Η νεολαία και τα κινήματά της αποτέλεσαν για πολλές δεκαετίες προνομιακό κοινωνικό χώρο για την ανάπτυξη και τη διάδοση των απελευθερωτικών ιδεών και οραμάτων της αριστεράς. Η φυσική ροπή της νεότητας για αναζήτηση του καινούργιου, την έθετε συχνά στη πρώτη γραμμή των αγώνων για τη κοινωνική πρόοδο και αλλαγή, στην πρώτη γραμμή των διεργασιών κριτικής και αμφισβήτησης του υπάρχοντος κοινωνικοπολιτικού πλαισίου.
Ωστόσο στις μέρες μας, σε μια περίοδο κρίσης της πολιτικής και γενικευμένης ηγεμονίας συντηρητικών αξιών και νεοφιλελεύθερων ιδεών, οι νέες και οι νέοι φαίνεται να γίνονται αποδέκτες νεοφιλελεύθερων επιλογών, τις συνέπειες των οποίων υφίστανται στη καθημερινή τους ζωή, αλλά και φορείς συντηρητικών προτύπων και αξιών.
Παρ' όλα αυτά, όμως, η νεολαία εξακολουθεί να αποτελεί μια κατηγορία-κλειδί στην προσπάθεια αναστροφής της σημερινής πορείας των πραγμάτων και ανάκαμψης του αγώνα για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και την οικοδόμηση μιας δικαιότερης κοινωνίας. Γι' αυτό το λόγο έχει ιδιαίτερη σημασία η αποκρυστάλλωση ενός πολιτικού σχεδίου που θα μπορούσε να την επανεντάξει στη διαδικασία της συλλογικής δράσης και διεκδίκησης.
Η νεολαία αποτελεί αυτόνομη κοινωνική κατηγορία με διαταξικό χαρακτήρα. Δεν οριοθετείται απλώς από την ηλικία ή από το γεγονός της μερικής ένταξής της στην παραγωγική διαδικασία, αλλά υπερπροσδιορίζεται από τη σχέση της με μια σειρά από κοινωνικές δομές και λειτουργίες πέρα από την οικονομία, όπως η συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, ο τρόπος ζωής, η σχέση με την οικογένεια, η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, η συμμετοχή σε νεανικές κουλτούρες, κάτι που παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των αξιών και της συνείδησής της.
Μ' αυτή την έννοια ένας μεταπτυχιακός φοιτητής 28 ετών που δεν εργάζεται ή εργάζεται περιστασιακά και κάνει «φοιτητική» ζωή μπορεί να μην έχει διαβεί τα όρια της νεότητας, σε αντίθεση με κάποιον μικρότερης ηλικίας που εργάζεται με μόνιμους όρους, έχει δημιουργήσει τη δική του οικογένεια και συμμετέχει στην κουλτούρα του εργασιακού του χώρου περισσότερο απ' ό,τι σ' αυτή των συνομηλίκων του.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι το ηλικιακό στοιχείο δεν παίζει κεντρικό ρόλο. Ακόμη και στις περιπτώσεις που ο τρόπος ζωής μικρότερης ηλικίας ανθρώπων έχει μόνιμα χαρακτηριστικά (μόνιμη εργασία, δημιουργία οικογένειας κλπ) η προσδοκία για αλλαγές, η πεποίθηση ότι ο τρόπος ζωής τους δεν έχει παγιωθεί ακόμη και η αίσθηση ότι «το μέλλον είναι μπροστά», τους προσδίδουν σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά της νεότητας.
Επιπλέον, το γεγονός ότι σήμερα κυριαρχούν νέα εργασιακά ήθη (επισφάλεια, μερική απασχόληση, ανασφάλιστη εργασία, χαμηλότεροι μισθοί, υψηλή ανεργία) έχει ως αποτέλεσμα την ολοένα και περισσότερο παρατεταμένη, ασταθή και δύσκόλη πορεία ένταξης της νεολαίας στην παραγωγική διαδικασία, καθώς και τη χρονική διεύρυνση του σταδίου μετάβασης από τη νεότητα στην ενηλικίωση. Έτσι δεν είναι τυχαίο ότι παρατηρείται το φαινόμενο πολλοί νέοι να συμβιώνουν με τους γονείς στο πατρικό σπίτι, και αρκετά πέραν των τριάντα, όπως επίσης και να μη κάνουν οικογένεια σε μικρότερες ηλικίες.
Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι η νεολαία αποτελεί μια ιδιαίτερη και αυτοτελή κοινωνική κατηγορία δεν σημαίνει ότι στο εσωτερικό της δεν συγκροτούνται διακριτές μερίδες και υποομάδες, κυρίως ως προς την βασική διαχωριστική γραμμή που ορίζει η ένταξη στην παραγωγική διαδικασία (σπουδάζουσα νεολαία και εργαζόμενη νεολαία) οι οποίες απαιτούν και διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης.
Η απόλυτη κυριαρχία των αγορών τα τελευταία χρόνια, δε συνοδεύτηκε μονάχα από αλλαγές που πλήττουν κατά κύριο λόγο τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, αλλά και από σημαντικές πολιτισμικού χαρακτήρα αλλαγές που αφορούν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Έτσι σήμερα βλέπουμε να αναδεικνύονται στη νεολαία αξίες, όπως η ιδιωτικότητα, ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, η ατομική ευμάρεια, η κοινωνική αναλγησία που αντιπαλεύουν αξίες και κατακτήσεις του σύγχρονου πολιτισμού μας, όπως αυτές της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της συλλογικότητας, της συνυπευθυνότητας.
Οι νέοι και οι νέες σήμερα ζουν σε ένα περιβάλλον όπου ο χώρος και ο χρόνος είναι κατακερματισμένοι, χωρίς συνοχή και λογική σύνδεση και η ζωή έχει αποκτήσει μεγάλη ταχύτητα. Σε ένα περιβάλλον ολοένα και πιο αποξενωμένο, όπου βιώνουν μοναξιά, φόβο και ανασφάλεια, συνθήκες ιδανικές για τη δημιουργία νευρωτικών υπερκαταναλωτών που επικοινωνούν μεταξύ τους χωρίς να έρχονται ουσιαστικά κοντά, χωρίς να συμβιώνουν.
Κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σημερινής νεολαίας είναι η έλλειψη διακριτής ταυτότητας. Οι νέοι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης φαίνεται να κατανοούν τη πραγματικότητα μέσα από ένα ομογενοποιημένο εννοιολογικό σχήμα, δίχως αρμούς και διαχωριστικές γραμμές. Η έλλειψη ιστορικής συνείδησης, η αδυναμία κοινωνικής συνειδητοποίησης, αναπόφευκτα συντελούν στην ακύρωση της κριτικής επεξεργασίας και σκέψης για τη πραγματικότητα που τους περιβάλλει.
Αυτή η γενικευμένη κρίση ταυτότητας και αυτοπροσδιορισμού αντανακλάται έντονα και στο πολιτικό επίπεδο, όπου παρατηρείται μεγάλη αναντιστοιχία μεταξύ της δύναμης που εμφανίζουν οι πολιτικές δυνάμεις και της πολύ μικρότερης πραγματικής επιρροής τους στην κοινωνία και ιδιαίτερα στους νέους. Η αντιπροσωπευτικότητα των πολιτικών σχηματισμών βρίσκεται σε κρίση, οι πολιτικοί όροι και οι έννοιες χρησιμοποιούνται πλέον χωρίς αυστηρότητα, ακρίβεια και θεωρητική πειθαρχία, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται συνολικά η λειτουργία του πολιτικού επιπέδου. Η συρρίκνωσή της πολιτικής άλλωστε, είναι ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα της εποχής μας, καθώς μειώνει τον ζωτικό χώρο της δημοκρατικής λειτουργίας και της πολιτικής αντιπαράθεσης, σε μία περίοδο που οι συσχετισμοί δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη άλλων συλλογικών διαδικασιών χειραφέτησης, αλλά απεναντίας ευνοούν ολοκληρωτικές κατευθύνσεις.
Παράλληλα, η κυριαρχία την τελευταία δεκαετία και στο πολιτικό σκηνικό της χώρας μας, των δυνάμεων που προωθούν νεοφιλελεύθερες πολιτικές έχει δημιουργήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τις κοινωνικές κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της νεολαίας.
