'Aρχισε σήμερα η διήμερη συνεδρίαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ με θέμα «εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τα αποτελέσματα των εκλογών τις 16ης Σεπτεμβρίου 2007 και το νέο πολιτικό σκηνικό», με ομιλία του Προέδρου Αλ. Αλαβάνου και εισήγηση του Γραμματέα της ΚΠΕ Ν. Χουντή.
Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
«Το πρώτο που θέλω να πω είναι ότι το καλύτερο μέτρο του εκλογικού αποτελέσματος είναι το συναίσθημά μας. Και νομίζω ότι όλοι είδαμε αυτό το αποτέλεσμα με χαρά, με αισιοδοξία, με αίσθηση πλατειών οριζόντων, και αυτό ήταν το στοιχείο το οποίο χαρακτήριζε τις τελευταίες μέρες και εβδομάδες της προεκλογικής περιόδου. Ήταν κάτι αρκετά διαφορετικό από μέρες αγωνίας που έχουμε ζήσει άλλες φορές. Το συναίσθημα αυτό της χαράς και της επιτυχίας, μαζί με έναν προβληματισμό που έχουμε, φυσικά, σε σχέση με άλλες πλευρές του εκλογικού αποτελέσματος, με την ανάδειξη της κυβέρνησης της ΝΔ, αλλά και με τη συναίσθηση ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος των πολιτών που μας εμπιστεύθηκαν αυτή τη φορά μας δίνει μια ψήφο η οποία είναι μια ψήφος δοκιμής.
Θα σταθώ σε μερικές πλευρές για την πολιτική μας που τίθενται από το νέο τοπίο που διαμορφώθηκε. Πριν από αυτό όμως θέλω να τονίσω δύο χαρακτηριστικά που πιστεύω ότι οδήγησαν σε αυτό το πολύ καλό αποτέλεσμα. Το ένα είναι ότι λειτουργήσαμε ως ομάδα, σε όλη αυτή τη διάρκεια, με στήριξη από όλους μας της πολιτικής γραμμής την οποία ακολούθησε ο Συνασπισμός αλλά και το σχήμα του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Λειτουργήσαμε ως ομάδα στην ηγεσία του κόμματος, ως ομάδα με τους εταίρους και συντρόφους μας στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ως ομάδα στις πολιτικές κινήσεις, ως ομάδα σε όσους εθελοντικά ήρθαν και μας πλησίασαν, χωρίς να ωραιοποιώ βέβαια καταστάσεις που υπάρχουν σε σχέση με την εκλογή των συγκεκριμένων βουλευτών. Αλλά αυτό το στοιχείο της ομάδας, το οποίο δεν είναι μόνο μια πρακτική πολιτική, είναι και μια ηθική στάση. Το στοιχείο της αλληλεγγύης, εφόσον το κρατήσουμε και το ενσωματώσουμε πια στην πολιτική μας κουλτούρα, πιστεύω ότι θα δώσει νέες δυνατότητες στο κόμμα μας.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι στην πολιτική μας υπήρχε αυτό που άλλοι λένε ότι ήταν ένα στοιχείο διακινδύνευσης. Στην πραγματικότητα δεν είναι στοιχείο διακινδύνευσης, αλλά είναι η άρνησή μας να δεχτούμε μια στερεότυπη θέση που μας επιφυλάσσουν, όπως για παράδειγμα ότι θα δίναμε πάλι τη φοβερή μάχη μπας και καταφέρουμε να μπούμε στη Βουλή. Εμείς αρνηθήκαμε αυτά τα στερεότυπα και φτάσαμε να πούμε ότι δεν θέλουμε ψήφο ελεημοσύνης. Αν είναι να μπούμε στη Βουλή μόνο για να ακούγονται οι ωραίες κουβέντες μας, ας μην μας ψηφίσουν.
Διεκδικήσαμε και με την πρακτική μας και με την παρουσία μας αυτά τα τρία χρόνια, αλλά κυρίως με τη στάση μας κατά την προεκλογική περίοδο, ένα στόχο ουσιαστικό και μια σύνδεση της αύξησης που επιζητούσαμε με γενικότερες αλλαγές στο πολιτικό τοπίο της χώρας μας, και αυτό νομίζω γίνεται πλέον σαφές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή η επωνυμία που δίνανε μετά το συνέδριο πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης, «αριστερή στροφή», που κατά τη γνώμη τους είχε γίνει στο συνέδριο του ΣΥΝ του 2004, είναι το « trendy» χαρακτηριστικό, το χαρακτηριστικό της μόδας, στο οποίο καλούνται να προσχωρήσουν και άλλα κόμματα, και άλλες πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, μήπως και μπορέσουν να επιβιώσουν. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια είχαμε αυτή τη μεγάλη αλλαγή του πολιτικού τοπίου, την ενίσχυση του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς μέσα σε ένα περιβάλλον με πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες. Και μπορεί με την κυβέρνηση της ΝΔ να έρχονται δύσκολες μέρες και δύσκολες ώρες, αλλά εμείς μπορούμε να είμαστε έτοιμοι για όμορφους αγώνες, όπως ήταν όμορφοι οι αγώνες που δώσαμε όλο αυτό το διάστημα.
