Συντρόφισσες και σύντροφοι
Επιτρέψτε μου η τοποθέτηση μου, στον καθορισμένο χρόνο των πέντε λεπτών που έχει κάθε σύνεδρος, να έχει ένα απολογιστικό χαρακτήρα, αναπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο, αυτοκριτικά και σε ένα βαθμό, την απουσία απολογισμού που οφείλαμε να κάνουμε ως μέλη της απερχόμενης Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής
Δύο λόγια για τις κατευθύνσεις μας
Στο υπό κρίση διάστημα, για το οποίο η Κεντρική Πολιτική Επιτροπή απολογείται στο Συνέδριο, το κόμμα μας έκανε ουσιαστικές επιλογές για την εμβέλεια της πολιτικής παρέμβασης και την «κοινωνικοποίηση» της πολιτικής μας. Ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ όπως και ο Χώρος διαλόγου και κοινής δράσης της Αριστεράς, έσπασε τα τείχη του κομματικού ναρκισσισμού και της μικρομέγαλης απομόνωσης, μας έδωσε τις προϋποθέσεις να συναντηθούμε με ένα σημαντικό τμήμα των ανέντακτων της Αριστεράς, ενώ ταυτόχρονα εκπαίδευσε πολιτικά ένα σημαντικό αριθμό μελών και στελεχών του κόμματος να εργάζεται με εξωστρέφεια, από κοινού με συντρόφους και συντρόφισσες άλλων συνιστωσών της Αριστεράς. Μέσα από αυτή την κίνηση αφήσαμε πίσω μας τον αγοραφοβικό κομματικό πατριωτισμό και βάλαμε σε δημόσια δοκιμασία τις ιδέες και τις πρακτικές μας. Δεν ήμασταν απροετοίμαστου γι αυτό. Το Προγραμματικό Συνέδριο μας βοήθησε πολιτικά και ιδεολογικά για την καλύτερη κατανόηση της διεθνούς και ελληνικής συγκυρίας και εξόπλισε τη θεωρητική κατάρτιση των μελών μας με συγχρόνους προβληματισμούς, πολύτιμους για την ανάλυση και τη δράση μας. Ιδιαίτερα οι αναλύσεις για το νεοφιλελευθερισμό στην Ευρώπη, τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, την εγκατάλειψη των κοινωνικών αναφορών από τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά, την ακροδεξιά δημαγωγία, έδωσαν το απαραίτητο ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο για να ανταποκριθούμε με επάρκεια στα πολιτικά μέτωπα της περιόδου που είχαν να κάνουν με τον πόλεμο, τη νεοφιλελεύθερη οικοδόμηση της Ευρώπης , τους δικομματικούς ανταγωνισμούς και τις νεοφιλελεύθερες συναινέσεις στη χώρα μας.
Καρπός αυτής της πολιτικής διαδρομής ήταν η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κόμματος της Αριστεράς, στην οποία πρωτοστατήσαμε, το απαραίτητο πολιτικό εργαλείο ώστε ο ισχυρισμός μας ότι ο σοσιαλισμός στην Ευρώπη να μη ανάγεται μόνο στη σφαίρα της ουτοπίας, αλλά να μπορεί να γίνει σημερινό βίωμα και κίνηση της κοινωνίας.
Στη σύγχρονη ανάλυση μας και την έγκαιρη πολιτική σύλληψη για την αξία των νέων κοινωνικών κινημάτων πιστώνεται ο προνομιακός και προωθητικός ρόλος που «έπαιξαν» οι δυνάμεις του κόμματός μας για την ενίσχυση του κινήματος κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και τη δημιουργία του Παγκόσμιου, του Ευρωπαϊκού και του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ. Παράλληλα, στην ίδια κοίτη των κοινωνικών μας προτεραιοτήτων, ή αλλιώς στην «κοινωνικοποίηση» της πολιτικής μας, υπάγεται η σοβαρή ενθάρρυνση των μελών του κόμματος και της νεολαίας να δραστηριοποιηθούν στο αντιπολεμικό κίνημα, σε οικολογικές κινήσεις, σε αντιρατσιστικά δίκτυα, και σε κινήματα πόλης με πολύ καλή προσφορά στην ανάδειξη των προβλημάτων που δημιούργησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, καθώς και η δημιουργία ριζοσπαστικών αυτοδιοικητικών σχημάτων.
