν να αχρηστεύουν τις μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές αξίες που συγκροτούν τον πολιτισμό της ανθρωπότητας και εμπνέουν τα βασανιστικά οράματα του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Σήμερα μετά οκτώ χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τον κ. Σημίτη και τις δικές του ισχυρές κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, όλοι βλέπουν ότι αυτή η κυβερνητική πολιτική, για την οποία ο κ. Πρωθυπουργός και οι περί αυτόν ναρκισσεύονται, οδηγεί την κοινωνία σε καθολική δυσφορία και αναστάτωση, οδηγεί το πολιτικό σύστημα σε προκλητικές φαυλότητες και μεγαλύτερη αναξιοπιστία, στρέφεται εναντίον της ριζοσπαστικής αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων, με τον παραδοσιακό αυταρχισμό των παλαιοκομματικών κυβερνήσεων, δεν εμπνέει τους νέους, απογοητεύει την προοδευτική πλειοψηφία και μεγάλο μέρος οπαδών και του ίδιου του ΠΑΣΟΚ. Μέσα σ αυτό το εσωτερικό ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο η σημερινή συζήτηση δεν είναι συζήτηση ρουτίνας.
Το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο ευρύτατων συζητήσεων, γιατί αφορά ταυτόχρονα τα κράτη - μέλη, την Ευρώπη ως σύνολο, αλλά και το μέλλον της ίδιας της ανθρωπότητας που πορεύεται σε επικίνδυνους δρόμους με τον οδικό χάρτη του νεοφιλελευθερισμού υπό την επιθετική μονοκρατορική ηγεμονία των ΗΠΑ. Ελκυστική και επίφοβη η εποχή μας. Κρίσιμη η συγκυρία. Ζούμε περίοδο από αυτές που φέρνουν μεγάλες αλλαγές και ανατροπές.
Οι εξελίξεις είναι σοβαρότατες. Η Ε.Ε διευρύνθηκε με 10 νέα μέλη, με την Κύπρο πλέον στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας των 25. Η Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης ολοκλήρωσε της εργασίες της και το προτεινόμενο κείμενο Συνταγματικής Συνθήκης συζητείται στα πλαίσια της Διακυβερνητικής Διάσκεψης. Όμως την τελευταία περίοδο η Σουηδία απορρίπτει με δημοψήφισμα την είσοδό της στη ζώνη του ευρώ, στην Ελβετία αναδεικνύεται η ακροδεξιά, ενώ τεράστιες κινητοποιήσεις πραγματοποιούνται όχι μόνο στη Γαλλία και στη Γερμανία, αλλά ακόμα και στην Αυστρία μετά από πολλά χρόνια. Τι κοινό έχουν αυτά τα φαινομενικώς αντιφατικά μεταξύ τους γεγονότα; Κοινός παρονομαστής είναι η απόπειρα να υπερασπιστούν οι ευρωπαϊκοί λαοί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το επίπεδο ζωής που είχαν κατακτήσει, γιατί νιώθουν ότι αυτός απειλείται από την τροπή της ευρωπαϊκής πορείας. Η απόσταση που χωρίζει τις τεχνοκρατικές ελίτ της Κομισιόν από τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, παραμένει αν δεν μεγαλώνει. Οι Σουηδοί προφανώς δεν πείθονται ότι η Ε.Ε μπορεί να τους διασφαλίσει το επίπεδο που έχουν κατακτήσει και γι` αυτό αρνούνται την περαιτέρω εμπλοκή τους. Οι Ελβετοί νιώθουν επίσης ότι απειλούνται και αυτό το αποδίδουν λανθασμένα στη μετανάστευση και αναπτύσσουν ξενοφοβικά αντανακλαστικά, όπως συνέβη παλαιότερα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αυστρία οι εργαζόμενοι νιώθουν απειλούμενοι από τις ίδιες τους τις κυβερνήσεις, που αποδομούν το κοινωνικό κράτος με την αναδιάρθρωση πρώτα και κύρια των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών συστημάτων.