Το δεύτερο που θα ήθελα να θέσω για σήμερα. Είχαμε χρησιμοποιήσει την έκφραση «κύκνειο άσμα» του δικομματισμού. Ισχύει αυτό; Βλέπουμε τον δικομματισμό να τραγουδάει ακόμη. Είδαμε τον πρωθυπουργό χθες να κάνει εκ μέρους της κυβέρνησης της ΝΔ τις προγραμματικές δηλώσεις. Κατά τη γνώμη μου, έχουν αλλάξει πάρα πολλά. Ο δικομματισμός έχει υποστεί ένα πολύ μεγάλο πλήγμα, το οποίο φαίνεται από το γεγονός ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα, τα οποία δίνουν και τον τόνο των ευρύτερων διεργασιών που καλύπτουν όλη τη χώρα, ακόμη και στα δύσκολα σημεία της περιφέρειας, οι δυνάμεις των δύο κομμάτων έπεσαν περίπου στο 70%.
Φαίνεται από την στροφή προς μικρότερες δυνάμεις, ανεξάρτητα από πολιτικές κατευθύνσεις. Φαίνεται από αυτό που λέγεται «στροφή προς τα αριστερά». Φαίνεται από το γεγονός ότι αυτή η στροφή προς τα αριστερά είχε μια ιδιαίτερη ένταση μέσα στη νεολαία. Οι εκτιμήσεις που έχουν γίνει είναι ότι η τρίτη πολιτική δύναμη μέσα στο χώρο της νεολαίας μετά τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ είναι ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Και φαίνεται από τη μεγάλη κρίση που υπάρχει στο ΠΑΣΟΚ. Επομένως αυτό που λέμε σαν δυνατότητα να βγούμε έξω από τα πλαίσια του δικομματισμού, εμείς δεν το θέτουμε ως μια προφητεία, αλλά το θέτουμε ως μια δυνατότητα για την οποία πρέπει να εργαστούμε με ευρηματικότητα, με σταθερότητα και με πείσμα, ξέροντας ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί. Φυσικά ξέρουμε ότι είναι πολλοί οι παράγοντες που θα προσπαθήσουν να συγκρατήσουν αυτό το πλαίσιο της δικομματικής αντιπαράθεσης. Μεγάλα συμφέροντα, ορισμένοι οργανισμοί στο χώρο της ενημέρωσης, η ΝΔ που βλέπει ότι απονομιμοποιείται αυτή η κατεστημένη πολιτική σε ευρύτερα τμήματα της δημοκρατικής κοινής γνώμης. Αλλά ίσως ένα στοιχείο το οποίο είναι αποφασιστικό για το δικομματισμό και για το οποίο έχουμε δυνατότητες να παρέμβουμε, είναι το γεγονός ότι στήριγμα του συστήματος του δικομματισμού υπήρξε η Αριστερά. Όχι με την πρόθεσή της, αλλά με το γεγονός ότι με τις διαιρέσεις της, με την αφυδάτωσή της, με την επανάπαυσή της σε πολιτικές πρακτικές που τη θέλουν σε μια γωνιά του κήπου την οποία παραχωρεί το σύστημα, με την έλλειψη πολιτικού σχεδίου και φιλοδοξίας να αλλάξει όλο το πολιτικό τοπίο, επέτρεπε ακόμα και οι κρίσεις του δικομματισμού να μπορούν, χωρίς σοβαρές αμφισβητήσεις, να ξεπερνιούνται. Με αυτή την έννοια νομίζω ότι μερικά στοιχεία της πολιτικής την οποία ακολουθήσαμε αυτά τα τρεισήμισι χρόνια, πρέπει να τα δούμε, να τα εκτιμήσουμε, να τα δυναμώσουμε και να τα εμπλουτίσουμε, όπως η άρνησή μας να παίξουμε ένα ρόλο μέσα στα πλαίσια μια αντιπαρατιθέμενης Αριστεράς. Η προσπάθειά μας, αντίθετα, να βγούμε μέσα στο χώρο των μεγάλων πολιτικών αντιθέσεων και η προσπάθειά μας αλλά και τα αποτελέσματα που είχαμε να πρωταγωνιστήσουμε ως Αριστερά σε μια πόλωση ουσίας, και όχι σε μια σκιαμαχία γύρω από πρόσωπα και γύρω από ικανότητες, αλλά σε μια πόλωση ουσίας των πολιτικών, ήταν αυτή που μας έφερε, εμάς τη μικρή πολιτική δύναμη του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, να είμαστε σε πολλά θέματα πλειοψηφική δύναμη-στο θέμα του άρθρου 16, της ελεύθερης πρόσβασης στις παραλίες, του χωρισμού εκκλησίας-κράτους, κλπ. Να συνδέσουμε την αντιπολίτευσή μας με την κινηματική λογική που ήταν το στοιχείο που σφράγισε αυτή την κολοβή τετραετία που πέρασε. Κι ακόμη να προβάλουμε την εναλλακτική μας λύση. Να μη μένουμε απλώς σε μια καταγγελία, αλλά να προβάλουμε με συγκροτημένο τρόπο, πολλές φορές με τρόπο που είχε κόστος, λόγω του ότι ήθελε να είναι συγκεκριμένος και σαφής, τις δικές μας εναλλακτικές λύσεις που τις είδαμε και στο θέμα της παιδείας και στο θέμα της ελεύθερης πρόσβασης στα Πανεπιστήμια, του νόμου-πλαίσιο που προτείναμε, και στα οικολογικά μέτρα και στις προτάσεις μας για τα αυθαίρετα και στις προτάσεις μας για άλλα ζητήματα. Αυτά τα χαρακτηριστικά πρέπει να τα εμπλουτίσουμε, να τα δυναμώσουμε, να τα αναπτύξουμε αφού τα συζητήσουμε.