Λίγα για την πολιτική λειτουργία
Τα δύο κείμενα που κατατέθηκαν στον προσυνεδριακό διάλογο σε μεγάλο βαθμό συμπίπτουν στις διαπιστώσεις για τις πολιτικές και οργανωτικές δυσλειτουργίες της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής. Εν συντομία, οι διαπιστώσεις έχουν να κάνουν με την υποκατάσταση της ΚΠΕ από την Πολιτική Γραμματεία και την εκ των υστέρων, απολογιστική εκτίμηση της πολιτικής γραμμής, αντί της έγκαιρης και συστηματικής συν-διαμόρφωσης των επιλογών και των προτεραιοτήτων του κόμματός μας. Η πολιτική συζήτηση ήταν κατά κανόνα απροετοίμαστη, ελάχιστες φορές υπήρξε γραπτή και έγκαιρη πολιτική εισήγηση, ενώ τις περισσότερες φορές η ευθύνη της σύνταξής της ανήκε στον Πρόεδρο του κόμματος, με ελάχιστη ή ουδεμία συμμετοχή της Π.Γ. Η ποιότητα των συζητήσεων της ΚΠΕ ήταν κακή, μακράν του διαπιστωμένου επιπέδου των στελεχών που τη συγκροτούν. Τοποθετήσεις ασύμβατες ή παράλληλες, πολλές φορές εκτός θέματος, διαμόρφωναν ένα ιδιόμορφο καθεστώς «μικρής βουλής» και σε καμιά περίπτωση δε συνιστούσαν διαδικασίες πολιτικής λειτουργίας του ανώτατου οργάνου διεύθυνσης του κόμματος. Η ανάληψη πολιτικών καθηκόντων από τα μέλη της ΚΠΕ ήταν στη «διακριτική ευχέρεια» κάθε συντρόφου και συντρόφισσας και όχι σε ένα σχέδιο αξιοποίηση των στελεχών μας, με βάση τις πραγματικές ανάγκες της πολιτικής και οργανωτικής δουλειάς και των προτεραιοτήτων της συγκυρίας
Όσο αφορά την ανάγκη σύνθεσης των διαφορετικών απόψεων, αρκετές φορές η ΚΠΕ «πολώθηκε» χωρίς διάθεση να αναζητηθεί η κοινή βάση των διαφορετικών προσεγγίσεων, με συνέπεια οι κάθετοι διαχωρισμοί να μεταφέρονται σε όλο το κομματικό σώμα. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Σχεδίου Ανάν, όπου ενώ υπήρχε ο κοινός τόπος, αντιιμπεριαλιστικός και αντιεθνικιστικός, που περιλάμβανε τόσο το αριστερό ΝΑΙ όσο και το αριστερό ΟΧΙ, δεν αναζητήθηκαν οι αναγκαίες ενοποιητικές συμπτώσεις.
Στην πράξη λειτουργήσαμε ως ένα αστικό ιεραρχικό και εν πολλοίς «προεδροκεντρικό» πολιτικό σχήμα με τις παράλληλες και ανεξέλεγκτες εξουσίες των «προβεβλημένων» στελεχών. Και αυτό σύντροφοι και συντρόφισσες δεν πάει άλλο, πρέπει να αλλάξει πάση θυσία αρχής γενομένης από αυτό το συνέδριο. Αυτό εξ άλλου θέλει να υπογραμμίσει και η δική μου υποψηφιότητα, αυτό θέλει να δηλώσει και η καταστατική αλλαγή για εκλογή και έλεγχο του προέδρου από την ΚΠΕ, στην ανάγκη θέσπισης αντιγραφειοκρατικών αντισωμάτων εντάσσεται η επαναφορά της καταστατικής ρύθμισης των περιορισμένων θητειών.
