Skip to main content.
23/08/2002

Συνέντευξη του Προέδρου του ΣΥΝ για το θέμα το κύμα ανατιμήσεων

23 Αυγούστου 2002

Συνέντευξη του Προέδρου του Συνασπισμού στο Ρ/Σ "ΣΚΑΪ" με θέμα το κύμα ανατιμήσεων (δημοσιογράφος: Α.Προτοσάλτε)

Παρά τις κυβερνητικές εγγυήσεις και τους πανηγυρισμούς ότι η οικονομία είναι ισχυρή, πανίσχυρη, παραμένει η κερδοσκοπία και ανίσχυρη η κοινωνία. Απροστάτευτοι είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, τα δύο εκατομμύρια των συμπολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, οι άνεργοι, οι μικρομεσαίοι, οι αγρότες. Αυτούς η κυβερνητική πολιτική τους έχει διαγράψει.

Κάθε μέρα όλοι γνωρίζουμε τι συμβαίνει στα ακίνητα και στα ενοίκια. Η κυβέρνηση για να γεμίσει το δημόσιο κορβανά αυξάνει τις αντικειμενικές αξίες, προκειμένου να εισπράττονται έσοδα από έμμεσους φόρους.

Όλοι ξέρουμε ότι υπάρχουν αυξήσεις κατά 3,5% στη ΔΕΗ, 4% στον ΟΤΕ, 4,5% στην ΕΥΔΑΠ. και 16% στα εισιτήρια της ακτοπλοϊας. 'Ολοι ζούμε τι γίνεται με τις τιμές και την ασύδοτη λειτουργία της αγοράς.

Η κυβέρνηση λοιπόν γνωρίζει και έχει ευθύνες. Είναι η ίδια η κυβέρνηση η οποία παρίστανε το θηριοδαμαστή του πληθωρισμού. Οι ίδιοι άνθρωποι λοιπόν σήμερα μιλάνε για εθνική πληγή που τους ανησυχεί για τη συνολική πορεία της οικονομίας.

Οι ντιρεκτίβες των αρμόδιων υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης για μποϊκοτάρισμα των επιχειρήσεων αποτελούν ομολογία ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να προστατέψει τον καταναλωτή. Ότι δεν έχει τον έλεγχο των τιμών, ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει υγιή ανταγωνισμό. Όταν λέει το Υπουργείο Οικονομίας στους πολίτες-καταναλωτές ότι πρέπει να αντιδράσουν, ουσιαστικά τους λέει: "βγάλτε τα πέρα μόνοι σας, γιατί εμείς ως κυβέρνηση απλώς κυβερνάμε." Αποτελεί πρόκληση η δήλωση του Υπουργείου Ανάπτυξης ότι θα αναζητηθεί τώρα συμφωνία κυρίων.

Τελικά οδηγούμαστε σε μια κυβερνητική πολιτική της υποκρισίας, σε μια κυβερνητική πολιτική της αδιαφορίας για την καθημερινότητα του πολίτη. Ποιοι ευθύνονται για την παραοικονομία, για τη φοροδιαφυγή, για την ασυδοσία;

Γιατί δεν εξυγιαίνει η κυβέρνηση το κύκλωμα της Λαχαναγοράς. 40-80 δραχμές έχει στο χωράφι η ντομάτα, 500 δρχ. στην αγορά. 60 δρχ, το μήλο στο δέντρο, 350-500 δρχ. στην αγορά. 40 δρχ. το κιλό το σιτάρι στον αγρότη, 500 δρχ. το κιλό του ψωμιού. Για τον μισθωτό, τον συνταξιούχο, τον καταναλωτή. 15-30 δρχ. το καρπούζι στο χωράφι, 170 το κιλό στην αγορά. 110 δρχ. λ.χ. το κιλό το γάλα για τον παραγωγό, 400 δρχ. στην αγορά.

΄Όταν λοιπόν η κυβέρνηση λέει ότι από τη μια δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να ελέγξει τις τιμές και απευθύνεται στους πολίτες με την παρότρυνση "βγάλτε τα πέρα μόνοι σας" και από την άλλη λέει ότι θα κάνει "συμφωνία κυρίων" εκ των υστέρων, τότε έχουμε και μία κυβερνητική πολιτική της υποκρισίας. Και δεν μπορεί στην Ελλάδα του 2002 να κυριαρχεί μία δημοκρατία της υποκρισίας και να διαμορφώνεται μία κοινωνία της νωθρότητας.

Πράγματι οι ενώσεις των καταναλωτών και των πολιτών έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα για να προστατέψουν και την καθημερινότητα της ζωής τους και για να επιβάλλουν πολιτικές ελέγχου των τιμών και ποιότητας των προϊόντων και για να υπερασπιστούν το οικογενειακό εισόδημα και τη δημόσια υγεία. Αλλά αυτές οι ενώσεις πολιτών θα προστατέψουν αυτά τα δημόσια και τα συλλογικά αγαθά έναντι και της κυβερνητικής πολιτικής. Κυρίως έναντι της κυβερνητικής πολιτικής.

Διότι σήμερα ουσιαστικά οι μισθοί και τα μεροκάματα δεν φτάνουν. Είναι μικροί οι μισθοί, γίνονται ακόμη μικρότερα τα μεροκάματα. Για άλλη μια φορά επομένως διαμορφώνεται ένα αίσθημα και κοινωνικής αδικίας και ανημπόριας, αδυναμίας σε μεγάλο ποσοστό νοικοκυριών να τα φέρουν βόλτα.

Και σήμερα πληρώνουμε όλα τα σπασμένα μιας κυβερνητικής πολιτικής η οποία έφτιαχνε μαγικές εικόνες για να τις θαυμάσει μόνη της, ερήμην της πραγματικότητας. Σήμερα πληρώνουμε την αποστράγγιση της συλλογικής και ιδιωτικής αποταμίευσης που έγινε στο Χρηματιστήριο. Σήμερα πληρώνουμε τον αγώνα για την ονομαστική σύγκλιση, χωρίς φροντίδα για την πραγματική προστασία και στήριξη εκείνων που δεν έχουν και δεν κατέχουν. Και σήμερα βλέπει ο πολίτης στην καθημερινότητα της ζωής του ότι μετά από 15 χρόνια συνεχών θυσιών των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, αυτοί που χρόνια βάζουν πλάτη και αγωνίζονται για να τα φέρουν βόλτα κάθε μέρα βιώνουν τον εμπαιγμό και την υποκρισία.