Το τρίτο σημείο, το οποίο πλέον είναι στοιχείο όλου του πολιτικού σκηνικού αλλά αφορά ιδιαίτερα σε μας και έφερε αποτελέσματα, είναι ότι μετά από κλονισμούς, δοκιμασίες, οπισθοχωρήσεις, κρίσεις που πολλές από αυτές δεν μπορούσαν παρά να γίνουν, διαμορφώθηκε η κοινή δράση της Αριστεράς, η κοινή δράση ευρύτατων δυνάμεων της Αριστεράς, και αγκαλιάστηκε με αισιοδοξία από πάρα πολλούς χώρους.
Πιστεύω ότι σε αυτό η συσπείρωση της ιστορικής αριστεράς έπαιξε το βασικό ρόλο για να μπορέσουμε κι εμείς και οι σύντροφόι μας να μπούμε στην πολιτική σκηνή, να προβάλλουμε την εναλλακτική λύση, να αναζητήσουμε τα καινούργια προβλήματα της εποχής μας. Αυτό το στοιχείο πρέπει να το διατηρήσουμε και αυτή την πολύ σημαντική κατάκτηση πρέπει να την προφυλάξουμε με κάθε τρόπο. Όμως, αν οι θέσεις μας έγιναν αποδεκτές από αυτό το σημαντικό για μας τμήμα των εκλογέων αλλά γίνονται αποδεκτές και γίνονται στοιχείο αναφοράς σε ένα πολύ σημαντικότερο κομμάτι το οποίο τελικά δεν μας ψήφισε, ακολουθώντας την παραδοσιακή ψήφο, παρότι ταλαντεύτηκε ή πήγε στην αποχή, δεν είναι επειδή είμαστε ρηγάδες ή παλιοί μαοϊκοί ή παλιοί κνίτες, αλλά επειδή θέλουμε με πάθος και με ευρηματικό τρόπο να αναδείξουμε τα προβλήματα της εποχής μας. Το ρόλο του δημόσιου χώρου, τη σημασία του περιβάλλοντος, την προστασία των δασών, τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών. Με αυτή την έννοια, αυτή η συσπείρωση της ιστορικής αριστεράς, μέσα από την επιτυχία και την απήχηση που έχει, η ίδια ξεπερνιέται. Και με αυτή την έννοια νομίζω ότι το εγχείρημά μας τώρα για τη συσπείρωση πλατύτερων δυνάμεων, φυσικά έχει αναφορές, κι έχει πηγή και αφετηρία τη συσπείρωση της ιστορικής αριστεράς, όμως ορίζεται κυρίως πια με τις προγραμματικές αιχμές του, με την κινηματική δυναμική του, με την ευρύτερη συσπειρωτική του ικανότητα και με το αξιολογικό του φορτίο.
Είμαστε σε μια φάση που αυτά που κάνουμε διευρύνονται, μετεξελίσσονται, παίρνουν νέο χαρακτήρα και αυτόν πρέπει να τον καταλάβουμε και να τον αξιοποιήσουμε. Έτσι νομίζω ότι ανοίγονται για μας νέοι ορίζοντες και με αυτή την έννοια νομίζω ότι και τα προβλήματα της ιστορικής αριστεράς μπορούμε να τα δούμε μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και όχι σαν τα κεντρικά ζητήματα που μας αφορούν. Από αυτή το σκοπιά πρέπει να δούμε και το θέμα δυνάμεων όπως είναι το ΚΚΕ. Πήγαμε στις εκλογές έχοντας μια συνεχή, ακραία επίθεση από την ηγεσία του ΚΚΕ. Εμείς αρνηθήκαμε να παίξουμε σε αυτό το γήπεδο, όχι επειδή δεν είχαμε απαντήσεις, όχι γιατί δεν είχαμε κριτικές, αλλά γιατί πιστεύαμε ότι άλλος είναι ο ρόλος της Αριστεράς. Πάντα στα θέματα της συνεργασίας και προς πάντες, ξεκινάμε από μηδενική βάση. Επομένως οι προτάσεις μας για κοινές δράσεις, είτε αφορούν στα ζητήματα του ασφαλιστικού, της εργασίας, τα περιβαλλοντικά, των δικαιωμάτων, συνεχίζουν να υπάρχουν και προς το ΚΚΕ. Αλλά γνωρίζουμε πλέον ότι ακολουθούμε ένα δρόμο ο οποίος τελικά δεν εξαρτάται από το αν πει «ναι» ή «όχι» στη συνεργασία η ηγεσία του ΚΚΕ. Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε σε ένα δρόμο ο οποίος ήδη βρίσκει ευρύτατη απήχηση, με αυτούς που θα είναι μαζί μας, και χωρίς αυτούς που δεν θα είναι. Και πιστεύω ότι θα έχουμε πολύ μεγάλα αποτελέσματα σε αυτή την πορεία.