Πού κατευθύνεται λοιπόν σήμερα η Ε.Ε; Δυστυχώς, το περιεχόμενο των επιλογών που κυριαρχούν σήμερα στην Ε.Ε, στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, ευθυγραμμίζονται απόλυτα με το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Και εδώ είναι τεράστιες οι ευθύνες της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που έχει μεταλλαχθεί και μετατοπιστεί σε νέοσυντηρητικές θέσεις, με συνέπεια οι πολιτικές της να προσομοιάζουν με αυτές των παραδοσιακών συντηρητικών κομμάτων. Έτσι συμβαίνει και στη χώρα μας με τη σύγκλιση των πολιτικών θέσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όπως ομολογούν πλέον ανοιχτά και αρκετά στελέχη τους. Η τεχνητή πόλωση δεν συγκαλύπτει την ομοιότητα των προγραμμάτων τους. Γι` αυτό τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στη χώρα μας, ως εναλλακτικός αντιπολιτευτικός πόλος, ως δυνατότητα μιας διαφορετικής πολιτικής με κοινωνικές και οικολογικές προτεραιότητες αναδεικνύονται οι δυνάμεις της ανανεωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς, οι δυνάμεις των κοινωνικών κινημάτων και της οικολογίας. Διεκδικούν την διαφορετική Ευρώπη. Θέλουν διαφορετικό τρόπο άσκησης της πολιτικής. Διαφορετική ηθική αγωνιστικής δράσης και κοινωνικής στάσης.
Βρίθει η Ευρώπη από ατζέντες και χάρτες σύγκλισης. 2006 η γαλλική κυβέρνηση, 2008 η ελληνική κυβέρνηση, 2010 η γερμανική κυβέρνηση. Μόνο που οι ατζέντες και οι χάρτες αντιστρέφουν την πραγματικότητα και επιχειρούν να ξεγελάσουν τους ευρωπαίους πολίτες. Αυτό που υπόσχονται είναι περισσότερος νεοφιλελευθερισμός, περισσότερες ανισότητες. Πραγματικότητα είναι η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, η απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων, οι μαζικές απολύσεις, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, η εμπορευματοποίηση της υγείας, της παιδείας και οι αλόγιστες και εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων περιουσιακών στοιχείων και δημόσιων αγαθών, που προκαλούν έντονες αντιδράσεις. Όπως έντονες αντιδράσεις προκάλεσαν και προκαλούν οι συμμαχίες των προθύμων για την εισβολή και κατοχή του Ιράκ, η συμμόρφωση με τα δόγματα των προληπτικών πολέμων της υπερσυντηρητικής κυβέρνησης Μπους, η ολέθρια πολιτική Σαρόν στη Μέση Ανατολή, , η υποβάθμιση του ΟΗΕ και η περιφρόνηση του Διεθνούς Δικαίου. Δείγματα και αυτά της υποταγής και της ευθυγράμμισης των σημερινών ευρωπαϊκών ηγεσιών στα κελεύσματα των ΗΠΑ και της αδυναμίας τους να χαράξουν μια αυτόνομη και χειραφετημένη πορεία της Ε.Ε στο σύγχρονο κόσμο.
Μόλις την προηγούμενη Κυριακή σε συνέντευξή του ο Ζακ Ντελόρ δήλωνε ότι "δεν υπάρχει πια για την Ευρώπη εκείνη η πίστη που διακατείχε μεγάλους πολιτικούς ηγέτες και τους επέτρεπε να κινούν βουνά". (Καθημερινή, 19/10/2003). Η δήλωση αφορά βεβαίως και την καθ` ημάς κυβέρνηση του κ. Σημίτη. Γιατί πώς, με ποιο τρόπο παρεμβαίνει και συμβάλλει η Ελλάδα στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αφού όντως αποτελεί ισότιμο και όπως διατείνεται ο κ. Πρωθυπουργός και ισχυρό μέλος; Τα χαρακτηριστικότερα δείγματα γραφής δόθηκαν την περίοδο της ελληνικής προεδρίας.
Η κυβέρνηση σε όλη την περίοδο προπαρασκευής της εισβολής στο Ιράκ οχυρώθηκε πίσω από το ρόλο της ως προεδρίας της Ε.Ε. και ακολούθησε μια γραμμή ισορροπίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές χώρες που αντιτάσσονταν στον πόλεμο. Ζημίωσε έτσι και τη χώρα μας και την Ε.Ε, γιατί εξαιτίας του πολέμου στο Ιράκ, οι ΗΠΑ πέτυχαν να διασπάσουν την ενότητα της Ε.Ε και να την αποδυναμώσουν πολιτικά.
Η Κυβέρνηση παρείχε παράνομες διευκολύνσεις σε έναν παράνομο πόλεμο κατά παράβαση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και κατά παράβαση του ελληνικού Συντάγματος, όχι από συμβατική υποχρέωση, αλλά από πολιτική επιλογή. Σε αντίθεση με τα αισθήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, αλλά και των λαών της Ευρώπης, ακόμα και τώρα ανακοίνωσε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θα συμμετέχει στην αντιπολεμική κινητοποίηση που είχε προγραμματιστεί ενόψει της ακυρωθείσας επίσκεψης του Κόλιν Πάουελ.