Η τρομακτική έκρηξη του ποσοστού της ανεργίας των νέων σε συνδυασμό με την ελαστικοποίηση της εργασίας δημιουργούν μια πρωτοφανή αίσθηση ανασφάλειας και αβεβαιότητας στους νέους που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σε μια διελκυστίνδα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας στο παραγωγικό, το πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της νέας πραγματικότητας που βιώνει η νεολαία σήμερα, είναι η ανάπτυξη σε όλους τους τομείς ενός πρωτοφανούς και βίαιου ανταγωνισμού, η αβεβαιότητα για το μέλλον, καθώς και η τραγική έλλειψη ελεύθερου χρόνου.
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση των τελευταίων χρόνων έχει αλλάξει δραματικά την κατάσταση της ελληνικής νεολαίας αφού ενέτεινε τους κοινωνικούς - ταξικούς αποκλεισμούς από τη γνώση, πολλαπλασίασε τον αριθμό των νέων που εγκαταλείπουν το σχολείο πριν τελειώσουν το Λύκειο, γιγάντωσε την παραπαιδεία, απαξίωσε το ρόλο του δημόσιου σχολείου μετατρέποντάς το σε εξεταστικό κέντρο, ενώ εξαφάνισε τον ελεύθερο δημιουργικό χρόνο των μαθητών, χρόνο πολύτιμο για μια τόσο ευαίσθητη ηλικία.
Το ίδιο ασφυκτικό πλαίσιο εντατικοποίησης και ανταγωνισμού έχει μεταφερθεί και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μετατρέποντας την εικόνα του φοιτητή -διανοούμενου και ενεργού συμμέτοχου στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα, σε αυτήν του φοιτητή-σκληρά εργαζόμενου, ξεκομμένου και αδιάφορου για την πολιτική ζωή, αφού το πλήρως ανταγωνιστικό περιβάλλον του σύγχρονου πανεπιστημίου δεν ευνοεί άλλα ενδιαφέροντα ενώ οι «απαιτήσεις» της εποχής δεν καλύπτονται με ένα μόνο πτυχίο.
Αντί, όμως, αυτή η ένταση των προβλημάτων της νεολαίας να πυροδοτεί αντανακλαστικά αντιστάσεων και ρήξεων (όπως σε εποχές υψηλής αξίας της οργανωμένης συλλογικής δράσης ) δημιουργεί μία αίσθηση απαισιοδοξίας.. Τα προβλήματα αυτά σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση της δημοκρατίας και των συμμετοχικών θεσμών, τον περιορισμό των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των νέων, αλλά και τον επίμονο βομβαρδισμό τους από τα ΜΜΕ με τα κυρίαρχα καταναλωτικά - νεοσυντηρητικά πρότυπα, έχει δημιουργήσει ένα κλίμα απομόνωσης και εγκατάλειψης που είναι αλήθεια ότι έχει οδηγήσει μεγάλο μέρος των νέων σε μια στάση αδιαφορίας για τα κοινά και την πολιτική, σε μια στάση ιδιώτευσης.
Από την άλλη όμως μεριά, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται τόσο σημάδια μίας υπόγειας πολιτισμικής αμφισβήτησης των κυρίαρχων προτύπων όσο και μαζικές εξάρσεις πολιτικοποίησης και συμμετοχής σε μαζικά κινήματα, όπως στα εκπαιδευτικά, στα αντιπολεμικά και στα νέα κινήματα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Τα ρεύματα της αμφισβήτησης που βρίσκουν δρόμο έκφρασης κυρίως σε πολιτισμικό επίπεδο, έχουν γεννήσει ενδιαφέρουσες, θεματικές κυρίως, νεανικές συσπειρώσεις και συλλογικότητες με αμφισβητησιακό χαρακτήρα, χωρίς ωστόσο να παίρνουν σαφή πολιτικό προσανατολισμό. Αυτές τις συλλογικότητες και αυτές τις διεργασίες οφείλουμε να παρακολουθήσουμε στενότερα, να έρθουμε κοντά τους, να ανακαλύψουμε τη σημασία της αισθητικής διαφοροποίησης στην κυρίαρχη ιδεολογία, τη σημασία της αντίστασης μέσα από τη τέχνη στα κυρίαρχα πρότυπα και στις ηγεμονεύουσες αξίες απ' όπου δύναται να αναγεννάται και να αναδύεται η αριστερά της εποχής μας.
Παράλληλα η σποραδική εμφάνιση κινηματικών εξάρσεων στο χώρο της νεολαίας, πρέπει να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι αν ένα μεγάλο μέρος των νέων σήμερα γυρίζει την πλάτη στην πολιτική και στις πολιτικές νεολαίες δεν είναι γιατί αδιαφορεί για τη συλλογική επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει αλλά γιατί αντιλαμβάνεται την πολιτική, όπως την εισπράττει από το συνολικό πολιτικό σκηνικό. Δηλαδή ως διαχείριση, συναλλαγή και ρουσφέτι. Και στόχος μας θα πρέπει να είναι, με τη συνολική μας πρόταση παρουσία και δράση, να δώσουμε ένα διαφορετικό από το κυρίαρχο, νόημα στην έννοια της πολιτικής.
Η διεύρυνση της επιρροής του Συνασπισμού και ευρύτερα της δικής μας αριστεράς, στους νέους και τις νέες αποτελεί πρώτη προτεραιότητα στις δράσεις μας, βασικό στόχο των προσπαθειών μας. Όλοι επιθυμούμε η πάλη για ένα καλύτερο κόσμο να γίνει δική τους υπόθεση και το μέλλον που ονειρευόμαστε να προκύψει από τη δική τους σκέψη και δράση.
Ταυτόχρονα, η σχέση που αναπτύσσει ο Συνασπισμός με τους νέους αποτελεί βασικό παράγοντα για την διασφάλιση της βιωσιμότητάς του, αλλά και αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξή του. Αυτοί αποτελούν το πολιτικό ακροατήριο στο οποίο θα χρειαστεί μελλοντικά να απευθυνθεί με μεγαλύτερη επάρκεια απ' ό,τι σήμερα, αλλά και μια δεξαμενή άντλησης μελών και στελεχών, απαραίτητων προκειμένου να αναπαραγάγει και να διευρύνει τη φυσική του παρουσία στους κοινωνικούς χώρους. 'Αλλωστε, η ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού ενός κόμματος υπαγορεύεται όχι μόνο από βιολογικούς λόγους, αλλά και από την ανάγκη να ενσωματώσει στη λειτουργία του, μέσω νέων προσώπων, τις σύγχρονες τάσεις της κοινωνίας.
Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι τόσο ο Συνασπισμός όσο και συνολικά η αριστερά, αντιμετωπίζεί δυσκολία στην επικοινωνία της με τις πλατιές μάζες των νέων. Στα μάτια τους, φαίνεται πως η αριστερά ταξινομείται στα πράγματα που ανήκουν στο παρελθόν, σε αυτό που τελειώνει. Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει από τη στιγμή που, σήμερα, το «καινούριο», το «ανατρεπτικό», προσφέρεται από μια «επαναστατική» διαδικασία που δρομολογείται από τους ισχυρούς με στόχο τη διαμόρφωση ενός νέου -δυσμενέστερου για τους πολλούς- κοινωνικού μοντέλου.
Η βίαιη ανάκτηση του εδάφους που είχαν χάσει σε καιρούς πιο ευνοϊκού συσχετισμού δύναμης για το λαό, είναι άνευ προηγουμένου. Σε αυτή την «αντεπαναστατική» πορεία, ο αέρας του «καινούριου», που πάντα γοητεύει τους νέους, παρασέρνει τα πάντα και υπόσχεται απατηλά την πραγματοποίηση όλων των ονείρων. Ανάμεσα στα άλλα, η μπάλα παίρνει, όπως προαναφέραμε την έννοια της πολιτικής εν γένει αλλά και την αριστερά ειδικότερα, τουλάχιστον όπως τη γνωρίσαμε τον περασμένο αιώνα.