Οι Πολιτικές Κινήσεις
Οι δυσλειτουργίες της ΚΠΕ στερούν από τις πολιτικές κινήσεις, την απαραίτητη καθοδηγητική εμπειρία και ενθάρρυνση, με συνέπεια τα οργανωτικά και πολιτικά προβλήματα να αποκτούν δομικό χαρακτήρα. Γερασμένες και κουρασμένες οργανώσεις, στις οποίες η στρατολόγηση έχει διαγραφεί από το λεξιλόγιό τους, μικρή συμμετοχή των μελών με τη γραμματεία της οργάνωσης να υποκαθιστά την ολομέλεια και τα μέλη να αναθέτουν στα στελέχη πολιτικά και οργανωτικά καθήκοντα. Μπορεί σε αρκετές Πολιτικές Κινήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ και το Φόρουμ να δημιούργησαν μια δημιουργική εξωστρεφή πολιτική δυναμική, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η δράση αφορούσε ένα ορισμένο αριθμό μελών, κατά κανόνα των νεότερων, με ασυνέχειες και μεγάλα διαλείμματα στην παρέμβασή μας. Είναι βέβαιο ότι όσο οι Πολιτικές Κινήσεις αποτελούν τους «διεκπεραιωτές» ειλημμένων αποφάσεων, όσο η πολιτική συζήτηση γίνεται σπάνια και μόνο στα πεπραγμένα, τόσο η πολιτική ένταξη θα είναι αδιάφορη, η δράση υποτονική και η συμμετοχή περιστασιακή.
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Η ταξική σύνθεση των μελών και ο πολιτικός προσανατολισμός του κόμματος καθιστούν τις Πολιτικές Κινήσεις εξαιρετικά αδύναμες να συνδεθούν με τα λαϊκά στρώματα και ιδιαίτερα με τα πιο περιθωριοποιημένα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αν δε δημιουργήσουμε, αν δεν αποκαταστήσουμε αυτή τη σχέση η πολιτική μας εμβέλεια θα είναι οριακή, ο λόγος μας «ακατανόητος» και η αυτονομία μας όμηρος των μίντια.
Αυτές οι πολιτικο-ιδεολογικές αδυναμίες έχουν δυσμενείς επιπτώσεις και σʼ αυτήν την ανάπτυξη του Φόρουμ, στην προσπάθειά του να γίνει περισσότερο τοπικό, κοινωνικό και λαϊκό. Η πολύ σημαντική καμπάνια του Ε.Κ.Φ. με τον τίτλο «Φτάνει πιά», που αναφερόταν στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα της χώρας, δεν προχώρησε εξ αιτίας και των δικών μας αδυναμιών. Ίδιες αδυναμίες παρουσιάζονται και στην υποστήριξη της δουλειάς μας στη νεολαία, τα μέλη της οποίας κυριολεκτικά αφήνουμε να «κολυμπούν» μόνα τους.
Η αυτοδιοικητική μας παρέμβαση, αντί να είναι από τις πιο δημιουργικές πλευρές της δουλειάς μας, συνήθως συνιστά το μεγάλο πολιτικό μας πρόβλημα. Οι εκπρόσωποί μας στα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης αυτονομούνται από τη συλλογική θέληση των Πολιτικών Κινήσεων, ενώ από την άλλη πλευρά τα μέλη των Πολιτικών Κινήσεων αδυνατούν να κατανοήσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τους συμβιβασμούς που υποχρεώνονται να κάνουν τα αυτοδιοικητικά στελέχη. Και αυτή είναι η μισή αλήθεια, η άλλη μισή είναι ότι οι αμφίσημες αποφάσεις δημιουργούν δισεπίλυτα πολιτικά προβλήματα. Όσο αποφεύγουμε να απαντήσουμε ποια κατεύθυνση έχουμε στην τοπική αυτοδιοίκηση, εάν δηλαδή στις προτεραιότητες μας είναι η οικοδόμηση ριζοσπαστικών αυτοδιοικητικών σχημάτων ή η πάση θυσία εκπροσώπηση, ακόμα και με την αυτοδιοικητική γραφειοκρατία, τόσο τα προβλήματα, οι συγκρούσεις και οι αποχωρήσεις θα μας περιμένουν στη γωνία.