Αποτελεί όνειδος το γεγονός ότι ο έλληνας πρωθυπουργός ως προεδρεύων της Ε.Ε υπέγραψε στην Ουάσιγκτον με πρόσχημα την τρομοκρατία την απαράδεκτη συμφωνία Δικαστικής Αρωγής Ε.Ε - ΗΠΑ και πρόσφατα τη συμφωνία Ελλάδας - ΗΠΑ για τα προσωπικά δεδομένα. Με τις πράξεις της η κυβέρνηση αποκλίνει επικίνδυνα από το σεβασμό των κοινωνικών δικαιωμάτων και από τις αρχές του κράτους δικαίου και συγκλίνει εξίσου επικίνδυνα με τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της περιστολής των δικαιωμάτων και των ελευθεριών και τις πρακτικές Μπους, που θέλει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τους άλλους κι όχι για την Αμερική.
Με την ευκαιρία να καταθέσω στη Βουλή σχετική έκδοση του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου, με απόψεις ειδικών, όπως ο κ. Σπηλιωτόπουλος, η κ. Κουκούλη και η Αλίκη Μαραγκοπούλου - Γιωτοπούλου, Πρόεδρος και της Εθνικής Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Είναι κατηγορηματική η θέση όλων των ειδικών νομικών, συνταγματολόγων και πολιτειολόγων ότι αυτές οι συμφωνίες έκδοσης και αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, Ευρωπαϊκής Ενωσης και ΗΠΑ δημιουργούν οξύτατα προβλήματα σχετικά με την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κατά το Διεθνές Δίκαιο, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το Ελληνικό Δίκαιο.
Επίσης οι συμφωνίες αυτές δημιουργούν σοβαρά ζητήματα σχετικά με την κύρωσή τους από τη Βουλή.
Κι όμως ο κ. Σημίτης τις υπέγραψε χωρίς να ζητήσει τη γνώμη της Εθνικής Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, χωρίς να φέρει το θέμα στη Βουλή, χωρίς να συγκρατηθεί από τις διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Την ίδια πολιτική της τήρησης των ισορροπιών ακολουθεί η κυβέρνηση και στις διεργασίες για τη Συνταγματική Συνθήκη. Οι παρεμβάσεις της παραμένουν υποτονικές και κυρίως για θεσμικού χαρακτήρα ζητήματα, όπως ο αριθμός των επιτρόπων, η ειδική πλειοψηφία, η εναλλασσόμενη προεδρία, η θέση υπουργού εξωτερικών της Ένωσης, κλπ. Αυτά προβάλλονται και από τα ΜΜΕ και αυτά παρουσιάστηκαν ως σημαντικά και κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης τον περασμένο Ιούνιο, μαζί με το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Χωρίς να υποτιμούμε καθόλου τη σημασία αυτών των ζητημάτων και της δημοκρατικής θεσμικής οργάνωσης της Ένωσης, οφείλουμε να τονίσουμε ότι το τρίτο μέρος της Συνταγματικής Συνθήκης απουσίαζε από τη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης και δόθηκε στη δημοσιότητα το Σεπτέμβριο. Και είναι αυτό το τρίτο μέρος που αποτελεί το "σκληρό πυρήνα" της συνθήκης, αφού συνταγματοποιεί το νεοφιλελευθερισμό, κατοχυρώνοντας τον ελεύθερο ανταγωνισμό ως την κύρια μέθοδο παραγωγής και ανακατανομής του πλούτου, υποτάσσει τις δημόσιες επιχειρήσεις και τα δημόσια αγαθά στην ίδια λογική, θεσμοθετεί την ελεύθερη διακίνηση των κερδοσκοπικών χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων από και προς τρίτες χώρες, κλπ. Αν δεν αλλάξει στα πλαίσια της Διακυβερνητικής Διάσκεψης, εγκλωβίζει την Ένωση στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο, χωρίς εύκολη επιστροφή, με δεδομένες για την ώρα τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις και μετά τη συμμετοχή στην Ένωση 25 κρατών - μελών. Τη στιγμή μάλιστα που ο ίδιος ο Τότζεφ Στίγκλιτς, οικονομικός σύμβουλος επί προεδρίας Κλίντον, επισημαίνει ότι "αν προχωρήσεις πολύ μακριά την απορύθμιση, προκαλείς καταστροφή" και προειδοποιεί ότι "η Ε.Ε πρέπει να αποσυνδεθεί από το νεοφιλελευθερισμό, να επιτρέψει βραχυπρόθεσμα ελλείμματα και να προσανατολιστεί στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην ανάπτυξη". (Επενδυτής, 18/10/03). Για όλα αυτά κανείς και ούτε βέβαια η ελληνική κυβέρνηση κάνει λόγο. Επιμένει με παράλογη θρησκευτική ευλάβεια στην τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και στις μονόπλευρες περιοριστικές πολιτικές όχι μόνο για τη χώρα μας, αλλά για το σύνολο της Ένωσης, τη στιγμή που το Σύμφωνο βάλλεται και αμφισβητείται από ισχυρότατους εταίρους μας, όπως η Γαλλία και η Γερμανία.