Οι νέοι και οι νέες σήμερα δομούν την προσωπικότητά τους με πρότυπα και κοινωνικές συμπεριφορές και αναπτύσσουν σχήματα κατανόησης και κώδικες επικοινωνίας συμβατά με το νέο περιβάλλον της μετανεωτερικότητας. Ένα περιβάλλον με τις αντιφάσεις του, τις προσδοκίες και τις απειλές του. Τα κόμματα της αριστεράς αδυνατούν να εσωτερικεύσουν τα στοιχεία αυτού του περιβάλλοντος, τον κατακερματισμό του χώρου και του χρόνου, την ιλιγγιώδη ταχύτητα της σύγχρονης ζωής, Η δομή τους και ο τρόπος παρέμβασής τους προσιδιάζει περισσότερο σε μια συντεταγμένη κοινωνία που διαβουλεύεται και μέσα από την έκβαση της πάλης των εσωτερικών αντιθέσεων προχωράει οργανωμένα προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση.
Όμως, αν μια τέτοια περιγραφή ανταποκρίνεται σε κάποιο βαθμό στις αστικές δημοκρατίες του προηγούμενου αιώνα, απομακρύνεται ολοένα από την νέα κατάσταση που αναδύεται σήμερα. Σήμερα, σε μεγάλο βαθμό, δεν έχουμε να κάνουμε με μια συντεταγμένη κοινωνία, ούτε με διαβούλευση και πάλη με λόγια και πράξεις που διέπονται από κάποια συνοχή εκατέρωθεν. Αντιθέτως συνεχώς υποχωρεί η δημοκρατικά αποφασισμένη πορεία και ενισχύεται η αυτονόμηση των κέντρων λήψης αποφάσεων και η χαλαρή διασύνδεσή τους, χωρίς συνοχή και σχέδιο, σε ένα δίκτυο απομονωμένων χώρων.
Συχνά, βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να διαπιστώνουμε ότι ο λόγος και η δράση μας δεν γίνονται κατανοητά από τη μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας, όχι γιατί διαφωνούν με τις διακηρύξεις μας, αλλά γιατί η αριστερά αποτελεί ένα «παράλληλο» και ίσως «ξεπερασμένο» σύμπαν που αφορά μόνο κάποιους και όχι όλους. Ποιος νέος άνθρωπος, για παράδειγμα, που δεν έχει προσδιοριστεί από την ιστορία των εσωτερικών αντιπαραθέσεων και των φετιχισμών της αριστεράς μπορεί να κατανοήσει το γεγονός της ύπαρξης δύο η και περισσότερων ταυτόχρονων διαδηλώσεων σε κρίσιμες στιγμές ή των δεκάδων οργανώσεων της αριστεράς. Και πόσο εύκολο είναι να το εξηγήσει κανείς χωρίς να καταφύγει σε όρους και λεκτικά σχήματα άγνωστά του και συχνά αντιπαραθετικά με το αίτημα της αποτελεσματικότητας της πρακτικής της αριστεράς.
Με την ίδια ειλικρινή διάθεση αυτοκριτικής πρέπει να δούμε και την οργανωτική σύνδεση της αριστεράς με τη νεολαία. Πόσο φυσιολογικό είναι άραγε, να ενταχθεί ένας/μια νέος/νέα στις κομματικές μας οργανώσεις, έτσι όπως αυτές λειτουργούν ; Για παράδειγμα, μια οργανωμένη καμπάνια για την υπεράσπιση ενός δημόσιου χώρου, φτιαγμένη με ζωντανό τρόπο, θα μπορούσε μα προσελκύσει νέους. Αλλά η ενσωμάτωση σε μια «οικογένεια» που μαζεύεται και συζητάει πολιτικά, είναι βέβαιο ότι δεν θα τους προκαλούσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γιατί αυτό αφορά την κουλτούρα μιας άλλης γενιάς, που μεγάλωσε σε καθεστώς πολιτικής απαγόρευσης και έζησε έντονα τις ιδεολογικές συγκρούσεις στο εσωτερικό της αριστεράς, ενώ οι σημερινοί νέοι βρίσκονται πολύ μακριά από αυτά τα βιώματα και αναπτύσσουν διαφορετικά ενδιαφέροντα.
Οφείλουμε λοιπόν να επερωτηθούμε ακόμα και για τις μορφές της οργανωτικής μας συγκρότησης, για τον τρόπο που λειτουργούν οι πολιτικές μας κινήσεις, για το περιεχόμενο της εσωκομματικής μας ζωής και λειτουργίας, αν θέλουμε να οργανώσουμε ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό με στόχο την οργανική σύνδεση του κόμματος με τις πλατιές μάζες της νεολαίας. Δε γίνεται να στεριώσει κανένας σχεδιασμός για το πως θα προσελκύσουμε τους νέους χωρίς αυτός να ξεκινά από το πως θα αλλάξουμε πρώτα τον εαυτό μας. Αλλιώς είναι σα να σχεδιάζουμε όχι το πώς θα κερδίσουμε τους νέους αλλά το πώς θα τους ξεγελάσουμε.
Τέλος, όσον αφορά την εκλογική τακτική του Συνασπισμού για την επαφή του με τους νέους ψηφοφόρους, αξίζει τον κόπο να επισημάνουμε ενδεικτικά ότι στις εκλογές του 2004 ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς ψηφίστηκε από το 2,9% των ψηφοφόρων ηλικίας 18-34 ετών, έναντι 4,8% των ψηφοφόρων 35-54 ετών και 2,0% των άνω των 55 ετών. Έτσι, παρόλο που καταγράφηκε αύξηση στην εκλογική μας διείσδυση στις νέες ηλικίες από το 2000 (τότε αντιστοιχούσε στο 2,4%), εξακολουθεί αυτή να κινείται λίγο χαμηλότερα από το γενικό ποσοστό του κόμματος. Ταυτόχρονα καταγράφεται μια χαλαρότερη σχέση των νέων με το κόμμα σε σύγκριση με αυτή των πολιτών μεγαλύτερων ηλικιών.
Όσο κι αν τα στοιχεία αυτά είναι αποσπασματικά και περιορισμένα, αρκούν για να καταδείξουν τόσο την χαμηλή (αλλά πάντως όχι απογοητευτική) εκλογική μας επίδοση όσο και την αδυναμία μας να απευθυνθούμε επί της ουσίας στους νέους, επηρεάζοντας με το λόγο, τη δράση και το παράδειγμά μας, τις επιλογές ζωής που κάνουν.
Σε παρόμοια συμπεράσματα είχε καταλήξει και η ΚΠΕ σε συνεδρίασή της το 2001, καθορίζοντας ταυτόχρονα ένα πρώτο πλαίσιο δράσης. Σήμερα έχει έρθει η ώρα να κάνουμε ένα βήμα πιο πέρα, αξιολογώντας θετικά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικές κινήσεις σ' αυτό τον τομέα και κυρίως ξανατέθηκε το ζήτημα των νέων στο επίκεντρο της προσοχής μας. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η πολιτική που αποφασίστηκε τότε (κινήσεις για την επανασύνδεση των ΠΚ με τους κοινωνικούς τους χώρους, ανάδειξη υπευθύνων νεολαίας και κεντρικός συντονισμός τους, ειδικός σχεδιασμός από τα Τμήματα κ.α.) δεν υλοποιήθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό.
Δυστυχώς δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές για τη διεύρυνση της απήχησης του λόγου του Συνασπισμού στους νέους και δεν αρκούν μεμονωμένες και αποσπασματικές παρεμβάσεις. Η επίτευξη του στόχου περνά αναγκαστικά μέσα από μια διαδικασία συνολικής αλλαγής και ποιοτικής αναβάθμισης του τρόπου λειτουργίας του κόμματος. Στην προσπάθειά μας αυτή ο ρόλος της Νεολαίας Συνασπισμού είναι πολύτιμος, καθώς αποτελεί τον βασικό χώρο οργανωτικής υποδοχής νέων ανθρώπων που προσεγγίζουν τον Συνασπισμό και τον χώρο σχεδιασμού και συντονισμού της πολιτικής παρέμβασης μας στους χώρους των νέων. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η προσέγγιση των νέων αποτελεί αποκλειστικά δική της ευθύνη.