Το τέταρτο σημείο που θάθελα να αναφέρω, είναι ότι για μας έχει πολύ μεγάλη σημασία να προβάλλουμε την εναλλακτική προγραμματική λύση απέναντι στις πολιτικές της ΝΔ και του κατεστημένου. Αυτό μπορεί να το κάνει η Αριστερά, δεν μπορεί να το κάνει άλλος. Αν δεν το κάνει η Αριστερά, θα ξαναγυρίσουμε στους πολέμους των φαντασμάτων που θα συζητάνε μόνο πάνω σε θέματα προσώπων και διαφθοράς, ικανότητας και διάφορες άλλες σκιαμαχίες. Έχει επομένως σημασία να αναπτύξουμε τις προγραμματικές μας θέσεις περισσότερο από ότι το κάναμε στις εκλογές, όχι μόνο με έναν τρόπο τεχνοκρατικό-και αυτός έχει σημασία –αλλά με έναν τρόπο ο οποίος θα συνηχεί με τις αγωνίες και τις αναζητήσεις της κοινωνίας. Έχει σημασία να προτείνουμε σε ευρύτατες πια δυνάμεις, τα προγραμματικά εκείνα σημεία τα οποία δεν είναι άλλα από τη συμπύκνωση του προγράμματος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, όχι μετατόπιση προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, αλλά συμπύκνωση με έναν εύληπτο και σαφή τρόπο μέσα από πέντε-δέκα σημεία, τα οποία θα γίνουν αισθητά σε όλη την κοινωνία και ειδικά σε αυτούς τους χώρους που σήμερα αναζητούν λύσεις, επιλογές, δεδομένου ότι θρησκευτικές ή παραδοσιακές τοποθετήσεις που υπήρχαν επί δεκαετίες μετά τη μεταπολίτευση σήμερα αμφισβητούνται.
Ένα πρόγραμμα το οποίο δεν θα είναι ένα πρόγραμμα-πρόσχημα, το οποίο θα λέει «θέλουμε την προστασία του περιβάλλοντος» ή «θέλουμε την αύξηση των μισθών» ή «θέλουμε την αντιμετώπιση της ακρίβειας» ή «θέλουμε την απασχόληση και την ειρήνη»… Ένα τέτοιο πρόγραμμα και η ΝΔ θα το υπέγραφε, για να μην πω ότι θα το υπέγραφε και το ΛΑΟΣ.
Έχει σημασία να συγκεντρώσουμε όλες αυτές τις αιχμές που ανοίγουν τα μεγάλα μέτωπα και που μπορούν να διαμορφώσουν μια ισχυρή δυναμική μέσα στην ελληνική κοινωνία, είτε αυτές αφορούν για παράδειγμα στα ζητήματα του περιβάλλοντος- θέματα κατάργησης οικοδομικών συνεταιρισμών, κατάργησης εκτός σχεδίου δόμησης, κατάργησης των γηπέδων γκολφ, οι πισίνες να λειτουργούν μόνο με νερό της θάλασσας- ή θέματα όπως η στήριξη του άρθρου 16, ή θέματα όπως τα δικαιώματα των μειονοτήτων, τα δικαιώματα για μια συμβίωση των ομοφυλοφίλων αντίστοιχη με τη συμβίωση που έχουν οι ετερόφυλοι, είτε αυτά αφορούν στην ιθαγένεια κάθε παιδιού που γεννιέται στην Ελλάδα, ανεξάρτητα αν οι γονείς του είναι από τη Νιγηρία ή είναι από την Ουκρανία ή από οπουδήποτε αλλού, είτε τον έλεγχο των τραπεζών.
Στόχος μας θα πρέπει να είναι η υποβολή ενός αιχμηρού, μετωπικού προγράμματος, συμπύκνωση του πολύ καλού προγράμματος του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς μέσα από 5-10 σημεία, και η πρότασή μας προς ευρύτατες δυνάμεις να το στηρίξουν.
Το πέμπτο σημείο το οποίο θα ήθελα να αναφέρω είναι, στο πού θα βρεθούν αυτές οι δυνάμεις. Η απάντηση είναι, παντού. Εμείς πρέπει να αναπτύξουμε προσπάθειες-ίσως εδώ έχουμε και υστερήσεις- ακόμη και σε εκείνα τα περιθωριοποιημένα λαϊκά στρώματα τα οποία ακολουθούν σήμερα την ακροδεξιά. Να μιλήσουμε για το τι είναι ο πραγματικός πατριωτισμός, και πού οδηγούν αυτές οι πολιτικές.