Οι πολίτες αισθάνονται απομακρυσμένοι και αδιάφοροι. Το Δημοψήφισμα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, είναι ιη θέση του Συνασπισμού.
Παλαιότερα ο Ζακ Ντελόρ είχε χαρακτηρίσει το Σύμφωνο Σταθερότητας "ζουρλομανδύα". Προσφάτως ο Ρομάνο Πρόντι το χαρακτήρισε "ηλίθιο". Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι επιβάλλεται μια νέα ερμηνεία. Αντί το σύμφωνο σταθερότητας να βοηθά τους ισχυρούς να ελέγχουν τους άλλους, λειτούργησε ως εμπόδιο που δεν επέτρεψε να διαχειριστούν και οι ισχυροί και οι μικροί την κοινωνική δυσαρέσκεια μέσα σε κάθε χώρα και σε όλη την Ευρώπη.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι "πολιτικός ζουρλομανδύας" και είναι "ηλίθιο", διότι δεν απαντά στις ανάγκες των κοινωνιών και της ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Ενώ η Ε.Ε. δεν έχει μηχανισμούς ανάπτυξης, δημιουργεί μηχανισμούς ελέγχου της ανάπτυξης, πριν αυτή υπάρξει. Εάν χρειάζεται ένα Σύμφωνο αυτό πρέπει να είναι Σύμφωνο Ανάπτυξης Συνοχής και Απασχόλησης, σε κοινωνική κι ευρωπαϊκή κλίμακα. Η αντίληψη μιας πολιτικής που "πειθαρχεί", που πειθαναγκάζεται να προσαρμόζεται στις αγορές, απειλεί να θέσει εκτός ελέγχου τις ανάγκες της κοινωνίας.
Η ριζική αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας επιβάλλεται. Απαιτείται ο συνδυασμός κοινωνικών και αναπτυξιακών στόχων με δημοσιονομικά κριτήρια. Τέτοια μάχη η κυβέρνηση δεν την έδωσε.
Προσφάτως ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη Χάρτα Σύγκλισης της χώρας μας με την Ε.Ε. Ένα τετραετές πρόγραμμα στόχων και δεικτών που αξιοποιείται προεκλογικά και θα είναι - όπως δήλωσε - το πρόγραμμα που θα υλοποιήσει την επόμενη τετραετία, αν κερδίσει τις εκλογές. Μετά από 25 περίπου χρόνια συμμετοχής μας στην Ε.Ε και διακυβέρνησης κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, μετά από τόσες εισροές πόρων, για μια ακόμα φορά η περίφημη σύγκλιση μεταφέρεται στο μέλλον. Τα εξαγγελθέντα από τον Πρωθυπουργό επιβεβαιώνουν την κυβερνητική αποτυχία και σηματοδοτούν το χάρτη της απόκλισης και των κοινωνικών ανισοτήτων. Μετά από 25 χρόνια συμμετοχής στην Ένωση, η χώρα μας παραμένει ουραγός μεταξύ των 15 σχεδόν σε όλους τους τομείς. Με κατά κεφαλή ΑΕΠ στο 66% του μέσου όρου των 15, με τις υψηλότερες εισοδηματικές ανισότητες (6,2 φορές μεγαλύτερο το εισόδημα του 20% των ευπορότερων από το 20% των ασθενέστερων), με την ανεργία να επιμένει σε υψηλά επίπεδα ιδιαίτερα για τους μακροχρόνια άνεργους, τους νέους και τις γυναίκες (9,5%, το 2002), με ποσοστό φτώχειας στο εφιαλτικό 21%, με πληθωρισμό διπλάσιο σχεδόν του μέσου όρου της ευρωζώνης, δεύτερη σε δημόσιο χρέος (104,9%, το 2002), με κατώτατο μισθό μεγαλύτερο μόνο από της Πορτογαλίας, με 6 περιφέρειες ανάμεσα στις 10 πιο φτωχές της Ε.Ε, και τελευταία στην απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων. Την ίδια στιγμή είμαστε η μόνη χώρα της Ε.Ε που δεν έχουμε θεσπίσει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, είμαστε τελευταίοι σε δαπάνες για υγεία και παιδεία και πρώτοι στις αντίστοιχες ιδιωτικές, με τις μικρότερες δαπάνες για έρευνα και καινοτομία, για δια βίου μάθηση, προστασία του περιβάλλοντος και εξοικονόμηση ενέργειας. Αποτελεί βαθύτατη εθνική και πολιτική ευθύνη αυτή η κατάσταση που αποκαλύπτει ότι ύστερα από δύο και μισό ΚΠΣ η Ελλάδα έχει τους χαμηλότερους δείκτες στην παιδεία, την υγεία, την κοινωνική πολιτική και τον πολιτισμό.