Η Νεολαία Συνασπισμού είναι μια αυτόνομη οργάνωση που κινείται όμως στα γενικά πολιτικά και οργανωτικά πλαίσια του Συνασπισμού. Επάνω της αντανακλώνται όχι μόνο τα αποτελέσματα των δικών της προσπαθειών, αλλά και η εικόνα του κόμματος στην κοινωνία, η απήχηση και η επιρροή του. Και προφανώς δεν μπορούμε να απαιτούμε από τη Νεολαία Συνασπισμού -ιδίως στη σημερινή φάση- να είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την παρέμβαση του ΣΥΝ σε όλους του τομείς όπου εμπλέκονται νέοι: από την εκπαίδευση μέχρι την εργασία και από τον πολιτισμό μέχρι τα δικαιώματα. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με τη μετατροπή της σε ένα κόμμα Νεολαίας.
Αντίθετα, στόχος μας είναι, αξιοποιώντας την εμπειρία της Νεολαίας Συνασπισμού και σε συνεργασία μαζί της, να δημιουργήσουμε όχι μόνο μια οργάνωση Νεολαίας, αλλά και ένα κόμμα ελκτικό προς τους νέους το οποίο θα μιλά με σύγχρονο τρόπο για σύγχρονα ζητήματα, θα παρεμβαίνει δυναμικά σε όλα τα επίπεδα υπέρ των δικαιωμάτων των εκμεταλλευόμενων και θα μπορεί να τους εντάξει στις λειτουργίες του. Ένα τέτοιο κόμμα θα τροφοδοτούσε με τη δυναμική του οργανωτικά τη Νεολαία Συνασπισμού και θα μπορούσε να εντάξει με αποτελεσματικό τρόπο στις δικές του τάξεις νέους ανθρώπους που έχουν ήδη εμπειρία συμμετοχής στη Νεολαία Συνασπισμού ή σε άλλα πολιτικά και συνδικαλιστικά σχήματα.
Θα πρέπει πάντα στο σχεδιασμό μας να έχουμε κατά νου ότι ένας νέος άνθρωπος δεν θα γίνει αριστερός και δεν θα συνδεθεί με το Συνασπισμό απλώς επειδή θα προτείνουμε μια καλή πολιτική σε κάποιο επιμέρους «νεολαιίστικο» θέμα, αλλά γιατί έχουμε μια συνολική πρόταση, γιατί οι κινήσεις μας έχουν ιδεολογική συνοχή και καθορίζονται πρώτα και κύρια σύμφωνα με τις αρχές μας, ξεφεύγοντας έτσι από το συνηθισμένο πλαίσιο «αγοραπωλησίας» συνειδήσεων στο οποίο επιδίδεται η καθεστωτική πολιτική, ή ελαστικοποίησης αρχών, προκειμένου να διατηρηθούν καρέκλες, οφίτσια, θεσμικές εκπροσωπήσεις κλπ.
Έτσι λοιπόν, προκειμένου να αντιπαρατεθούμε με επάρκεια απέναντι στο κυρίαρχο σήμερα μοντέλο που θέλει τα κόμματα να αποτελούν στενά, «επαγγελματικά» επιτελεία πολιτικής παρέμβασης και να προωθήσουμε ένα πρότυπο κομματικής οργάνωσης που αντιμετωπίζει την πολιτική σαν μια καθημερινή διαδικασία που γίνεται παντού και την οποία οργανώνει μέσω της συμμετοχής των πολλών, θα πρέπει οι επιλογές μας να ανταποκρίνονται στο ρόλο που καλείται να παίξει ένα κόμμα της αριστεράς στις σημερινές συνθήκες. Μεταξύ άλλων ένα σύγχρονο συμμετοχικό κόμμα θα πρέπει:
Στην προσπάθεια να οικοδομήσουμε ένα τέτοιου τύπου κόμμα δεν πρέπει να αναπαραγάγουμε τα στερεότυπα του παρελθόντος (αντιπαράθεση στη βάση της κομματικής καταγωγής ή της συμμετοχής σε κάποια τάση κλπ). Αξίζει να λάβουμε υπ' όψιν ότι οι νέοι άνθρωποι που προσεγγίζουν σήμερα τον Συνασπισμό δεν κουβαλάνε τέτοιες ταυτότητες. Επιλέγουν σε μια δύσκολη εποχή, στην οποία η συλλογική παρέμβαση από τις γραμμές της αριστεράς δεν είναι ούτε ανάγκη, ούτε μόδα, να γίνουν αριστεροί και να ενταχθούν στον Συνασπισμό για όλο τον ιδεολογικό και πολιτικό πλούτο που φέρει. Η δική τους ταυτότητα δεν λέει ούτε ΚΚΕ, ούτε ΚΚΕεσ. Δεν λέει ούτε ΚΝΕ, ούτε Ρήγας. Λέει Συνασπισμός, λέει σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία, λέει μια νέα οργανική σχέση μεταξύ κόμματος και κινήματος.
Παράλληλα όμως με την ανάδειξη της νέας ταυτότητας της αριστεράς της εποχής μας, οφείλουμε να αντλούμε τη σκέψη και την έμπνευσή μας για τους αγώνες του σήμερα από τις λαμπρές παρακαταθήκες του αριστερού νεολαιίστικου κινήματος που αποτελούν αναπόσπαστο και αναπαλλοτρίωτο κομμάτι της ιστορικής μας προέλευσης.
Οι δικές μας οι ρίζες έρχονται από πολύ μακριά και πάνε πολύ μακριά. Δεν αποτελούμε ένα μεταμοντέρνο α-ιστορικό πολιτικό μόρφωμα αλλά είμαστε συνέχεια και εξέλιξη των ιστορικών πολιτικών υποκειμένων του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας, γι αυτό και τα βήματά μας στο χώρο της νεολαίας, επεκτείνουν τα χνάρια που άφησαν ανεξίτηλα οι μεγάλοι αγώνες της νεολαίας του τόπου μας για προκοπή και κοινωνική αλλαγή. Ανιχνεύουμε νέους δρόμους συνεχίζοντας τα χνάρια που άφησαν οι μεγάλες οργανώσεις νεολαίας του αριστερού κινήματος στη χώρα μας, από την ΟΚΝΕ, την ΕΠΟΝ και τη νεολαία Λαμπράκη ως το Ρήγα και την ΑντιΕΦΕΕ της αντιδιδακτορικής περιόδου αλλά και τις μεγάλες αριστερές οργανώσεις νεολαίας της μεταπολίτευσης.
Α. Η παρέμβαση σε ένα περιβάλλον όπως αυτό που περιγράψαμε απαιτεί σχεδιασμό μακράς διάρκειας, χωρίς άμεση πολιτική κεφαλαιοποίηση. Και τούτο διότι στο νέο περιβάλλον που δεν υπάρχουν συνεκτικές γραμμές που να ενώνουν τη σκέψη, το πολιτικό χάνεται από τον ορίζοντα. Προηγείται λοιπόν της πολιτικής ένταξης η δημιουργία τέτοιων αξόνων που θα επιτρέπουν στους νέους που απευθυνόμαστε να κάνουν μια σειρά από πρωτογενείς διακρίσεις αξιών και ιδεολογιών. Επομένως, η δράση του κόμματος στους νέους πρέπει να έχει και μια διάσταση μακροπρόθεσμης διαμόρφωσης συμβατότητας των δεκτών στο μήνυμα που εκπέμπουμε.
Β. Για να επιτύχουμε τη δημιουργία τέτοιων συνδετικών αξόνων στη σκέψη και τη δράση των νέων ανθρώπων θα πρέπει να δημιουργούμε πολώσεις που θα διαρρηγνύουν την επικρατούσα ομοιομορφία για να αναδυθούν οι πραγματικές διαχωριστικές γραμμές. Όταν κάποιος βρεθεί στο επίκεντρο μιας διένεξης εκ των πραγμάτων παίρνει θέση και μετά μπαίνει σε μια τροχιά υποστήριξής της. Αυτό αναδεικνύει συνδέσεις και διακρίσεις απαραίτητες για τη λήψη του δικού μας σήματος. Οι πολώσεις αυτές μπορούν να βασίζονται σε δυναμικές πρωτοβουλίες, σε ακτιβισμούς, σε σημειολογικά αντάρτικα, γενικότερα σε οτιδήποτε αναταράσσει το κοινωνικό και την αναπαράστασή του. Αρκεί η στόχευση να μην επιλέγεται μόνο με βάση τη δική μας αξιολόγηση, αλλά και του δέκτη που θέλουμε να διαμορφώσουμε.