Υπάρχουν όμως και κάποιοι χώροι στους οποίους νομίζω ότι θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία. Ένας χώρος από αυτούς είναι ο σοσιαλιστικός χώρος, ο χώρος τον οποίο κατά κύριο λόγο εξέφραζε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι γνωστή η κρίση στην οποία βρίσκεται. Και είναι λάθος νομίζω να θεωρηθεί ότι αυτή η κρίση είναι κρίση προσώπων ή κρίση τεχνικών, ή κρίση ικανοτήτων ή κρίση ομάδων οι οποίες θα έχουν την ηγεσία. Στην πραγματικότητα αυτό που βλέπουμε, και νομίζω ότι έχουμε συμβάλλει κι εμείς σε αυτό, είναι ότι το ευρωπαϊκό μοντέλο της συναίνεσης της σοσιαλδημοκρατίας με τις συντηρητικές δυνάμεις σε μια γραμμή ανεξέλεγκτης λειτουργίας της αγοράς, ιδιωτικοποιήσεων, περιορισμού του δημόσιου τομέα, επίθεσης ενάντια στα δικαιώματα των εργαζομένων, έχει μπει πια σε σοβαρό κλονισμό. Μια πορεία ενσωμάτωσης που έχει βαθιές ρίζες, έχει ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του ʽ80 και έχει φτάσει στο αποκορύφωμα με την κυβέρνηση Σημίτη το 1996 και μετά και που εμφανιζόταν αυτή η ενσωμάτωση άλλοτε με λαϊκίστικο άλλοτε με εκσυγχρονιστικό πρόσωπο. Οι κοινωνικές συμμαχίες οι οποίες είχαν διαμορφωθεί, είχαν ενσωματώσει και είχαν αδρανοποιήσει μεγάλες δυνάμεις της κοινωνίας μας μέσα σε αυτό το χώρο, σήμερα νιώθουν μια απελευθερωτική δυναμική, μέσα βέβαια από τα μεγάλα ερωτηματικά που έχουν για το τι θα γίνει. Υπάρχει βέβαια για μας ένα ερώτημα. Γιατί αυτές οι κρίσεις, που όμως προϋπήρξαν στο σοσιαλιστικό χώρο, δεν μπόρεσαν να αξιοποιηθούν ουσιαστικά από την Αριστερά, σε όλες τις περιπτώσεις-ακόμα και η κρίση του 89 που βρήκε την Αριστερά στη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα ενότητά της- και είχαν ως αποτέλεσμα να μετατρέπονται τελικά σε κρίσεις της Αριστεράς; Είναι ένα θέμα που θα πρέπει να το συζητήσουμε. Η δικιά μου άποψη είναι ότι, ίσως, λειτούργησε η αντίληψη ότι είναι η στιγμή της αντεκδίκησης, ότι από το χώρο το σοσιαλιστικό, το χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το χώρο του ΠΑΣΟΚ, το σημαντικό είναι απλώς να μετατοπιστούν ψηφοφόροι και ονόματα στο χώρο της εκλογικής επιρροής της Αριστεράς, μιας Αριστεράς η οποία ήταν έξω από την παρέμβαση στις πολιτικές διεργασίες στη χώρα μας. Πιστεύω ότι σήμερα έχουμε άλλες δυνατότητες.
Πιστεύω ότι έχουμε ξεκινήσει μια προσπάθεια να διαμορφωθεί ένα εναλλακτικό ρεύμα με επίκεντρο την Αριστερά το οποίο παρεμβαίνει στις πολιτικές διαδικασίες , το οποίο προβάλλει μια άλλη πολιτική και μια άλλη λύση στον ορίζοντα και το οποίο δεν θέλει να μαζέψει ψηφοφόρους, αλλά θέλει και αναγνωρίζει πως ό,τι μπορεί να γίνει στην Ελλάδα, θα γίνει μέσα στα πλαίσια μιας συνεργασίας, όπως είναι στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, όπου έχουν θέση δυνάμεις με σοσιαλιστική προέλευση, σοσιαλιστική κουλτούρα, σοσιαλιστικά πιστεύω, αλλά που αποδέχονται ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα δράσης. Διότι αυτή είναι και η θέση της Διακήρυξης του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς προεκλογικά, η οποία θέτει ακριβώς τα ζητήματα της συνάντησης με πολίτες που προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ.
Με αυτή την έννοια μπορούμε να σκεφτούμε στη βάση ακριβώς των προγραμματικών θέσεων του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, τη δυνατότητα ενός ευρύτατου διαλόγου, τη δυνατότητα δημιουργίας ενός χώρου διαλόγου με δυνάμεις, προσωπικότητες, κινήσεις οι οποίες προέρχονται από το σοσιαλιστικό χώρο. Γιατί είναι μεγάλο λάθος εάν νομίζουμε ότι το κύριο ζήτημα είναι το τι θα γίνει στην ηγεσία, αυτό που ακούμε επί ώρες στην Πασοκιάδα των καναλιών, και δεν καταλαβαίνουμε ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι υπάρχει μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης μέσα σε όλο αυτό το χώρο, ο οποίος καλύπτονταν από τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση, που μόνο ο πρόλογός της ήταν αυτό που είδαμε σε αυτές τις εκλογές. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια επίσης θα πρέπει να πάρουμε πρωτοβουλίες συζήτησης, όπως μια ημερίδα σχετικά με τον ριζοσπαστικοποιούμενο σοσιαλιστικό χώρο και τη Ριζοσπαστική Αριστερά και τη δυνατότητα συνάντησής τους σε επιμέρους ή σε γενικότερα ζητήματα.