Η διεύρυνση και η συμμετοχή 25 χωρών στην Ένωση μπορεί να αποτελέσει και τη διαδικασία για την περαιτέρω πολιτική ενδυνάμωση της Ευρώπης ή και τη διαδικασία για την περαιτέρω αποδυνάμωση. Γι` αυτό ακριβώς με την υπογραφή της Πράξης Προσχώρησης άνοιξε μια κρίσιμη περίοδος για την Ευρωπαϊκή Ένωση με καθοριστικούς σταθμούς την ολοκλήρωση των εργασιών της Συντακτικής Συνέλευσης για το μέλλον της Ευρώπης και την Διακυβερνητική Διάσκεψη. Πρόκειται για κρίσιμη περίοδο που δεν συγχωρεί την κυβερνητική αδράνεια, ωραιοποίηση και προσαρμογή.
Γι` αυτή την κρίσιμη περίοδο οι θέσεις του Συνασπισμού είναι σαφείς. Εμείς υποστηρίζουμε ότι πρέπει να ενισχυθεί η διαδικασία πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης με δημοκρατία, κοινωνική συνοχή και οικολογική προστασία. Να καταστεί η Ευρώπη παράγοντας ειρήνης, ασφάλειας, αλλά και συνεργασίας στο διεθνές πλαίσιο.
Θεωρούμε βασικό στοιχείο της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης τη διαμόρφωση κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής για την άμυνα, με βάση συγκεκριμένες αρχές που διέπουν το Διεθνές Δίκαιο. Προϋπόθεση για μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί η χειραφέτηση από τον ευρωατλαντισμό και τους μηχανισμούς του ΝΑΤΟ, όπως επιβεβαίωσαν οι πρόσφατες δραματικές εξελίξεις.
Υποστηρίζουμε πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια συνεργασία αμυντικού χαρακτήρα που θα κινείται στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και θα ενισχύει το ρόλο των Διεθνών Οργανισμών. Δεν θεωρούμε ότι μια τέτοια αμυντική συνεργασία σημαίνει υποχρεωτική ένταση των εξοπλιστικών ανταγωνισμών ή ενίσχυση της στρατιωτικοποίησης της Ενωμένης Ευρώπης. Πιστεύουμε στη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλειας και συνεργασίας που θα διαμορφώνεται με συνεργασία της Ενωμένης Ευρώπης, της Ρωσίας και άλλων γειτονικών χωρών της Μεσογείου.
Απορρίπτουμε τη λογική μιας Ενωμένης Ευρώπης που, σε ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, θα επιβάλλει ή θα συμμετέχει σε στρατιωτικές επεμβάσεις τύπου Ιράκ και σε βάρος Τρίτων Χωρών που θα θεωρούνται δυνάμει απειλή για τις πλούσιες χώρες του Βορρά.
Απορρίπτουμε τη λογική μιας Ενωμένης Ευρώπης κλειστού φρουρίου έναντι των φτωχών χωρών και την αστυνομική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος. Η Ευρώπη ως χώρα υποδοχής μεταναστών οφείλει να διαμορφώσει πολιτική ένταξής τους στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και ταυτόχρονα πολιτική αντιμετώπισης των προβλημάτων στις περιοχές που η φτώχεια, η αδικία, οι διώξεις και οι στρατιωτικές επεμβάσεις δημιουργούν το έδαφος για νέα μεταναστευτικά κύματα.