Γ. Η ταχύτητα στη δράση είναι σημαντική γι' αυτό απαιτείται αποκεντρωμένη πρωτοβουλία και γρήγορος συντονισμός των εμπλεκομένων δυνάμεων. Αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με το δημοκρατικό τρόπο λήψης των αποφάσεων και ελέγχου καθώς δε μιλάμε για την πολιτική πρακτική του κόμματος· αναφερόμαστε στο ρόλο του ως κοινωνική δύναμη που δρα σε πολλά σημεία και επίπεδα και ο οποίος δεν απαιτεί τον άμεσο έλεγχο από τα κεντρικά πολιτικά εξουσιοδοτημένα όργανα. Πρόκειται άλλωστε για ένα μοντέλο λειτουργίας συμβατό, τόσο με την αντίληψή μας περί αυτονομίας των κινημάτων όσο και με τη βούληση μας οι Π.Κ. να λειτουργούν ως το «κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο».
Δ. Η ενίσχυση και η δημιουργία συλλογικοτήτων κάθε είδους, από το χώρο του πολιτισμού, του αθλητισμού, ως το χώρο των ειδικών ενδιαφερόντων (περιβάλλον, δικαιώματα, επιστήμη, κ.λ.π.) είναι σημαντική καθώς αυξάνουν το δημόσιο χώρο που είναι νευραλγικός για την αριστερά. Απαντούνε δε με ουσιαστικό τρόπο στην μοναξιά και την απομόνωση που επιβάλλεται στους νέους/ες από την κυρίαρχη ιδεολογία. Επίσης η ανάπτυξη θεματικών συλλογικοτήτων αυξάνει την ταχύτητα της παρέμβασης και την αποκεντρωμένη δράση. Βασικός αντίπαλος σε μια τέτοια κατεύθυνση είναι η αντίληψη ότι η ένταξη στο κόμμα εξαντλεί την κοινωνική συμμετοχή. Η συμμετοχή στο κόμμα θα πρέπει να συνδεθεί με τη δράση μέσα από ευρύτερες συλλογικότητες.
Η εξειδίκευση των παραπάνω αρχών σε συγκεκριμένους άξονες παρέμβασης, αποτελεί αρμοδιότητα του κάθε τομέα του κόμματος ξεχωριστά. Παρ' όλα αυτά ενδεικτικά αναφέρονται κάποιες πρώτες σκέψεις που μπορεί να αποτελέσουν την αφετηρία για μια συνολική αναβάθμιση των νεολαιίστικων ζητημάτων στην καθημερινή μας πολιτική ατζέντα.
Πρώτα απ' όλα πρέπει να αλλάξουμε οι ίδιοι για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις νέες διαφορετικές συνθήκες. Όσο η εσωκομματική μας ζωή παραμένει μια ανιαρή και πολλές φορές βαρετή ρουτίνα τόσο δε θα είναι ελκτική σε νέους ανθρώπους. Στο βαθμό που αυτό θα αλλάζει και θα γίνεται πιο ενδιαφέρουσα, πιο ευχάριστη και πιο δημιουργική, θα είναι πιο εύκολη και η επαφή μας με νέους ανθρώπους.
Η συμμετοχή στο κόμμα θα πρέπει να αποκτήσει πιο ουσιαστικό περιεχόμενο ενώ οι δομές του κόμματος θα πρέπει να επιτρέπουν σε καινούριους ανθρώπους να συνδιαμορφώνουν την πολιτική του.
Στην κατεύθυνση αυτή οι ΠΚ θα πρέπει να αναπτύξουν αυτόνομες τοπικές λειτουργίες, κλωνοποιώντας σε ένα βαθμό αυτές των κεντρικών οργάνων. Θα πρέπει να συζητούν τα μεγάλα θέματα όχι μόνο υπό την πίεση της λήψης αποφάσεων αλλά και σε ανύποπτο χρόνο, θα πρέπει να αναθέτουν σε μέλη τους το ρόλο του εισηγητή στις συνελεύσεις, να σχεδιάζουν οι ίδιες την πολιτική τους παρέμβαση στο χώρο τους, αξιοποιώντας και νέες πρακτικές (π.χ. ίντερνετ, οπτικκά μέσα κ.λ.π.).
Ο επανασχεδιασμός των δραστηριοτήτων των ΠΚ σε θεματικούς κύκλους, αφήνοντας για τον γραμματέα έναν συντονιστικό μόνο ρόλο, μπορεί να διευκολύνει την αξιοποίησή των υπαρχόντων, αλλά και να αποτελέσει κίνητρο για τη συμμετοχή νέων ανθρώπων που σήμερα αισθάνονται ότι με την ένταξή τους στο κόμμα περισσότερο καλούνται να ακούνε, παρά να ακούγονται.
Τα κεντρικά όργανα του κόμματος και ιδίως τα Τμήματα της ΚΠΕ θα πρέπει επίσης να εντάξουν όλο τον προηγούμενο προβληματισμό στις λειτουργίες τους, σχεδιάζοντας πολιτικές παρεμβάσεις σε ζητήματα που αφορούν τους νέους και αναβαθμίζοντας τις λειτουργίες τους.
Τέλος θα πρέπει να αναβαθμιστεί η δουλειά των τμημάτων της ΚΠΕ ώστε να αυξήσουν τον όγκο και την ποιότητα της δουλειάς τους αξιοποιώντας και νέους συντρόφους, πέρα από τα επαγγελματικά στελέχη του κόμματος. Παράλληλα να προγραμματίσουμε σε επόμενη ΚΠΕ, τη παρουσίαση εφ' όλης της ύλης προγραμματισμού των τμημάτων για τη νέα χρονιά, θέτοντας σε ξεχωριστή προτεραιότητα ζητήματα, δράσεις και προτάσεις που αφορούν τη νεολαία.
Οι τεκταινόμενες αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στον τομέα της εργασίας είναι φανερό ότι αφορούν περισσότερο από κάθε άλλη κοινωνική κατηγορία, τη νεολαία. Η πλειονότητα των εργαζόμενων σε επισφαλείς και ελαστικές θέσεις εργασίας είναι νέοι. Η πλειονότητα των πωλητών/τριών σε μεγάλα ή μικρά εμπορικά καταστήματα, σε εξωτερικές δουλειές (κούριερ, ντελίβερι κ.λ.π), όσων αποτελούν το επιστημονικό προλεταριάτο, όσων είναι συμβασιούχοι ή εργάζονται part time, είναι νέοι. Από τους επίσημα καταγεγραμμένους 235.026 μακροχρόνια άνεργους, οι 110.792 (δηλαδή ποσοστό 47,14%) είναι νέοι κάτω των 30 χρόνων.
Θα πρέπει το επόμενο διάστημα να προσανατολίσουμε τη δράση, τις πολιτικές μας πρωτοβουλίες και τον πολιτικό μας λόγο στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι εργαζόμενοι, στο μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας των νέων. Να προωθήσουμε την ανάπτυξη βασικών μορφών οργάνωσης που να απαντούν στις ανάγκες και συνάδουν με τη μορφή των νέων εργασιακών συνθηκών, ακόμη κι αν διαφοροποιούνται από το παραδοσιακό μοντέλο. Έτσι, θα πρέπει να στηρίξουμε όχι μόνο πολιτικά., αλλά και υλικά, συντρόφους που δραστηριοποιούνται σε δύσκολους χώρους διακινδυνεύοντας ακόμη και την εργασία τους και να συμβάλουμε στη δημιουργία δομών που επιδιώκουν να απαντούν σε πρακτικά προβλήματα (π.χ. ταμείο αλληλεγγύης για ανέργους, γρήγορη διοχέτευση απολυμένων σε άλλη εργασία κλπ). Τέτοιες συλλογικότητες οικοδομούν το αίσθημα της αλληλεγγύης και της κοινής μοίρας, καθώς καθίστανται αποτελεσματικές στα άμεσα προβλήματα.
Την ίδια ώρα στη φαρέτρα των παρεμβάσεων μας θα πρέπει να περιλαμβάνονται και δυναμικές ενέργειες (ακόμη κι αν με το σημερινό ή το αυριανό θεσμικό πλαίσιο έχουν παράνομο χαρακτήρα) ως απάντηση στην εργοδοτική αυθαιρεσία και τρομοκρατία για την ενίσχυση του ηθικού και της αυτοεκτίμησης των εργαζομένων.
