Με αφορμή σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δ. Παπαδημούλη, ο αρμόδιος Επίτροπος Περιβάλλοντος κ. Στ. Δήμας επανέρχεται στο σήριαλ της ενσωμάτωσης και της εφαρμογής της οδηγίας 2000/60, σχετικά με την κοινοτική δράση στον τομέα της πολιτικής των υδάτων. Σημειώνεται ότι η οδηγία υποχρέωνε τα κράτη μέλη να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες για την ενσωμάτωσή της νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις το αργότερο έως τις 22 Δεκεμβρίου 2003.
Ο Έλληνας Επίτροπος επισημαίνει χαρακτηριστικά στην απάντησή του: "Τον Οκτώβριο του 2005, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία για παράβαση σε σχέση με την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 2000/60/EΚ. Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις των δύο αυτών αλληλένδετων άρθρων της οδηγίας-πλαισίου για τους υδάτινους πόρους, η Επιτροπή αποφάσισε, στις 21 Μαρτίου 2007, να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο." Τα δύο αυτά άρθρα, που αποτελούν ουσιαστικά τον "κορμό" της οδηγίας, αφορούν στον προσδιορισμό των περιοχών λεκάνης απορροής των ποταμών, των λιμνών και των υπόγειων και παράκτιων υδάτων, στην επισκόπηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, στην οικονομική ανάλυση της χρήσης ύδατος, καθώς και στην υποχρέωση υποβολής των σχετικών εκθέσεων στην Επιτροπή.
Σύμφωνα με την απάντηση της Επιτροπής, είχε προηγηθεί σε προηγούμενο στάδιο άλλες δύο φορές η ενεργοποίηση των διαδικασίες παράβασης της εν λόγω οδηγίας εναντίον της Ελλάδας!
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Έλληνας Επίτροπος, «τον Ιούλιο του 2005, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία για παράβαση κατά της Ελλάδας, επειδή η τελευταία δεν είχε μεταφέρει πλήρως στην εθνική της νομοθεσία πολλές διατάξεις της οδηγίας-πλαισίου για τους υδάτινους πόρους[1], ενώ τον Ιούνιο του 2006 αποφάσισε να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπου και εκκρεμεί (υπόθεση C-426/06).» Το Μάρτιο του 2007, η Ελλάδα θέσπισε και κοινοποίησε στην Επιτροπή συμπληρωματικά νομοθετικά μέτρα με σκοπό την πλήρη μεταφορά της οδηγίας-πλαισίου για τους υδάτινους πόρους και "η Επιτροπή εξετάζει τώρα το νέο αυτό δεδομένο."
Η δεύτερη διαδικασία παράβασης, την οποία αναφέρει στην απάντησή του ο Επίτροπος, αφορά στη συμμόρφωση με τις διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας, σχετικά με τον προσδιορισμό της αρμόδιας αρχής για την επίβλεψη και εφαρμογή της υδατικής πολιτικής. Μόλις το Νοέμβριο του 2005 και υπό την απειλή νέας παραπομπής στο ΔΕΚ, προχώρησαν οι ελληνικές αρχές στη συγκρότηση της Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων και των Διευθύνσεων Υδάτων των Περιφερειών και έτσι η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.
Ο Έλληνας Επίτροπος, τέλος, υπογραμμίζει για πολλοστή φορά πως "οι υπηρεσίες της Επιτροπής θα συνεχίσουν να παρακολουθούν την εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τους υδάτινους πόρους στην Ελλάδα και θα λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των διαδικασιών για παράβαση."
Ο Δημήτρης Παπαδημούλης δήλωσε σχετικά:
"Οι κυβερνητικές ευθύνες για τη συνεχιζόμενη καθυστέρηση είναι μεγάλες και προφανείς. Το θέμα της διαχείρισης των υδάτινων πόρων αποτελεί μείζον εθνικό ζήτημα. Είναι απαράδεκτο να γίνονται τα αυτονόητα μόνο υπό την απειλή νέας καταδίκης και βαριών προστίμων για την Ελλάδα. Η ουσιαστική ανυπαρξία της εθνικής πολιτικής για τη διαχείριση των υδάτων αποτελεί δείγμα αφροσύνης και εξακολουθητικό περιβαλλοντικό έγκλημα."
To Γραφείο Τύπου