Υποστηρίζουμε την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης με την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, την υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Η συζήτηση για την προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης πιστεύουμε πως πρέπει να καταλήξει στη διαμόρφωση ενός δημοκρατικού ευρωπαϊκού Συντάγματος που να κατοχυρώνει τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, να θεμελιώνει τη διάκριση των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων σε διάφορα επίπεδα.
Το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο που προωθείται ως αντίγραφο του αμερικανικού νεοφιλελεύθερου σχεδίου και ως προσαρμογή στις συνθήκες του παγκόσμιου ανταγωνισμού, οδηγεί σε μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες, δεν διασφαλίζει αναβαθμισμένη οικονομική οντότητα στις διεθνείς συναλλαγές.
Η ριζική αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, η διαμόρφωση κοινής πολιτικής για την απασχόληση, ο πολιτικός έλεγχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού, η αντιμετώπιση του αγροτικού προβλήματος αποτελούν άμεσους στόχους. Υποστηρίζουμε τη διεύρυνση με ένταξη και όλων των βαλκανικών χωρών με εμβάθυνση των κοινών πολιτικών που θα στηρίξουν τη διεύρυνση.
Η πολιτική ενοποίηση, για να προχωρήσει, προϋποθέτει την έννοια του κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος. Αυτή η έννοια σήμερα δεν υφίσταται, διότι τα επιμέρους εθνικά κράτη - και ιδιαίτερα τα ισχυρά - αντιλαμβάνονται με διαφορετικό τρόπο το εθνικό τους συμφέρον. Επομένως, η διαδικασία της ενοποίησης ή θα στηριχθεί και σε άλλη βάση ή θα βαλτώσει. Και η άλλη βάση δεν μπορεί παρά να είναι ιδεολογική και πολιτική. Μια βάση στην οποία θα συμπέσουν όχι τα κοινά συμφέροντα εθνικών κρατών αλλά τα κοινά συμφέροντα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση μπορεί να προχωρήσει μόνο εάν το παλέψουν οι λαοί της Ευρώπης. Οι συμβιβασμοί μεταξύ των εθνικών κρατών οδηγούν σήμερα στην παράλυση. Δεν μπορούν να δημιουργήσουν τη νέα δυναμική. Για να παρέμβουν όμως οι λαοί στη διαδικασία της ενοποίησης, απαιτείται ιδεολογία ενοποίησης και κοινωνικοπολιτικό πρόγραμμα στο όνομα του οποίου θα γίνει ο αγώνας για την ενοποίηση.
Υπ΄ αυτή την έννοια πρέπει να προσδιοριστούν οι μεγάλοι στόχοι. Και μεγάλος στόχος που να συγκινεί τους λαούς δεν είναι το αν θα ηγεμονεύσει ο γαλλογερμανικός άξονας στην Ε.Ε. ή κάποιος άλλος αντίπαλος άξονας. Μεγάλος στόχος είναι η υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους. Μεγάλος στόχος είναι η υπεράσπιση της δημοκρατίας. Μεγάλος στόχος είναι η αυτονομία από τις ΗΠΑ και η πολιτική της ειρήνης. Με άλλα λόγια, μεγάλος στόχος είναι η διαμόρφωση μιας δύναμης με παγκόσμια εμβέλεια, που θα αντιπροσωπεύει την πολιτική γι΄ αυτό το οποίο το Παγκόσμιο Φόρουμ ονομάζει "εναλλακτική παγκοσμιοποίηση".
Εάν η ενοποίηση συνδεθεί με αυτή την προοπτική, τότε μπορεί να κινητοποιήσει τους ευρωπαίους πολίτες. Μια τέτοια ιδεολογία ενοποίησης θα διαμορφώσει και την έννοια του κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος και την έννοια του ευρωπαίου πολίτη. Θα διαμορφώσει προϋποθέσεις για ύπαρξη αγώνων και διεκδίκηση ευρωπαϊκού Συντάγματος. Όμως, μια τέτοια ενοποίηση, που δεν είναι κοινωνικά ουδέτερη, θα προωθηθεί από συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Το δίδυμο "σοσιαλδημοκράτης Σρέντερ - συντηρητικός Σιράκ", που από κοινού προωθούν ρυθμίσεις δεν εμπνέει, δεν κινητοποιεί. Κι εδώ αρχίζει η συζήτηση για το ρόλο της ευρωπαϊκής Αριστεράς.