Ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας αντιμετωπίζονται για μια ακόμα φορά οι δημόσιοι υπάλληλοι και εκπαιδευτικοί που θέτουν υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές. Εξαιτίας αναχρονιστικών νομοθετικών ρυθμίσεων και μιας νοοτροπίας που, δυστυχώς, διατηρείται αναλλοίωτη 33 χρόνια μετά την πτώση της Χούντας, συναντούν σοβαρά εμπόδια, που τους αποτρέπουν να διεκδικήσουν την ψήφο τω πολιτών, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η αντιπροσώπευση ενός μεγάλου μέρους πολιτών από τη Βουλή.
Συγκεκριμένα, βάσει του Π.Δ. 96/2007 (άρθρο 30), οι υποψήφιοι στις εκλογές π.χ. εκπαιδευτικοί υποχρεώνονται να παραιτηθούν από την εργασία τους, αφού η άσκηση του εκπαιδευτικού λειτουργήματος στην Πρωτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση συνιστά «κώλυμα εκλογιμότητας»! Στο διάστημα αυτό όχι μόνο στερούνται το μισθό τους, αλλά και ο χρόνος αυτός δεν υπολογίζεται στη συνταξιοδότησή τους, αν και καταβάλλουν κανονικά τις ασφαλιστικές εισφορές τους. Επιπλέον υποχρεώνονται να παραιτηθούν από την οργανική τους θέση για το διάστημα της προεκλογικής περιόδου και επανέρχονται σε αυτή, εφόσον παραμένει κενή. Έτσι, η εκλογική νομοθεσία λειτουργεί τιμωρητικά για όσους εκπαιδευτικούς – Δημοσίους Υπαλλήλους αποφασίζουν να θέσουν υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές.
Υπενθυμίζουμε ότι βασικό αίτημα του Δημοσιοϋπαλληλικού Κινήματος ήταν και παραμένει η ισότιμη μεταχείριση όλων των Δημόσιων Υπαλλήλων με τους συναδέλφους/-ισσες στον ιδιωτικό τομέα ως βασική αρχή για τη δημοκρατική λειτουργία της Πολιτείας και την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των πολιτών.
Καλούμε την ΑΔΕΔY, τη ΓΣΕΕ, όλο το συνδικαλιστικό κίνημα να απαιτήσουν την άρση κάθε νομικού κωλύματος στη συμμετοχή των Δημοσίων Υπαλλήλων στις επικείμενες εκλογές. Καλούμε τα κόμματα να λάβουν θέση απέναντι στο ζήτημα αυτό και να δεσμευθούν ότι στη νέα Βουλή θα νομοθετήσουν την απόδοση πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων στους Δημόσιους Υπαλλήλους.