Τέλος, θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια ευέλικτη πολιτική. Να στηρίζουμε την ένταξη των νέων στα παραδοσιακά συνδικάτα, προσπαθώντας να τα κάνουμε περισσότερο μάχιμα, διεκδικητικά και ριζοσπαστικά, ασκώντας έντονη κριτική στη γραφειοκρατική συνδικαλιστική ηγεσία.. Παράλληλα όμως να στηρίζουμε την ίδρυση καινούριων, όπου οι συνθήκες εργασίας το απαιτούν (π.χ. σε διάφορους κλάδους που εξ αντικειμένου απευθύνονται κυρίως σε νέους εργαζόμενους). Στόχος μας πρέπει να είναι η συμμετοχή των δυνάμεων μας σ' αυτά, η ανάπτυξη και διεύρυνση τους, και η οργανική σύνδεσή τους με το υπόλοιπο εργατικό κίνημα. Αντίστοιχη πρέπει να είναι η στάση μας και απέναντι σε εργατικά σωματεία που κάνουν την εμφάνισή τους σε καινούριους κλάδους της οικονομίας.
Ο χώρος της εκπαίδευσης αποτελεί το κατεξοχήν πεδίο στο οποίο δραστηριοποιείται η Νεολαία Συνασπισμού με αξιόλογα αποτελέσματα, αλλά και έναν χώρο στον οποίο ο Συνασπισμός έχει σημαντική για τα μεγέθη του επιρροή. Πέρα, όμως, από την κεντρική στήριξη και προβολή των προτάσεών μας για μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση (με άξονες: ισότητα ευκαιριών στη μόρφωση, αλλαγή του περιεχομένου της μόρφωσης, ελεύθερη πρόσβαση, βελτίωση των σχολείων, προστασία του δημόσιου πανεπιστημίου κ.λπ.) απαιτείται και η οργάνωση άμεσων παρεμβάσεων σε τομείς όπου σήμερα δεν το κάνουμε.
Σ' αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες αντιρατσιστικών παρεμβάσεων, ενίσχυσης και αναβάθμισης των δημοκρατικών λειτουργιών, ουσιαστικής λειτουργίας των μαθητικών κοινοτήτων, στήριξης ριζοσπαστικών προσεγγίσεων σε θέματα περιβάλλοντος, πολιτισμού και αθλητισμού, δυναμικής, διεκδικητικής συμμετοχής σε τομείς του εκπαιδευτικού και του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Στο αμέσως επόμενο διάστημα θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την ανάδειξη στους χώρους της εκπαίδευσης, αλλά και γενικότερα στην ελληνική κοινωνία, των θέσεων και των προτάσεων του Συνασπισμού για τη ριζοσπαστική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος στην κατεύθυνση της ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών για μόρφωση, με γνώμονα ότι η γνώση είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, ενώ η πρόσβαση σ' αυτήν αναφαίρετο δικαίωμα όλων των πολιτών.
Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να εξειδικεύσουμε το όραμά μας για ένα άλλο σχολείο, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας μέσα από την παρουσίαση συγκεκριμένων προτάσεων για τη μεταρρύθμισή του, που θα ακουμπούν στις αγωνίες και στις ανάγκες της κοινωνίας, από τη πρότασή μας για το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ ως τις προτάσεις μας για την εξάλειψη της μαθητικής διαρροής και τη δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, για την άρση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, για την αναβάθμιση των συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών και την κατάργηση του καθεστώτος ομηρίας των συμβασιούχων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δώσουμε στο αίτημα για αναστολή της διάταξης του βαθμολογικού ορίου βάσης στις εισαγωγικές εξετάσεις, που ως άμεσο αποτέλεσμα θα έχει τη ραγδαία μείωση των εισακτέων στη τριτοβάθμια εκπαίδευση και τη γιγάντωση της παραπαιδείας.
Η πρότασή μας για την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να αποτελέσει μια πρώτη ευκαιρία ολομέτωπης αντεπίθεσης στο χώρο της εκπαίδευσης. Και αυτό θα πρέπει να σχεδιαστεί με ειδική καμπάνια, που θα αφορά τόσο τους τρόπους διάδοσης της πρότασής μας στους μαζικούς εκπαιδευτικούς χώρους (σχολεία, πανεπιστήμια, κ.λπ.), ώστε να αποτελέσει αντικείμενο πάλης και διεκδίκησης του ίδιου του εκπαιδευτικού κινήματος, όσο και τις πρωτοβουλίες που θα πάρουμε σε κεντρικό επίπεδο.
Βασικοί άξονες της πρότασής μας, που πολύ σύντομα θα επεξεργαστεί η ΚΠΕ, θα είναι οι εξής :
Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει ειδικός σχεδιασμός, σε συνεργασία με τη Νεολαία Συνασπισμού, για τη στήριξη της μαθητικής συλλογικότητας «Μαθητές έξω απ' την τάξη» και κυρίως για την ανάπτυξη της παρέμβασής μας στους χώρους των Νυχτερινών Λυκείων, που συνδυάζουν στοιχεία από το χώρο της εκπαίδευσης και της εργασίας.
Οι νέοι αποτελούν μια κοινωνική κατηγορία της οποίας τα δικαιώματα πλήττονται σήμερα έντονα. Θεσμοθετημένες από το παρελθόν κοινωνικές ενισχύσεις (όπως πχ τα φοιτητικά εισιτήρια) συρρικνώνονται, ενώ ταυτόχρονα η αύξηση της επιτήρησης και της αστυνόμευσης πλήττει πρώτα και κύρια τον τρόπο ζωής τους (που λόγω ηλικίας, αλλά και οικονομικής κατάστασης είναι προσανατολισμένος προς το δημόσιο χώρο) και ειδικά όσους διαφοροποιούνται από τα κυρίαρχα πρότυπα. Συχνά μάλιστα οι νέοι πέφτουν θύματα κατάχρησης εξουσίας από την πλευρά των σωμάτων ασφαλείας στη βάση της ηλικίας, της εμφάνισης, του τρόπου ζωής ή της οικονομικής τους κατάστασης.
Ο αγώνας για την αλλαγή αυτής της πραγματικότητας αποτελεί προφανώς υποχρέωση μιας αριστερής πολιτικής δύναμης. Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να συγκλίνουν τόσο συγκεκριμένες προτάσεις για θεσμικές αλλαγές, όσο και η συνεχής μάχη εναντίον συντηρητικών αντιλήψεων που διευρύνουν την απήχησή τους ακόμη και στο εσωτερικό της αριστεράς. Η ιδεολογική αντιπαράθεση με συντηρητικούς θεσμούς όπως η εκκλησία και ο στρατός, η συνολική υιοθέτηση ενός αντιεθνικιστικού λόγου (και όχι μόνο όταν μιλάμε για τον «εθνικισμό»), η σύγκρουση με τις λογικές της προώθησης συντηρητικών αξιών όπως η ασφάλεια, η πειθαρχία και η αποδοχή της ιεραρχίας, αποκτούν σήμερα καθοριστική σημασία όχι μόνο για την υπεράσπιση μιας ανοιχτής, πλουραλιστικής κοινωνίας, αλλά και για την αναστροφή της τάσης απαξίωσης αυτού καθαυτού του λόγου της αριστεράς.
Αντίστοιχης σημασίας είναι και η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί για την ανάπτυξη ενός ισχυρού κοινωνικού υποστρώματος της αριστερά στην Ελλάδα, μέσα από τη στήριξη κάθε λογής συλλογικοτήτων που επιδιώκουν να παρέμβουν σε επιμέρους πτυχές του κοινωνικού πεδίου. Μια τέτοια ισχυρή «κοινωνική αριστερά» που δεν θα συγκροτηθεί σε αντιπαράθεση με την παραδοσιακή «πολιτική αριστερά», αλλά συμπληρωματικά προς αυτή, μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο χώρο πολιτικοποίησης νέων ανθρώπων, αναπαραγωγής και διεύρυνσης της απήχησης προοδευτικών αξιών, προώθησης κουλτούρας συλλογικής δράσης και συμμετοχής, αλλάζοντας δραστικά τα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα. Η δημιουργία, για παράδειγμα, σε διάφορες περιοχές, «σχολείων μεταναστών» με ευθύνη των ΠΚ, εκτός από αυτή καθεαυτή την σημασία της θα επέτρεπε την αξιοποίηση μελών και φίλων του κόμματος και την προσέγγιση νέων, Ελλήνων και μεταναστών.