Έκτο σημείο. Θα ήθελα να αναφέρω άλλον έναν σημαντικό χώρο, τον οικολογικό χώρο. Όπως εκτιμάμε, ένα μεγάλο μέρος της στήριξης στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ήταν λόγω της οικολογικής του παρουσίας. Την ώρα που οι άλλοι συζητούσαν για τα ομόλογα και για τον Παπαμαρκάκη, εμείς θέταμε τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, του φαινομένου του θερμοκηπίου και του πάνελ που έγινε εκείνες τις εβδομάδες από τον ΟΗΕ, το οποίο έκρουσε την καμπάνα του κινδύνου. Έχουμε μια παρουσία, έχουμε μια κοινοβουλευτική ομάδα με συντρόφους με εξαιρετική δραστηριότητα στο θέμα του περιβάλλοντος, το οποίο είναι μια από τις προτεραιότητές μας. Και θα πρέπει να ανταποκριθούμε σε όλες αυτές τις αναζητήσεις που έχουν οι πολίτες της χώρας μας και σε όλα αυτά τα προβλήματα που τα ξεπέταξε χθες ο πρωθυπουργός με τρεις γραμμές, λέγοντας ότι θα προχωρήσει σε ανασυγκρότηση των περιοχών που κάηκαν. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βαθύνουμε και να αναπτύξουμε την οικολογική πολιτική του ΣΥΝ, να δικτυωθούμε με τις τοπικές οικολογικές κινήσεις, και να δώσουμε και απαντήσεις στο πρόβλημα της έλλειψης πολιτικού βάρους μέσα στις αδρανοποιημένες κάποιες φορές πολιτικές μας κινήσεις, με την ενσωμάτωση και των οικολογικών ζητημάτων και, βέβαια, να ανοίξουμε ένα διάλογο, ο οποίος έγινε και πριν τις εκλογές σε εντελώς πιεσμένο χρόνο, με άλλες οικολογικές δυνάμεις, όπως με τους Οικολόγους-Πράσινους. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι έχουμε διαφορές με τη στάση της ομάδας και του κόμματος των Πρασίνων στην ΕΕ σε ευρύτερα πολιτικά ζητήματα, παρά τη δικιά μας άποψη για μια ριζοσπαστικοποιημένη πολιτική οικολογία, παρότι είδαμε ανησυχητικά φαινόμενα σε ορισμένες χώρες όπως στην Ιρλανδία, όπου πριν από λίγους μήνες το τμήμα των Πρασίνων στήριξε την συντηρητική κυβέρνηση προκειμένου να έχει πλειοψηφία μέσα στη Βουλή. Παρόλα αυτά, νομίζω ότι έχουμε δυνατότητες να συζητήσουμε και να προχωρήσουμε σε συγκεκριμένες δράσεις με τους Οικολόγους- Πράσινους που έχουν δυνάμεις με μια αγωνιστική παράδοση στα θέματα της οικολογίας και όχι μόνο.
Το έβδομο σημείο αφορά στο θέμα της νεολαίας. Ίσως είναι αυτός ο χώρος ο οποίος μας έδωσε τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και ο οποίος κυριολεκτικά μας έχει θέσει σε δοκιμή. Έχουμε προσπαθήσει να κάνουμε πολλά πράγματα με τη νεολαία, πριν από το Συνέδριο του 2004. Με τη στήριξη της νεολαίας του Συνασπισμού, με το άνοιγμά μας στα νέα κινήματα, στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, την παρουσία μας στη Γένοβα και αλλού. Μετά το Συνέδριο, με τη συνέχιση αυτών των πολιτικών πρωτοβουλιών που είχαμε, με την προσπάθειά μας να δώσουμε αυτό το μήνυμα στην αυτοδιοίκηση και την υποδοχή που είχε, με την παρέμβασή μας στο άρθρο 16, με το ρόλο που παίξαμε στους συμβασιούχους, σε εργατικά μέτωπα που αφορούσαν ιδιαίτερα στη νεολαία. Μια νεολαία η οποία έκανε στροφή προς την Αριστερά,ή ακολούθησε οικογενειακή παραδοσιακή ψήφο, ή καλύπτει μεγάλο χώρο του άκυρου ή του λευκού. Για τη νεολαία λοιπόν, θα ήθελα πρώτα από όλα να κάνω την αυτοκριτική μου. Γιατί ενώ έχουμε κάνει και μπορούμε να κάνουμε πολύ περισσότερα, στο θέμα των εκλογών δεν είχαμε τα αποτελέσματα τα οποία θα θέλαμε να έχουμε. Αυτό και όσον αφορά στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων και όσον αφορά στην εκλογή νέων βουλευτών. Αυτό το σημειώνουμε, και σημαίνει ότι πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να προχωρήσουμε με ακόμη μεγαλύτερη τόλμη στα θέματα των ανοιγμάτων που πρέπει να κάνουμε στο χώρο της νεολαίας. Πρέπει να είναι μια από τις κεντρικές προτεραιότητες στην πολιτική μας, τόσο ο χώρος της ανασφάλιστης εργασίας όσο και ο χώρος της σπουδάζουσας νεολαίας-έχουμε το άρθρο 16 , την ελεύθερη πρόσβαση- αλλά και ο χώρος ο επικοινωνιακός μέσω του διαδικτύου, το οποίο ενεργοποιείται και πολιτικοποιείται στο χώρο της νεολαίας. Αυτό θα εκφραστεί και με την πολιτική μας αλλά θα εκφραστε,ί κατά τη γνώμη μου, και με τις μεγάλες τομές που πρέπει να κάνουμε στο κόμμα μας.
Το κόμμα μας θεωρήθηκε και είναι ως ένα βαθμό, ένας χώρος συνάντησης στελεχών από διάφορες κατευθύνσεις και εκφράσεις της ιστορικής Αριστεράς. Σήμερα περισσότερο το κόμμα μας είναι ένα κόμμα που είναι σε διάλογο, όχι με αυτούς που έρχονται από την ιστορία, αλλά με αυτούς που γράφουν ιστορία, δηλαδή με τις νέες γενιές. Κατά κάποιον τρόπο πρέπει να αισθανθούμε –και απευθύνομαι στους συντρόφους της γενιάς μου- ότι ο δικός μας κύκλος αρχίζει να συμπληρώνεται και ότι ο ρόλος των νέων στελεχών μέσα στο κόμμα μας, και στην πράξη πια αλλά και προγραμματισμένα και σχεδιασμένα, πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερος. Φυσικά θα συνυπάρχουμε ως γενιές, αλλά με διαφορετικά πια βάρη ανάμεσα στις δύο γενιές όπως εκφράζονται σήμερα. Με αυτή την έννοια πρέπει να σκεφτούμε εν όψει του Συνεδρίου μας, μέτρα τα οποία θα πάρουμε ώστε να ανταποκριθεί και από οργανωτική άποψη και από άποψη σύνθεσης των ηγετικών του οργάνων ο Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας, σε αυτή τη μεγάλη προσδοκία των νέων. Πολλά μέτρα θα μπορούσαν να αναφερθούν εδώ, όπως για παράδειγμα μια ποσόστωση που θα μπορούσε να φτάνει το 50% για νέους κάτω από ένα ορισμένο όριο ηλικίας ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο ή άλλη μέθοδο την οποία θα βρούμε.
