«Μέσα στον θόρυβο που σηκώνουν τα επικοινωνιακά επιτελεία του δικομματισμού, γίνεται προσπάθεια να θαφτούν τα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες και ταυτόχρονα να απαξιωθούν και να περιθωριοποιηθούν και αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις που υφίστανται τις συνέπειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ιδιαίτερα δε η νεολαία, που βιώνει μια απέραντη ανασφάλεια για το μέλλον της.
Εμείς τραβάμε αυτό το πέπλο του αποπροσανατολισμού και της σιωπής. Αναδεικνύουμε την πραγματικότητα, την μοναδική ίσως αλήθεια που γεμίζει ελπίδες το παρόν και το μέλλον αυτής της χώρας για μια προοδευτική στροφή, για μια πραγματική πολιτισμική ανασυγκρότηση.
Δεν διστάζουμε να παραδεχτούμε, αυτό που μας χαροποιεί, ότι οι νέες και οι νέοι του τόπου μας μπήκαν στο προσκήνιο των κοινωνικών δράσεων και των πολιτικών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια, ότι διεκδικούν ρόλο πρωταγωνιστικό, ότι θέλουν και μπορούν να βάλουν τη δικιά τους, την αυθεντική και ανατρεπτική σφραγίδα στους δρόμους του μέλλοντος, ότι διαμορφώνουν μια νέα σχέση με την πολιτική μέσα από τη ριζοσπαστική αμφισβήτησή της, ότι κριτικάρουν τις παραδοσιακές δομές των κομμάτων, των συνδικάτων, των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των παραδοσιακών μεταπολιτευτικών δομών που βιώνουν τη δικιά τους εκπροσώπηση.
Μεγάλο μέρος της νεολαίας μας έχει απεξαρτηθεί από τις κομματικές πελατειακές σχέσεις και από τους παραδοσιακούς παραγοντικούς ρόλους που μοιράζει ως «ψυχία» η συντηρητική πολιτική στους νεολαίους
Όταν τα ηγετικά στελέχη του δικομματισμού θεωρούν τους νέους ικανούς να συμπληρώνουν ως φόντο τις ηγετικές τους φωτογραφίες, όταν τους θεωρούν πειθήνιους καταναλωτές στο μέλλον μιας ανάπτυξης και μιας παιδείας υποταγμένης στους νόμους της αγοράς και του ιδιωτικού κεφαλαίου, όταν παράγοντες του δημόσιου βίου τους λοιδορούν ότι είναι απολίτικοι, ατομιστές, πολιτικά χόρτα και φυτά, εμείς βρισκόμαστε απέναντι μαχητικά, καθόλου μικροκομματικά, αλλά με την επίγνωση ότι η επένδυση και η εμπιστοσύνη στη νεολαία έχει μέσα της το ρίσκο της ζωής, το ρίσκο της ελπίδας και του μέλλοντος, τελικά το ρίσκο της Αριστεράς και της προοδευτικής ανασυγκρότησης της χώρας μας. Οι χιλιάδες των νέων που στείλαν το άρθρο 16 στα αζήτητα της συνταγματικής αναθεώρησης, οι χιλιάδες των νέων που γεμίσαν του δρόμους της Αθήνας στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ αγκαλιά με τους νέους όλης της προοδευτικής Ευρώπης, οι χιλιάδες των νέων που συνεννοήθηκαν μεταξύ τους να δώσουν το συνταρακτικό παρόν της καταγγελίας των αντιπεριβαλλοντικών πολιτικών των κυβερνώντων, οι χιλιάδες των νέων που προσεγγίζουν το βιβλίο, τη μουσική, ακόμα και την αγωνία τους για την ανεργία ή για το μηνιάτικο των 400 ευρώ, μέσα από αναζητήσεις για πρωτότυπες, αλληλέγγυες και συλλογικές μορφές δράσης, δεν είναι όμηροι, δεν θα είναι εκλογείς της μιας ημέρας και υποστηρικτές του δικομματισμού. Φτιάχνουν τα δικά τους σχέδια, ζητάνε την αναδιατύπωση των αξιών και των ιδανικών, αξιώνουν μια δημοκρατία και μια πολιτική με κέντρο τον άνθρωπο, το περιβάλλον και τα πραγματικά προβλήματα ζωής.
Αν εμείς βρεθήκαμε τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα κοντά σε αυτές τις διεργασίες, αν συνεισφέραμε έστω και ελάχιστο στην έμπνευση, την δημιουργικότητα και την ενόραση αυτών των κινητοποιήσεων, αν τελικά προσφέραμε κάτι, όλα τα παραπάνω όσο κι αν αναγνωρίζονται ακόμα και αν θα έχουν θετική εκλογική έκφραση για το ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που πήραμε από τους νέους αυτά τα χρόνια.
Θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Πήραμε πολύ περισσότερα και παίρνουμε πολύ περισσότερα από αυτά που μπορούμε να δώσουμε στις καλύτερες ημέρες μας, γιατί έχουμε την συναίσθηση ότι αυτή τη οργανική επικοινωνία της πολιτικής και της δράσης μας με τα κινήματα των νέων στην Ευρώπη και στον τόπο μας αποτελεί την πιο συστηματική και βαθιά δύναμη ανασυγκρότησης της ίδιας της Αριστεράς. Η σχέση αυτή μας εμπλουτίζει και αφήνει το αποτύπωμά της στη σκέψη μας, τη δράση μας, το πρόγραμμά μας, τις συμμαχίες μας, τη διεθνή μας οπτική. Γιʼ αυτό και δικαιούμαστε να θεωρούμε τη νεολαία ως μια ριζική, την πιο αποφασιστική μάλιστα δύναμη ανανέωσης της Αριστεράς πέραν από τους στερεότυπους δογματισμούς που αναφέρονται στη διαχρονική ανανεωτική ταυτότητά της.