Σημαντικό εργαλείο σ' αυτή την κατεύθυνση μπορεί να αποτελέσει η συγκυρία της διοργάνωσης του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Αθήνα το 2006. Το οργανωτικό βάρος, βέβαια, του ΕΚΦ είναι μεγάλο για όσους εμπλέκονται ενεργά στη διοργάνωσή του, οι υπόλοιπες δυνάμεις, όμως, του ΣΥΝ, τα μέλη και τα στελέχη του σε όλη την Ελλάδα, θα συμβάλουν τα μέγιστα αν δεν περιοριστούν απλώς σε έναν διεκπεραιωτικό ρόλο, αλλά αν προωθήσουν ουσιαστικά την δημιουργία, ανάπτυξη και δικτύωση κοινωνικών οργανώσεων σε κάθε χώρο.
Για το συντονισμό αυτής της προσπάθειας κάθε τομέας του κόμματος θα πρέπει να εντάξει στον προγραμματισμό του κινήσεις που να αποσκοπούν στην επαφή και τη συμμετοχή των μελών μας σε κοινωνικές συλλογικότητες και ακόμη και στην δημιουργία τους εκεί που δεν υπάρχουν. Είναι αυτονόητο ότι κάθε τέτοια προσπάθεια γίνεται με σεβασμό στην αυτονομία των κινημάτων και με γνώμονα όχι μικροπολιτικά οφέλη, αλλά τα συνολικά οφέλη που θα προκύψουν για την αριστερά από την ανάδυση μιας ισχυρής κοινωνικής συνιστώσας της.
Η τοπική αυτοδιοίκηση αποτελεί έναν σημαντικό τομέα επαφής με τη νεολαία, ιδιαίτερα στις πόλεις της περιφέρειας, όπου δημιουργούνται πιο ολοκληρωμένες και ισχυρότερες τοπικές ταυτότητες. Στην κατεύθυνση αυτή μπορούν να αξιοποιηθούν οι προτάσεις που κατατέθηκαν στην προηγούμενη ΚΠΕ για την παρέμβαση των δημοτικών μας σχημάτων σε ζητήματα που αφορούν τους νέους.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι η δημιουργία «ομάδας νέων» στο πλαίσιο κάθε δημοτικής κίνησης. Στις ομάδες αυτές θα κληθούν να συμμετάσχουν νέοι και νέες που κινούνται στον ιδεολογικό χώρο της δημοτικής κίνησης προκειμένου να σχεδιάσουν και να προτείνουν την πολιτική της κίνησης σε νεολαιίστικα ζητήματα.
Για να έχει αποτελέσματα μια τέτοια προσπάθεια, όμως, και να μην ακυρωθεί στην πράξη, θα πρέπει να συνοδεύεται από μια σταθερή και συλλογική λειτουργία της δημοτικής κίνησης πριν και μετά τις εκλογές, κατά την οποία θα αποφασίζεται η στάση της στα διάφορα ζητήματα, καθώς και από τη λειτουργία των δημοτικών συμβούλων ως αντιπροσώπων της στο δημοτικό συμβούλιο και όχι ως αυτονομημένων στελεχών.
Ο χώρος του πολιτισμού αποτελεί προνομιακό πεδίο δράσης για τη δική μας αριστερά. Σε αυτόν το χώρο, όπως προαναφέραμε, αναδύονται κατά καιρούς πολύ ενδιαφέροντα ρεύματα κριτικής και αμφισβήτησης στην κυρίαρχη ιδεολογία καθώς και συλλογικότητες νέων ανθρώπων που αποτελούν κύτταρα όσμωσης και διάδοσης των απελευθερετικών οραμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Παράλληλα, ιδιαίτερη σημαντικό, για την επαφή μας με τις πλατιές μάζες της νεολαίας, είναι να αποκτήσουμε διακριτό στίγμα πολιτισμικής αναφοράς (είτε αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο διασκέδασης και ντυσίματος είτε με τα ευρύτερα ενδιαφέροντα που καλλιεργούν οι νέοι και οι νέες που εντάσσονται στις οργανώσεις μας). Να ανοίξουμε τα γραφεία μας για πολιτιστικές εκδηλώσεις. Να ανοιχτούμε σε ομάδες νέων καλλιτεχνών και δημιουργών. Να δημιουργήσουμε παράλληλα δίκτυα νέων που θα παρεμβαίνουν στα πολιτιστικά δρώμενα.
Τέλος, αξίζει τον κόπο να διερευνήσουμε τις δυνατότητες για δημιουργία και στήριξη πολιτιστικών στεκιών νεολαίας στις μεγάλες πόλεις, με στόχο την ανάδειξη και στήριξη της εναλλακτικής πολιτισμικής δημιουργίας των νέων. Μια τέτοια προσπάθεια θα έχει ως αποτέλεσμα το «άνοιγμά μας» σε νέους δημιουργούς και καλλιτέχνες και τη δημιουργία νεανικών πολιτιστικών συλλογικοτήτων, που θα δρούν παράλληλα με τη Νεολαία ΣΥΝ, θα είναι σαφώς ευρύτερες από αυτήν αλλά θα πλαισιώνουν τις δράσεις της, θα στηρίζουν τα φεστιβάλ της, θα αποτελεί σημείο αναφοράς για τη φυσιογνωμία της.
Είναι κοινός τόπος ότι τα ΜΜΕ, και ιδίως η τηλεόραση, κυριαρχούν σε τέτοιο βαθμό σήμερα στους τομείς της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, ώστε ο,τιδήποτε κινείται έξω από το πλαίσιο που θέτουν να οδηγείται σε εξαφάνιση. Ακόμη και τα πιο «ποιοτικά» ή «έγκυρα» από τα εμπορικά ΜΜΕ προωθούν με τις επιλογές και τον τρόπο λειτουργίας τους την αποπολιτικοποίηση, την απάθεια, την απαξίωση της συμμετοχής, την κουλτούρα της κατανάλωσης, τον ατομισμό, την ενιαία σκέψη, τον αυταρχισμό. Ορίζουν προνομιακά τους τρόπους ψυχαγωγίας, δημιουργώντας ταυτόχρονα μια ψευδαίσθηση πλουραλισμού, καθορίζουν το επίπεδο και το ύφος της ενημέρωσης, ανεβάζουν ή κατεβάζουν δημοτικότητες πολιτικών, εκλέγουν ακόμη και βουλευτές. Αντίστοιχη, φυσικά, είναι η κατάσταση στο ραδιόφωνο και στον τύπο.
Τα ΜΜΕ, όμως, αποτελούν στοιχείο των σύγχρονων καιρών και κανείς δεν μπορεί ούτε να εύχεται, ούτε να ελπίζει ότι θα εξαφανιστούν· θα αλλάζουν χαρακτηριστικά, στο βαθμό που θα αλλάζει και η κοινωνία στην οποία λειτουργούν. Την ίδια ώρα όμως είναι σαφές ότι θα βρίσκονται απέναντι σε κάθε προσπάθεια μιας τέτοιας αλλαγής, αφού ουσιαστικά περιορίζει την κυριαρχία τους, αλλά και την κυριαρχία οικονομικών συμφερόντων με τα οποία συνδέονται στενά.
Η μάχη, λοιπόν, δεν είναι εύκολη και πρέπει να δοθεί σε πολλά επίπεδα. Οφείλουμε να αναδείξουμε σε πρώτη προτεραιότητα το μέτωπο μας ενάντια στην ιδεολογική κυριαρχία της υποκουλτούρας και των συντηρητικών αξιών για τη ζωή που επιβάλουν τα ΜΜΕ στη συνείδηση της νεολαίας. Η λύση δεν είναι να βρεθεί κάποια «ανεξάρτητη» η «εξαρτημένη» αρχή που θα ασκεί λογοκρισία. Ο στόχος είναι να αναιρεθούν τα ασφυκτικά όρια που θέτει σήμερα η αγορά στην ενημερωτική και ψυχαγωγική λειτουργία των ΜΜΕ. Στόχος είναι να περιοριστεί η ασυδοσία των εμπορικών ΜΜΕ, να διευρυνθεί η επιρροή και η εγκυρότητα των ΜΜΕ που παρέχουν εναλλακτική ενημέρωση, να δημιουργηθούν εναλλακτικά δίκτυα πληροφόρησης των πολιτών.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έγιναν πολύ σημαντικά βήματα, στη κατεύθυνση της ανασυγκρότησης της Νεολαίας Συνασπισμού. Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι η Νεολαία Συνασπισμού κατάφερε να ξεπεράσει με επιτυχία τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στην περίοδο πριν το 2ο συνέδριό της, κατάφερε να ανασυγκροτήσει την παρουσία και τη δράση της και σήμερα μπορούμε να πούμε με ότι είναι μια υπαρκτή νεολαιίστικη οργάνωση, ότι αποτελεί μια διακριτή για τις καινοτόμες ιδέες της και τη ριζοσπαστική της δράση, δύναμη μέσα στο νεολαιίστικο κίνημα.