Το όγδοο σημείο που θέλω να αναφέρω είναι ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς για τον οποίο έχουμε συζητήσει πολύ. Στην αρχή συγκρουστήκαμε, στην αρχή πολώσαμε τα πράγματα, αλλά στην πορεία προχωρήσαμε, συσπειρωθήκαμε και πιστεύω εμπνευστήκαμε κιόλας, και είχαμε αυτό το αποτέλεσμα. Εκεί κατά τη γνώμη μου συσπειρώθηκαν ευρύτατες δυνάμεις της απογοητευμένης, της κουρασμένης και της διασκορπισμένης Αριστεράς. Σήμερα έχουμε το Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς , έχουμε όμως και έναν Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς από τα κάτω. Το εκλογικό αποτέλεσμα μας οδηγεί σε αυτό, και ίσως δεν έχει την ίδια ακριβώς συνταγή. Δηλαδή, πολίτες οι οποίοι προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, νέοι άνθρωποι ευαίσθητοι στα οικολογικά ζητήματα, είναι πολύ πιο παρόντες από τη σύνθεση που εκφράζεται στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ακριβώς σε αυτό το φαινόμενο, ότι υπάρχουν πια κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες αισθάνονται ότι δεν είναι με την ΚΟΕ ή με την ΑΚΟΑ, δεν είναι με το δικό μας κόμμα, αλλά είναι με το Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, πρέπει να τους δώσουμε τη δυνατότητα να εκφραστούν. Αυτό κατά τη γνώμη μου σημαίνει ότι πρέπει να πάρουμε μέτρα για την απογραφειοκρατικοποίηση της λειτουργίας του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ότι πρέπει να δούμε μια παρέμβαση στις πολιτικές διεργασίες που να οδηγεί σε μια πλουραλιστική κοινοβουλευτική ομάδα, όπως ήταν το δίκαιο αίτημα, πάντα βέβαια με τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ όχι ως ενιαίου οργανισμού αλλά ως χώρου συντροφικής συνάντησης και συστράτευσης και κοινής λειτουργίας αυτόνομων οργανωτικά δυνάμεων. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια να δούμε στους χώρους που μπορούμε, τη συνέχιση της λειτουργίας των επιτροπών ΣΥΡΙΖΑ αλλά ακόμη και τη δυνατότητα κάποιων πανελλαδικών συναντήσεων προβληματισμού πάνω στα ζητήματα που αφορούν σε όλους μας.
Το ένατο σημείο, έχει σχέση με το κόμμα μας. Νομίζω ότι η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ βάζει την υποχρέωση και δίνει τη δυνατότητα σε όλες τις συνιστώσες να δυναμώσουν οι ίδιες. Με αυτή την έννοια, η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει να πούμε ότι έχει κυλήσει το ποτάμι και αδιαφορούμε για το κόμμα μας. Ίσα- ίσα, σημαίνει ότι πρέπει να κινητοποιηθούμε για να ενισχύσουμε το δικό μας χώρο και να απαντήσουμε και σε ερωτήματα , όπως γιατί για παράδειγμα κάποιοι πολίτες μπορούσαν να έρθουν στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν μπορούσαν να έρθουν στο κόμμα μας. Ποια είναι τα προβλήματα, ποιες είναι οι αλλαγές που πρέπει κάνουμε, ώστε οι πολίτες να έρθουν σε μας ή να πάνε σε άλλες συνιστώσες. Επομένως το θέμα δεν είναι ρευστοποίηση, είναι δυνάμωμα. Κι έχουμε τις δυνατότητες για μεγάλο δυνάμωμα του κόμματός μας. Αυτό βέβαια σημαίνει μεγάλες τομές. Πιστεύω ότι πρέπει να δούμε το οργανωτικό μας πρόβλημα, όχι προσπαθώντας να μιμηθούμε άλλους ή να μιμηθούμε το παρελθόν μας, αλλά βρίσκοντας εκείνες τις μορφές οι οποίες πάντα θα συνδέονται με το πολιτικό περιεχόμενο δράσης των δυνάμεών μας. Το πρόβλημα της περιφέρειας, όπου ανεξάρτητα αν οι ρυθμοί αύξησης μπορεί να συγκρίνονται με τους ρυθμούς αύξησης στα αστικά κέντρα, η αφετηρία και η παρουσία μας είναι σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Εδώ πρέπει να δούμε πώς θα προσεγγίσουμε αυτό το χώρο , όχι κι εμείς ως έκφραση, έστω και δυνατή, για παράδειγμα, της παρακμάζουσας αγροτικής οικονομίας, αλλά ως μια παρουσία καινοτομίας και αλλαγής. Όχι σαν ένας άλλος κομματικός στρατός, να κάνουμε κι εμείς το δικό μας στρατό δίπλα στις ταξιαρχίες των άλλων, να έχουμε κι εμείς το δικό μας μικρό λόχο, αλλά πώς θα βγούμε μέσα από την παρουσία μας στα οικολογικά ζητήματα, στο ζήτημα του νερού, στη βιολογική γεωργία, στις αναδιαρθρώσεις των καλλιεργειών, στον ευρύτερο ρόλο της υπαίθρου σήμερα, πώς θα μπούμε με έναν άλλο τρόπο σε αυτά τα ζητήματα. Και βέβαια και με τα λαϊκά στρώματα στις πόλεις όπου έχουμε πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες να δράσουμε.