Το ερώτημα «ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο», έρχεται και επανέρχεται, μερικές φορές με δραματικό τρόπο, στην ιστορία αυτού του τόπου. Κυβερνά άραγε ο Πρωθυπουργός μέσα από το κατεστημένο πρωθυπουργικοκεντρικό μοντέλο που έχουν επιλέξει και επιβάλει οι δυνάμεις του δικομματισμού; Το ερώτημα «υπάρχει Πρωθυπουργός;» έρχεται και επανέρχεται σε όλη την τριετία της διακυβέρνησης της Ν.Δ.
Εύλογα και χωρίς την παραμικρή προκατάληψη και διάθεση για ανέξοδη αντιπολιτευτική ρητορεία, διερωτάται κανείς, μήπως κυβερνάει το διεθνές παρακράτος καθώς οι υποθέσεις των υποκλοπών και των Πακιστανών οδεύει στο αρχείο;
Μήπως συνεχίζει να κυβερνάει το λόμπυ των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων όταν συνεχίζεται η εκποίηση του δημόσιου πλούτου μέσα από τις αλλεπάλληλες αποκρατικοποιήσεις που αφήνουν το δημόσιο και την κοινωνία χωρίς τους ελάχιστους μοχλούς παρέμβασης στο νέο οικονομικό περιβάλλον;
Μήπως κυβερνάει το διεθνές απρόσωπο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το εγχώριο καρτέλ των τραπεζών όταν κατά κοινή ομολογία καταληστεύονται μέσω της πολιτικής επιτοκίων τα εκατομμύρια των δανειοληπτών;
Είμαστε σαφείς. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει ευθύνη για το ότι επιβιώνει το ερώτημα για το ποιος κυβερνά και για το ότι αυτό το ερώτημα επιδέχεται τόσο διαφορετικές και τόσο εξωθεσμικές απαντήσεις. Γιατί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ενορχηστρώνει εδώ και καιρό, αντί π.χ. να ασχολείται με τα μείζονα προβλήματα όπως αυτό της λαίλαπας των πυρκαγιών, την επικοινωνιακή διαδικασία περί την περίφημη ημερομηνία των προσεχών εκλογών.
Οι πολίτες εμπαίζονται, καλούνται να προσφύγουν σε «χαρτορίχτρες», άλλωστε το ίδιο κάνουν με σαρδόνια χαμόγελα οι Υπουργοί στα δελτία των 8. Ο Πρωθυπουργός εμφανίζεται στο ρόλο της «Πυθίας» στο «Μαντείο των Δελφών» και όλοι καλούνται να αποκρυπτογραφήσουν τις διαρροές και τους χρησμούς του για τη σχετική ημερομηνία.
Αν τα παραπάνω δεν αποτελούν σημάδια έντονης έκπτωσης της πολιτικής, τότε οι λέξεις έχουν χάσει πλέόν τη σημασία τους. Αντί για δεσμεύσεις για τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, αντί για πολιτικές που θα στηρίζουν το δημόσιο χώρο και το δημόσιο τομέα της οικονομίας, αντί για άμεσες πολιτικές ανακούφισης των αδυνάτων, έχει επιλεγεί από την κυβέρνηση η διαμόρφωση μιας επικοινωνιακής επίθεσης που έχει ως φόντο χάρτες που πρασινίζουν καθημερινά από τον κ. Σουφλιά και στο κέντρο της Υπουργούς που αναλίσκονται σε μελλοντολογική παροχολογία που θυμίζει καθρεφτάκια και μπιχλιμπίδια προς τους ανίδεους πολίτες!
Εμείς επιμένουμε ενωτικά και Αριστερά. Εμείς επιμένουμε μαζί με όλες τις άλλες δυνάμεις του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ να διαμορφώνουμε και να προβάλλουμε τη δικιά μας ατζέντα. Είναι η ατζέντα της κοινωνίας, είναι η ατζέντα των θεμάτων και του μέλλοντος της νεολαίας. Είναι το άρθρο 16, είναι το άρθρο 24, είναι η υπεράσπιση των ακτών, είναι η καταγγελία των κολαστηρίων στις φυλακές, είναι η ανάδειξη των προβλημάτων των μεταναστών, είναι η εκπροσώπηση των αδύναμων οικονομικών στρωμάτων, είναι η υπεράσπιση του δημόσιου χώρου, είναι η υπεράσπιση της ίδιας της δημοκρατίας απέναντι στις συστηματικές προσπάθειες αυταρχισμού και καταστολής. Είναι, τέλος, η ανάδειξη των προβλημάτων της νεολαίας στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος της Αριστεράς μέσα σε μια κοινωνία που πρέπει να βγάλει τις δικές της ωτασπίδες, πρέπει να ανοίξει τα μάτια της, πρέπει να γίνει ξανά κοινωνία δραστήριων και δημιουργικών πολιτών.»
To Γραφείο Τύπου