Η βοήθεια του Κόμματος σε αυτό το κρίσιμο διάστημα υπήρξε καθοριστική όσο, όμως, καθοριστική υπήρξε και η αδράνειά του όλο το προηγούμενο διάστημα, που είχε ως αποτέλεσμα την οργανωτική καχεξία της ΕΑΝ και το χάσιμο πολύτιμου χρόνου και πολύτιμου εδάφους στις γραμμές του νεολαιίστικου κινήματος.
Σήμερα μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι από τη δράση και την έγκαιρη συμμετοχή της Νεολαίας Συνασπισμού στο διεθνές κίνημα για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση, από τη συμμετοχή της στις διεργασίες του Ελληνικού, του Ευρωπαικού και του Παγκόσμιου Κοινωνικού φόρουμ, από την ενεργό της παρουσία στο αντιπολεμικό κίνημα, από την αδιάκοπη δραστηριοποίηση της σε ζητήματα δικαιωμάτων, δημοκρατίας και οικολογικής ευαισθησίας.
Από την άλλη πλευρά όμως, όσο κι αν τα τελευταία χρόνια οι νέοι μας σύντροφοι καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες για την οργανωτική ανασυγκρότηση της Νεολαία Συνασπισμού, η παρουσία της οργάνωσης στους μαζικούς χώρους της εκπαίδευσης παραμένει κατώτερη των προσδοκιών και των δυνατοτήτων, ενώ είναι ιδιαίτερα ισχνή στο χώρο των νέων εργαζομένων, των νέων αγροτών, των νέων σπουδαστών σε ΤΕΕ και ΙΕΚ.
Ταυτόχρονα, είναι εμφανής η αδυναμία της οργάνωσης να ξεφύγει από την επικέντρωση των δραστηριοτήτων της στους χώρους της εκπαίδευσης, να αποκτήσει μια πιο συνολική επαφή με τα καθημερινά προβλήματα της πλειοψηφίας των νέων, να ασχολείται πέρα από τον ακτιβισμό των κινημάτων και με τη δράση πάνω στο πρόβλημα και ιδίως στους χώρους όπου εντείνεται η επίθεση του νεοφιλελευθερισμού.
Για να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις οργανωτικές και πολιτικές της αδυναμίες η Νεολαία Συνασπισμού, χρειάζεται πρώτα απ' όλα την ολόπλευρη στήριξη του Κόμματος, πράγμα που παρά τις προθέσεις και τις εξαγγελίες δεν έχει μέχρι τώρα πραγματοποιηθεί στο βαθμό των δυνατοτήτων μας.
Η οργανωτική στήριξη που ο ΣΥΝ παρέχει στη Νεολαία Συνασπισμού είναι κατώτερη των προσδοκιών. Οι Π.Κ. δεν έχουν ακόμα ασχοληθεί σοβαρά με την αδυναμία τους να στήσουν οργανώσεις της Νεολαίας Συνασπισμού στο χώρο τους, δεν ασχολούνται με τη συλλογή «επαφών» για τη σπουδάζουσα, δεν έχουν ορίσει υπευθύνους για τη δουλειά στη νεολαία.
Τα περισσότερα τμήματα δεν έχουν εξειδικεύσει τη δουλειά τους πάνω στα νεολαιίστικα προβλήματα ή σε θέματα που με την ευρύτερη έννοια απασχολούν τους νέους. Το Οργανωτικό Γραφείο δεν έχει ορίσει ειδικό τομέα για την παρακολούθηση της δουλειάς των Ν.Ε και των Π.Κ. στο χώρο της νεολαίας. Η ΚΠΕ ασχολείται αποσπασματικά με τα προβλήματα των νέων, χωρίς ειδική μέριμνα για την ανάδειξη ενός πιο συγκροτημένου σύγχρονου και ριζοσπαστικού πολιτικού λόγου πάνω σε αυτά. Η ΠΓ δεν ελέγχει σε μόνιμη βάση τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την ενίσχυση της οργανωτικής και πολιτικής μας στήριξης στη Νεολαία Συνασπισμού.
Την ίδια στιγμή η ιδεολογικοπολιτική στήριξη στους νέους μας συντρόφους -αν εξαιρέσει κανείς ορισμένα σεμινάρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς- είναι ιδιαίτερα ισχνή.
Για να αλλάξουμε αυτή τη κατάσταση δεν αρκούν γενικές εξαγγελίες. Απαιτούνται συγκεκριμένες αποφάσεις και διαρκής έλεγχος της δουλειάς μας. Πιο συγκεκριμένα, στο επόμενο διάστημα, πρέπει:
Να δημιουργηθεί ειδικός τομέας στο Οργανωτικό Γραφείο με την προσθήκη επιπλέον συντρόφων και με ευθύνη τη παρακολούθηση σε συνεργασία με τον οργανωτικό γραμματέα της Νεολαία Συνασπισμού, της δουλειάς των οργανώσεών μας στο χώρο της νεολαίας.
Να στηριχτεί ολόπλευρα και σε όσες περισσότερες περιοχές είναι δυνατό το φεστιβάλ της Νεολαία Συνασπισμού
Να στηριχθεί η ιδεολογική κατάρτιση των μελών και στελεχών της Νεολαίας Συνασπισμού, με την πραγματοποίηση σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, κύκλων σεμιναρίων σε σχετικά ζητήματα.
Να στηριχθεί η προσπάθεια της Νεολαία Συνασπισμού για τη δημιουργία πολιτιστικών στεκιών στις μεγάλες πόλεις. Η δημιουργία ενός πολιτιστικού δικτύου νέων δημιουργών να αποτελέσει προτεραιότητα στο επόμενο διάστημα.
Να οργανωθούν ειδικές συνεδριάσεις των Π.Κ. για τη δουλειά μας στη νεολαία και ειδικά στις οργανώσεις των εκπαιδευτικών, με τη συμμετοχή μελών του Κ.Σ. της Νεολαίας ΣΥΝ.
Να οργανωθεί, στο επόμενο τρίμηνο, κοινή πανελλαδική συνδιάσκεψη των συνδικαλιστικών σχημάτων της εκπαίδευσης, στα οποία συμμετέχουν οι δυνάμεις του ΣΥΝ και της Νεολαίας ΣΥΝ.
Να αξιοποιηθεί η έναρξη της λειτουργίας του Ρ/Σ για την άμεση και μαζική επικοινωνία μας με χιλιάδες νέες και νέους που ακούνε ραδιόφωνο (δηλαδή να δώσουμε ιδιαίτερο βάρος στο νεανικό και σύγχρονο περιεχόμενο του Ρ/Σ)
Να στηριχθεί, με όλες μας τις δυνάμεις, η προσπάθεια μαζικής συμμετοχής και παρουσίας χιλιάδων νέων στις εργασίες του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ, τον προσεχή Απρίλιο στην Αθήνα.
Να ενισχυθούν οι δράσεις ακτιβισμού πάνω σε επίκαιρα προβλήματα, να οργανώνουμε τις παρεμβάσεις μας στο τρίπτυχο:
Στο παραπάνω πλαίσιο, η ΚΠΕ του ΣΥΝ, αποφάσισε να κηρύξει το χρονικό διάστημα, με αφετηρία το κεντρικό φεστιβάλ της Νεολαίας ΣΥΝ (30/9 ως 2/10) και κορύφωση το 4ο Συνέδριο της Οργάνωσης (3/11 ως 6/11), ως μήνα δράσης του Κόμματος αφιερωμένο στα προβλήματα της νεολαίας.