Τέλος, θα ήθελα να πω δυο κουβέντες σχετικά με το Συνέδριό μας το οποίο προβάλλει ελκυστικό, θα έλεγα, στον ορίζοντα, προκειμένου να ολοκληρώσουμε όλες αυτές τις συζητήσεις που θα κάνουμε. Νομίζω ότι μετά από το προηγούμενο Συνέδριο, κάναμε πολλά βήματα. Πιστεύω ότι ήταν σε σωστές γενικά κατευθύνσεις , όμως με μια πόλωση που μπορούμε να δούμε εκ των υστέρων ότι δεν ήταν αναγκαία. Και πρέπει να πούμε ότι τα βήματα που κάναμε στηρίζονται στις αποφάσεις του Συνεδρίου, αλλά στηρίζονται και στην ικανότητα του κόμματος να κάνει έναν διάλογο και να ενσωματώσει πολλούς από τους προβληματισμούς των συντρόφων οι οποίοι είχαν επιφυλάξεις ή δεν είχαν ψηφίσει τις αποφάσεις του Συνεδρίου. Με αυτή την έννοια, περίπου όπως προχωρήσαμε στις εκλογές, χωρίς την πίεση όμως των εκλογών, ελεύθερα, σε μια κοινή βάση, για μια εναλλακτική λύση της Αριστεράς, για μια κινηματική Αριστερά, για μια Αριστερά ανοιχτή στον οικολογικό χώρο, στο σοσιαλιστικό χώρο, που κρίνεται από το πρόγραμμά της και από τα αποτελέσματά της, μπορούμε να επεξεργαστούμε κάποιες πολιτικές οι οποίες θα στηριχθούν σχεδόν σύσσωμα, όπως βαθιά πιστεύω, από το κόμμα, από τα στελέχη του, από τα σημερινά μέλη της ΚΠΕ.
Με αυτή την έννοια και με αυτούς τους προβληματισμούς που κάναμε, μπορούμε να ξαναδούμε τα ζητήματα των τάσεων, από την πλευρά της λειτουργίας τους, του ρόλου τους, και όχι με την έννοια των ρευμάτων τα οποία είναι αναγκαία κι αποδείχθηκαν χρήσιμα στο κόμμα. Μπορούμε όμως να τα ξαναδούμε, όταν αξιοποιήσουμε στο έπακρο την ύπαρξη των διαφόρων απόψεων και των διαφόρων ρευμάτων και το γεγονός ότι δεν είμαστε ένα ιδεολογικό νεκροταφείο, αλλά ελαχιστοποιώντας τις αρνητικές συνέπειες που έχουμε από τη λειτουργία τους ως οργανωτικών σχημάτων.
Και τέλος, υπάρχει το θέμα του χρόνου του Συνεδρίου. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να το συζητήσουμε αυτό το θέμα. Το Καταστατικό μας μας υποχρεώνει μέσα σε τρία χρόνια να προχωρήσουμε σε νέο Συνέδριο και δεν έχουμε τη δυνατότητα να το αλλάξουμε αυτό, τη στιγμή που δεν μπορούμε να επικαλεστούμε κάποια έκτακτη κατάσταση, όπως αν θα γινόταν δυο εβδομάδες πριν από τις εκλογές.
Όσοι νόμοι είναι υπέρ της κοινωνίας δεν υλοποιούνται. Εμείς λοιπόν από την πλευρά μας, πρέπει να δώσουμε ένα μεγαλύτερο βάρος και ένα μεγάλο σεβασμό ακόμα και στο γράμμα του νόμου. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ σ΄ αυτές τις συνθήκες να είμαι πρόεδρος του ΣΥΝ πέρα από την ημερομηνία αυτή που επιτάσσει το Συνέδριο. Με αυτή την έννοια νομίζω ότι πρέπει να ξέρουμε ότι δεν είναι θέμα απόφασής μας, αλλά είναι θέμα σεβασμού μας στο Καταστατικό και ότι πρέπει να διαμορφώσουμε τις συνθήκες για μια πρώτη συζήτηση για την έναρξη του Συνεδρίου μέσα στο Δεκέμβρη.
Νομίζω ότι μπορούμε να προχωρήσουμε στην κατεύθυνση ότι ανανεώνουμε σε βάθος το κόμμα μας, δυναμώνουμε και βαθαίνουμε τις συνεργασίες μας και ανανεώνουμε το πολιτικό τοπίο.»
Στη συνεδρίαση της ΚΠΕ συμμετέχουν και οι Γραμματείς των Νομαρχιακών Επιτροπών και στελέχη του Συνασπισμού.
To Γραφείο Τύπου