Η στρατηγική μας
Τα μεγαλύτερα ελλείμματα όμως μπορούμε εύκολα να τα διαπιστώσουμε στην προγραμματική μας συζήτηση. Δέκα χρόνια αποιδεολογικοποίησης έχουν αφήσει αδρά αποτυπώματα στο κομματικό μας σώμα, στην ποιότητα του πολιτικού μας λόγου.
Στο Προγραμματικό συνέδριο βάλαμε τα πρώτα λιθάρια για να καλύψουμε το έλλειμμα , συνεχίζουμε και σʼ αυτό, το τακτικό, για το δημοκρατικό δρόμο στο σοσιαλισμό, για ένα σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία. Επεξεργαζόμαστε τις διαρθρωτικές αλλαγές, τους τρόπους για να κάνουμε
πολιτική στο σήμερα. Η αναμονή της μεγάλης ρήξης αφήνει το γήπεδο στον αντίπαλο. Χρειαζόμαστε τον πολιτικό εξοπλισμό των ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, δεν παγιδευόμαστε στη ρητορική των μεταρρυθμίσεων εντός συστήματος, που στην πραγματικότητα δεν μεταρρυθμίζουν τίποτα. Ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις για τα κοινωνικά δικαιώματα, τα δημόσια αγαθά για το σύστημα κοινωνικής προστασίας, για την άμεση δημοκρατία και συμμετοχή.
Η πολιτική συγκυρία
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Η συζήτηση για τη στρατηγική δεν μπορεί να γίνεται ερήμην της πολιτικής συγκυρίας, ούτε τον χειρισμό σημαντικών θεμάτων μπορούν να αναλαμβάνουν ορισμένα πολιτικά στελέχη χωρίς καμία εξουσιοδότηση, εν αγνοία της συλλογικής πολιτικής μας βούλησης.
Η αντιπαράθεση για το ζήτημα της Προεδρίας της Δημοκρατίας συμπύκνωσε στην πραγματικότητα όλα τα ελλείμματα μας. Ελλείμματα δημοκρατίας στο κόμμα, ελλείμματα πολιτικής γραμμής, ελλείμματα θεωρίας και στρατηγικής.
Η ανάληψη μιας τόσο κρίσιμης πολιτικής πρωτοβουλία ερήμην των θεσμικών οργάνων και των μελών του κόμματος, η υποτίμηση του κινδύνου της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης και στον ανώτατο πολιτειακό θεσμό, η ανατροφοδότηση της αντίληψης ότι ο Συνασπισμός είναι η «δεξαμενή στελεχών» για να λύνονται καθεστωτικά προβλήματα, η εμπλοκή σε αντιπαραθέσεις τις οποίες δεν τροφοδοτεί και αναδεικνύει ο κοινωνικός ανταγωνισμός αλλά οι μικροπολιτικές τακτικές των εταίρων του δικομματισμού, η προσαρμογή του πολιτικού μας λόγου για να ταιριάζει στο δικομματικό πλαίσιο. Όλα όσα δηλαδή επιθυμούμε να αφήσουμε πίσω σ αυτό το Συνέδριο, όλα όσα επιχειρήσαμε να αλλάξουμε τα τέσσερα τελευταία χρόνια.
Συντρόφισσες και σύντροφοι οι καιροί δεν περιμένουν, προχωράμε σε πείσμα όλων όσων εύχονται την εξαφάνισή, την ομηρία ή την καθεστωτική προσαρμογή μας , γνωρίζουμε όλοι και όλες ότι σ αυτούς τους δύσκολους καιρούς το παλιό συνυπάρχει με το νέο, με πόνους, διαψεύσεις αλλά και βάσιμες προσδοκίες. Στο χέρι μας είναι να τις επαληθεύσουμε.
To Γραφείο Τύπου